Σύμφωνα
με τη
Deutsche Bank,
οι τέσσερις μεγαλύτερες
αμερικανικές εταιρείες
που δραστηριοποιούνται
στον τομέα της τεχνητής
νοημοσύνης έχουν
ανακοινώσει
κεφαλαιουχικές δαπάνες
ύψους 340 δισ. δολαρίων
για το 2024.
Συγκεκριμένα, η
Amazon
και η
Microsoft
προγραμματίζουν
επενδύσεις περίπου 100
δισ. δολαρίων έκαστη, η
Alphabet 75 δισ. δολάρια, ενώ η
Meta
Platforms αναμένεται να διαθέσει έως 65 δισ.
δολάρια. Το ποσό αυτό
ξεπερνά το ετήσιο ΑΕΠ
της Ελλάδας (με πληθυσμό
περίπου 10 εκατομμυρίων
κατοίκων) και είναι
συγκρίσιμο με εκείνο της
Αιγύπτου (περίπου 113
εκατομμύρια κατοίκοι),
επισημαίνει η τράπεζα.
Η
Deutsche
Bank
υπενθυμίζει ότι τέτοια
επενδυτικά φαινόμενα
έχουν συμβεί και στο
παρελθόν, όπως:
Η μανία
των διωρύγων (1790):
Μαζικές επενδύσεις σε
κανάλια για τη βελτίωση
των μεταφορών στη
βιομηχανική επανάσταση.
Η
επενδυτική έξαρση στους
σιδηροδρόμους (1840):
Δημιούργησε
χρηματιστηριακή φούσκα
στη Βρετανία, η οποία
έσκασε το 1847-1848.
Ο
πυρετός του χρυσού
(1849): Προκάλεσε μαζική
μετανάστευση και
επενδύσεις σε εξορυκτικό
εξοπλισμό και υποδομές.
Η φούσκα
της Διώρυγας του Παναμά
(1880): Ένα από τα
μεγαλύτερα σκάνδαλα
διαφθοράς του 19ου
αιώνα.
Οι
αεροπορικές επενδύσεις
στον 20ό αιώνα: Ένας
τομέας με
επαναλαμβανόμενους
κύκλους ανάπτυξης και
ύφεσης.
Η
ιαπωνική φούσκα ακινήτων
(1980): Οδήγησε σε
υπερτίμηση των ακινήτων,
με την αγορά του Τόκιο
να αξίζει όσο ολόκληρες
οι ΗΠΑ πριν τη δραματική
κατάρρευση το 1990-1991.
Η φούσκα
των
dot-com
(1995-2001): Ο
Nasdaq
αυξήθηκε κατά 400% μέχρι
το 2000, προτού
καταρρεύσει, αφήνοντας
πίσω του όμως κρίσιμες
τεχνολογικές υποδομές.
Συμπέρασμα
Η
Deutsche
Bank
καταλήγει ότι, σε
αντίθεση με προηγούμενες
επενδυτικές φούσκες, η
τρέχουσα έκρηξη στον
τομέα της τεχνητής
νοημοσύνης
χρηματοδοτείται κυρίως
από τα κέρδη των
εταιρειών και όχι από
δανεισμό. Αυτό μειώνει
τον κίνδυνο μιας
συστημικής κρίσης σε
περίπτωση απότομης
διόρθωσης. Ωστόσο,
προειδοποιεί ότι η
υπερβολική αισιοδοξία
γύρω από την τεχνητή
νοημοσύνη έχει συμβάλει
σημαντικά στο ράλι της
Wall
Street, δημιουργώντας έναν πιθανό κίνδυνο για την
αγορά λόγω του λεγόμενου
«αισθήματος πλούτου».
|