Μιλώντας
το Σάββατο στο
Γκαζιαντέπ, μια
από τις τουρκικές πόλεις
στα σύνορα με τη Συρία
που μεταμορφώθηκαν από
τον πόλεμο σε αυτή και
τα εκατομμύρια των
προσφύγων που
δημιούργησε, ο
Τούρκος ηγέτης έκανε
λόγο για μια «νέα
διπλωματική και πολιτική
πραγματικότητα στη Συρία»
μετά από μια δεκαετία
και πλέον υποστήριξης
της ένοπλης
αντιπολίτευσης στη
χώρα.
Παραμένει ασαφές
σε ποιο βαθμό η Άγκυρα
υποστήριξε την
κεραυνοβόλα επίθεση των
τελευταίων δύο εβδομάδων που
ανέτρεψε την Κυριακή την
κυβέρνηση του Μπασάρ αλ
Άσαντ.
Ο πιο
ισχυρός ξένος παράγοντας
στη Συρία
Η Χαγιάτ
Ταχρίρ αλ Σαμ, η
ισλαμιστική ομάδα που
ηγήθηκε της επίθεσης,
έχει μία περίπλοκη σχέση
με την Τουρκία. Ωστόσο, πολλοί
αναλυτές είναι
πεπεισμένοι ότι ο
Ερντογάν, ο
οποίος αποκαλούσε κάποτε
τον Σύρο πρόεδρο
«χασάπη», έχει
να κερδίσει πολιτικά και
οικονομικά από τη θέση
του ως ο πιο
ισχυρός ξένος παράγοντας
στη χώρα μετά την πτώση
του Άσαντ.
«Μετά
τους Σύρους, η Τουρκία
είναι αυτή που κερδίζει
τα περισσότερα εδώ»,
δήλωσε ο Ömer
Özkizilcik, συνεργάτης
του ινστιτούτου Atlantic
Council. «Όταν όλοι οι
άλλοι εγκατέλειψαν τους
Σύρους, όταν κανένα άλλο
κράτος δεν υποστήριξε
την αντιπολίτευση, η
Τουρκία δεν τους
εγκατέλειψε», πρόσθεσε.
Ο
Ερντογάν υποστήριξε το
κύμα των αραβικών
εξεγέρσεων που σάρωσε τη
Μέση Ανατολή το 2011,
ωθούμενος από την ελπίδα
ότι αυτό θα ενίσχυε τους
συμμάχους του
ισλαμιστικού κόμματός
του AKP. Συνέχισε να
τους στηρίζει ακόμη και
όταν οι ΗΠΑ και άλλες
δυτικές δυνάμεις που
αρχικά υποστήριξαν τις
εξεγέρσεις, τους
εγκατέλειψαν.
Υποδέχτηκε περισσότερους
από 3 εκατ. Σύρους
πρόσφυγες ως «αδελφούς
και αδελφές» και
παρείχε όπλα και
εκπαίδευση σε ομάδες
ανταρτών που πολεμούσαν
τον Άσαντ. Όταν οι
ελπίδες για αλλαγή
καθεστώτος είχαν αρχίσει
να σβήνουν, καθώς ο
Άσαντ διασώθηκε από τη
Μόσχα και την Τεχεράνη
και η Τουρκία
αντιμετώπιζε αυξανόμενες
επιπτώσεις από τη
σύγκρουση, ο Ερντογάν
μετατόπισε το επίκεντρο
της προσοχής του στη
μάχη κατά των Κούρδων
ανταρτών στη Συρία, οι
οποίοι θεωρούνται από
την Άγκυρα ως
τρομοκράτες.
Πιο πρόσφατα, ο Ερντογάν
έκανε ανοίγματα στον
Άσαντ, αλλά αυτός τα
απέρριψε. «Το
καθεστώς της Δαμασκού
δεν μπόρεσε ποτέ να
κατανοήσει την αξία της
χείρας που του έτεινε η
Τουρκία», κατηγόρησε τον
Ασαντι το Σάββατο ο
Τούρκος πρόεδρος.
Συνέχισε
να στηρίζει τους
αντάρτες
Ωστόσο,
ακόμη και όταν
προσέγγιζε τον Άσαντ, η
Τουρκία συνέχισε να
υποστηρίζει τους
αντάρτες και επίσης
παρείχε σωσίβιο στο
προπύργιο της κύριας
ανταρτικής οργάνωσης
HTS, την πόλη Ιντλίμπ,
που για χρόνια ήταν η
τελευταία επαρχία που
παρέμενε υπό την κατοχή
της αντιπολίτευσης.
Ασκησε
επίσης διοίκηση σε μια
έκταση εδαφών στο βόρειο
τμήμα της Συρίας και
συνέχισε να υποστηρίζει
μια ομάδα ανταρτών που
δρουν υπό την ονομασία
Συριακός Εθνικός
Στρατός.
Αυτοί οι
δεσμοί με τις ομάδες της
αντιπολίτευσης που,
την Κυριακή
πραγματοποίησαν το
μακρόχρονο όνειρό τους
να κατακτήσουν τη
Δαμασκό, αφήνουν
τον Ερντογάν σε καλύτερη
θέση από
οποιονδήποτε άλλο ξένο
ηγέτη για να επωφεληθεί
από την αναμενόμενη
άνοδό τους στην εξουσία
- ακόμη και αν η
κατάσταση παραμένει
επίσης εξαιρετικά
ασταθής και αβέβαιη.
Επιστροφή των προσφύγων
στη Συρία
Μια
μεγάλη ελπίδα για τον
Ερντογάν είναι ότι η
πτώση του Άσαντ θα
επιτρέψει σε πολλούς από
τους περίπου 3
εκατομμύρια Σύρους
πρόσφυγες της Τουρκίας
να επιστρέψουν. Η
συνεχιζόμενη παρουσία
τους είναι βαθιά
αντιδημοφιλής ακόμη και
μεταξύ των ίδιων των
υποστηρικτών του.
Ο
Τούρκος υπουργός
Εσωτερικών Ali Yerlikaya
δήλωσε την περασμένη
εβδομάδα, μετά την
κατάληψη του Χαλεπίου
από τους αντάρτες, ότι
1,3 εκατ. από τους
Σύρους στην Τουρκία
κατάγονται από την πόλη
αυτή και ότι πολλοί «δεν
μπορούσαν να
συγκρατήσουν τον
ενθουσιασμό τους» για
την επιστροφή τους.
Η
κατάρρευση του
καθεστώτος Άσαντ θα
μπορούσε επίσης να
αλλάξει την ισορροπία
δυνάμεων στην πολύπλοκη
σχέση μεταξύ του
Ερντογάν και του
Βλαντίμιρ Πούτιν, οι
οποίοι έχουν υποστηρίξει
αντίθετες πλευρές όχι
μόνο στη Συρία αλλά και
σε άλλες συγκρούσεις,
μεταξύ άλλων στη Λιβύη.
«Η
Τουρκία είναι πιθανό να
υιοθετήσει μια πιο
διεκδικητική στάση στην
περιοχή», δήλωσε ο
Wolfango Piccoli, της
εταιρείας συμβούλων
Teneo, σε σημείωμα προς
τους πελάτες του,
προσθέτοντας ότι αυτό θα
ενίσχυε επίσης τη θέση
της Άγκυρας έναντι του
Ιράν.
Η
Τουρκία θα ωφεληθεί από
την ανοικοδόμηση
Η
Τουρκία, που ήδη παλεύει
με τον υψηλό πληθωρισμό
και την ύφεση, θα
επωφεληθεί από την
επανάληψη των
επιχειρηματικών και
εμπορικών δεσμών κατά
μήκος των 900
χιλιομέτρων των
συροτουρκικών συνόρων.
Ο
κατασκευαστικός της
τομέας, ο οποίος έχει
στενούς δεσμούς με τον
Ερντογάν, θα
μπορούσε να επωφεληθεί
από τον λογαριασμό
ανοικοδόμησης της Συρίας
που αναμένεται να
ανέλθει σε εκατοντάδες
δισ. δολάρια.
«Αν επιτευχθεί ειρήνη,
είναι μια μεγάλη
ευκαιρία», δήλωσε
στέλεχος μιας από τις
μεγαλύτερες
κατασκευαστικές
εταιρείες της Τουρκίας.
Αβεβαιότητα για τη νέα
κυβέρνηση
Ωστόσο,
παρά τις δυνατότητες για
την Τουρκία, υπάρχει
επίσης τεράστια
αβεβαιότητα σχετικά με
το τι είδους κυβέρνηση
θα καλύψει το κενό που
δημιουργήθηκε από
την εντυπωσιακή
κατάρρευση του
καθεστώτος Άσαντ και τι
είδους σχέση θα έχει με
τον βόρειο γείτονά της.
Ενώ η
Άγκυρα δεν έχει ποτέ
ελέγξει την HTS -την
οποία κατατάσσει ως
τρομοκρατική ομάδα- είχε
μοχλό πίεσης όταν η
οργάνωση είχε
ταμπουρωθεί στο Ιντλίμπ
με την Τουρκία ως την
κύρια οδό προς τον έξω
κόσμο. Παραμένει ασαφές
ποια επιρροή θα
διατηρήσει επί του ηγέτη
της ομάδας Αμπού
Μοχάμαντ αλ Τζολάνι τώρα
που ο ίδιος και οι
σύμμαχοί του έχουν
καταλάβει ολόκληρη τη
χώρα.
Η βασική
ειρήνη και η σταθερότητα
απέχουν πολύ από το να
είναι εγγυημένες, με τον
κίνδυνο περαιτέρω
συγκρούσεων να
αναγκάζουν και άλλους
πρόσφυγες να διαφύγουν
προς την Τουρκία.
Ο İlhan
Üzgel, υψηλόβαθμο
στέλεχος του σταθερά
κοσμικού
αντιπολιτευόμενου
κόμματος CHP της
Τουρκίας, εξέφρασε τον
φόβο ότι ο
Ερντογάν «δημιούργησε
τις συνθήκες για την
εμφάνιση ενός νέου
Αφγανιστάν» στα σύνορά
της.
Οι φόβοι για το
οθωμανικό παρελθόν
Με την
Τουρκία να εξακολουθεί
να συνδέεται στο μυαλό
πολλών Σύρων με την
Οθωμανική Αυτοκρατορία -
η οποία κρέμασε
εθνικιστές
αντιφρονούντες στο
κέντρο της Δαμασκού - θα
πρέπει να προσέξει να
μην ξεπεράσει τα όρια
τις επόμενες εβδομάδες
και μήνες. Ο Τζολάνι
ζήτησε έναν εθνικό
διάλογο απαλλαγμένο από
ξένες παρεμβάσεις.
Η Άγκυρα
θα ήταν επιφυλακτική σε
οποιεσδήποτε
διαπραγματεύσεις μεταξύ
μιας νέας κυβέρνησης στη
Δαμασκό και κουρδικών
ένοπλων ομάδων. Θεωρεί
τις τελευταίες ως
τρομοκράτες με στενούς
δεσμούς με τον επί
δεκαετίες εχθρό της, το
Εργατικό Κόμμα του
Κουρδιστάν (PKK). Ο
υπουργός Εξωτερικών της
Τουρκίας, Χακάν Φιντάν,
επέμεινε την Κυριακή ότι
οποιεσδήποτε ομάδες που
αποτελούν «προέκταση του
PKK» δεν θα μπορούσαν να
αποτελέσουν μέρος των
συνομιλιών για το μέλλον
της Συρίας.
Ο
μελλοντικός ρόλος των
ΗΠΑ, οι οποίες έχουν
υποστηρίξει τις
κουρδικές δυνάμεις στο
πλαίσιο του αγώνα τους
κατά του Isis και
διατηρούν περίπου 900
στρατιώτες στη Συρία,
παραμένει επίσης ασαφής.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος
Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε το
Σάββατο ότι η συριακή
σύγκρουση «δεν είναι ο
δικός μας αγώνας».
Πηγή:
Financial Times
|