Ωστόσο,
ζητήματα σχετικά με την
εσωτερική
διακυβέρνηση,
τη διαχείριση
κινδύνων και
την
επιχειρησιακή
ανθεκτικότητα
συνεχίζουν να προκαλούν
ανησυχία.
Η μέση
βαθμολογία SREP
παρέμεινε σταθερή, ενώ
οι απαιτήσεις
Πυλώνα 2 για το
κεφάλαιο CET1 αυξήθηκαν
οριακά από 1,1% σε 1,2%.
Επιβλήθηκαν
ποιοτικά μέτρα
που αφορούν τη
διαχείριση πιστωτικού
κινδύνου, τη
διακυβέρνηση και την
κεφαλαιακή επάρκεια.
Οι
εποπτικές προτεραιότητες
εστιάζουν στις
μακροοικονομικές απειλές,
τις γεωπολιτικές
διαταραχές, τις
διορθωτικές
ενέργειες των τραπεζών
και τους κινδύνους που
σχετίζονται με τον
ψηφιακό
μετασχηματισμό.
Ανθεκτικότητα τραπεζών
και μακροοικονομικές
προκλήσεις
Το 2024,
ο τραπεζικός τομέας της
ζώνης του ευρώ παρέμεινε
ανθεκτικός,
με κεφαλαιακή και
ρευστότητα θέση
πάνω από τις
κανονιστικές απαιτήσεις.
Ο δείκτης CET1
έφτασε στο 15,8%,
σημειώνοντας μικρή
βελτίωση σε σχέση με το
2023, ενώ ο δείκτης
μόχλευσης αυξήθηκε
ελαφρώς στο 5,8%. Τα
υψηλότερα επιτόκια
συνέβαλαν στη
διατήρηση της
κερδοφορίας.
Παρά τα
θετικά αποτελέσματα, οι
δυσμενείς
μακροοικονομικές
συνθήκες και οι
γεωπολιτικοί
κίνδυνοι
εντείνουν την ανάγκη για
επαγρύπνηση. Η απότομη
αναπροσαρμογή κινδύνων
μπορεί να επιφέρει
προκλήσεις ρευστότητας
και πρόσθετες ζημίες.
Παράλληλα, η διαχείριση
κλιματικών και
περιβαλλοντικών κινδύνων,
καθώς και η ενίσχυση της
επιχειρησιακής
ανθεκτικότητας,
παραμένουν κρίσιμοι
τομείς για τις τράπεζες.
Βαθμολογίες SREP και
κεφαλαιακές απαιτήσεις
Στον
φετινό κύκλο SREP, η
μέση βαθμολογία
παρέμεινε σταθερή στο
2,6.
Συγκεκριμένα:
74%
των τραπεζών διατήρησαν
τις βαθμολογίες τους,
11%
παρουσίασαν επιδείνωση,
15%
εμφάνισαν βελτίωση.
Οι
τράπεζες επηρεάστηκαν
κυρίως από την πτώση των
αποτιμήσεων
εμπορικών ακινήτων
και τους κινδύνους από
τις απότομες
αλλαγές στα επιτόκια.
Αντίθετα, η
αύξηση της κερδοφορίας
είχε θετική επίδραση
στις βαθμολογίες.
Οι
κεφαλαιακές απαιτήσεις
CET1
αυξήθηκαν οριακά στο
1,2%,
ενώ οι συνολικές
κατευθύνσεις και
απαιτήσεις κεφαλαίου
CET1 ανήλθαν από
11,2% σε
11,3%.
Παρόμοια αύξηση
σημειώθηκε και στο
συνολικό
κεφάλαιο από
15,5%
σε 15,6%
των σταθμισμένων
στοιχείων ενεργητικού.
Πρόσθετες κεφαλαιακές
απαιτήσεις
Η ΕΚΤ
επέβαλε πρόσθετες
κεφαλαιακές απαιτήσεις
σε συγκεκριμένες
τράπεζες:
18 τράπεζες
λόγω ανεπαρκούς κάλυψης
μη εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων (μείωση από
20 το 2023).
9 τράπεζες
για μοχλευμένα δάνεια
υψηλού κινδύνου (αύξηση
από 8 το 2023).
13 τράπεζες
υπάγονται πλέον σε
πρόσθετες απαιτήσεις για
τον δείκτη
μόχλευσης, με
τις απαιτήσεις να
κυμαίνονται μεταξύ
10 και 40
μονάδων βάσης
πάνω από το ελάχιστο 3%.
Επιπλέον, σε 4
τράπεζες
επιβλήθηκαν μέτρα για
την ενίσχυση της
ρευστότητας,
απαιτώντας διατήρηση
πρόσθετων αποθεμάτων για
συγκεκριμένα νομίσματα.
Εποπτικές προτεραιότητες
για το 2025-2027
Η ΕΚΤ
καθόρισε τρεις κύριες
εποπτικές προτεραιότητες
για την περίοδο
2025-2027:
Ενίσχυση της
ανθεκτικότητας
των τραπεζών απέναντι σε
μακροοικονομικές και
γεωπολιτικές απειλές.
Έγκαιρη αντιμετώπιση
ουσιωδών ελλείψεων που
εντοπίζονται μέσω της
εποπτείας.
Αντιμετώπιση των
προκλήσεων του ψηφιακού
μετασχηματισμού
και διαχείριση των
σχετικών κινδύνων με
σύνεση.
Οι
προτεραιότητες αυτές
παραμένουν σε μεγάλο
βαθμό συνεπείς με
εκείνες που είχαν
οριστεί το προηγούμενο
έτος.
Επικαιροποίηση των
μεθοδολογιών SREP
Η ΕΚΤ
προχώρησε σε αναθεώρηση
των μεθοδολογιών SREP
που σχετίζονται με:
τον
λειτουργικό
κίνδυνο,
τον
κίνδυνο
τεχνολογίας πληροφορικής
και επικοινωνιών (ICT),
τον
κίνδυνο
επιτοκίων και πιστωτικού
περιθωρίου στο
τραπεζικό χαρτοφυλάκιο.
Οι
επικαιροποιήσεις αυτές
προσαρμόζονται στο
μεταβαλλόμενο
περιβάλλον κινδύνων,
παρέχοντας σαφήνεια στις
διαδικασίες αξιολόγησης
και ενίσχυση της
εποπτικής
αποτελεσματικότητας.
|