Με βάση τα στοιχεία της
Τράπεζας της Ελλάδος, το
2023 αποτέλεσε το
δεύτερο διαδοχικό έτος
κατά το οποίο
καταγράφεται ιστορικό
υψηλό αναφορικά με τις
εισροές κεφαλαίων από το
εξωτερικό, με 2,133 δισ.
ευρώ, έναντι 1,975 δισ.
ευρώ το 2022, αλλά και
1,17 δισ. ευρώ το 2021.
Το τρίτο καλύτερο έτος
από πλευράς επιδόσεων
ήταν το 2019, με 1,45
δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο
αυτό, η αγορά ακινήτων
είχε καθοριστική
συνεισφορά στο να
«διασωθούν» συνολικά οι
ξένες επενδύσεις στη
χώρα κατά το 2023, καθώς
η συνεισφορά του κλάδου
ανήλθε σε 47% επί του
συνόλου των 4,48 δισ.
ευρώ, που επενδύθηκαν
στην ελληνική οικονομία
πέρυσι.
Πάντως θα πρέπει να
σημειωθεί και η πτώση
που καταγράφηκε κατά το
τέταρτο τρίμηνο του
2023. Συγκεκριμένα, το
συγκεκριμένο διάστημα
στην αγορά ακινήτων
εισέρρευσαν κεφάλαια
ύψους 489,5 εκατ. ευρώ,
αριθμός που αποτέλεσε τη
χαμηλότερη τριμηνιαία
επίδοση των τελευταίων
τεσσάρων τριμήνων. Σε
σχέση με το αντίστοιχο
τρίμηνο του 2022
καταγράφηκε μείωση των
εισροών κατά 30%.
Σημειωτέον ότι οι
τελευταίοι τρεις μήνες
του 2022 αποτελούν μέχρι
σήμερα ιστορικό υψηλό
τρίμηνο με συνολικές
εισροές 698,5 εκατ.
ευρώ.
Ασφαλώς, τα σχεδόν 500
εκατ. ευρώ του τετάρτου
τριμήνου του 2023 μόνο
αμελητέα ποσότητα δεν
είναι, ιδίως αν
συνεκτιμηθεί ότι για ένα
σημαντικό διάστημα οι
αγοραπωλησίες ακινήτων
είχαν «παγώσει» λόγω της
αποχής των
συμβολαιογράφων.
Μάλιστα, στελέχη της
αγοράς ακινήτων εκτιμούν
ότι αυτό θα αποτυπωθεί
στα στοιχεία του φετινού
πρώτου τριμήνου, καθώς
ένα σημαντικό ποσοστό
των συναλλαγών που ήταν
προγραμματισμένες να
γίνουν έως το τέλος του
2023, τελικά
ολοκληρώθηκαν κατά τους
πρώτους μήνες του 2024.
Το μεγαλύτερο ποσοστό
των ξένων κεφαλαίων που
επενδύθηκαν στην αγορά
ακινήτων το 2023
αποδίδεται στους
επενδυτές τρίτων χωρών,
μέσω του προγράμματος
«χρυσή βίζα». Καταλυτικό
ρόλο διαδραμάτισαν οι
αλλαγές που
ανακοινώθηκαν στις αρχές
του 2023 και προκάλεσαν
«φρενίτιδα»
αγοραπωλησιών, καθώς οι
ενδιαφερόμενοι θέλησαν
να εξασφαλίσουν ακίνητα
με το χαμηλό όριο των
250.000 ευρώ, προτού
αυτό διπλασιαστεί στις
500.000 ευρώ στο κέντρο
της Αθήνας, τα βόρεια
και τα νότια προάστια.
Ετσι παρατηρήθηκε
εκτόξευση των
συναλλαγών, καθώς το
χρονικό περιθώριο
κατοχύρωσης των
επενδυτών έληγε την 1η
Αυγούστου. Μέχρι αυτή
την ημερομηνία μπορούσαν
να εξασφαλίσουν άδεια,
αρκεί να είχαν
προχωρήσει σε προσύμφωνο
αγοραπωλησίας. Στη
συνέχεια τους δινόταν
επιπλέον χρόνος έως το
τέλος του 2023 ώστε να
ολοκληρώσουν την
αγοραπωλησία.
Εν τω μεταξύ, κάτι
αντίστοιχο προβλέπεται
να συμβεί και φέτος,
επίσης λόγω των νέων
αλλαγών που προωθούνται
για το πρόγραμμα «χρυσή
βίζα», το οποίο πολλοί
θεωρούν ότι οδεύει προς
το τέλος του,
τουλάχιστον με τη μορφή
που είχε μέχρι πρόσφατα.
Η τροπολογία που
κατατέθηκε στη Βουλή
προβλέπει την εκ νέου
αύξηση του ορίου
επένδυσης στις 800.000
ευρώ για το σύνολο της
Αττικής και της
Θεσσαλονίκης, όπως
επίσης και για όλα τα
νησιά άνω των 3.100
κατοίκων, καλύπτοντας
όλους τους δημοφιλείς
τουριστικούς
προορισμούς. Αντίστοιχα,
στην υπόλοιπη χώρα το
ελάχιστο όριο θα αυξηθεί
από τις 250.000 ευρώ που
είναι σήμερα, στις
400.000 ευρώ. Ετσι
εκτιμάται ότι θα
αποφευχθεί η
«μετανάστευση» των
επενδυτών, π.χ. σε
κοντινές περιοχές εκτός
Αττικής, όπως για
παράδειγμα στην
Κορινθία, ενώ ο
περιορισμός των μεγάλων
νησιών αποκλείει και την
Εύβοια.
Επίσης, όπως και πέρυσι
έτσι και φέτος δίνεται
χρονικό περιθώριο έως
τις 30 Σεπτεμβρίου
προκειμένου οι επενδυτές
να κατοχυρώσουν το
δικαίωμα λήψης άδειας
παραμονής, με βάση το
σημερινό καθεστώς.
∆ηλαδή θα μπορούν έως το
τέλος Σεπτεμβρίου να
προβαίνουν στην υπογραφή
προσυμφώνων αγοράς
ακινήτου, ώστε να
εξασφαλίζουν τη λήψη της
άδειας π.χ. σε περιοχές
της Αττικής όπου σήμερα
το όριο παραμένει στις
250.000 ευρώ.
Αυτό το χρονικό
περιθώριο εκτιμάται ότι
θα προκαλέσει νέα αύξηση
στις αγοραπωλησίες
ακινήτων από ξένους,
καθώς μετά το πέρας της
ημερομηνίας όλοι
εκτιμούν ότι θα
περιοριστεί κατακόρυφα η
ζήτηση, τουλάχιστον μέσω
του προγράμματος «χρυσή
βίζα». Το όριο των
800.000 ευρώ θεωρείται
ένας έμμεσος τρόπος ώστε
να κατευθυνθεί το
επενδυτικό ενδιαφέρον σε
άλλες χώρες, όπως π.χ. η
Ισπανία, όπου το όριο
παραμένει στις 500.000
ευρώ.
Πηγή: Money Review |