Η ανησυχία επιτείνεται
από την από το 2010
ισχύουσα νομοθετική
ρύθμιση που συνδυάζει
το ηλικιακό όριο με το
προσδόκιμο ζωής.
Προβλέπει δε την από το
2024 και ανά τριετία
εξέταση της εξέλιξης του
προσδόκιμου ζωής, ώστε
αντίστοιχα να
προσαρμόζεται (προς τα
πάνω) και το ισχύον
ηλικιακό όριο
συνταξιοδότησης.
Κατά την άποψή μου
τουλάχιστον στην παρούσα
φάση, κανένα θέμα
αύξησης ηλικιακών ορίων
δεν πρέπει να τεθεί για
τους εξής λόγους:
Κατ΄ αρχήν σε αντίθεση
με την Γαλλία, εμείς τα
τελευταία 13 χρόνια
είχαμε τρεις διαδοχικές
αυξήσεις στις ηλικίες
που απονέμεται σύνταξη.
Η πρώτη έλαβε χώρα το
έτος 2010 (νόμος
3863/2010), η δεύτερη το
2012 (νόμος 4093/2012)
και η τρίτη το 2015
(νόμος 4336/2015).
Όσον αφορά δε την
σύνδεση ηλικιακών ορίων
προσδόκιμου ζωής, πρέπει
να επισημάνουμε ότι όταν
νομοθετήθηκε η σύνδεση,
το ανώτατο ισχύον
ηλικιακό όριο
συνταξιοδότησης ήταν το
65ο, το οποίο ήδη έχει
αυξηθεί στο 67ο.
Επομένως ακόμη και αν η
αύξηση του προσδόκιμου
ήταν κατά 2 έτη, εμείς
ήδη το είχαμε προκαλύψει
αυτό. Όμως με τις
σχετικές μελέτες
τουλάχιστον μετά το
2015, δεν φαίνεται να
υπάρχει βελτίωση του
προσδόκιμου ζωής. Το
αντίθετο μάλιστα. Όταν
δε έχουμε και τις
σχετικές μελέτες μετά
την εποχή Covid, δεν
θεωρώ ότι τα
αποτελέσματα θα
καταλήγουν σε
αποτελέσματα που θα
δείχνουν βελτίωση του
προσδόκιμου.
Υπ΄ αυτά τα δεδομένα
λοιπόν, τουλάχιστον σε
σχέση με την σχετική
νομοθετική ρύθμιση, δεν
φαίνεται να υπάρχει στην
παρούσα φάση
δικαιολογητική βάση
αύξησης των ηλικιακών
ορίων.
Αναγκαία η επανεξέταση
σε ειδικές περιπτώσεις
Αποψή μου είναι μάλιστα
ότι σε κάποιες λίγες
περιπτώσεις θα μπορούσαν
να επανεξετασθούν οι
γενικές «επί δικαίων και
αδίκων» αυξήσεις
ηλικιακών ορίων, που
έγιναν υπό το κράτος
ασφυκτικής εκ των έξω
πίεσης με τον νόμο
4336/2015.
Χαρακτηριστική περίπτωση
είναι αυτή των γονέων,
αδελφών και συγγενών
αναπήρων που στην ουσία,
έτσι όπως διαμορφώθηκαν
τα νέα ηλικιακά όρια,
αναιρέθηκε και ακυρώθηκε
οποιαδήποτε
κοινωνικοασφαλιστική
προστασία την
οποία είχε κρίνει ως
απαραίτητη ο νομοθέτης,
για την κατηγορία αυτή
των συμπολιτών μας
ασφαλισμένων. Κι αυτό
γιατί η πλειονότητα όσων
εμπίπτουν στην σχετική
διάταξη, καταλήγουν να
συνταξιοδοτούνται στα
ίδια ηλικιακά όρια με
τους λοιπούς
ασφαλισμένους, χωρίς
έτσι να μπορούν να
προσφέρουν την βοήθεια
προς τα ανάπηρα μέλη της
οικογένειας, βοήθεια την
οποία θεωρούσε αναγκαία
το ασφαλιστικό μας
σύστημα.
Κάνω την επισήμανση
αυτή, τονίζοντας την
ανάγκη όχι καθολικής
επανεξέτασης, αλλά μόνον
περιορισμένα και σε
εντελώς ειδικές
περιπτώσεις,
που το ασφαλιστικό μας
σύστημα είχε αναδείξει
ως ιδιαίτερες
περιπτώσεις, χρήζουσας
ειδικής
κοινωνικοασφαλιστικής
προστασίας.
Πηγή: Ημερησία |