Ειδικότερα, όπως
σημειώνει σε νέα της
έκθεση η JP Morgan (την
έκθεση παρουσιάζει η
Ελευθερία Κούρταλη στο
capital.gr), τα ελληνικά
ομόλογα υποαπέδωσαν
ελαφρώς σε σχέση με
άλλες χώρες της
περιφέρειας τις
τελευταίες δύο
εβδομάδες, πιθανότατα
λόγω της χαμηλής
ρευστότητας της
ελληνικής αγοράς εν μέσω
αυξημένης αστάθειας και
αβεβαιότητας που
προκάλεσαν οι ανησυχίες
για τον παγκόσμιου
τραπεζικό κλάδο.
Όπως έχει ωστόσο
σημειώσει η αμερικάνικη
τράπεζα σε ό,τι αφορά
τις προοπτικές των
ελληνικών ομολόγων 2023,
σε γενικές γραμμές
διατηρεί εποικοδομητική
στάση σχετικά με τα
ελληνικά ομόλογα και
προβλέπει ότι η Ελλάδα
θα διαπραγματεύεται στα
ίδια επίπεδα ή και σε
ελαφρώς πιο φθηνά σε
σχέση με την Ιταλία
μέχρι το τέλος του 2023.
Αξίζει να αναφερθεί πως
σήμερα η απόδοση του
νέου 10ετούς ελληνικού
ομολόγου που εκδόθηκε
τον Ιανουάριο (με
κουπόνι 4,25% και
απόδοση 4,279%)
διαμορφώνεται στο 4,039%
ενώ η απόδοση του
ιταλικού 10ετούς στο
4,021%.
Βραχυπρόθεσμα πάντως, η
JP Morgan τονίζει πως
παραμένει ουδέτερη ως
προς την Ελλάδα,
δεδομένης της αυξημένης
αβεβαιότητας και των
κινδύνων αύξησης του
πολιτικού "θορύβου" με
φόντο τις βουλευτικές
εκλογές που θα
διεξαχθούν τους
επόμενους μήνες.
Αξίζει να αναφέρουμε
πως στα τέλη του
Ιανουαρίου η αμερικάνικη
τράπεζα είχε
ρευστοποιήσει τις θέσεις
της στο trade υπέρ των
ελληνικών ομολόγων που
είχε προτείνει μία μόλις
εβδομάδα νωρίτερα
(δηλαδή του 10ετούς που
είχε εκδοθεί τον
Ιανουάριο του
2022) έναντι των
ιταλικών, λόγω της
υπεραπόδοσης που είχαν
καταγράψει (με τον
μηδενισμό του spread
Ελλάδας-Ιταλίας)
σημειώνοντας πως σε
περίπτωση που υπάρξει
διεύρυνση του μεταξύ
τους spreads θα εξετάσει
νέο σχετικό trade". Το
ελληνο-ιταλικό spread
έχει παραμένει σε στενό
εύρος από τότε, κάτι που
δικαιολογεί την ακόμη
ουδέτερη στάση της.
Πάντως, για όσους
επενδυτές θέλουν να
τηρήσουν overweight
στάση στην Ελλάδα, η JP
Morgan τονίζει πως
βρίσκει ακόμη ελκυστικά
τα ομόλογα διάρκειας
8-10 ετών καθώς
διαπραγματεύονται με τα
υψηλότερα περιθώρια
ανάκαμψης σε σχέση με
άλλα ομόλογα της
περιφέρειας.
Κατά τα άλλα, η
αμερικάνικη τράπεζα
διατηρεί τις εκτιμήσεις
τις για τα ελληνικά
spreads και αναμένει να
διευρυνθούν ελαφρώς το
επόμενο διάστημα και έως
τον Ιούνιο, προτού
ξεκινήσουν να μειώνονται
σταδιακά. Ειδικότερα,
εκτιμά πως θα
διαμορφωθούν στις 210
μ.β. τον Ιούνιο του 2023
από περίπου 190 μ.β.
σήμερα, στις 190 μ.β τον
Σεπτέμβριο, στις 180
μ.β. τον Δεκέμβριο, ενώ
θα υποχωρήσουν στις 165
μ.β στο α΄ τρίμηνο του
2024.
Σε ό,τι αφορά το
μακροοικονομικό μέτωπο,
η JP Morgan συνεχίζει να
εκτιμά πως η ανάπτυξη
στην Ελλάδα θα κινηθεί
στο 1% το 2023, ο
πληθωρισμός στο 6%, το
έλλειμμα του
προϋπολογισμού θα
διαμορφωθεί στο 1,8% ενώ
ο δείκτης χρέους προς
ΑΕΠ θα υποχωρήσει
σημαντικά στο 162%.
Γενικότερα για τα
ομόλογα της ευρωζώνης, η
JP Morgan σημειώνει πως
συνεχίζουν να πιέζονται
αν και περιορισμένα,
λόγω των συνεχιζόμενων
ανησυχιών για τον
παγκόσμιο τραπεζικό
τομέα έναντι του ακόμα
ανθεκτικού
μακροοικονομικού
περιβάλλοντος και των
σχολίων της ΕΚΤ που
δείχνουν προς συνέχιση
των αυξήσεων των
επιτοκίων. Συνεχίζει
επίσης να τονίζει ότι οι
συνθήκες ρευστότητας της
αγοράς έχουν επιδεινωθεί
απότομα τις τελευταίες
εβδομάδες και τώρα έχουν
επιστρέψει στα χαμηλά
επίπεδα πολλών δεκαετιών
που παρατηρήθηκαν μόνο
κατά τη διάρκεια της
κορύφωσης της κρίσης της
COVID-19.
Η άποψή της παραμένει
ότι η ΕΚΤ θα
πραγματοποιήσει μερικές
ακόμη αυξήσεις υπό την
παραδοχή της
περιορισμένης αναταραχής
της αγοράς από τη
συνεχιζόμενη αβεβαιότητα
του τραπεζικού τομέα.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι από
τις αυξημένες ανησυχίες
για τη χρηματοπιστωτική
σταθερότητα και ο
αντίκτυπος των
αυστηρότερων πιστωτικών
συνθηκών θα καταστήσουν
τις αγορές πιο
ευαίσθητες σε τυχόν
περαιτέρω σημάδια πίεσης
και πιθανότατα θα
συνεχίσουν να τιμολογούν
χαμηλότερο τελικό
επιτόκιο από αυτό που θα
μπορούσε τελικά να
παραδοθεί. Το πιο
σημαντικό, όπως τονίζει,
είναι ότι οι πρόσφατες
εξελίξεις στις τράπεζες
διεθνώς υπογραμμίζουν
ξεκάθαρα ότι ο
υψηλότερος κίνδυνος
ύφεσης ή ο κίνδυνος μίας
κρίσης θα πρέπει να
τιμολογηθεί
μεσοπρόθεσμα.
‘Έτσι η JP Morgan
παραμένει σε γενικές
γραμμές underweight στην
περιφέρεια καθώς εκτιμά
πως τα ομόλογα είναι
ακριβά σε σχέση με τις
προσδοκίες για την
σύσφιξη της πολιτικής
της ΕΚΤ. Σε αυτό το
πλαίσιο συνεχίζει να
τηρεί short θέσεις στα
10ετή ιταλικά ομόλογα
έναντι των γαλλικών και
ανοίγει νέο trade με
short θέσεις στα 9ετή
πορτογαλικά ομόλογα
έναντι των ισπανικών,
έπειτα και από την
πρόσφατη υποαπόδοση της
Πορτογαλίας η οποία έχει
κάνει τους τίτλους της
αρκετά ακριβούς.
Αντίθετα, η Ισπανία
παραμένει η αγαπημένη
της αγορά στην
περιφέρεια. |