Όπως σημειώνει η BNP
Paribas, η Ελλάδα έχει
αντιμετωπίσει τα
αλλεπάλληλα σοκ των
τελευταίων ετών αρκετά
καλά, ενώ η ανάκαμψη
μετά την πανδημία
επέτρεψε στην κυβέρνηση
να συνδυάσει την
οικονομική ανάπτυξη με
την δημοσιονομική
προσαρμογή.
Έτσι, το τρίτο τρίμηνο
του 2023, το πραγματικό
ΑΕΠ ήταν τουλάχιστον 6%
υψηλότερα από τα
προ-πανδημίας επίπεδα
(δ΄ τρίμηνο του 2019),
την ώρα που το
αντίστοιχο ποσοστό στην
Ευρωζώνη είναι μόνο 3%.
Παρά την επιβράδυνση της
ανάπτυξης το τρίτο
τρίμηνο, ο οίκος εκτιμά
ότι η οικονομική
δραστηριότητα του 2024
θα ωφεληθεί από την
ανάκαμψη της αγοράς
εργασίας και την μείωση
του πληθωρισμού.
Επομένως, οι
βραχυπρόθεσμες και
μεσοπρόθεσμες τάσεις της
χαρακτηρίζονται
ενθαρρυντικές, με την
BNP Paribas να σημειώνει
ότι η ανάπτυξη θα
ξεπεράσει το 2% το 2024.
Τα ρίσκα
Πρώτος από τους
κινδύνους τους οποίους
εντοπίζει ο οίκος είναι
το ράλι των ακινήτων,
καθώς σημειώνει ότι
έπειτα από μία μακρά
περίοδο διόρθωσης, η
οποία κράτησε σχεδόν
οκτώ χρόνια, οι τιμές
των ακινήτων κινούνται
απότομα ανοδικά, κάτι
που ούτε η αύξηση των
επιτοκίων δεν εμπόδισε
μέσα στο 2023.
Μάλιστα, συνέβη μάλλον
το αντίθετο, καθώς η
αύξηση στις τιμές των
κατοικιών στην Ελλάδα
είναι τώρα η υψηλότερη
στην Ευρωζώνη, στο 12%
σε ετήσια βάση κατά το
τρίτο τρίμηνο του 2023.
Στην Αθήνα, όπου η
αύξηση των τιμών ξεπερνά
όλες τις άλλες
ευρωπαϊκές πρωτεύουσες,
η μέση τιμή βρίσκεται
μόλις 3% χαμηλότερα από
το ιστορικό υψηλό του
2008.
Σε μακροπρόθεσμο
ορίζοντα, οι προοπτικές
της ελληνικής οικονομίας
επισκιάζονται από τις μη
ευνοϊκές τάσεις του
δημογραφικού, την
στασιμότητα του
πληθυσμού σε ηλικία
εργασίας και τον σχετικά
χαμηλό ρυθμό των
επενδύσεων σε σχέση με
τις άλλες χώρες της
Ευρωζώνης.
Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ
είναι ακόμα πολύ
χαμηλότερο από ό,τι
ήταν αμέσως πριν από
την κρίση του 2008
(σχεδόν 17% χαμηλότερα
από τα επίπεδα του 2007)
και το χάσμα με τον μέσο
όρο της Ευρωζώνης, το
οποίο διευρύνθηκε κατά
την κρίση χρέους,
περιορίστηκε μόνο λίγο
το 2021 και το 2022.
Η δημοσιονομική
προσαρμογή παραμένει
προτεραιότητα
Σύμφωνα με την BNP
Paribas, η βελτίωση των
δημόσιων οικονομικών
έχει υπάρξει χωρίς
αμφιβολία μία από τις
πιο αξιοσημείωτες
δυναμικές στην Ελλάδα,
καθώς το πρωτογενές
ισοζύγιο πήγε από
έλλειμμα ίσο με το 10%
του ΑΕΠ στο αποκορύφωμα
της κρίσης, σε πλεόνασμα
0,1% το 2022, το οποίο
εκτιμάται ότι
διευρύνθηκε το 2023.
Έτσι, παρά την αύξηση
των επιτοκίων, η
ανάκαμψη στα δημόσια
οικονομικά μειώνει
σημαντικά το δημόσιο
χρέος το 2023, με τους
αναλυτές να σημειώνουν
ότι αυτό διαμορφώθηκε
στο 167% του ΑΕΠ το
δεύτερο τρίμηνο του 2023
και αναμένεται να
μειωθεί και άλλο το
2024, με τη βοήθεια των
θετικών προοπτικών
ανάπτυξης.
Τα μέτρα της κυβέρνησης
«κερδίζουν» τις αγορές
Αφότου η κυβέρνηση
Μητσοτάκη βγήκε
ενισχυμένη από τις
εκλογές του καλοκαιριού,
σκοπεύει να συνεχίσει το
πρόγραμμα
αποκρατικοποιήσεων για
να μειώσει το χρέος, με
τη σταδιακή αποεπένδυση
και από τις τράπεζες.
«Όλα αυτά τα μέτρα, που
στοχεύουν στην
εξισορρόπηση των
δημόσιων οικονομικών και
την απελευθέρωση της
οικονομίας, έχουν
καθησυχάσει τις αγορές
και έχουν μειώσει το
risk premium των
ελληνικών κρατικών
ομολόγων», σημειώνουν οι
αναλυτές του οίκου,
επισημαίνοντας ότι οι
αποδόσεις των 10ετών
έχουν πέσει κάτω από τις
αντίστοιχες των ιταλικών
ομολόγων και το spread
έναντι των γερμανικών
bunds έχει περιοριστεί
μόλις στις 100 μονάδες
βάσης. |