Όπως σημειώνει η
Καθημερινή, την
περασμένη Τρίτη η Κίνα ολοκλήρωσε
την πρώτη της αγορά
υγροποιημένου φυσικού
αερίου (LNG) από
τη γαλλική Total
Energies πληρώνοντας
στο νόμισμά της,
το γουάν. Την Τετάρτη η
κυβέρνηση της Αργεντινής
ανακοίνωσε πως εφεξής
πληρώνει σε γουάν ό,τι
εισάγει από την Κίνα και
πως μέσα στον Απρίλιο
πλήρωσε στο κινεζικό
νόμισμα εισαγωγές
κινεζικών προϊόντων
αξίας περίπου ενός δισ.
δολ. Ανακοίνωσε επίσης
πως στη συνέχεια θα
κάνει το ίδιο με τις
εισαγωγές της από την
Κίνα, που σε μηνιαία
βάση ανέρχονται περίπου
σε 790 εκατ. δολ.
Και πριν από λίγες
εβδομάδες, μέσα στον
Απρίλιο, δύο ηγέτες
επισκέφθηκαν το Πεκίνο
και αναφέρθηκαν ευθέως
στην ανάγκη να
περιοριστεί η
παντοδυναμία του δολαρίου:
αφενός ο πρόεδρος της
Βραζιλίας, Λούλα ντα
Σίλβα, ζήτησε να
περιοριστεί ο ρόλος του
δολαρίου στο παγκόσμιο
εμπόριο και αφετέρου ο
πρωθυπουργός της
Μαλαισίας, Ανουάρ
Ιμπραήμ, απηύθυνε
έκκληση για τη θέσπιση
ενός Ασιατικού
Νομισματικού Ταμείου,
που θα στηρίξει τις
προσπάθειες των
οικονομιών ανά τον κόσμο
να μειώσουν την εξάρτησή
τους από το δολάριο. Ενώ
στις αρχές Απριλίου, η
Ινδία συμφώνησε με τη
Μαλαισία να
χρησιμοποιούν την ινδική
ρουπία στο μεταξύ τους
διμερές εμπόριο.
Εν ολίγοις, δεν είναι
πλέον μόνο η Κίνα που
προσπαθεί από την εποχή
της προεδρίας Ομπάμα,
δηλαδή προ του εμπορικού
πολέμου του Ντόναλντ
Τραμπ, να ενισχύσει τον
διεθνή ρόλο του γουάν.
Δεν είναι πλέον μόνον οι
διακηρυγμένοι εχθροί της
υπερδύναμης, όπως το Ιράν και
η Ρωσία,
που συσπειρώνονται για
να χρησιμοποιήσουν τα
δικά τους νομίσματα στις
μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές,
να παρακάμψουν τον
οικονομικό τους
αποκλεισμό και να
περιορίσουν την
παντοδυναμία του
δολαρίου. Είναι μια
ευρύτερη τάση, που
αρχίζει να εμφανίζει
απτά αποτελέσματα. Οπως
επί λέξει επισημαίνει
το ΔΝΤ,
«η παρουσία του δολαρίου
ΗΠΑ στο διεθνές εμπόριο,
στο παγκόσμιο χρέος και
τον εκτός τραπεζών
δανεισμό εξακολουθεί να
υπερβαίνει εντυπωσιακά
το μερίδιο των ΗΠΑ στο
διεθνές εμπόριο, στις
εκδόσεις ομολόγων και
τον διεθνή δανεισμό.
Οι κεντρικές τράπεζες,
όμως, δεν κρατούν πλέον
τόσα δολάρια στα
διαθέσιμά τους όσα
κρατούσαν στο παρελθόν».
Σύμφωνα με στοιχεία του
ΔΝΤ, στα τέλη του
περασμένου έτους το
δολάριο αντιπροσώπευε το
58,36% των παγκόσμιων
συναλλαγματικών
διαθεσίμων, ποσοστό
αισθητά μικρότερο από το
άνω του 70% που ήταν το
αντίστοιχο το 1999. Δεν
παύουν, βέβαια, να
ωχριούν μπροστά στα
ποσοστά του δολαρίου τα
αντίστοιχα ποσοστά
αφενός του ευρώ και
αφετέρου του γουάν, που
ανέρχονται μόλις σε
20,5% και 2,7%
αντιστοίχως στο ίδιο
χρονικό διάστημα.
Ακλόνητος βασιλιάς στο
εμπόριο
Επιχειρώντας να
υπερασπιστεί το δολάριο
που, όπως τονίζει,
δέχεται αναμφίβολα
επιθέσεις και κινδυνεύει
να χάσει την κυριαρχία
του, η ευρωπαϊκή online
εφημερίδα Politico
υπογραμμίζει πως οι
κίνδυνοι για το
αμερικανικό νόμισμα
απορρέουν από την
αποσύνδεση των
οικονομιών, από τον
κατακερματισμό δηλαδή
της παγκόσμιας
οικονομίας και τον
διαχωρισμό της σε
γεωπολιτικά στρατόπεδα,
και όχι από την ανάδυση
ενός ισχυρού
ανταγωνιστικού
νομίσματος. Και εμμέσως
φέρει γι’ αυτά ευθύνη η
πολιτική της
υπερδύναμης, αν και το
Politico εκτιμά πως αυτό
δεν αφορά τις
γεωπολιτικές εντάσεις
ανάμεσα στις ΗΠΑ και σε
άλλες χώρες αλλά κυρίως
τα επίπεδα δανεισμού της
Ουάσιγκτον, τις δαπάνες
και τον πληθωρισμό.
Η απουσία ανταγωνιστικού
νομίσματος, ικανού να
αντικαταστήσει το
δολάριο, είναι ορατή και
σαφής. Ο μοναδικός
πιθανός αντικαταστάτης
του στο μέλλον θα
μπορούσε, κατά πολλούς,
να είναι τα ψηφιακά
νομίσματα, που
έχουν, άλλωστε,
συζητηθεί κατά καιρούς
ως μια επιλογή από τις
ηγεσίες των αναδυόμενων
οικονομιών. Ωστόσο,
αυτές οι μορφές
αποκεντρωμένης
χρηματοδότησης έχουν
χάσει σε μεγάλο βαθμό τη
λάμψη τους μετά τα
αλλεπάλληλα σκάνδαλα που
εκδηλώθηκαν τον
τελευταίο χρόνο στον
κόσμο των
κρυπτονομισμάτων.
Επιπλέον η υποχώρηση του
δολαρίου αφορά σχεδόν
αποκλειστικά το μερίδιό
του στα παγκόσμια
συναλλαγματικά διαθέσιμα
καθώς η κυριαρχία του
παραμένει αδιαμφισβήτητη
στο διεθνές εμπόριο. Μια
μικρή υποχώρησή του
σημειώνεται επίσης στην
έκθεση που έχουν μεγάλες
οικονομίες στα ομόλογα
του αμερικανικού
δημοσίου. Η Κίνα, για
παράδειγμα, παραδοσιακά
δεύτερος μεγαλύτερος
πιστωτής της υπερδύναμης
μετά την Ιαπωνία, έχει
περιορίσει σημαντικά τις
επενδύσεις της αυτές τα
τελευταία χρόνια.
Κατέχει πλέον ομόλογα
του αμερικανικού
δημοσίου συνολικής αξίας
σχεδόν 849 δισ. δολ. ενώ
μέχρι και το 2017 η
αντίστοιχη αξία των
επενδύσεών της ήταν της
τάξης του ενός τρισ.
δολ. Σήμερα η έκθεσή της
στο αμερικανικό χρέος
βρίσκεται στο χαμηλότερο
επίπεδο των τελευταίων
12 ετών. Εδώ τελειώνουν
όμως οι απώλειες για το
δολάριο, που εξακολουθεί
να κυριαρχεί στο
παγκόσμιο εμπόριο και
στις παγκόσμιες
χρηματοπιστωτικές
συναλλαγές
Στο δολάριο
τιμολογούνται το
πετρέλαιο και τα
σημαντικότερα
εμπορεύματα. Οποιαδήποτε
περί του αντιθέτου
εντύπωση είναι
εσφαλμένη. Στη διάρκεια
του περασμένου έτους, η
συνολική αξία του
παγκόσμιου εμπορίου
ανήλθε σε 32 τρισ. δολ.
και το δολάριο
αντιπροσώπευε πάνω από
το 72% των συναλλαγών.
Το ποσοστό αυτό, πάντως,
παραμένει σταθερό εδώ
και 30 χρόνια. Ακόμη πιο
καθοριστική είναι η
κυριαρχία του δολαρίου
στις παγκόσμιες
χρηματοπιστωτικές
συναλλαγές. Το περασμένο
έτος, οι αμερικανικές
αγορές κεφαλαίου είχαν
κατά μέσον όρο συνολικό
κύκλο εργασιών ύψους 32
τρισ. δολ. μηνιαίως. Το
ποσό αυτό ισούται με τον
ετήσιο κύκλο εργασιών
του παγκόσμιου εμπορίου.
Σύμφωνα, άλλωστε, με την
Τράπεζα Διεθνών
Διακανονισμών, στα τέλη
του περασμένου έτους η
αξία των συμβολαίων
παραγώγων που άλλαξαν
χέρια υπερέβη τα 638
τρισ. δολ. και το
δολάριο αντιπροσώπευε το
88% του συνόλου των
συναλλαγών.
Προς κλιμάκωση οι
πιέσεις στο αμερικανικό
νόμισμα
Η τάση για μείωση της
εξάρτησης από το δολάριο
είναι η συνισταμένη
ετερόκλητων παραγόντων
και κατά πολλούς
πρόκειται να συνεχιστεί
και να κλιμακωθεί
περαιτέρω. Δημοσκόπηση
της MLIV Pulse μεταξύ
επενδυτών φέρει την
πλειονότητα των
ερωτηθέντων να
προεξοφλεί πως μέσα σε
μια δεκαετία το δολάριο
θα αντιπροσωπεύει
λιγότερο από το 50% των
παγκόσμιων
συναλλαγματικών
διαθεσίμων.
Οι προβληματισμοί προς
την κατεύθυνση της
απεξάρτησης από το
δολάριο άρχισαν να
εμφανίζονται από την
παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση
του 2008, όταν οι
συνέπειες της
νομισματικής πολιτικής
της Federal Reserve
στάθηκαν ολέθριες για
τις αναδυόμενες
οικονομίες. Η κρίση των
ανασφάλιστων στεγαστικών
δανείων στις ΗΠΑ
προκάλεσε τότε την
παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση,
που έπληξε τις
οικονομίες ανά τον κόσμο
ενσπείροντας
προβληματισμό για την
ευρωστία του
αμερικανικού
χρηματοπιστωτικού
συστήματος.
Ακολούθησε η άνευ
προηγουμένου αναπτυξιακή
νομισματική πολιτική της
Federal Reserve και με
την πρώτη στροφή της σε
αυξήσεις επιτοκίων πριν
από μια δεκαετία η
κυριολεκτική αιμορραγία
κεφαλαίων που γνώρισαν
οι αναδυόμενες
οικονομίες. Κάτι
ανάλογο, αν και σε
ηπιότερους τόνους,
γνωρίζουν και τώρα
πολλές αναδυόμενες
οικονομίες, ενώ η
επιθετική στροφή της Fed
σε περιοριστική
νομισματική πολιτική
αναγκάζει τις κεντρικές
τράπεζες πολλών
άλλων χωρών να την
ακολουθήσουν για να
αποτρέψουν τη ραγδαία
υποτίμηση των νομισμάτων
τους και μια επανάληψη
των ανεξέλεγκτων εκροών
κεφαλαίων. Και στο
μεταξύ η πρόσφατη κρίση
των περιφερειακών
αμερικανικών τραπεζών
έχει αναζωπυρώσει την
ανησυχία για τη
σταθερότητα του
αμερικανικού
χρηματοπιστωτικού
συστήματος. Δεν παύει,
άλλωστε, να είναι σχεδόν
απαγορευτικό το κόστος
που έχει για τις
αναπτυσσόμενες χώρες ο
δανεισμός τους σε
δολάρια.
Αναμφίβολα, όμως, στους
παράγοντες που έχουν
επιταχύνει τελευταία μια
σχεδόν παγκόσμια
προσπάθεια για
απεξάρτηση από το
δολάριο εντάσσεται και η
ομοβροντία κυρώσεων που
επέβαλε η Ουάσιγκτον και
οι σύμμαχοί της στη
ρωσική οικονομία και
προπαντός η απόφαση της
υπερδύναμης να «παγώσει»
τα συναλλαγματικά
διαθέσιμα της Ρωσίας
μετά τη ρωσική εισβολή
στην Ουκρανία.
Λειτούργησε ως καταλύτης
στην κυοφορούμενη από
καιρό οικονομική
προσέγγιση της Κίνας με
τη Ρωσία. Ανάλογες
πιέσεις ασκεί προς αυτή
την κατεύθυνση και η
κυριαρχία της Κίνας στο
παγκόσμιο εμπόριο, όπως
και η γενικότερη ανάδυσή
της σε δεύτερη οικονομία
στον κόσμο. Σύμφωνα με
στοιχεία του ΔΝΤ, το
περασμένο έτος η Κίνα
ήταν ο κυριότερος
εμπορικός εταίρος 61
χωρών, όταν
συνεκτιμηθούν εισαγωγές
και εξαγωγές. Την ίδια
περίοδο οι ΗΠΑ ήταν ο
σημαντικότερος εμπορικός
εταίρος 30 χωρών.
Οι προσπάθειες
Σχολιάζοντας τις
προσπάθειες των
κεντρικών τραπεζών να
προστατεύσουν τα
νομίσματά τους και να
αποφύγουν τις μαζικές
εκροές κεφαλαίων, ο
Σεντρίς Τσεχάμπ,
αναλυτής της Fitch
Solutions, τόνισε πως
«αλλάζοντας τη σύνθεση
των διαθεσίμων τους και
επιλέγοντας μεγαλύτερη
ποικιλία νομισμάτων στο
χαρτοφυλάκιό τους, ίσως
κατορθώσουν να μειώσουν
τις πιέσεις».
849 δισ. δολ.,
στα χαμηλά 12 ετών,
έχουν περιοριστεί οι
επενδύσεις της Κίνας σε
ομόλογα του αμερικανικού
δημοσίου.
Βεβαιότητα
Ερμηνεύοντας την επιλογή
πολλών χωρών να
χρησιμοποιήσουν τα
νομίσματά τους στο
εξωτερικό τους εμπόριο,
ο πρώην πρέσβης της
Βραζιλίας στην Κίνα,
Μάρκος Καραμούρου,
τόνισε πως «το εμπόριο
στα τοπικά νομίσματα
δίνει σε εξαγωγικές και
εισαγωγικές επιχειρήσεις
μεγαλύτερη βεβαιότητα σε
ό,τι αφορά τα έσοδά τους
και τις πωλήσεις τους».
150 δισ. δολ. έφτασε
το 2022 το διμερές
εμπόριο Βραζιλίας –
Κίνας, που ενδεχομένως
σύντομα να γίνεται σε
γουάν.
Η τάση
Σχολιάζοντας την
επέκταση της τάσης για
απομάκρυνση από το
δολάριο, ο Μαρκ
Τίβνκεερ, αναλυτής της
Tosca Fund στο Χονγκ
Κονγκ, τόνισε πως
«διαπιστώνει κανείς ότι
αν διαφωνεί με την
εξωτερική πολιτική των
ΗΠΑ κινδυνεύει να του
κατάσχουν ή να του
“παγώσουν” τα
συναλλαγματικά του
διαθέσιμα».
Πηγή: Καθημερινή |