Δεν είναι τυχαίο ότι το
τελευταίο χτύπημα ήρθε
από την Τράπεζα
Πειραιώς, όπου πάνω από
1,35 δις ευρώ μπήκαν
στην ελληνική οικονομία,
με τις προσφορές
να είναι πολλαπλάσιες,
κοντά στα 11 δις.
Όπως γράφει ο Θανάσης
Παπάδης στην Ημερησία, είχαν
προηγηθεί μέσα στο έτος
το 2024, συνολική
προσφορά χρήματος για
την εξαγορά ελληνικών
asset ύψους 45 δις και
αν αθροιστεί και αυτή
της Πειραιώς τότε φτάνει
τα 56 δις ευρώ
σε μόλις λίγες εβδομάδες
και μόλις για τέσσερα
ελληνικά περιουσιακά
στοιχεία (Πειραιώς,
ομόλογο Alpha Bank,
έκδοση 10ετούς ομολόγου
από το ελληνικό δημόσιο
και προσφορά μετοχών από
το Διεθνές Αεροδρόμιο
Αθηνών).
Θρυαλλίδα όλων των
παραπάνω εξελίξεων
αποτελεί αν μη τι άλλο η
απόκτηση μέσα στο
πεσμένο έτος της
επενδυτικής βαθμίδας από
την ελληνική οικονομία.
Το γεγονός αυτό σε
συνδυασμό με την
ταχύτατη ανάπτυξη της
ελληνικής οικονομίας σε
σχέση με τις υπόλοιπες
χώρες της Ευρωζώνης,
έχουν βάλλει για την
καλά την Ελλάδα στον
διεθνή οικονομικό χάρτη,
κάτι που φαίνεται και
από την πορεία
των επιχειρηματικών
deals.
Σε μία περίοδο όπου
παγκοσμίως αλλά και στην
Ευρώπη ο ρυθμός ήταν
πτωτικός, λόγω
του αυξημένου κόστους
χρήματος, στην Ελλάδα
σημειώθηκε σημαντική
άνοδος, καταρρίπτοντας
δύο ρεκόρ.
Συγκεκριμένα, το 2022
κατεγράφη ρεκόρ σε
συναλλαγές αξίας 12 δισ.
ευρώ και το 2023 ρεκόρ
σε αριθμό συναλλαγών οι
οποίες ανήλθαν σε 116,
οι οποίες είναι κατά 22
περισσότερες σε σχέση με
το 2022.
Σύμφωνα λοιπόν με τα
στοιχεία που προκύπτουν
από έρευνες και
αναλύσεις, οι
επιχειρηματικές
συμφωνίες που προκύπτουν
είναι με σημαντικά
ανεβασμένες αποτιμήσεις.
Επίσης ένα στοιχείο, που
κάθε άλλο παρά
απαρατήρητο θα πρέπει να
περάσει είναι η
αναβάθμιση στο προφίλ
των ξένων επενδυτών με
τοποθετήσεις από private
equity funds,
στρατηγικούς επενδυτές
και συνταξιοδοτικά
ταμεία.
Σπάνε το ένα ρεκόρ μετά
το άλλο
Όπως προκύπτει από την ετήσια
μελέτη της PwC Ελλάδας για
εξαγορές και
συγχωνεύσεις το 2023, η
θετική αυτή εξέλιξη,
όπως περιγράφεται πιο
πάνω αποδίδεται στην
ανάπτυξη της ελληνικής
οικονομίας και στην
ανάκτηση της επενδυτικής
βαθμίδας που οδηγεί
μεγάλους επενδυτές να
βάλλουν εκ νέου την
Ελλάδα και τις ελληνικές
επιχειρήσεις ξανά στο
σκάνερ του ενδιαφέροντος
τους.
Ειδικότερα όπως
προκύπτει από τη σχετική
μελέτη της PwC Ελλάδας,
οι ελληνικές
επιχειρήσεις προσέλκυσαν
συνολικά κεφάλαια ύψους
8,4 δισ. το 2023 εκ
των οποίων:
5,9 δισ. προέκυψαν από εξαγορές
και συγχωνεύσεις,
601 εκατ. ευρώ αφορούν
εκδόσεις εταιρικών
ομολόγων (Μυτιληναίος
και Ideal),
45 εκατ. ευρώ αυξήσεις
κεφαλαίου και
1,6 δισ. έσοδα από
ιδιωτικοποιήσεις (συμπεριλαμβανομένων
των αποεπενδύσεων του
ΤΧΣ από τις τράπεζες).
Η συναλλαγή με την υψηλότερη
αξία ήταν η εξαγορά των
θυγατρικών της Enel SpA
στη Ρουμανία από τη ΔΕΗ,
ύψους 1,240 εκατ. ευρώ.
Κύριο κλαδικό
χαρακτηριστικό αποτέλεσε
η συγκέντρωση του κλάδου
των ΤΜΤ
(Τηλεπικοινωνίες, ΜΜΕ
και Τεχνολογία) και η
αύξηση των συναλλαγών
σε ενέργεια και ΑΠΕ.
Καταγράφεται επίσης
άνοδος των ελληνικών
επενδύσεων στο
εξωτερικό, τάση
που άρχισε να
διαφαίνεται από το 2019.
Και πιο συγκεκριμένα από
τα 5,9 δισ. των εξαγορών
και συγχωνεύσεων τα 2,2
δισ. (37%) ήταν από
κεφάλαια του εξωτερικού,
1,82 δισ. (31%) από
εγχώριες συναλλαγές και
τα 1,87 δισ. (32%)
εξερχόμενες επενδύσεις
στις οποίες ξεχωρίζει η
επένδυση της ΔΕΗ στη
Ρουμανία.
Κυριαρχούν τα Private
Equity Funds
Το 25% των συναλλαγών
προήλθε από Private
Equity Funds, ποσοστό
που κρίνεται ιδιαίτερα
υψηλό αν αναλογιστεί
κανείς ότι πριν από λίγα
χρόνια ήταν πολύ
μικρότερο, το οποίο όμως
υπολείπεται από το μέσο
όρο της παγκόσμιας
αγοράς, όπου τα private
equity funds εμπλέκονται
στο 44% των εξαγορών
και συγχωνεύσεων.
Η αύξηση της συμμετοχής
των private equity funds
είναι ένα δείγμα της
αναβάθμισης του προφίλ
των επενδυτών που
τοποθετούνται στην
Ελλάδα.
Πλέον έχουμε στρατηγικούς
επενδυτές (π.χ.
Unicredito στην Alpha)
αλλά και μεγάλα
συνταξιοδοτικά funds
όπως το καναδικό PSP στο
Ελ. Βενιζέλος και το
αυστραλιανό Macquarie σε
ΔΕΔΔΗΕ και Enel Ελλάδος.
Τέλος εντός της επόμενης
διετίας, η χώρα
περιμένει 36 δισ. σε
δάνεια και επιχορηγήσεις
από το Ταμείο Ανάπτυξης.
Επιπλέον θα διοχετευτούν
στην ελληνική οικονομία
26,2 δισ. ευρώ από
το νέο ΕΣΠΑ 2021-2027.
Όπως υποστηρίζουν από
την PwC, τα κεφάλαια
αυτά, καθώς και οι
αυξημένες δαπάνες του
Προγράμματος Δημοσίων
Επενδύσεων (ΠΔΕ)
αναμένεται να συμβάλουν
στην περαιτέρω
ενδυνάμωση της
επενδυτικής
δραστηριότητας και
μεταστροφής του
αναπτυξιακού μοντέλου
της χώρας. |