| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Πέμπτη, 00:01 - 18/05/2023

 

Περίληψη: 

Η απροκάλυπτη εχθρότητα μεταξύ εκείνων οι οποίοι βλέπουν τις εκλογές ως μια γιγαντιαία απάτη που ενορχηστρώθηκε από μια οικονομικά υπονομευμένη εκλογική επιτροπή και εκείνων που επιμένουν ότι οι εκλογές ήταν σε γενικές γραμμές ελεύθερες και δίκαιες υποδηλώνει ότι υπάρχει κάτι βαθύτερο. Οι γενεαλογικές, θρησκευτικές, και εθνοτικές διαιρέσεις που υπερβαίνουν τον τρέχοντα εκλογικό κύκλο έχουν διευρυνθεί από αυτόν, ενισχύοντας τις εντάσεις που απειλούν να αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω την χώρα.

 

 

------------------

Οι γενικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 2023 στη Νιγηρία θα έπρεπε να είναι ένας θρίαμβος της δημοκρατίας. Για πρώτη φορά από τότε που η χώρα πέρασε από την στρατιωτική διακυβέρνηση στην πολιτική το 1999, κανένας πρώην στρατηγός του στρατού δεν εμφανίστηκε στο ψηφοδέλτιο για τις προεδρικές εκλογές. Η Νιγηρία είχε ήδη επιτύχει το σημαντικό ορόσημο της ειρηνικής μεταβίβασης της εξουσίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων το 2015, όταν ο Muhammadu Buhari του Κογκρέσου Όλων των Προοδευτικών νίκησε τον νυν πρόεδρο, Goodluck Jonathan, του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος. Και φέτος, ο Μπουχάρι τήρησε τα όρια της θητείας της χώρας και παρέδωσε την σκυτάλη σε ένα άλλο μέλος του κόμματός του, τον Bola Tinubu, ο οποίος θα επικρατούσε σε μια ουσιαστικά αμφίρροπη κούρσα αναμέτρησης τριών [υποψηφίων].

Υποστηρικτές της αντιπολίτευσης διαμαρτύρονται για το αποτέλεσμα των εκλογών στην Αμπούτζα, στη Νιγηρία, τον Μάρτιο του 2023. Abraham Achirga / Reuters
 

--------------------------------------------------

Αλλά αντί να γιορτάζουν αυτά τα κρίσιμα σημεία καμπής ως απόδειξη προόδου, πολλοί Νιγηριανοί βράζουν από δυσαρέσκεια και διατυπώνουν φαινομενικά ασυμβίβαστες θέσεις και στις δύο πλευρές ενός βαθύτερου πολιτικού χάσματος. Αμφότεροι οι ηττημένοι υποψήφιοι, ο Ατίκου Αμπουμπακάρ του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος και ο Πίτερ Όμπι του Εργατικού Κόμματος, αμφισβήτησαν τα αποτελέσματα στα δικαστήρια, και μεγάλος αριθμός υποστηρικτών τους βγήκε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί για αυτό που θεωρούν ως νοθευμένες εκλογές. Εν τω μεταξύ, οι υποστηρικτές του Τινιούμπου, πολλοί από αυτούς μεγαλύτερης ηλικίας, έχουν επιπλήξει τους διαδηλωτές ότι υποδαυλίζουν την αναταραχή και αμαυρώνουν την φήμη της χώρας ως δημοκρατίας [1]. Αυτό που η μια πλευρά βλέπει ως μια ανεπανόρθωτα αμαυρωμένη εκλογή, η άλλη το βλέπει ως απόδειξη δημοκρατικής προόδου.

Με μια πρώτη ματιά, η διαμάχη φαίνεται να πηγάζει από την αντιληπτή κακή συμπεριφορά γύρω από τις εκλογές -ιδιαίτερα από την αποτυχία της ανεξάρτητης εκλογικής επιτροπής της χώρας να ανεβάσει εγκαίρως τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας στην [διαδικτυακή] πύλη της και από αναφορές για κλοπή και καταστολή ψήφων, φυσικό εκφοβισμό, και άλλες παρατυπίες που αμαύρωσαν την αξιοπιστία της ψηφοφορίας. Ωστόσο, η απροκάλυπτη εχθρότητα μεταξύ εκείνων οι οποίοι βλέπουν τις εκλογές ως μια γιγαντιαία απάτη που ενορχηστρώθηκε από μια οικονομικά υπονομευμένη εκλογική επιτροπή και εκείνων που επιμένουν ότι οι εκλογές ήταν σε γενικές γραμμές ελεύθερες και δίκαιες υποδηλώνει ότι υπάρχει κάτι βαθύτερο. Οι γενεαλογικές, θρησκευτικές, και εθνοτικές διαιρέσεις που υπερβαίνουν τον τρέχοντα εκλογικό κύκλο έχουν διευρυνθεί από αυτόν, ενισχύοντας τις εντάσεις που απειλούν να αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω την χώρα.

ΧΑΣΜΑ ΓΕΝΕΩΝ

Στο επίκεντρο της μετεκλογικής διαμάχης βρίσκεται το χάσμα μεταξύ δύο πολύ διαφορετικών γενεών. Από τη μια πλευρά είναι οι Νιγηριανοί που ενηλικιώθηκαν κατά την εποχή της στρατιωτικής διακυβέρνησης στις δεκαετίες του 1980 και του 1990 και εξακολουθούν να φέρουν τα σημάδια του αγώνα για την απομάκρυνση των στρατηγών. Απέναντί τους βρίσκονται νεότεροι, πιο ριζοσπαστικοί Νιγηριανοί, απογοητευμένοι από την αποτυχία της δημοκρατίας της χώρας να βελτιώσει την γενική τους ευημερία. Για την παλαιότερη γενιά, η δημοκρατία της Νιγηρίας είναι σημείο υπερηφάνειας, προϊόν πολλών θυσιών, θλίψης, δακρύων, και αίματος. Κατά την άποψή τους, το σημερινό πολιτικό σύστημα αξίζει υπεράσπισης, με όλα του τα ελαττώματα, και το κεντρικό καθήκον των Νιγηριανών είναι να αξιοποιήσουν τα ομολογουμένως μέτρια επιτεύγματα της δημοκρατίας τους. Θυμούνται τι σημαίνει να ψηφίζεις σε ελεύθερες και δίκαιες εκλογές μόνο και μόνο για να δεις τον στρατό να ακυρώνει τα αποτελέσματα, όπως έκαναν οι στρατηγοί το 1993. Ως αποτέλεσμα, τείνουν να είναι πιο συντηρητικοί και λιγότερο πρόθυμοι να ταράξουν τα νερά, ώστε να μην δώσουν στον στρατό μια δικαιολογία για να επιστρέψει στην εξουσία.

Για τη νεότερη γενιά, ωστόσο, η δημοκρατία της Νιγηρίας ήταν πάντα γεμάτη υποσχέσεις και υστερούσε σε απτά επιτεύγματα. Η ανεργία των νέων αναμένεται να φθάσει το 41% το 2023 και χιλιάδες νέοι φεύγουν στο εξωτερικό σε αναζήτηση εργασίας και εκπαίδευσης κάθε χρόνο. Σύμφωνα με μια έρευνα του Africa Polling Institute του 2022 [2], το 69% των Νιγηριανών δήλωσε ότι θα εγκατέλειπε την χώρα εάν παρουσιαζόταν η κατάλληλη ευκαιρία. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι οι νεότεροι Νιγηριανοί ανυπομονούν να δουν μια αλλαγή στην οικονομική τύχη της χώρας και αποδείξεις για μεγαλύτερες δημόσιες επενδύσεις στην εκπαίδευση, την υγεία, τις υποδομές, και την ασφάλεια. Η ξαφνική άνοδος του Όμπι, ενός λαϊκιστή αυτοαποκαλούμενου αουτσάιντερ που υποσχέθηκε να καταστήσει την πολιτική ελίτ υπεύθυνη για τις αποτυχίες της, μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από αυτές τις επιθυμίες. Παρόλο που τελικά έχασε, ενεργοποίησε τους νέους ψηφοφόρους και μετέτρεψε αυτό που διαμορφωνόταν να είναι μια βαρετή κούρσα μεταξύ δύο εβδομηντάχρονων ηγετών βαθιά εδραιωμένων κομμάτων σε μια στενή αναμέτρηση.

Η άνοδος του «Obi-dient», όπως είναι γνωστοί οι πιστοί του Όμπι, σηματοδότησε την είσοδο αυτής της ριζοσπαστικής γενιάς στην πολιτική διαδικασία. Σύμφωνα με την εκλογική επιτροπή, περισσότεροι από τους μισούς νέους ψηφοφόρους που εγγράφηκαν κατά την προεκλογική περίοδο ήταν μεταξύ 18 και 34 ετών και μόλις το 19% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ήταν ηλικίας μεταξύ 50 και 69 ετών. Με άλλα λόγια, ένα μεγάλο ποσοστό όσων ψήφισαν στις προεδρικές εκλογές -και στην συνέχεια απογοητεύτηκαν από το αποτέλεσμά τους- δεν είχαν γεννηθεί ή φορούσαν ακόμη πάνες το 1993, όταν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ψηφοφόροι κατέβηκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για τις ακυρωμένες προεδρικές εκλογές.

Αλλά η διαγενεακή ασυμφωνία αφορά περισσότερα από την δύσκολη πορεία της Νιγηρίας από την στρατιωτική δικτατορία στην ελεύθερη δημοκρατία. Για παράδειγμα, αν και οι παλαιότερες γενιές της χώρας έχουν θρηνήσει για την παρακμή των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης, στα οποία ασκούσαν σχεδόν απόλυτο έλεγχο, οι νεότερες γενιές έχουν πανηγυρίσει για την άνοδο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και την δύναμή τους να παρακάμπτουν τους φύλακες του κατεστημένου. Και δεν είναι μόνο στον τομέα των μέσων ενημέρωσης που οι ηλικιωμένοι Νιγηριανοί αισθάνονται ξαφνικά παραγκωνισμένοι˙ η επιρροή τους στην κοινωνία των πολιτών έχει μειωθεί γενικότερα, καθώς νεότερες, πιο ριζοσπαστικές προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένων διασημοτήτων και διασκεδαστών, έχουν επισκιάσει «παραδοσιακούς» ηγέτες όπως συνδικαλιστές, κοινωνικούς ακτιβιστές, και μέλη της διανόησης. Το γεγονός ότι ο Όμπι, ο αγαπημένος αυτής της γενιάς, θα έβρισκε πολιτική στέγη στο Εργατικό Κόμμα, το οποίο προηγουμένως ήταν περιθωριακός παίκτης στην πολιτική της χώρας, είναι ένα από τα πολλά παράδοξα των εκλογών.

«ΕΝΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ»

Η θρησκεία είναι μια άλλη κινητήρια δύναμη της σημερινής ζύμωσης. Ο ρόλος της στις εκλογές υπογραμμίστηκε από μια ηχογράφηση που διέρρευσε την παραμονή της ψηφοφορίας, στην οποία ο Όμπι ακούγεται να ζητά την υποστήριξη ενός εξέχοντος Χριστιανού ηγέτη από την εθνική κοινότητα Yoruba της Νιγηρίας, η οποία κυριαρχεί στα νοτιοδυτικά της χώρας, και να περιγράφει τις εκλογές ως «θρησκευτικό πόλεμο». Ο Όμπι περιέγραψε το απόσπασμα ως «πειραγμένο», διαψεύδοντας προηγούμενη επιβεβαίωση της αυθεντικότητάς του από εκπρόσωπο του Εργατικού Κόμματος. Αλλά η ρητορική του υποδεικνύει τις ενοχλητικές μουσουλμανικές-χριστιανικές εντάσεις που επιδεινώθηκαν περαιτέρω από την απόφαση του Τινιούμπου, ενός Μουσουλμάνου Yoruba, να επιλέξει ως συνυποψήφιό του τον πρώην κυβερνήτη της Πολιτείας Μπόρνο, Κασίμ Σετίμα, επίσης Μουσουλμάνο. (Στο παρελθόν, οι Νιγηριανοί υποψήφιοι για την προεδρία συνήθως επέλεγαν συνυποψήφιους από άλλη θρησκεία, και πράγματι, τόσο ο Ατίκου όσο και ο Όμπι κατέβηκαν με πολυθρησκευτικά ψηφοδέλτια). Η απόφαση του Τινιούμπου μπορεί να καθοδηγήθηκε από την ανάγκη του να αποτρέψει τον Ατίκου, ο οποίος κατάγεται από τα βορειοανατολικά, από το να κάνει κουμάντο στην βόρεια περιοχή που κυριαρχείται από τους Μουσουλμάνους. Παρ' όλα αυτά, τροφοδότησε την δυσαρέσκεια των Χριστιανών που είδαν ένα πλήρως μουσουλμανικό ψηφοδέλτιο ως αχρείαστο σε μια εποχή που οι Χριστιανοί έχουν δεχθεί επανειλημμένα επιθέσεις από αντάρτες της Μπόκο Χαράμ και διάφορους ένοπλους ληστές.

Η ομαδική ταυτότητα υπερίσχυσε γενικά της θρησκευτικής πίστης στις πολιτείες των νοτιοδυτικών πολιτειών, όπου κυριαρχούν οι Yoruba, όπου ο Τινιουμπού είχε καλή επίδοση παρά την επιλογή ενός άλλου Μουσουλμάνου ως υποψήφιου αντιπάλου του. Όμως, η δύναμη της χριστιανικής υποστήριξης προς τον Όμπι στην Πολιτεία Λάγος και στις βορειοκεντρικές Πολιτείες Νασαραουά και Πλατό, όπου κατέγραψε εκπληκτικές νίκες, μπορεί πιθανότατα να συνδεθεί με τους βασανιστικούς φόβους σχετικά με τις ριζοσπαστικές ισλαμιστικές απειλές και τον πολιτικό εξανδραποδισμό των Χριστιανών. Το γεγονός ότι ο Τινιούμπου παντρεύτηκε εκτός της πίστης του -η σύζυγός του είναι πάστορας της Λυτρωμένης Χριστιανικής Εκκλησίας του Θεού, της κορυφαίας πεντηκοστιανής εκκλησίας της Νιγηρίας- δυσκόλεψε να πλαισιωθούν οι εκλογές με αυστηρά θρησκευτικούς όρους, αλλά θα ήταν παράτολμο να απορρίψει κανείς την υποβόσκουσα ανησυχία μεταξύ των Χριστιανών ως άσχετη με την τρέχουσα διαμάχη.

ΑΠΟΣΧΙΣΤΙΚΑ ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΤΑ

Η εθνοτική αναταραχή [3] συμπληρώνει την τριάδα των παραγόντων που προκαλούν την δυσαρέσκεια στη Νιγηρία. Από τις τρεις κύριες εθνοτικές ομάδες της χώρας, τους Yoruba, τους Hausa-Fulani, και τους Igbo, μόνο οι Igbo δεν είχαν ποτέ την εξουσία στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Νιγηρίας. Το 1967, μετά από μια σειρά πογκρόμ κατά των Ίγκμπο, η τότε Ανατολική Περιφέρεια της Νιγηρίας αποσχίστηκε επίσημα από την υπόλοιπη χώρα, ανακηρύσσοντας την ανεξάρτητη Δημοκρατία της Μπιάφρα και πυροδοτώντας έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο που έληξε το 1970 με την παράδοση στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Σήμερα, πολλοί Ίγκμπο βλέπουν την πολιτική περιθωριοποίησή τους ως συνεχή τιμωρία για έναν πόλεμο που έληξε πριν από μισό και πλέον αιώνα.

Για το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων δύο δεκαετιών, η αναζήτηση των Ίγκμπο για πολιτική εκπροσώπηση διοχετεύτηκε μέσω των λεγόμενων ομάδων αυτοδιάθεσης -πρώτα, το Κίνημα για την Πραγματοποίηση του Κυρίαρχου Κράτους της Μπιάφρα και πιο πρόσφατα, ο πιο αμφιλεγόμενος Ιθαγενικός Λαός της Μπιάφρα, μια αυτονομιστική ομάδα που στοχεύει στην ίδρυση ενός ανεξάρτητου κράτους. Ωστόσο, αυτές οι ομάδες έχουν επιτύχει ελάχιστα, εν μέρει επειδή έλαβαν μόνο σιωπηρή υποστήριξη από τις ελίτ των Ίγκμπο, οι οποίες, όπως είναι κατανοητό, τείνουν να προτιμούν στρατηγικές που αποσκοπούν στην ένταξη στο πολιτικό σύστημα της Νιγηρίας παρά στην πλήρη απόσχιση από αυτό.

Η ανάδειξη του Όμπι ως αξιόπιστου υποψηφίου για την προεδρία της Νιγηρίας γεφύρωσε προσωρινά αυτό το χάσμα. Ως Ίγκμπο από τα νοτιοανατολικά, μετρίασε μέρος του ενθουσιασμού για την απόσχιση καθώς ανέβαινε στις δημοσκοπήσεις. Στο αποκορύφωμα της δημοτικότητάς του, ο Όμπι ενισχύθηκε σχεδόν εξίσου από τους ταυτοτικούς Ίγκμπο και τις νεανικές υπερεθνικές δυνάμεις. Η αποτυχία του να κερδίσει τις εκλογές, η οποία φάνηκε να αποκλείει την πιθανότητα μιας προεδρίας των Ίγκμπο στο ορατό μέλλον, υποδαύλισε την εθνοτική δυσαρέσκεια των Ίγκμπο και αναζωπύρωσε τις φωνές που ζητούσαν απόσχιση.

ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟΙ ΜΑΖΙ

Αυτές οι γενεαλογικές, θρησκευτικές, και εθνοτικές διασπάσεις πιθανότατα θα διαδραματίσουν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής διαδικασίας της Νιγηρίας. Η νεότερη γενιά θα συνεχίσει να αξιοποιεί την κυριαρχία της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να επιτηρεί και να βασανίζει την πολιτική ελίτ, κάτι που συνολικά είναι καλό για την δημοκρατική διαδικασία. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η τάση των νεότερων Νιγηριανών προς την ηθική ουσιοκρατία (moral essentialism) -που χαρακτηρίζεται από την ετοιμότητά τους να απεικονίσουν την διαφωνία ως προδοσία και να καταφύγουν σε υβριστικούς χαρακτηρισμούς- θα μπορούσε τελικά να περιορίσει την δημόσια σφαίρα και να αποθαρρύνει την δημοκρατική διαβούλευση.

Οι θρησκευτικές και εθνοτικές διασπάσεις είναι ακόμη πιο ανησυχητικές. Θα μπορούσαν εύκολα να ξανανοίξουν ελάχιστα επουλωμένες πληγές, αυξάνοντας το φάσμα της εθνοθρησκευτικής διαμάχης σε περιοχές που μέχρι σήμερα παρέμειναν ως επί το πλείστον σταθερές. Ωστόσο, τέτοιες διαιρέσεις, ευκολότερα από τις διαγενεακές, μπορούν να επιδιορθωθούν μέσω της πολιτικής μηχανικής. Ο διορισμός μελών περιθωριοποιημένων ομάδων σε ανώτατα κυβερνητικά αξιώματα είναι ένας δοκιμασμένος στον χρόνο τρόπος για να δειχθεί σε αυτές τις κοινότητες ότι δεν έχουν ξεχαστεί˙ το ίδιο και οι μακροπρόθεσμες προσπάθειες για την συμπερίληψή τους στην πολιτική διαδικασία. Η εκκολαπτόμενη κινητοποίηση γύρω από τις εθνοθρησκευτικές διασπάσεις καθοδηγείται από μια βαθύτερη ανάγκη για ομαδική εκπροσώπηση και πολιτική δικαιοσύνη. Η εισερχόμενη διοίκηση του Τινιούμπου θα αγνοήσει αυτήν την ανάγκη με δική της ευθύνη.

Ο EBENEZER OBADARE είναι ανώτερος συνεργάτης στην έδρα Douglas Dillon για τις Αφρικανικές Σπουδές στο Council on Foreign Relations.

Foreign Affairs

https://foreignaffairs.gr/articles/74160/ebenezer-obadare/i-nigiria-brazei?page=show

https://www.foreignaffairs.com/nigeria/nigeria-tinubu-election-boiling

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum