Χαρακτηριστικό είναι πως
οι εξαγωγές,
συμπεριλαμβανομένων των
πετρελαιοειδών, τον
Ιανουάριο του 2024
σημείωσαν μείωση κατά
503,9 εκ. ευρώ ή κατά
-11,2% και διαμορφώθηκαν
στα 4,01 δισ. ευρώ από
4,51 δισ. ευρώ τον
αντίστοιχο μήνα του
2023. Χωρίς
πετρελαιοειδή οι
εξαγωγές υποχώρησαν κατά
-8,3% ή κατά 242,6 εκατ.
ευρώ και έφθασαν μόλις
στα 2,70 δισ. ευρώ από
2,94 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον
Πανελλήνιο Σύνδεσμο
Εξαγωγέων, η αστάθεια
που επικρατεί στις
διεθνείς αγορές, τα
υψηλά επιτόκια και οι
αναταράξεις από τα
πολεμικά μέτωπα στη Μέση
Ανατολή και στην
Ουκρανία έχουν αρχίσει
να επηρεάζουν την
προσπάθεια ανάπτυξης των
ελληνικών επιχειρήσεων
στο εξωτερικό. Ωστόσο, η
γενικότερη κατάσατση δε
φαίνεται ότι θα
μεταβληθεί σε πολύ
σύντομο χρονικό
διάστημα.
Η σκιά
Άλλωστε, οι ελληνικές
εξαγωγές συνέχισαν να
κινούνται πτωτικά στη
σκιά της διεθνούς
αβεβαιότητας και των
πολεμικών συγκρούσεων σε
Γάζα και Ουκρανία,
κλείνοντας την χρονιά με
μείωση 8,5%. Σύμφωνα με
ανάλυση του Πανελληνίου
Συνδέσμου Εξαγωγέων και
του Κέντρου Εξαγωγικών
Ερευνών και Μελετών
(ΚΕΕΜ), οι εξαγωγές, για
το διάστημα Ιανουαρίου –
Δεκεμβρίου του 2023,
μειώθηκαν συνολικά κατά
4,71 δισ. ευρώ ή κατά
-8,5% και κατήλθαν σε
50,41 δισ. ευρώ από
55,12 δισ. ευρώ που ήταν
στο 2022.
Αξίζει να σημειωθεί ότι
η κατάσταση ήταν
καλύτερη το 2022. Εκείνη
τη χρονιά έφτασαν στο
49% (μαζί με τον
τουρισμό), κάτι το οποίο
οφειλόταν και στη μεγάλη
άνοδο των τιμών
ενέργειας. Το 2023 ο
τουρισμός σημείωσε την
καλύτερη επίδοση.
Ωστόσο, η αναλογία των
εξαγωγών υποχώρησε κοντά
στο 45%, με την τάση
μείωσης να είναι πέρα
για πέρα εμφανής.
Παράλληλα, επικρατεί
προβληματισμός και στο
πεδίο των επενδύσεων.Την
τελευταία θέση στην
Ευρώπη όσον αφορά τη
συμμετοχή των επενδύσεων
στο ΑΕΠ καταλαμβάνει η
Ελλάδα και το 2023. Η
αναλογία των επενδύσεων
ως προς το ΑΕΠ στην
Ελλάδα διαμορφώθηκε το
2023 στο 13,9% από 13,7%
το 2022 και 13,3% το
2021.
Η μείωση των επενδύσεων
Παράλληλα, τα τελευταία
στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για
την ανάπτυξη του 2023
(2% από πρόβλεψη της
κυβέρνησης για 2,4%)
έδειξαν ότι οι
επενδύσεις σε πάγια
μάλιστα μειώθηκαν (-5,7%
ετήσια βάση και -2,6%
τριμηνιαία βάση) κατά το
τέταρτο τρίμηνο του 2023
για πρώτη φορά από το
αντίστοιχο τρίμηνο του
2020. Σύμφωνα με ανάλυση
της Eurobank, τελούν σε
υποχώρηση τα τελευταία
τέσσερα τρίμηνα (-0,5%
το Q1, -0.6% το Q2,
-2,1% το Q3 και -2,6% το
Q4). Ο συνολικός
σχηματισμός κεφαλαίου
μειώθηκε κατά -0,5% λόγω
μείωσης των αποθεμάτων.
Οι επενδύσεις σε πάγια,
που αποτελούν σημαντικό
ζητούμενο για τον
μετασχηματισμό του
μοντέλου ανάπτυξης,
σημείωσαν ήπια αύξηση
κατά 4%, ενώ ο
κυβερνητικός στόχος
έκανε λόγο για 7%, κάτι
που δείχνει πως το
οικονομικό επιτελείο της
κυβέρνησης πέρασε πάλι
κάτων από τον πήχη που
είχε θέσει.
Το υπουργείο Εθνικής
Οικονομίας και
Οικονομικών έχει θέσει
έναν υπεραισιόδοξο στόχο
για επενδυτικές δαπάνες
12,17 δισ. ευρώ και το
2024, σε επίπεδα δηλαδή
πρωτόγνωρα για την
ελληνική οικονομία ακόμα
και τον καιρό πριν από
τα μνημόνια. Σύμφωνα με
το κείμενο του
προϋπολογισμού, οι
επενδύσεις θα πρέπει να
αυξηθούν κατά
περισσότερο από 15,1%
φέτος. Βέβαια, αξίζει να
σημειωθεί ότι και ο
προϋπολογισμός του 2023
προέβλεπε επενδύσεις της
τάξης του 15,5% και
τελικά η εκτέλεση άγγιξε
μόλις το 7% τελικά,
όντας υποδιπλάσιες.
Η κατακρήμνιση των ξένων
επενδύσεων
Την ίδια στιγμή,
ανησυχία προκάλεσε και η
περυσινή κατακρήμνιση
των Ξένων Άμεσων
Επενδύσεων, κάτι που
είχε αποτελέσει «σημαία»
για την κυβέρνηση της
ΝΔ. Σύμφωνα με τα
προκαταρκτικά στοιχεία
της ΤτΕ, το 2023 ανήλθαν
σε 4,48 δισ. ευρώ και
ήταν μειωμένες κατά 40%
σε σχέση με το 2022. Τα
μεγέθη δείχνουν ότι οι
επενδύσεις των ξένων στη
χώρα μας επέστρεψαν στα
επίπεδα του 2019, όπου
είχαν ανέλθει σε 4,47
δισ. ευρώ. Το 2022,
σύμφωνα με τα
αναθεωρημένα στοιχεία
της ΤτΕ, οι ΞΑΕ είχαν
φτάσει στο ιστορικό
υψηλό, ύψους 7,53 δισ.
ευρώ. Το 2023, σε
αντίθεση με τις
εισερχόμενες ροές ΞΑΕ
που μειώθηκαν, οι εκροές
ΞΑΕ αυξήθηκαν κατά 26%
και ανήλθαν σε 3,24 δισ.
ευρώ.
Πάντως η Ελλάδα πέρυσι
φαίνεται να έχασε τον
ρυθμό της στην αύξηση
των εισερχόμενων ΞΑΕ.
Σημειώνεται ότι από το
2020 οι ξένες επενδύσεις
διευρύνονται σημαντικά ,
αφού από 2,9 δισ. ευρώ
τη χρονιά εκείνη,
αυξήθηκαν σε 5,56 δισ.
ευρώ το 2021, για να
φτάσουν σε 7,53 δισ.
ευρώ το 2022.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος |