| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Δευτέρα, 29/01/2024

 

 

Ενεργειακές αναβαθμίσεις και ανακαινίσεις σε… βιομηχανική κλίμακα θα πρέπει να πραγματοποιηθούν, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του Fit for 55, της πολιτικής που έχει θεσπίσει η ΕΕ για την ενεργειακή μετάβαση. Το Fit for 55 προβλέπει τη μείωση των εκπομπών ρύπων του αερίου του θερμοκηπίου κατά 55% έως 2030 και μάλιστα με ισχύ νόμου.

 

 

Τα ακίνητα αναμένεται να έχουν καθοριστικό ρόλο στην μείωση, καθώς ευθύνονται για το 36% των εκπομπών ρύπων, κυρίως λόγω των υποδομών θέρμανσης που χρησιμοποιούν και βασίζονται, ως επί το πλείστον, στα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο θέρμανσης και φυσικό αέριο). Αυτήν την περίοδο, ολοκληρώνονται οι διαπραγματεύσεις σε κοινοτικό επίπεδο, για την διαμόρφωση του τελικού κειμένου της νέας κοινοτικής οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (EPBD-Energy Performance Buildings Directive). Εκτιμάται ότι η ψήφιση της νέας οδηγίας θα έχει ολοκληρωθεί εντός του 2024 και θα ξεκινήσει να ισχύει από το 2025. Στο πλαίσιο αυτό, αναμένονται κάποιες αλλαγές σε σχέση με την υφιστάμενη οδηγία.

Όπως αναφέρει η ING σε αναλυτικό της σημείωμα, σε ό,τι αφορά τις αλλαγές στην αγορά κατοικίας, πλέον κάθε κράτος-μέλος θα έχει την ελευθερία να θέσει τα δικά του χρονοδιαγράμματα, αναφορικά με τους στόχους μείωσης της ενεργειακής κατανάλωσης των κτιρίων. Αυτοί θα πρέπει όμως να ευθυγραμμίζονται με τους στόχους που έχουν τεθεί σε κοινοτικό επίπεδο, για το 2030, το 2040 και το 2050 αντίστοιχα. Επίσης, θα πρέπει να ορίζεται ο αριθμός των κτιρίων, των διαμερισμάτων και της επιφάνειας του κτιριακού αποθέματος που θα πρέπει να ανακαινίζεται σε ετήσια βάση, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί.

Ανεξάρτητα όμως από αυτό, πρόκειται για μια πολύ βασική διαφοροποίηση σε σχέση με το περυσινό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά και προηγούμενες εκδοχές της νέας Οδηγίας, βάσει των οποίων, ορίζονταν πολύ αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Συγκεκριμένα, είχε ψηφιστεί ότι από το 2030 και μετά και σε τακτικά χρονικά διαστήματα, θα έπρεπε όλα τα ακίνητα των χαμηλότερων κατηγοριών του ενεργειακού πιστοποιητικού, να αναβαθμίζονται κατά τουλάχιστον δύο κατηγορίες. Συγκεκριμένα, οριζόταν ότι από το 2030 και μετά, όλες οι κατοικίες που είτε νοικιάζονται, είτε πωλούνται, θα πρέπει να ανήκουν, κατ’ ελάχιστον, στην κατηγορία Ε’ του Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης. Δηλαδή, όσα ακίνητα κατατάσσονται σήμερα στις δύο τελευταίες κατηγορίες (Στ’ και Ζ’), επρόκειτο να βρεθούν εκτός αγοράς εν μία νυκτί, εκτός κι αν οι κάτοχοί τους, έσπευδαν να τα αναβαθμίσουν ενεργειακά, δαπανώντας σημαντικά ίδια κεφάλαια, αλλά και συμμετέχοντας σε κάποιο πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης που θα προωθηθούν μέχρι τότε.

Αυτό αλλάζει πλέον, λόγω και της αρνητικής στάσης που τήρησαν αρκετές χώρες της ΕΕ. Πλέον, τίθενται στόχοι μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας και συγκεκριμένα κατά 16% έως το 2030 (υπολογίζοντας ως έτος εκκίνησης το 2020) και κατά 20-22% έως το 2035. Παράλληλα, τα κράτη-μέλη είναι ελεύθερα να επιλέξουν το ποια κτίρια θα κληθούν να επιτύχουν τους στόχους αυτούς, όπως επίσης και τα εργαλεία και τις πολιτικές που θα εφαρμόσουν για να γίνει κάτι τέτοιο. Έπαψε δηλαδή να είναι υποχρεωτική η αναβάθμιση μόνο των κτιρίων που βρίσκονται στις δύο χαμηλότερες κατηγορίες του ενεργειακού πιστοποιητικού (εφόσον ασφαλώς οι κάτοχοί τους τα νοικιάζουν, ή θέλουν να τα πωλήσουν).

Ωστόσο, στο νέο κείμενο της Οδηγίας, που θα ψηφιστεί, εξακολουθεί να ορίζεται ότι τουλάχιστον το 55% της μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας από τις κατοικίες, θα πρέπει να προέρχεται από την αναβάθμιση των κατοικιών που είναι οι πιο ενεργοβόρες. Παράλληλα, η βαθμιαία μείωση της κατανάλωσης ενέργειας από τις κατοικίες σε κάθε χώρα, θα πρέπει να οδηγεί στην ενεργειακή αναβάθμιση, κατ’ ελάχιστον, του 16% του αποθέματος των πιο ενεργοβόρων κτιρίων έως το 2030 και του 26% αυτών έως το 2033.

Πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη, η οποία δίνει σημαντική «ανάσα» στην αγορά και απομακρύνει τον κίνδυνο επιδείνωσης της ήδη χαμηλής προσφοράς κατοικιών προς ενοικίαση και πώληση. Με δεδομένο μάλιστα το ιδιαίτερα «γερασμένο» κτιριακό απόθεμα της χώρας και το γεγονός ότι το 89% αυτού έχει κατασκευαστεί πριν από το 2000, αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος του εγχειρήματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μέσο κόστος μιας αναβάθμισης ενός διαμερίσματος 80 τ.μ., που σήμερα κατατάσσεται στην χαμηλότερη κατηγορία του ενεργειακού πιστοποιητικού, εκτιμάται ότι απαιτεί περίπου 25.000 τ.μ., δηλαδή πάνω από 310 ευρώ/τ.μ., μετά και τις αυξήσεις στα υλικά κατασκευής και την αμοιβή των τεχνιτών, που έχουν μεσολαβήσει τα τελευταία χρόνια.

Πηγή: The Power Game

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum