| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Παρασκευή, 07/04/2023

 

 

Τι οδηγεί, άραγε, σε μονοκομματικές κυβερνήσεις και τι σε πολυκομματικούς κυβερνητικούς σχηματισμούς; Οφείλεται στο εκλογικό σύστημα κάθε χώρας ή οι συναινέσεις διαποτίζουν την κοινωνική αντίληψη; Πώς συνδέεται η απρόσκοπτη λειτουργία του κράτους και της δημόσιας διοίκησης με τις εκάστοτε κυβερνήσεις και πώς αυτή η κουλτούρα επιδρά στις προγραμματικές συμφωνίες ή σε συνεργασίες «για να βγουν τα κουκιά» ή απέναντι σε έναν «κοινό πολιτικό εχθρό»;

 

 

Το σύστημα της απλής αναλογικής, που θα εφαρμοστεί έπειτα τρεις και πλέον δεκαετίες στη χώρα μας, είναι –τουλάχιστον πολιτικά– βέβαιο ότι θα δημιουργήσει κρίσιμα διλήμματα στους κομματικούς παράγοντες, με κεντρικό «ή συνεννοούμαστε ή πάμε πάλι σε εκλογές».

Η πρακτική αυτή είναι σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα. Μάλιστα, παρότι έχουμε πρόσφατα αντίστοιχα παραδείγματα, ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος θεωρεί ότι για την πλειονότητα των Ελλήνων οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι «ανωμαλία», όχι κανόνας, με πιθανή εξαίρεση την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – (Κουβέλη) το 2012-2015, όπως λέει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Την ίδια στιγμή, όμως, άλλοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι έχουμε κουλτούρα συνεργασιών, όπως αποδείχθηκε τη δεκαετία του 2010. «Η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, εκτός από κομματική συναίνεση, είχε και την κοινωνική. Κέρδισε τις εκλογές τον Ιανουάριο του 2015, το δημοψήφισμα, τον Σεπτέμβριο του 2015, με την προοπτική της συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και ουδείς αντέδρασε σε αυτό», όπως είπε, μεταξύ άλλων, στην «Κ» ο πολιτικός επιστήμων Τάκης Παππάς.

Για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες, τα τελευταία 30 χρόνια, κυβερνώνται πολύ συχνά από τέτοια σχήματα, τα κυβερνητικά ειωθότα είναι μακράν διαφορετικά όχι μόνον από την Ελλάδα αλλά και από άλλες χώρες.

Παρά ταύτα, τι διαφοροποιεί τις χώρες μεταξύ τους; Μπορούμε να μιλήσουμε εν προκειμένω για Βορρά, Κέντρο και Νότο της Ευρώπης;



Η «συνεργατική» Βόρεια Ευρώπη

Εξετάζοντας τις συνθέσεις των κυβερνήσεων των κρατών που πλέον απαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Eνωση, διαπιστώνει κανείς ότι από το 1993 μέχρι και σήμερα η πλειονότητα των κρατών της Βόρειας Ευρώπης κυβερνάται από συνεργατικά σχήματα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις χώρες της βαλτικής και τη Φινλανδία, ενώ από την άλλη, σε Δανία και Σουηδία, έχουν υπάρξει κυβερνήσεις μονοκομματικές, αν και χωρίς πλειοψηφία εντός των Κοινοβουλίων τους, τα τελευταία 30 χρόνια.

Μάλιστα, όπως επισημαίνει στην «Κ» ο Νίκος Αλιβιζάτος, η Δανία τα τελευταία 40 χρόνια έχει κυβερνήσεις μειοψηφίας.

Ερευνα της Metron Analysis, που είχε παρουσιαστεί το 2021 σε συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, ανέφερε, όπως γράφει ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης, ότι στις δυτικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν συνιστούν εξαίρεση. Αντίθετα, σημειώνουν αυξητική τάση καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο 1944-2009. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι κανονικότητα σε χώρες όπως το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Γερμανία και η Ισλανδία.

«Η γη των κυβερνήσεων συνασπισμού»

Η Δυτική Ευρώπη συχνά αποκαλείται «γη των κυβερνήσεων συνασπισμού», καθώς πολλές από τις χώρες της δεν έχουν δει μονοκομματική διακυβέρνηση εδώ και πολλές δεκαετίες. Ωστόσο, δεν είναι όλες οι κυβερνήσεις συνεργασίας ίδιες, με τις χώρες να μοιράζονται σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Η περίπτωση της Γαλλίας είναι σαφώς πολύ διαφορετική από αυτή της Γερμανίας.

Η Γαλλία, έχει ημιπροεδρική κοινοβουλευτική Δημοκρατία όπου ο πρόεδρος κατέχει τον κυρίαρχο ρόλο στην εκτελεστική εξουσία. Η γαλλική πολιτική σκηνή χαρακτηριζόταν από δύο κυρίαρχα κόμματα, τους Σοσιαλιστές και τους Γκωλικούς, που εναλλάσσονταν στην εξουσία, σχηματίζοντας σταθερούς συνασπισμούς συνήθως με μικρότερα κόμματα, κάτι που άλλαξε το 2017 με την ανάδειξη του Εμανουέλ Μακρόν στη γαλλική προεδρία.

Και οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ κυβερνώνται συνήθως από πολυκομματικές κυβερνήσεις, ενώ έχουν ζήσει και κυβερνήσεις μειοψηφίας, αν και βραχείας διάρκειας.

Ο… μονοκομματικός Νότος

Κατηφορίζοντας προς τη Μεσόγειο, καταγράφεται αλλαγή απόχρωσης. Η Ιβηρική Χερσόνησος και η Ελλάδα διακατέχονται από τον ίδιο χαρακτήρα σύνθεσης για πολλά χρόνια. Στην Ισπανία ειδικά, οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι σπάνιο φαινόμενο, με μόνο την τωρινή κυβέρνηση να προκύπτει από συνεργασία μεταξύ κομμάτων, ενώ στο παρελθόν ο κανόνας ήταν η μονοκομματική διακυβέρνηση, είτε με πλειοψηφία είτε με μειοψηφία στο Cortes Generales.

Να σημειωθεί ότι οι μονοκομματικές κυβερνήσεις μειοψηφίας (με την ανοχή άλλων κομμάτων στο Κοινοβούλιο) είναι σύνηθες φαινόμενο και στις σκανδιναβικές χώρες, όπως έδειξε η ίδια έρευνα της Metron Analysis.

Ταυτόχρονα και η Πορτογαλία συνηθίζει να έχει κυβέρνηση με μονοκομματική σύνθεση, παρότι συχνά απαιτείται ψήφος ανοχής από άλλα κόμματα στο εθνικό κοινοβούλιο στις περιπτώσεις ψήφων εμπιστοσύνης, αν και οι ειδικοί λένε στην «Κ» ότι η Πορτογαλία ευκολότερα μπορεί να παρομοιαστεί με τη Σουηδία παρά με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.

Η μοναδική χώρα που δεν έχει κυβερνηθεί διόλου από κυβερνήσεις συνασπισμού είναι η Μάλτα, η οποία έχει ένα ιδιαίτερα σταθερό δικομματικό σύστημα. Η Κύπρος, από την άλλη, είναι η μοναδική χώρα της Ε.Ε. που έχει προεδρικό σύστημα και δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν, αλλά, ακόμα και εκεί, εξαιτίας της αναλογικής εκπροσώπησης στη Βουλή των Αντιπροσώπων, είναι απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κομμάτων για τη νομοθετική διαδικασία.

Οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην Ελλάδα

Στο βιβλίο του «Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη νεοελληνική Ιστορία, 1800-2010)» (εκδ. Πόλις, 2011), ο Νίκος Αλιβιζάτος σημειώνει για το πλειοψηφικό στοιχείο στον ελληνικό κοινοβουλευτισμό: «Είναι μια σταθερά που ενίοτε προσέδιδε στην πολιτική ζωή της χώρας το “απρόβλεπτο” εκείνο στοιχείο που τη διαφοροποιούσε από την “ευθύγραμμη”, “προβλέψιμη” –και για πολλούς “βαρετή”– ιστορία των χωρών του λεγόμενου “συναινετικού κοινοβουλευτισμού”» της Βόρειας Ευρώπης.

Στην Ελλάδα, τα τελευταία 30 χρόνια, μετά τις κυβερνήσεις Τζανετάκη και Ζολώτα, η εμπειρία με κυβερνήσεις συνεργασίας περιορίστηκε στη δεκαετία του 2010, όπου οι συνεργασίες σμιλεύτηκαν περισσότερο εξαιτίας των εξωτερικών συνθηκών της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας που βρίσκονταν σε ελεύθερη πτώση και συχνά σε διάβρωση, παρά βασίστηκαν σε πιο συγκεκριμένες προγραμματικές συμφωνίες. Η κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, που δημιουργήθηκε με την υποστήριξη και τη συνεργασία του ΠΑΣΟΚ, της Ν.Δ. και του ΛΑΟΣ το 2011, η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά το 2012 και η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα το 2015 αποτελούν τις πρόσφατες περιπτώσεις πολυκομματικών κυβερνητικών συνθέσεων στη χώρα μας.

Η εικόνα σήμερα

Ο χαρακτήρας των κυβερνήσεων στην Ευρώπη το 2023 εμφανίζεται ξεκάθαρα να τείνει προς τις συνεργασίες παρά στις μονοκομματικές κυβερνήσεις. Ελλάδα, Αλβανία, Ουγγαρία, Μάλτα, Ηνωμένο Βασίλειο και Πορτογαλία αποτελούν κοινοβουλευτικές δημοκρατίες στην Ευρώπη όπου η κυβέρνηση απαρτίζεται μόνον από ένα κόμμα. Από την Βαλτική έως την Ιρλανδία και από την Ισπανία έως τη Βουλγαρία, οι κυβερνήσεις συνασπισμού φαίνεται να αποτελούν τον κανόνα, παρά την εξαίρεση.

Εκλογικά συστήματα, κοινωνικές συναινέσεις, πόλωση

Στην Ελλάδα, όπως λέει Νίκος Αλιβιζάτος στην «Κ», το πλειψηφικό εκλογικό σύστημα είναι η παράδοσή μας· εξού και θεωρεί ότι η πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών θεωρεί εξαίρεση τις κυβερνήσεις συνεργασίας. «Κατά το 1864-1923 είχαμε πλειοψηφικό σύστημα, μεταξύ 1926-1958 είχαμε εναλλαγή μεταξύ αναλογικού-πλειοψηφικού και, από το 1958 κι εντεύθεν ενισχυμένη αναλογική, με εξαίρεση τον αναλογικό εκλογικό νόμο του ΠΑΣΟΚ το 1989. Είναι μία ιστορική σταθερά», λέει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Δεν είναι για λόγους DNA, δηλαδή, είναι η παράδοσή μας», συμπληρώνει.

Για τον Αθανάσιο Διαμαντόπουλο, καθηγητή στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου, με τον οποίο συνομίλησε η «Κ», «το εκλογικό σύστημα λειτουργεί ως καθοριστικός παράγοντας διαμόρφωσης της μορφής των κυβερνήσεων όταν δεν υπάρχει ισχυρό κοινωνικό ρεύμα σε μία ιδεολογική κατεύθυνση. Δηλαδή, για παράδειγμα, η Σουηδία, που είχε και έχει ένα από τα πιο αναλογικά συστήματα στον κόσμο, επί πολλές δεκαετίες είχε μονοκομματικές κυβερνήσεις του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Δηλαδή, όταν υπάρχει μία πολύ ισχυρή κοινωνική συναίνεση σε μία κατεύθυνση δεν είναι καθοριστικός ο εκλογικός νόμος. Αλλά σε συνθήκες λιγότερο συναινετικές, κατά την άποψή μου, αυτό που οδηγεί σε μονοκομματικές κυβερνήσεις είναι πρωτίστως το εκλογικό σύστημα».

Ο Τάκης Παππάς, πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας και ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, επισημαίνει μία ιδιαίτερα κρίσιμη διάσταση. «Ασφαλώς, τα εκλογικά συστήματα αντανακλούν μια κουλτούρα. Ωστόσο, οι χώρες του Βορρά διακρίνονται από εμάς στον βαθμό που δεν σημειώνουν τη διττή πόλωση που διακρίνει τη χώρα μας: τη μεγάλη αντίστιξη Δεξιάς-Αριστεράς και φιλελευθερισμού-λαϊκισμού. Στον Βορρά μπορούμε να κάνουμε λόγο για αταλάντευτη πίστη στη φιλελεύθερη δημοκρατία και για Κεντροαριστερά και Κεντροδεξιά. Στη Σκανδιναβία και σε άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης, δεν αμφισβητούνται οι βασικές αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας: το Σύνταγμα, η Δικαιοσύνη, η Παιδεία κ.λπ. Ακόμα και η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων δεν δημιουργεί ρωγμές στη λειτουργία της δημοκρατίας – είναι απλώς αντιμεταναστευτικά κόμματα, δεν είναι Χρυσή Αυγή. Σε αυτές τις χώρες κυριαρχούν οι προγραμματικές συμφωνίες, όχι η πόλωση πίσω από έναν κοινό “εχθρό”, όπως στα καθ’ ημάς. Στην Ελλάδα υπάρχουν συναινέσεις στη μία όχθη της πόλωσης».

Ο Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ, θεωρεί, μιλώντας στην «Κ», ότι μία πιθανή εξήγηση για την τάση των μεσογειακών κρατών να στηρίζουν μονοκομματικές κυβερνήσεις θα μπορούσε να ονομαστεί η επιθυμία για ισχυρές κυβερνήσεις και το ιστορικό των στρατιωτικών δικτατοριών. «Στη νότια Ευρώπη υπήρχε μία λογική ισχυρών κυβερνήσεων μετά από στρατιωτικές δικτατορίες, άρα η λογική εδώ είναι να ενισχύσουμε την κοινοβουλευτική στήριξη και την κυριαρχία του κόμματος το οποίο δημοκρατικά εκλέγεται, ώστε μέσα από αυτό να εμπεδωθεί η δημοκρατία ως κοινοβουλευτική δημοκρατία. Είναι μία λογική που ευνοούσε την ανάδειξη ισχυρών κυβερνήσεων, ισχυρών κομμάτων και κομματικού συστήματος, ως αντιστάθμισμα, για παράδειγμα στην Ελλάδα, στην εξουσία του στρατού, του παλατιού και των εξωθεσμικών φορέων, μετά τις στρατιωτικές δικτατορίες», λέει ο Γιώργος Παγουλάτος.

«Και στην Ελλάδα, όταν χρειάστηκε, ιδιαίτερα σε μεγάλες κρίσεις, δημιουργήσαμε κυβερνήσεις συνεργασίας», αναφέρει στην «Κ» ο Γιώργος Τζογόπουλος, λέκτωρ Διεθνών Σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Νίκαιας (CIFE), senior fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και στο Κέντρο Στρατηγικών Σπουδών Μπέγκιν-Σαντάτ (Ισραήλ). «Στη χώρα μας, όμως, δεν είναι κυβερνήσεις που στηρίζονται σε πραγματικές προγραμματικές συμφωνίες μεταξύ των κομμάτων», επισημαίνει ο ίδιος. Σε αυτό φαίνεται ότι συμφωνεί και ο Τάκης Παππάς, που θεωρεί ότι «τα εκλογικά συστήματα απλώς αντανακλούν μια κουλτούρα», αλλά δεν είναι ο κρίσιμος παράγοντας διαμόρφωσης των κυβερνητικών σχημάτων.

Πάντως, στην προαναφερθείσα έρευνα της Metron Analysis, ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι «η ανάδειξη μιας κουλτούρας συνεργασιών (στην ελληνική περίπτωση μάλλον “εξαναγκαστική” παρά εκούσια), το ίδιο και οι πιθανοί κυβερνητικοί συνασπισμοί που θα ήταν αδιανόητοι πριν από 10 χρόνια, μπορεί να επιβεβαιώνει την υπόθεση περί “μεταπολιτικής”, δηλαδή τη μετάβαση από ένα μοντέλο πόλωσης (Αριστερά-Δεξιά) σε ένα πιο συναινετικό, στο οποίο οι mainstream πολιτικές δυνάμεις συγκλίνουν προς το “κέντρο” – αφήνοντας όμως χώρο σε ριζοσπαστικές/αντισυστημικές δυνάμεις στα αριστερά και στα δεξιά. Οπως λέει ο Ζακ Ζιλιάρ, “οι εκλογές κερδίζονται στο κέντρο αλλά όχι από το κέντρο”».

Το πολιτικό σύστημα και η απρόσκοπτη λειτουργία του κράτους

Αλιβιζάτος, Τζογόπουλος και Παππάς, ασφαλώς, αναδεικνύουν –στη συνομιλία που είχαν με την «Κ»– ορισμένες διαστάσεις που ενδεχομένως διαφεύγουν την αντίληψή μας όταν συζητούμε για κυβερνητικές κουλτούρες.

«Αυτό που μας διαφοροποιεί στην Ελλάδα είναι ο τρόπος λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Στο Βέλγιο, στη Σουηδία, στη Φινλανδία, για παράδειγμα, υπάρχει συνέχεια του κράτους. Το πολιτικό σύστημα είναι κρίσιμος παράγοντας, ωστόσο η δημόσια διοίκηση λειτουργεί απρόσκοπτα και ανεξάρτητα. Και η Ισπανία απέδειξε κάτι τέτοιο – αν και χαρακτηρίζεται από κουλτούρα διάλυσης κυβερνήσεων, απέδειξε ότι το κράτος έχει συνέχεια», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Τζογόπουλος.

«Σε χώρες όπως η Σουηδία και η Φινλανδία –σε αντίθεση με την Ελλάδα και την Τουρκία, για παράδειγμα– η εξωτερική πολιτική δεν επηρεάζεται από τις εκλογές και τους κυβερνητικούς σχηματισμούς, πόσο μάλλον τώρα, με το μέτωπο της Ουκρανίας ανοιχτό», συμπληρώνει ο Γιώργος Τζογόπουλος.

Ο Τάκης Παππάς συνηγορεί, αναφέροντας και το παράδειγμα του Ισραήλ, που, παρά τις ακραίες διαφωνίες των κομμάτων, τα οικονομικά ζητήματα και εκείνα της ασφάλειας είναι «κοινής αποδοχής». Και προσθέτει: «Σε χώρες όπως το Βέλγιο ή η Ολλανδία, τα κόμματα δεν ελέγχουν το κράτος. Στην Ελλάδα, ο έλεγχος του κράτους συμφέρει τα πολιτικά κόμματα. Και επιμένω: δεν είναι ότι δεν έχουμε κουλτούρα συνεργασιών στη χώρα μας. Απλώς εδώ είναι εντελώς σε άλλη βάση».

«Το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί δίχως κυβέρνηση, είναι άμεσα συνυφασμένη η λειτουργία του με την ύπαρξη κυβέρνησης. Γι’ αυτό και οι διαβουλεύσεις για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας είναι γρήγορες, διότι το κράτος παραλύει», επισημαίνει ο Νίκος Αλιβιζάτος. «Ευτυχώς οι δύο μεγάλοι πόλοι έχουν βρει κοινό βηματισμό στην εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την άμυνα», προσθέτει ο καθηγητής.

Πηγή: Καθημερινή

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum