• 783 εκατ. ευρώ στα
Alpha Target Maturity VI
και VII της Alpha Bank.
• 696 εκατ. ευρώ στα
Πειραιώς Εισοδήματος
2026 και II, Στρατηγικής
Τακτικού Εισοδήματος
2029 II και Στρατηγικής
Τακτικού Εισοδήματος
2027.
• 498 εκατ. ευρώ στα
Εθνική ∆ήλος Extra
Income (III 18μηνης
διάρκειας, II 24μηνης
διάρκειας, III και IV, V
24μηνης διάρκειας).
• 463 εκατ. ευρώ στα
Eurobank GF Target
Maturity VII και Target
Maturity I, II και III.
• 36 εκατ. ευρώ στα
Optima Income 2028 και
2029.
• 20 εκατ. ευρώ στο 3K
Τράπεζα Αττικής Premier
Income Ομολογιακό 2026.
Συνολικά από το 2023 οι
εισροές σε αμοιβαία
κεφάλαια έχουν φτάσει τα
5,7 δισ. ευρώ και τη
μεγαλύτερη κατηγορία των
νέων τοποθετήσεων
αντιπροσωπεύουν τα
ομολογιακά εξωτερικού
που ευνοούνται από την
καλή πορεία των αγορών
και το περιβάλλον των
υψηλών επιτοκίων που
κάνει ελκυστικές τις
τοποθετήσεις σε προϊόντα
τύπου σταθερού
εισοδήματος. Οι εκδόσεις
αυτής της κατηγορίας
είναι διάρκειας από 1,5
έως και 5 χρόνια και η
ετήσια μερισματική
απόδοση είναι κοντά στο
2,5%. Ετσι, μέρος αυτών
των κεφαλαίων προέρχεται
από τις καταθέσεις των
νοικοκυριών που
εμφανίζουν στασιμότητα
από την αρχή του χρόνου,
με αύξηση μόλις κατά 287
εκατ. ευρώ, στα 144,9
δισ. ευρώ, με βάση τα
τελευταία διαθέσιμα
στοιχεία του Μαΐου.
Βασική αιτία είναι και
οι χαμηλές αποδόσεις των
προθεσμιακών καταθέσεων
στις οποίες οι
τοποθετήσεις είναι 39,9
δισ. ευρώ, από 25,2 δισ.
ευρώ τον Ιανουάριο του
2023. Την τάση στροφής
των Ελλήνων σε
επενδυτικά προϊόντα
επισήμανε ο CFO της
Alpha Bank Λάζαρος
Παπαγαρυφάλλου μιλώντας
στο webinar που
διοργάνωσε το Capital
Link με θέμα τον
ελληνικό τραπεζικό
κλάδο. Οπως δήλωσε ο κ.
Παπαγαρυφάλλου, «ο
ρυθμός μετατροπής των
απλών καταθέσεων σε
προθεσμιακές εξελίσσεται
βραδύτερα από ό,τι
αναμενόταν» και στόχος
του ομίλου είναι «να
αναπτύξει περαιτέρω τον
τομέα του wealth
management, δίνοντας
έμφαση στη δημιουργία
νέων προϊόντων,
εισάγοντας εντός του
2024 τα προϊόντα
UniCredit onemarkets».
Ο «πλούτος» των Ελλήνων
έχει αυξηθεί από την
αρχή του 2023 κατά 15
δισ. ευρώ και τα
αμοιβαία κεφάλαια
αποτελούν τη μεγαλύτερη
κατηγορία των
περιουσιακών στοιχείων
(άμεσα ρευστοποιήσιμων)
στα οποία τοποθετούν οι
Ελληνες τα χρήματά τους,
με συνολικές εισροές 5,7
δισ. ευρώ. Ακολουθούν οι
καταθέσεις με αύξηση 5,1
δισ. ευρώ από την αρχή
του 2023 έως σήμερα και
τα έντοκα γραμμάτια του
∆ημοσίου, κυρίως μέσα
από τοποθετήσεις στη
δευτερογενή αγορά από
ιδιώτες, που φθάνουν τα
4,2 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη μελέτη
Global Wealth Report της
UBS, η Ελλάδα είναι μία
από τις τέσσερις χώρες
στον κόσμο (οι άλλες
είναι η Ιαπωνία, η
Ισπανία και η Ιταλία)
που εμφανίζει σωρευτική
μείωση κατά 20% του
πλούτου των νοικοκυριών
την περίοδο 20102023,
έναντι αύξησης κατά 103%
που είχε καταγράψει τη
δεκαετία 2000-2010. Την
περίοδο 2022-2023 η τάση
συρρίκνωσης του πλούτου
ανά ενήλικο
αντιστράφηκε, σε
αντίθεση με την Κύπρο
που κατέγραψε τη
μεγαλύτερη μείωση
–ξεπέρασε το 30%– μεταξύ
των 56 χωρών που
εξετάζει η μελέτη της
UBS.
Χαμηλά η αποταμίευση
Μελέτη της Eurobank
καταγράφει το χαμηλό
ποσοστό αποταμίευσης που
χαρακτηρίζει τη χώρα
μας, η οποία βρίσκεται
στην τελευταία θέση όχι
μόνο της Ευρωζώνης αλλά
και όλων των
ανεπτυγμένων χωρών, με
βασική αιτία τη μεγάλη
πτώση του ποσοστού
αποταμίευσης του
ιδιωτικού τομέα. Με βάση
τα στοιχεία της μελέτης,
από την πενταετία
2002-2006 στην πενταετία
2018-2022 η πτώση του
ποσοστού αποταμίευσης
του ιδιωτικού τομέα
έφτασε τις 8 ποσοστιαίες
μονάδες (από 16,9% του
ΑΕΠ σε 9%). Σύμφωνα με
στοιχεία της μελέτης:
• Τα νοικοκυριά με δύο
ενηλίκους και παιδιά
εμφανίζουν αρνητική
αποταμίευση (κατά -2.159
ευρώ), ενώ η μέση ετήσια
αποταμίευση για το
σύνολο του πληθυσμού
ανέρχεται στα 1.076
ευρώ.
• Η μέση ετήσια
αποταμίευση των
συνταξιούχων ανέρχεται
σε 2.248 ευρώ, των
μισθωτών σε 542 ευρώ και
των αυτοαπασχολούμενων
σε 63 ευρώ.
• Το 40% της συνολικής
αποταμίευσης προέρχεται
από το 1% των
νοικοκυριών με τα
υψηλότερα εισοδήματα.
• Οι αυτοαπασχολούμενοι
έχουν το μικρότερο και
σχεδόν μηδενικό ποσοστό
αποταμίευσης σε σχέση με
το διαθέσιμο εισόδημά
τους, ενώ οι
συνταξιούχοι είναι η
κατηγορία με το
μεγαλύτερο ποσοστό
αποταμίευσης. |