Είναι η τρίτη
πρωτοβουλία της
κυβέρνησης σε αυτή την
κατευθυνση, καθώς είχε
προηγηθεί η πρόωρη
αποπληρωμή δανείων του GLF το
2022 και το 2024 με
κεντρικό στόχο να
μειωθεί το ύψος
του χρέους να αρχίσει
όχι μόνο ως ποσοστό
του ΑΕΠ, αλλά και ως
απόλυτο μέγεθος .
Ειδικότερα η χώρα
αποπλήρωσε το 2022
πρόωρα 2,7 δισ. ευρώ
στους εταίρους της
ευρωζώνης στο πλαίσιο
των προσπαθειών για τη
βελτίωση της
βιωσιμότητας του χρέους
της ενώ ον περασμένο
Δεκέμβριο αποπληρώθηκαν
νωρίτερα από το
αναμενόμενο δάνεια που
λήγουν το 2024 και το
2025 ύψους 5,3 δις ευρώ.
Όπως γράφει η Σίσσυ
Σταυροπιερράκου στην
Ημερησία, με αυτές τις
κινήσεις το οικονομικό
επιτελείο βελτιώνει το
προφίλ του δημοσίου
χρέους και ενισχύει την
εμπιστοσύνη των
επενδυτών για της
ελληνικής οικονομίας.
Επιπλέον, εκτός από το
ταμειακό όφελος, η
εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί
και ενισχύει την
οικονομική σταθερότητα
της χώρας, σε μια στιγμή
που οι αποδόσεις
των ελληνικά δεκαετών
κρατικών ομολόγων έχουν
«πέσει» στα 3,348. Το
Δημόσιο σκοπεύει να
εξοφλήσει πρόωρα δάνεια
από την περίοδο των
μνημονίων, δανειζόμενο
από την αγορά ομολόγων
με αισθητά χαμηλότερο
επιτόκιο.
Η αποπληρωμή και τα
δάνεια του ΕFSF
Το οικονομικό επιτελείο
αφού λάβει το πράσινο
φως από τον ESM εξετάζει
να προχωρήσει στις
διαδικασίες αποπληρωμής,
πιθανότατα
αφού ξεκινήσει η
υποχώρηση των
επιτοκίων, δηλαδή κοντά
στον Ιούνιο.
Επισημαίνεται ότι τα
δάνεια του πρώτου
μνημονίου από την
ευρωζώνη ανέρχονται σε
52,9 δις. ευρώ με
διάρκεια αποπληρωμής από
το 2020 έως τα 2040 και
με επιτόκιο Euribor 3
μηνών + 0,5%, γεγονός
που τα καθιστά ακριβά
καθώς το Euribor 3μηνου
είναι 3,412%.
Επίσης από φέτος τρέχει
και η εξυπηρέτηση των
δανείων του EFSF ύψους
141,8 δισ. ευρώ με
αποπληρωμή το 2056 ενώ
από το 2034 προστίθενται
τα 86 δισ. ευρώ από
τον ESM ως το 2060.
Αναλυτές επισημαίνουν
ότι η χώρα μας μέχρι το
2034 οπότε και θα
ξεκινήσει να αποπληρώνει
τα δάνεια προς τον
ΕFSF πρέπει να έχει
αποκλιμακώσει τον δείκτη
του δημόσιου χρέους της
ως ποσοστού του ΑΕΠ,
κάτω από το 100% του
ΑΕΠ ώστε να μπορεί να
δανειοδοτηθεί με βάση τα
επιτόκια που θα ισχύουν.
Σύμφωνα μάλιστα με την
έκθεση βιωσιμότητας
χρέους που συνέταξε η
Ε.Ε «η Ελλάδα
αντιμετωπίζει χαμηλούς
κινδύνους βραχυπρόθεσμα,
υψηλούς κινδύνους
μεσοπρόθεσμα και
χαμηλούς κινδύνους
μακροπρόθεσμα.
Οι ακαθάριστες
χρηματοδοτικές ανάγκες
της κυβέρνησης για το
2023 και το 2024 είναι
χαμηλές, λόγω των
προβλεπόμενων πρωτογενών
πλεονασμάτων και της
πορείας μείωσης του.
Νέα έξοδος στις αγορές
Η χώρα διαθέτει ταμειακό
απόθεμα κοντά στα 36
δισ. ευρώ και θα το
χρησιμοποιήσει για να
αποπληρώσει τα
συγκεκριμένα δάνεια.
Με αυτόν τον τρόπο θα
μειώσει περαιτέρω το
χρέος όχι μόνο ως
ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά
και ως απόλυτο ποσό.
Ταυτόχρονα στις 20
Μαρτίου θα προχωρήσει σε
επανέκδοση ομολόγου ενώ
σχεδιάζει και νέα έξοδο
στις αγορές το επόμενο
διάστημα.
Η πρώτη έξοδος του
Δημοσίου στις αγορές για
το 2024 με δεκαετές
ομόλογο ήταν
επιτυχημένη, με τη χώρα
να αντλεί 4 δισ.
ευρώ καθώς οι προσφορές
που υπεβλήθησαν στο
βιβλίο
προσφορών ξεπέρασαν τα
35 δισ. ευρώ.
Οι επενδυτές κατέδειξαν
εμπράκτως την
εμπιστοσύνη τους στα
ελληνικά κρατικά
χρεόγραφα και εν γένει
στην ελληνική οικονομία.
To οικονομικό επιτελείο
προσδοκα να ανέβει ξανά
στην πρώτη κατηγορία
στην κλίμακα των
αξιολογήσεων, όπως ήταν
πριν ξεσπάσει η ελληνική
οικονομική κρίση.
Μετα πρώτα βήματα να
έχουν γίνει καθώς η
Ελλάδα διαθέτει πλέον
την πρώτη βαθμίδα της
επενδυτικής σύστασης από
τους οίκους αξιολόγησης,
πλην της «αυστηρής»
Moody’s, του μόνου από
τους "μεγάλους" που δεν
έχει δώσει ακόμη
επενδυτική βαθμίδα
προχωρά σε στοχευμένες
κινήσεις ώστε μέχρι
τέλος του έτους ,ο
στόχος να επιτευχθεί. |