Όπως αναφέρει η Morgan
Stanley και παρουσιάζει
ο Ο.Τ., οι επενδυτές
συνεχίζουν να προτιμούν
τις ελληνικές τράπεζες
για τις ακόμα φθηνές
αποτιμήσεις, τις θετικές
προοπτικές ανάπτυξης της
οικονομίας και των
δανείων και τους
επερχόμενους καταλύτες
απόδοσης κεφαλαίου. Οι
επενδυτές γενικά
συμφωνούν με τη θετική
της άποψη, αλλά
σημειώνουν ότι η ανοδική
πορεία είναι λιγότερο
ελκυστική μετά το
re-rating του 2023,
αναφέρει η Morgan
Stanley.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι
διανομές κεφαλαίου θα
είναι το κλειδί.
Ορισμένοι επενδυτές
πιστεύουν ότι η
περαιτέρω αναβάθμιση των
ελληνικών τραπεζών
απαιτεί καλύτερες
εκτιμήσεις για όλες τις
ευρωπαϊκές τράπεζες.
Για την Alpha Bank
Αναφορικά με τα
επιτοκιακά έσοδα της
Alpha Bank, η διοίκηση
αναμένει μείωση κατά -5%
σε ετήσια βάση, κυρίως
λόγω των υψηλότερων beta
καταθέσεων που φέρνει η
στροφής από τις
τρέχουσες στις
προθεσμιακές καταθέσεις.
Ωστόσο, η Morgan Stanley
σημειώνει ότι σύμφωνα με
την τράπεζα αυτή είναι
μια συντηρητική υπόθεση,
δεδομένου ότι τους
πρώτους δύο μήνες του
2024, η τράπεζα δεν έχει
δει σημαντική μετατόπιση
στο μείγμα καταθέσεων.
Η τράπεζα τόνισε επίσης
ότι δεν έχει σημαντική
διατραπεζική δανειακή
θέση, πράγμα που
σημαίνει ότι τα
περιθώρια κέρδους της
τράπεζας δεν θα
επηρεαστούν τόσο όσο οι
άλλες ελληνικές τράπεζες
όταν ξεκινήσει ο κύκλος
μείωσης των επιτοκίων.
Επίσης, η διοίκηση
τόνισε ότι παρά τον
έντονο ανταγωνισμό για
εταιρικά δάνεια, η
τράπεζα δεν έχει
ευθυγραμμιστεί με τα
spreads των εταιρικών
δανείων, ακόμη και αν
αυτό σήμαινε ότι θα
χάσει κάποια θέση στην
αγορά σε νέες εκδόσεις.
Στο μέλλον, η τράπεζα
αναμένει αυξητική πίεση
στα spreads των
εταιρικών δανείων.
Στο μέτωπο της ποιότητας
ενεργητικού, η τράπεζα
αναμένει μια θετική
επίδραση δεύτερης τάξης
από τις μειώσεις
επιτοκίων στο κόστος
κινδύνου. Η ποιότητα του
ενεργητικού έχει επίσης
υποστηριχθεί από τα
ανώτατα όρια στεγαστικών
δανείων που εισήγαγαν οι
ελληνικές τράπεζες σε
συνεργασία με την
κυβέρνηση. Αν και το
πρόγραμμα αυτό έχει
οριστεί να λήξει τον
Απρίλιο, οι προσδοκίες
της διοίκησης είναι ότι
θα παραταθεί για έναν
ακόμη χρόνο.
Για την Eurobank
Η διοίκηση της Eurobank
μίλησε για πιέσεις τιμών
στα εταιρικά δάνεια λόγω
του αυξημένου
ανταγωνισμού. Τα επόμενα
3 χρόνια, η τράπεζα έχει
υποθέσει συρρίκνωση των
εταιρικών περιθωρίων
κατά 50 μονάδες βάσης, η
οποία, σύμφωνα με τη
διοίκηση, είναι μια
σχετικά συντηρητική
υπόθεση.
Από την πλευρά των
επιχειρήσεων, η Eurobank
τόνισε ότι οι ελληνικές
τράπεζες έχουν περίπου
ίσο μερίδιο αγοράς στον
εταιρικό δανεισμό.
Ωστόσο, σύμφωνα με την
διοίκηση, η ζήτηση για
εταιρικά δάνεια θα είναι
αρκετά υψηλή στην Ελλάδα
ώστε όλες οι τράπεζες να
δουν αξιοπρεπή ανάπτυξη
στα περιθώρια για την
προσέλκυση νέων
επιχειρήσεων.
Σε διεθνές επίπεδο,
σύμφωνα με τη διοίκηση,
στόχος της Eurobank
είναι να αποκτήσει στο
μέλλον ποσοστό
μεγαλύτερο του 55% της
Ελληνικής Τράπεζας. Η
τράπεζα συνεχίζει να
βλέπει την Ελλάδα, την
Κύπρο και τη Βουλγαρία
ως βασικές αγορές και
δεν στοχεύει να
επεκταθεί περαιτέρω για
να γίνει παγκόσμιος
παίκτης.
Από την άποψη της
ιδιωτικής τραπεζικής, η
εταιρεία θα ήθελε να
αναπτύξει το δίκτυό της
ώστε να υπερβεί αυτές
τις 3 βασικές αγορές
(αναφορά της Νότιας
Ευρώπης, του Ισραήλ).
Σύμφωνα με τη διοικητική
ομάδα, μέχρι το 2026
αναμένεται να
πραγματοποιούν το ~50%
των εσόδων τους στην
Ελλάδα και το ~50% εκτός
Ελλάδας.
Σύμφωνα με τη διοίκηση,
η τράπεζα σχεδιάζει να
αντλήσει 1,1 δισ. ευρώ
το 2024 σε 2 εκδόσεις (2
τρίμηνο και β’ εξάμηνο
του 2024). Η τράπεζα
σχεδιάζει να αναπτύξει
το υπόλοιπο πλεονάζον
κεφάλαιο σε 1)
επιτάχυνση της ανάπτυξης
περιουσιακών στοιχείων,
2) περαιτέρω επιτάχυνση
των πληρωμών μερισμάτων
και 3) δραστηριότητα
συγχωνεύσεων και
εξαγορών. Όσον αφορά τα
μερίσματα, η Eurobank
σχεδιάζει να αυξήσει
σταδιακά την αποπληρωμή
τους στο 50%.
Η οριστική λήξη των DTC
στον ισολογισμό των
τραπεζών έχει
προγραμματιστεί να
συμβεί το 2041. Μέχρι το
τέλος του 2026, η
τράπεζα δεν αναμένει ότι
τα DTC θα
αντιπροσωπεύουν
περισσότερο από το 28%
του CET1.
Για την Εθνική
Η Εθνική ρωτήθηκε
σχετικά με τις
προοπτικές ανάπτυξης
δανείων (+7% 2023- 2026
CAGR). Υποστήριξε ότι η
χαμηλή διείσδυση των
πιστώσεων, σε συνδυασμό
με την ισχυρή αύξηση του
ΑΕΠ, θα πρέπει να
υποστηρίξουν την ισχυρή
αύξηση των δανείων τα
επόμενα χρόνια. Η
τράπεζα βλέπει έντονα
σημάδια ζήτησης και
πιστεύει ότι η αύξηση
των δανείων θα οδηγηθεί
από ένα εταιρικό CAGR
9%, ενώ από το 2025 και
μετά αναμένει ότι η
αύξηση των δανείων
λιανικής θα επιταχυνθεί.
Η διοίκηση ασχολήθηκε
επίσης με την υποτονική
ζήτηση στεγαστικών
δανείων στην ελληνική
αγορά, λέγοντας ότι αυτό
σχετίζεται με την
έλλειψη διαθέσιμης
στέγης. Αυτό, ωστόσο,
οδηγεί σε υψηλότερες
τιμές των ακινήτων, που
κατά συνέπεια προσελκύει
επενδύσεις σε νέες
κατοικίες, κάτι που
τελικά θα σημαίνει ότι η
ζήτηση για στεγαστικά
δάνεια θα αυξηθεί.
Σε σχέση με το θέμα της
αύξησης των δανείων, η
Εθνική συζήτησε το
ανταγωνιστικό περιβάλλον
και ανέφερε ότι
παρατηρείται έντονος
ανταγωνισμός από την
πλευρά της προέλευσης
των δανείων, ο οποίος
οδήγησε στη συμπίεση των
εταιρικών περιθωρίων
(μείωση κατά 20 μονάδες
βάσης το 2023). Αυτό
ώθησε την Εθνική να
ενσωματώσει στις οδηγίες
της μια συντηρητική
υπόθεση 100% μετακύλισης
των μειώσεων επιτοκίων.
Από την άλλη πλευρά, ο
ανταγωνισμός από την
πλευρά των καταθέσεων
είναι πιο περιορισμένος,
πράγμα που σημαίνει ότι
τα beta έχουν διατηρηθεί
υπό έλεγχο. Η Εθνική
πιστεύει ότι θα μπορέσει
να διατηρήσει επίπεδα
NII παρόμοια με αυτά του
2023 έως το 2026, αν και
ελαφρώς χαμηλότερα.
Επίσης, η Εθνική
συνεχίζει να βλέπει
περαιτέρω περιθώρια
βελτίωσης του κόστους.
Σύμφωνα με τη διοίκηση,
η καθοδήγησή της για το
κόστος κινδύνου <50
μονάδες βάσης για το
2026 είναι συντηρητική.
Τέλος, επανέλαβε την
πρόθεσή της να διανείμει
μέρισμα φέτος από τα
κέρδη του 2023 και την
επόμενη χρονιά να
αυξήσει τις πληρωμές
ώστε να συγκλίνει με
αυτές των ευρωπαϊκών
ομολόγων. Επισήμανε ότι
η ικανότητά της να
διανέμει μερίσματα
περιορίζεται από την
έγκριση των ρυθμιστικών
αρχών.
Για την Πειραιώς
Σύμφωνα με την τράπεζα,
η Πειραιώς βρίσκεται σε
καλύτερη θέση από τους
ομοτίμους για να
επωφεληθεί από την
αύξηση των δανείων με
γνώμονα το Ταμείο
Ανάκαμψης (RRF),
δεδομένων των ισχυρών
πελατειακών σχέσεων της.
Ωστόσο, η τράπεζα τόνισε
επίσης ότι το κύριο
όφελος των κεφαλαίων του
RRF είναι το trickle
down effect που έχουν
στην οικονομία, με τα
κεφάλαια να αποτελούν
παράγοντα και όχι
κινητήρια δύναμη για την
αύξηση των δανείων.
Από την πλευρά του
λιανεμπορίου, η Πειραιώς
αναμένει περιορισμένη
ανάπτυξη. Η διοίκηση
σημείωσε ότι η
πλειονότητα των αγορών
κατοικιών βασίζεται σε
ίδια κεφάλαια έναντι
στεγαστικών δανείων επί
του παρόντος. Η τράπεζα
μίλησε επίσης για την
ευκαιρία πιστωτικής
αύξησης από θεραπευμένα
δάνεια που θα μπορούσαν
να ανέλθουν σε ~30 δισ.
ευρώ για ολόκληρο τον
κλάδο.
Η Πειραιώς λανσάρει την
ψηφιακή τράπεζά της,
Snappi, στην οποία η
τράπεζα εκτιμά να
δαπανήσει κεφαλαιοποίηση
150 εκατ. ευρώ ετησίως.
Η Snappi θα έχει
ευρωπαϊκή τραπεζική
άδεια, επομένως στόχος
της Πειραιώς είναι να
ανοίξει γρήγορα το
πρόγραμμα στην Ελλάδα
και στη συνέχεια να
μεταφερθεί στην Ευρώπη.
Δεδομένης της
καθοδήγησης για οργανικά
καθαρά κέρδη 1 δις.
ευρώ, υπάρχει περαιτέρω
ανοδική τάση στις
παραδοχές πληρωμής
μερίσματος σύμφωνα με
την διοίκηση. |