Η επίτευξη των στόχων
σε συνδυασμό με το
θετικό μακροοικονομικό
περιβάλλον οδηγούν την
διοίκηση της Alpha Bank
να ανακοινώσει νέους
υψηλότερους στόχους
για το 2024,
αναμένοντας:
– Τον δείκτη ROTE να
ανέλθει πάνω από
13,5%
– Τα συνολικά έσοδα να
ξεπεράσουν τα 2,1 δισ.
ευρώ
– Το Κόστος Πιστωτικού
Κινδύνου να
διαμορφωθεί κάτω από
70 μ.β. και – Τα
Προσαρμοσμένα Κέρδη
ανά Μετοχή (EPS) να
ανέλθουν σε 0,33 ευρώ,
αυξημένα κατά 6%
«Η ελληνική οικονομία
συνεχίζει να
ισχυροποιείται. Καθώς
ο πληθωρισμός υποχωρεί
και η ροή των
επενδύσεων παραμένει
ισχυρή, η Ελλάδα
βρίσκεται σε
πλεονεκτική θέση ώστε
να αντεπεξέλθει στις
γεωπολιτικές
αβεβαιότητες και να
καταγράψει έναν από
τους υψηλότερους
ρυθμούς οικονομικής
μεγέθυνσης στην
ευρωζώνη φέτος»,
επεσήμανε ο κ. Ψάλτης.
«Κατά το α’ εξάμηνο
του 2024, καταφέραμε να
σημειώσουμε ταχεία
πρόοδο στην υλοποίηση
της στρατηγικής μας,
επιτυγχάνοντας σειρά
στόχων νωρίτερα από
τον σχεδιασμό μας»,
σημείωσε.
Η υψηλή
επαναλαμβανόμενη
κερδοφορία επετεύχθη
παρά την επίπτωση από
τις συναλλαγές μη
εξυπηρετούμενων δανείων
ύψους 108,2 εκατ. ευρώ
και βασίστηκε στην
επέκταση του δανειακού
χαρτοφυλακίου κατά 4%
καθώς και των υψηλών
εσόδων από τις
υπηρεσίες Wealth
Management. Η Τράπεζα
σύμφωνα με την διοίκηση
του Ομίλου παρέμεινε
προσηλωμένη στην
ανθεκτικότητα του
ισολογισμού της,
μειώνοντας το δείκτη μη
εξυπηρετούμενων
δανείωνκατά 1,3
ποσοστιαίες μονάδες
στο 4,7%, υπερβαίνοντας
κατά το α’ εξάμηνο τον
στόχο που είχε θέσει
τον Μάρτιο για το
σύνολο του έτους .
Η διοίκηση υπήρξε
αισιόδοξη για την
περαιτέρω ενίσχυση του
δανειακού της
χαρτοφυλακίου βασιζόμενη
σε επενδυτικά σχέδια
ύψους 2 δισ. ευρώ που
έχουν συμβασιοποιηθεί
αλλά δεν έχουν
εκταμιευθεί ακόμη, ενώ ο
διευθύνων σύμβουλος του
Ομίλου επέμεινε ότι
κύριος στόχος είναι «η
κερδοφορία που αποδίδει
αξία για τους μετόχους
έναντι της ανάπτυξης».
Οι νέες εκταμιεύσεις
στην Ελλάδα
διαμορφώθηκαν σε 2,1
δισ. ευρώ το β’ τρίμηνο
και 4 ευρώ δισ. το α’
εξάμηνο, ενισχυμένες
κατά 4% σε τριμηνιαία
βάση και 7% σε ετήσια
βάση αντίστοιχα, και
αφορούν κυρίως στους
κλάδους εμπορίου,
μεταποίησης,
ενέργειας, μεταφορών
και τουρισμού. Το
χαρτοφυλάκιο των
εξυπηρετούμενων
δανείων του Ομίλου
(εξαιρουμένων των
ομολογιών υψηλής
εξοφλητικής
προτεραιότητας ύψους 5
δισ. ευρώ των
συναλλαγών «Galaxy» και
«Cosmos») παρέμεινε
σχεδόν αμετάβλητο το
β’ τρίμηνο και ανήλθε
σε 29,8 δισ. ευρώ, ως
αποτέλεσμα του
υψηλότερου επιπέδου
αποπληρωμών εξαιτίας
των αυξημένων
επιτοκίων καθώς και
των κοινοπρακτικών
δανείων 300 εκατ. ευρώ
που καταγράφηκαν το β’
τρίμηνο, τα οποία
αντιστάθμισαν πλήρως
τις υψηλότερες
εκταμιεύσεις
επιχειρηματικών
δανείων. Σε ετήσια
βάση, τα
εξυπηρετούμενα δάνεια
αυξήθηκαν κατά 4%
(λαμβάνοντας υπόψη
την αναταξινόμηση της
Alpha Bank Romania στα
«Στοιχεία Ενεργητικού
προς Πώληση»).
Τα μη Εξυπηρετούμενα
Ανοίγματα μειώθηκαν
κατά 500 εκατ. ευρώ σε
τριμηνιαία βάση και
1,3 δισ. σε ετήσια
βάση και ανήλθαν σε
1,7 δισ. το β’ τρίμηνο
2024. Η μείωση αυτή
αντανακλά την
επιτάχυνση της
εξυγίανσης του
χαρτοφυλακίου με την
αναταξινόμηση
χαρτοφυλακίου
επιλεγμένων μη
Εξυπηρετούμενων
Ανοιγμάτων στα
«Στοιχεία Ενεργητικού
προς Πώληση», ενόψει
της αναμενόμενης
πώλησής τους. Ως
αποτέλεσμα, το β’
τρίμηνο, ο Δείκτης Μη
Εξυπηρετούμενων
Ανοιγμάτων σε επίπεδο
Ομίλου διαμορφώθηκε σε
4,7%, μειωμένος κατά
129 μ.β. σε σχέση με το
προηγούμενο τρίμηνο.
Ο βασικός κεφαλαιακός
δείκτης (CET1 FL),
διαμορφώθηκε σε 16,6%
και στόχος είναι να
διαμορφωθεί στο 16,5%
και στο 17,5% το 2025
και 2026 αντίστοιχα, ενώ
ο συνολικός Δείκτης
Κεφαλαιακής Επάρκειας
ανήλθε σε 21,3%.
Έμφαση από την διοίκηση
δόθηκε επίσης στην
ισχυρή άνοδο της
τάξης του 51%
κατέγραψαν και τα
αμοιβαία κεφάλαια της
Τράπεζας σε επίπεδο
εξαμήνου, τα οποία
αυξήθηκαν κατά 1,5
δισ. ευρώ, ως
αποτέλεσμα των θετικών
τάσεων που επικρατούν
στην αγορά και της
μεγάλης αύξησης των
πωλήσεων, οδηγώντας,
σύμφωνα με την διοίκηση
«στην εδραίωση της
ηγετικής θέσης της
Τράπεζας στα αμοιβαία
κεφάλαια. Οι ισχυρές
αυτές επιδόσεις
οδήγησαν σε αύξηση του
μεριδίου αγοράς στα
αμοιβαία κεφάλαια
κατά 3 ποσοστιαίες
μονάδες στο 25%, με τις
πωλήσεις αμοιβαίων
κεφαλαίων να
διαμορφώνονται στο 33%
το α’ εξάμηνο,
ξεπερνώντας σημαντικά
τον ανταγωνισμό.
Παράλληλα, εντυπωσιακή
άνοδο της τάξης του
71% σε επίπεδο
εξαμήνου γνώρισαν και
τα επαναλαμβανόμενα
έσοδα των αμοιβαίων
κεφαλαίων, με την Alpha
Bank να εξασφαλίζει
βιώσιμα περιθώρια
κέρδους, υψηλότερα
από τις υπόλοιπες
τράπεζες», σημείωσε ο
κ. Ψάλτης.
Η διοίκηση της Alpha
Bank προχώρησε σε
αναθεώρηση των
εκτιμήσεών της για τα
επιτόκια, εκτιμώντας
ότι ότι το euribor
3μήνου θα διαμορφωθεί το
2024 στο 3,6% από 3,5%,
γεγονός που αναμένεται
να οδηγήσει σε οριακή
μείωση του καθαρού
εσόδου από τόκους
από -5% που ήταν οι
αρχικές της
εκτιμήσεις. Επιπλέον,
όπως σημειώνεται στην
παρουσίαση των
αποτελεσμάτων, η
ευαισθησία του Καθαρού
Εσόδου Τόκων της
Τράπεζας για κάθε
μείωση των επιτοκίων
κατά 25 μ.β. μειώθηκε
περαιτέρω στα περίπου
12 εκατ. από 18 εκατ.
ευρώ, επιβεβαιώνοντας
την πλεονεκτική θέση
της Τράπεζας στο νέο
περιβάλλον χαμηλότερων
επιτοκίων που
διαμορφώνεται.
Τέλος, σε ό,τι αφορά
στις καταθέσεις,
συνεχίστηκε η αργή
μετάβαση στις
προθεσμιακές, με τη
Διοίκηση της Τράπεζας
να εκτιμά ότι η
αύξηση των επιτοκίων
στο σύνολο των
εγχώριων καταθέσεων,
ως ποσοστό της αύξησης
των επιτοκίων της
αγοράς (beta), θα
διαμορφωθεί στο 20% για
το 2024 έναντι 24%, που
ήταν οι αρχικές της
εκτιμήσεις. |