Η απόκτηση ακινήτου µέσω
δανεισµού αποτελεί µικρό
µόλις µέρος των
αγοραπωλησιών που
καταγράφονται στη χώρα,
το σύνολο των οποίων το
2023 ανήλθε στις 174.475
ακίνητα, έναντι 144.053
το 2022 (αύξηση κατά
21,1%). Το ίδιο διάστηµα
οι δανειακές συµβάσεις
για την αγορά ή την
ανέγερση κατοικίας
ανήλθαν στις 14.621 και
οι νέες εκταµιεύσεις στο
1 δισ. ευρώ.
Με βάση στοιχεία από τις
τράπεζες για το α΄
εξάµηνο του 2024 οι νέες
εκταµιεύσεις ανήλθαν στα
550 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα
380 εκατ. ευρώ
εκταµιεύτηκαν µέσω του
προγράµµατος «Σπίτι
µου». Πρόκειται για
αιτήσεις που είχαν
εγκριθεί ήδη από το
2023, ανεβάζοντας τις
συνολικές εκταµιεύσεις
του α΄ εξαµήνου στα 930
εκατ. ευρώ. Χωρίς ωστόσο
τις εκταµιεύσεις του
προγράµµατος «Σπίτι
µου», τα νέα δάνεια που
εκταµίευσαν οι τράπεζες
το α΄ εξάµηνο είναι
οριακά µειωµένα σε σχέση
µε το α΄ εξάµηνο του
2023, όταν οι νέες
εκταµιεύσεις είχαν
φτάσει τα 570 εκατ.
ευρώ.
Οπως έχει γράψει η «Κ»,
αρµόδια στελέχη
αποδίδουν τη χαµηλή
ζήτηση στις προσδοκίες
που έχουν δηµιουργήσει
οι κυβερνητικές
ανακοινώσεις για
επέκταση του
προγράµµατος «Σπίτι
µου», καθώς σηµαντική
µερίδα των δυνητικών
νέων αγοραστών αναµένει
τα χαρακτηριστικά του
νέου προγράµµατος
προκειµένου να δει εάν
επωφελείται από την
επιδότηση και να λάβει
τις οριστικές αποφάσεις.
Ο βασικότερος
ανασχετικός παράγοντας
είναι ωστόσο η άνοδος
των τιµών των κατοικιών,
που σύµφωνα µε τα
στοιχεία της ΤτΕ
αυξήθηκαν κατά 10,4% σε
ετήσια βάση. Η άνοδος
αυτή προστίθεται στην
αύξηση κατά 13,8% που
καταγράφηκε το 2023,
φέρνοντας τις τιµές των
κατοικιών κατά µόλις
4,1% χαµηλότερα από το
ιστορικό υψηλό που είχε
καταγραφεί πριν από τη
δηµοσιονοµική κρίση του
2008. Είναι
χαρακτηριστικό ότι σε
σχέση µε την κατώτατη
τιµή που είχε καταγραφεί
το γ΄ τρίµηνο του 2017,
οι τιµές είναι αυξηµένες
κατά 66,4%.
Σε µια προσπάθεια να
κινητοποιήσουν το
ενδιαφέρον των υποψήφιων
αγοραστών για την αγορά
στέγης, οι τράπεζες
προωθούν ειδικά
προγράµµατα για νέους
έως 40 ετών ή
µεγαλύτερες ηλικίες, µε
γρήγορες διαδικασίες
προέγκρισης, προνοµιακά
επιτόκια και προσφορές
σε σχέση µε τα έξοδα
δανείου, όπως τα έξοδα
έγκρισης φακέλου ή την
εφάπαξ δαπάνη του
νοµικού και τεχνικού
ελέγχου και έξτρα
ρευστότητα µέσω
καταναλωτικών δανείων
για την κάλυψη των
αναγκών εγκατάστασης. Τα
επιτόκια των στεγαστικών
δανείων µε έµφαση τα
σταθερά ξεκινούν από
2,50% για διάρκεια 3
ετών και φθάνουν έως και
το 4,90% για µεγάλη
σταθερή διάρκεια, έως
και 30 χρόνια,
ενσωµατώνοντας την
προοπτική µείωσης των
επιτοκίων. Τα σταθερά
επιτόκια ανταγωνίζονται
τα κυµαινόµενα επιτόκια,
που παρότι ακολουθούν
επίσης πτωτική πορεία
λόγω υποχώρησης του
euribor που
διαµορφώνεται σήµερα στο
3,5%, επιβαρύνονται µε
µέσο περιθώριο spread
κοντά στο 2%.
Πηγή: Money Review |