Όπως γράφει το
capital.gr, η ελβετική
τράπεζα "στέκεται"
ιδιαίτερα στη διψήφια
αύξηση των εταιρικών
δανείων, τα ακόμη χαμηλά
beta καταθέσεων και τις
πιθανές πληρωμές
μερισμάτων από τις
ελληνικές τράπεζες από
τα κέρδη του 2023.
Όπως επισημαίνει, το
κλίμα στις τράπεζες
είναι σαφώς θετικό. Οι
διοικήσεις επανέλαβαν
τις προσδοκίες τους για
διψήφια αύξηση των
εταιρικών δανείων και
στην καλύτερη περίπτωση
αμετάβλητους όγκους
λιανικής (σε μέσο όρο,
με κάποιες εξαιρέσεις).
Η στροφή από τις
καταθέσεις όψεως στις
προθεσμιακές καταθέσεις
είναι αργή μέχρι στιγμής
και οι παραδοχές για τα
beta των καταθέσεων στο
guidance για τα καθαρά
επιτοκιακά έσοδα NII των
τραπεζών φαίνονται
επίσης συντηρητικές
(ακόμα και πολύ
συντηρητικές σε
ορισμένες περιπτώσεις).
Το guidance για το
κόστος κινδύνου CoR από
καθεμία από τις τράπεζες
προϋποθέτει αύξηση
ετησίως (καθώς τα
στεγαστικά δάνεια
αναμένεται να οδηγήσουν
τις ακαθάριστες
εισροές), μέχρι στιγμής
δεν υπάρχουν ενδείξεις
επιδείνωσης της
ποιότητας των
περιουσιακών στοιχείων.
Οι εκκαθαρίσεις, οι
εισπράξεις και οι
πλειστηριασμοί θα
βρεθούν στο επίκεντρο
φέτος, αλλά επιλεγμένες
συναλλαγές τιτλοποίησης
εξακολουθούν να είναι
στο πεδίο εφαρμογής
(π.χ. Sunrise 3 για την
Πειραιώς).
Το επόμενο ορόσημο για
τις ελληνικές τράπεζες,
όπως τονίζει η UBS, θα
είναι η επαναφορά των
μερισμάτων -για την
οποία οι τράπεζες
βρίσκονται σε διάλογο με
τον SSM. Η ποιοτική
αξιολόγηση φαίνεται να
είναι η βασική
αβεβαιότητα καθώς οι
αντικειμενικές
(ποσοτικές) προϋποθέσεις
έχουν ήδη εκπληρωθεί ή
θα εκπληρωθούν, κατά την
άποψη της ελβετικής
τράπεζας.
Στην περίπτωση της Alpha
Bank και γενικά όλων
ελληνικών τραπεζών, μας
αρέσει η ισχυρή και
ακόμη υποτιμημένη
επιτοκιακή μόχλευση, το
καλύτερο στην Ευρώπη
μακροοικονομικό σκηνικό
ανάπτυξης και η πιθανή
επιστροφή των
μερισμάτων", τονίζει η
UBS.
Καταλήγοντας, η UBS
επισημαίνει πως και οι
τέσσερις μεγάλες
ελληνικές τράπεζες είναι
συστημικές και
εκτεθειμένες σε ρίσκα,
συμπεριλαμβανομένου του
μακροοικονομικού
σκηνικού και της
πολιτικής, ιδίως στον
αντίκτυπό τους στα
επιτόκια, τον
πληθωρισμό, την αύξηση
του ΑΕΠ και το
δημοσιονομικό έλλειμμα.
Οι πολιτικοί κίνδυνοι
περιλαμβάνουν τη
δημοσιονομική πολιτική
της νέας κυβέρνησης που
θα προκύψει από τις
εκλογές, την πορεία της
νομισματικής πολιτικής
και τις ενέργειες της
κεντρικής τράπεζας, όπως
τονίζει
Οι ελληνικές τράπεζες
υπόκεινται επίσης σε
ρυθμιστικούς,
νομοθετικούς και
δικαστικούς κινδύνους,
ειδικά όσον αφορά
πιθανές αλλαγές στις
λογιστικές πρακτικές,
τις επιπτώσεις από
ενδεχόμενες συγκρούσεις
συμφερόντων, ή
ζημιωμένους εταιρικούς
πελάτες. Οι τράπεζες
εξαρτώνται από την αγορά
και τον όγκο των
συναλλαγών, και
υπόκεινται σε
τεχνολογικό και
λειτουργικό κίνδυνο που
μπορούν να επηρεάσουν τα
οικονομικά αποτελέσματα.
Επιπλέον, οι αλλαγές στη
δομή της αγοράς μπορούν
να επηρεάσουν αρνητικά
την ικανότητά τους να
ανταγωνίζονται. Το
κράτος, μέσω του Ταμείου
Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας κατέχει μη
σημαντικές συμμετοχές
και στις τέσσερις
συστημικές τράπεζες. |