| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τρίτη, 00:01 - 18/04/2023

 

Περίληψη: 

Ενώ η Ουάσιγκτον τοποθετεί τις δημοκρατικές αξίες και τα ιδανικά στην καρδιά της προώθησης της ήπιας ισχύος, η Κίνα εστιάζει περισσότερο σε πρακτικά ζητήματα, επιδιώκοντας να συγχωνεύσει τα πολιτιστικά και εμπορικά της δέλεαρ. Αυτή η προσέγγιση έχει αποφέρει περιορισμένες αποδόσεις στην Δύση, αλλά έχει απήχηση στον «παγκόσμιο Νότο».

 

 

------------------------

Στη μεταψυχροπολεμική εποχή, λίγες έννοιες έχουν διαμορφώσει πιο βαθιά τις συζητήσεις για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ από όσο η ιδέα της «ήπιας ισχύος». Ο όρος επινοήθηκε από τον Αμερικανό πολιτικό επιστήμονα Joseph Nye στο βιβλίο του, Bound to Lead, το 1990, στο οποίο τον όρισε ως «να κάνεις τους άλλους να θέλουν αυτό που θέλεις εσύ». Αλλά ο Nye δεν προσπαθούσε απλώς να φωτίσει ένα στοιχείο εθνικής ισχύος. Απωθούσε επίσης τα επιχειρήματα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετώπιζαν μια επικείμενη παρακμή. Αντίθετα, ο Nye υποστήριξε ότι παράλληλα με την στρατιωτική τους ικανότητα και την οικονομική τους δύναμη, οι Ηνωμένες Πολιτείες απολάμβαναν ένα τεράστιο πλεονέκτημα έναντι οποιουδήποτε πιθανού αντιπάλου χάρη στην άφθονη ήπια ισχύ τους, η οποία βασιζόταν σε «άυλους πόρους: πολιτισμό, ιδεολογία, [και] την ικανότητα χρησιμοποιούν διεθνείς θεσμούς για να καθορίζουν το πλαίσιο της συζήτησης».

Brian Stauffer


----------------------------------------------------------------

Η ιδέα της ήπιας ισχύος απέκτησε ελκυστικότητα την δεκαετία του 1990, αλλά δοκιμάστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες τα χρόνια μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου το 2001. Μετά τον καταστροφικό πόλεμο των ΗΠΑ στο Ιράκ και την απότομη άνοδο του αντιαμερικανικού αισθήματος στη Μέση Ανατολή και πέρα από αυτήν, ο Nye επέμεινε ότι η ήπια ισχύς δεν ήταν απλώς συμπληρωματική της σκληρής ισχύος, αλλά αναπόσπαστη από αυτήν. «Όταν μειώνουμε την σημασία της ελκυστικότητάς μας σε άλλες χώρες, πληρώνουμε το τίμημα», υποστήριξε στο βιβλίο του το 2004 [2], υπό τον τίτλο Soft Power, προτρέποντας μια πιο σκόπιμη ανάπτυξη της δημόσιας διπλωματίας. Τέτοια επιχειρήματα είχαν μικρή επιρροή στην κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους, αλλά αργότερα έγιναν δεκτά από την κυβέρνηση Ομπάμα˙ το 2013, ένα άρθρο [3] σε αυτές τις σελίδες περιέγραφε την πρώτη κορυφαία διπλωμάτη του Ομπάμα, την Χίλαρι Κλίντον, ως «την υπουργό Εξωτερικών της ήπιας ισχύος». Το εκκρεμές της ήπιας ισχύος ταλαντεύτηκε ξανά κάτω από την πιο φιλοπόλεμη και λιγότερο διεθνιστική διοίκηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και για άλλη μια φορά όταν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντά του, δεσμευόμενος να αποκαταστήσει το ηθικό ανάστημα της χώρας και να «ηγηθούμε όχι μόνο με το παράδειγμα της δύναμής μας, αλλά με την δύναμη του παραδείγματός μας».

Εν μέσω αυτών των ταλαντεύσεων στην πολιτική τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η έννοια της ήπιας ισχύος μόνο αύξησε την σημαντικότητά της, έχοντας γίνει δημοφιλής από μια λεγεώνα ειδικών που την χρησιμοποίησαν ως συντομογραφία για να περιγράψουν τα πολιτιστικά περιγράμματα της Pax Americana. «Η ήπια ισχύς της Αμερικής δεν είναι μόνο ποπ και σλοκ [στμ: schlock, τα φθηνά προϊόντα και αναγνώσματα]˙ η πολιτιστική της επιρροή είναι τόσο υψηλή όσο και χαμηλή», έγραψε ο Γερμανός σχολιαστής Josef Joffe σε μια χαρακτηριστική επίκληση της ιδέας το 2006. «Είναι grunge και Google, Madonna και MoMA, Hollywood και Harvard».

Η ρευστότητα της έννοιας και η ιδέα ότι η ήπια ισχύς έδωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες μια βοήθεια στην πορεία τους προς την ηγεμονία [4] έχουν επίσης κάνει την ιδέα δελεαστική σε στοχαστές και ηγέτες σε πολλές άλλες χώρες και περιοχές. Και μεταξύ των τόπων όπου η έννοια της ήπιας ισχύος έχει υιοθετηθεί με τον μεγαλύτερο ενθουσιασμό είναι η Κίνα. Ξεκινώντας περίπου το 2007, υπό την ηγεσία του τότε προέδρου Χου Τζιντάο, κορυφαίοι Κινέζοι αξιωματούχοι άρχισαν να ενσωματώνουν την ήπια ισχύ στις ομιλίες και τις δημοσιεύσεις τους. Εκείνο το έτος, στο 17ο Εθνικό Συνέδριο του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Χου προέτρεψε τα στελέχη του κόμματος «να τονώσουν την πολιτιστική δημιουργικότητα ολόκληρου του έθνους και να ενισχύσουν τον πολιτισμό ως μέρος της ήπιας ισχύος της χώρας μας». Στα χρόνια που πέρασαν, οι Κινέζοι μελετητές έχουν δημιουργήσει ένα πλούσιο σύνολο κειμένων για το θέμα, και το ΚΚΚ έχει κάνει τεράστιες επενδύσεις στην δημόσια διπλωματία, συμπεριλαμβανομένης της παγκόσμιας επέκτασης των κρατικών μέσων ενημέρωσης και των πολιτιστικών και γλωσσικών κέντρων που είναι γνωστά ως Ινστιτούτα και Αίθουσες Διδασκαλίας Κομφούκιου, τα οποία έχει ιδρύσει σε 162 χώρες. Εν τω μεταξύ, το κόμμα προσπάθησε να διεθνοποιήσει το κινεζικό σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στρατολογώντας ξένους φοιτητές και μελετητές.

Όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ήπια ισχύς αντιμετωπίζεται ως μια ελπιδοφόρα ιδέα στην Κίνα: ένα σημαντικό πρόσθετο στην άνοδο της χώρας, ειδικά στην οικονομική της επέκταση. Στην πραγματικότητα, οι Κινέζοι εμπειρογνώμονες και αξιωματούχοι ενστερνίζονται τώρα την ήπια ισχύ με περισσότερη αίσθηση του επείγοντος από τους Αμερικανούς ομολόγους τους. Υπάρχει μια εγγενής κατανόηση ότι η θέση της Κίνας στο διεθνές σύστημα είναι περιορισμένη και επισκιασμένη από την Δύση [5] και ότι για να ανταγωνιστεί πραγματικά τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα χρειάζεται περισσότερη αναγνώριση και περισσότερη επιρροή στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Η εξωτερική νομιμοποίηση και ο σεβασμός, για το κινεζικό κόμμα-κράτος, συνδέεται επίσης με την εσωτερική του νομιμοποίηση. Η κινεζική αντίληψη της ήπιας ισχύος συνδέεται με ιδέες «πολιτιστικής εμπιστοσύνης» και «πολιτιστικής ασφάλειας» που έχει προωθήσει ο πρόεδρος Xi Jinping [6], όροι που δηλώνουν κοινωνική συνοχή γύρω από, και περηφάνια για, την κινεζική κουλτούρα, τις αξίες, και την ιστορία.

Καθώς ο ανταγωνισμός μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας επιταχύνεται, θα ήταν φυσικό να δούμε την ήπια ισχύ ως απλώς έναν άλλο δείκτη ανταγωνισμού, με την Ουάσιγκτον και το Πεκίνο να ανταγωνίζονται [7] για να κάνουν τους εαυτούς τους και τα πολιτικά και οικονομικά μοντέλα τους πιο ελκυστικά για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ηγέτες και οι ελίτ και στις δύο χώρες βλέπουν ξεκάθαρα έτσι τα πράγματα και ορισμένοι ανησυχούν για τις πιθανές ευπάθειές τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η διάβρωση των δημοκρατικών κανόνων θα μπορούσε να βλάψει την εικόνα της χώρας ως προπύργιο των φιλελεύθερων αξιών. Στην Κίνα, η επιβράδυνση της οικονομίας και το αίσθημα απομόνωσης που δημιουργείται από την προσέγγιση της χώρας στην πανδημία για «μηδενική COVID» [8] θα μπορούσε να μειώσει την φήμη της ως ρεαλιστική, προσανατολισμένη στα αποτελέσματα διακυβέρνηση.

Αλλά η εικόνα του απλού ανταγωνισμού δεν αποτυπώνει ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται τα γεγονότα. Πρώτον, οι δύο χώρες ερμηνεύουν πολύ διαφορετικά την ήπια ισχύ και εφαρμόζουν την έννοια με διαφορετικούς τρόπους. Ενώ η Ουάσιγκτον τοποθετεί τις δημοκρατικές αξίες και τα ιδανικά στην καρδιά της προώθησης της ήπιας ισχύος, η Κίνα εστιάζει περισσότερο σε πρακτικά ζητήματα, επιδιώκοντας να συγχωνεύσει τα πολιτιστικά και εμπορικά της δέλεαρ. Αυτή η προσέγγιση έχει αποφέρει περιορισμένες αποδόσεις στην Δύση, αλλά έχει απήχηση στον «παγκόσμιο Νότο». Ακόμη και εκεί, ωστόσο, οι άνθρωποι συχνά βλέπουν τις δύο μορφές ήπιας ισχύος ως συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές. Με απλά λόγια, οι άνθρωποι σε πολλά μέρη του κόσμου είναι απόλυτα χαρούμενοι που τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι Κινέζοι προσπαθούν να τους παρασύρουν με τα αντίστοιχα οράματα και τις αξίες τους. Αυτό που η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο βλέπουν ως μηδενικό άθροισμα, μεγάλο μέρος του κόσμου συχνά το βλέπει ως win-win.

Η ΗΠΙΑ ΙΣΧΥΣ ΕΙΝΑΙ ΣΚΛΗΡΗ

Η αμερικανική αντίληψη της ήπιας ισχύος είχε πάντα μια ευδιάκριτη ιδεολογική κλίση, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως τον κύριο υπερασπιστή της φιλελεύθερης δημοκρατικής τάξης. Ο Μπάιντεν συνέλαβε την ουσία αυτής της άποψης για την αμερικανική επιρροή στην εναρκτήρια ομιλία του. «Θα οδηγήσουμε όχι μόνο με το παράδειγμα της δύναμής μας, αλλά με την δύναμη του παραδείγματός μας», δήλωσε, χρησιμοποιώντας μια αγαπημένη του διατύπωση. Τον Δεκέμβριο του 2021, η κυβέρνηση Μπάιντεν φιλοξένησε μια εικονική Σύνοδο Κορυφής για την Δημοκρατία με στόχο την δημοκρατική ανανέωση και την οικοδόμηση συμμαχιών ενάντια σε αυταρχικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ρωσίας [9] με την Ουκρανία έχει ανυψώσει περαιτέρω τον στόχο της ενίσχυσης της δημοκρατικής αλληλεγγύης ενάντια σε έναν κοινό αυταρχικό επιτιθέμενο.

Η δημόσια διπλωματία των ΗΠΑ απηχεί αυτά τα συναισθήματα. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι αμερικανικές πρεσβείες γιορτάζουν την έμφυλη, φυλετική, και πολιτισμική ποικιλομορφία και χαιρετίζουν παραδείγματα ατομικής ανθεκτικότητας και δημιουργικότητας, μερικές φορές συνδυάζοντας τα δύο θέματα με το να δημοσιοποιούν τις ιστορίες επιτυχίας μεμονωμένων μεταναστών και προσκαλώντας τους να μιλήσουν σε εκδηλώσεις και φόρουμ. Η αμερικανική ήπια ισχύς διαμορφώνεται επίσης σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτιστικές εξαγωγές του ιδιωτικού τομέα, όπως οι ταινίες του Χόλυγουντ, η χιπ-χοπ μουσική και το στυλ, καθώς και παγκόσμιες αναγνωρίσιμες μάρκες όπως η Coca-Cola και η McDonald's. Η προβολή ήπιας ισχύος των ΗΠΑ συχνά φέρνει κοντά τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα, κατά την διάρκεια της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προώθησε Αμερικανούς μουσικούς της τζαζ στο εξωτερικό και η CIA χρηματοδότησε κρυφά συγγραφείς και εκδόσεις. Αυτή η παράδοση διατηρήθηκε και επεκτάθηκε στη μεταψυχροπολεμική εποχή, με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να χορηγεί καλλιτέχνες και μουσικούς για να λειτουργήσουν ως κάτι παρόμοιο με πολιτιστικούς πρεσβευτές.

Στην Κίνα [10], η κατανόηση και η πρακτική της ήπιας ισχύος επικεντρώνονται περισσότερο στον πραγματισμό παρά στις αξίες. Ασχολούμενοι με την ιδέα του Nye, ορισμένοι Κινέζοι αναλυτές υποστήριξαν ότι ο διαχωρισμός μεταξύ σκληρής και ήπιας ισχύος είναι τεχνητός, σημειώνοντας ότι μεγάλο μέρος της ελκυστικότητας των Ηνωμένων Πολιτειών εξαρτάται από την στρατιωτική τους ικανότητα και την οικονομική τους δύναμη. Όπως έχει επισημάνει ο μελετητής Zhao Kejin, ακόμη και ένα από τα πιο διάσημα σύμβολα της αμερικανικής ήπιας ισχύος, η Coca-Cola, δεν είναι απλώς ένα πολιτιστικό φαινόμενο αλλά ένας εμπορικός οδοστρωτήρας. Αντικατοπτρίζοντας αυτή την κριτική, η στρατηγική ήπιας ισχύος του ΚΚΚ περιλαμβάνει την προώθηση της κινεζικής κουλτούρας και των αξιών, αλλά επίσης διαφημίζει το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας, τις κυβερνητικές της ικανότητες, τις τεχνολογικές της εξελίξεις, τις αυξανόμενες στρατιωτικές της ικανότητες, και την ικανότητά της να πραγματοποιεί πολιτική επιστράτευση, όπως φαίνεται στις εκστρατείες της κατά της φτώχειας και της διαφθοράς. Οτιδήποτε μπορεί να βελτιώσει την εικόνα της Κίνας θεωρείται στοιχείο ήπιας ισχύος —ακόμη και η κινεζική σκληρή ισχύς. Ενώ η Ουάσιγκτον μερικές φορές βασίζεται στην ήπια ισχύ για να αποσπάσει την προσοχή από την σκληρή ισχύ της, το Πεκίνο μερικές φορές εφιστά την προσοχή στην σκληρή του ισχύ για να στηρίξει την ήπια ισχύ του.

Η πιο ρεαλιστική και λιγότερο ιδεολογική προσέγγιση της Κίνας ως προς την ήπια ισχύ εμφανίζεται στις μεγάλες διεθνείς ομιλίες του Xi, στις οποίες τείνει να υποβαθμίζει την ιδεολογία υπέρ των πρακτικών φιλοδοξιών. «Θα πρέπει να προστατεύσουμε και να βελτιώσουμε την διαβίωση των ανθρώπων και να προστατεύσουμε και να προωθήσουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα μέσω της ανάπτυξης και να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη είναι από τον λαό και για τον λαό και ότι οι καρποί της μοιράζονται στον λαό», δήλωσε ο Σι σε ομιλία του στον ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2021. Η διατύπωση του Xi υπονομεύει διακριτικά την σύνδεση μεταξύ δικαιωμάτων και φιλελεύθερων δημοκρατικών αξιών, επαναπροσδιορίζοντας τα «ανθρώπινα δικαιώματα» ως πρόσβαση στις οικονομικές ευκαιρίες. Στην επικοινωνία με το παγκόσμιο κοινό, τα κινεζικά διεθνή μέσα ενημέρωσης, όπως το China Daily και το CGTN, ακολουθούν το παράδειγμα του Xi και δίνουν έμφαση στις οικονομικές προόδους της Κίνας. Το ΚΚΚ υποστηρίζει αυτού του είδους την διπλωματία ήπιας ισχύος με πράξεις υλικής γενναιοδωρίας. Για παράδειγμα, νωρίτερα φέτος, ο Xi υποσχέθηκε 500 εκατομμύρια δολάρια για την στήριξη αναπτυξιακών στόχων στις χώρες της Κεντρικής Ασίας, συμπεριλαμβανομένων των βελτιώσεων στην γεωργία και την δημόσια υγεία.

Η Κίνα προσπαθεί επίσης να ενισχύσει την ήπια ισχύ της [11] μέσω της εκπαίδευσης. Τα κρατικά χρηματοδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης που προσφέρει η Κίνα σε αξιωματούχους σε χώρες του παγκόσμιου Νότου παρουσιάζουν το ΚΚΚ ως έμπνευση για γρήγορη ανάπτυξη, ειδικά όταν πρόκειται για την καταπολέμηση της φτώχειας. «Έβγαλαν 700 εκατομμύρια [ανθρώπους] από την φτώχεια!» αναφώνησε ένας Αιθίοπας αξιωματούχος που συνάντησα στην Αντίς Αμπέμπα το 2019, ο οποίος έχει παρακολουθήσει αρκετές κινεζικές εκπαιδεύσεις. Στην συνέχεια απαρίθμησε μια λίστα με γεγονότα και στοιχεία που είχε μάθει στο ταξίδι του στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένου του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ της χώρας, του αριθμού των πανεπιστημίων που φιλοξενεί, ακόμη και του ποσοστού αστικοποίησης.

Η ήπια ισχύς των ΗΠΑ επωφελείται από την εικόνα των αμερικανικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ως ελίτ και κορυφαίας βαθμίδας˙ αντίθετα, τα κινεζικά πανεπιστήμια χρησιμοποιούν τα σχετικά χαμηλά δίδακτρα και την διαθεσιμότητα κρατικών υποτροφιών ως σημεία προώθησης όταν στρατολογούν φοιτητές από τον παγκόσμιο Νότο. (Πριν από την πανδημία της COVID-19, περίπου 80.000 φοιτητές από την Αφρική σπούδαζαν στην Κίνα, καθιστώντας την τον δεύτερο πιο δημοφιλή προορισμό για Αφρικανούς φοιτητές, μετά την Γαλλία). Η Κίνα συνδέει επίσης τα διεθνή εκπαιδευτικά της προγράμματα απευθείας με οικονομικές ευκαιρίες που χρηματοδοτούνται από το κράτος. Κατά την προώθηση των Ινστιτούτων Κομφούκιου, το Πεκίνο δίνει έμφαση όχι μόνο στις υποτροφίες που μπορούν να λάβουν οι φοιτητές, αλλά και στις δυνατότητες απασχόλησης σε κινεζικές εταιρείες που απολαμβάνουν οι απόφοιτοι. Στην Αιθιοπία, για παράδειγμα, οι διαφημίσεις για τα Ινστιτούτα Κομφούκιου αναφέρουν, μεταξύ άλλων πρακτικών πλεονεκτημάτων της μελέτης κινεζικών, την δυνατότητα απόκτησης υψηλά αμειβόμενης εργασίας σε κινεζική εταιρεία. (Η απόλαυση της κινεζικής κουλτούρας εμφανίζεται σχεδόν στο τέλος της λίστας). Οι συνεντεύξεις μου με φοιτητές και στελέχη πανεπιστημίων στην Αιθιοπία αποκάλυψαν ότι πολλοί απόφοιτοι ινστιτούτων καταλήγουν να εργάζονται ως μεταφραστές σε κινεζικές επιχειρήσεις, όπου αμείβονται με διπλάσιο από το μέσο μισθό ενός Αιθίοπα καθηγητή πανεπιστημίου.

Από μια Δυτική προοπτική, η Κίνα μπορεί να φαίνεται ότι αναπληρώνει την έλλειψη ιδεολογικής ισχύος με υλικά κίνητρα. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η Κίνα στην πραγματικότητα δεν ασκεί καθόλου ήπια ισχύ, αλλά χρησιμοποιεί την οικονομική της δύναμη για να εμπλακεί με τους ανθρώπους. Αυτή η κριτική παραβλέπει το γεγονός ότι παρόλο που τέτοια οικονομικά κίνητρα δεν αποτελούν ασκήσεις ήπιας ισχύος, ενισχύουν την ήπια ισχύ της Κίνας δυναμώνοντας την εικόνα της χώρας ως προπύργιο γενναιοδωρίας, ευκαιριών, ικανότητας, και πραγματισμού. Η οικονομική δέσμευση έχει επίσης μια συναισθηματική διάσταση, ενθαρρύνοντας μια συναισθηματική σύνδεση με την Κίνα, ειδικά σε μέρη όπου άλλες ευκαιρίες είναι σπάνιες. Αυτό που μπορεί να φαίνεται συναλλακτικό στα μάτια της Δύσης, στην πραγματικότητα μεταδίδει ένα ισχυρό μήνυμα για το τι κάνει την Κίνα ελκυστική.

Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΟΥΛΑΕΙ

Στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες Δυτικές βιομηχανοποιημένες δημοκρατίες, η κινεζική ήπια ισχύς είχε μικρό αντίκτυπο, όπως αποδεικνύεται από τη μείωση της εύνοιας προς την Κίνα σε τέτοια μέρη τα τελευταία χρόνια. Αυτό είναι εν μέρει ένα υποπροϊόν των προϋπαρχόντων αρνητικών συσχετισμών της Κίνας με τον κομμουνισμό και τον αυταρχισμό. Αυτές οι αρνητικές απόψεις συνδέονται επίσης με την ολοένα και πιο διεκδικητική εξωτερική πολιτική της Κίνας υπό τον Σι, συμπεριλαμβανομένης της ανόδου της διπλωματίας που είναι γνωστή ως «Wolf Warrior», η οποία περιλαμβάνει αξιωματούχους που χρησιμοποιούν ανταγωνιστική, ακόμη και βάναυση ρητορική για να επιτεθούν στους επικριτές της Κίνας, ειδικά στην Δύση.

Στον παγκόσμιο Νότο [12], ωστόσο, συμπεριλαμβανομένης της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, η πιο πραγματιστική προσέγγιση της Κίνας για την ήπια ισχύ, που διαστρωματώνεται επιπλέον της επεκτατικής οικονομικής της εμπλοκής, είχε μεγαλύτερη επιτυχία. Οι τελευταίες έρευνες κοινής γνώμης στην Αφρική διαπίστωσαν ένα ως επί το πλείστον θετικό συναίσθημα για την οικονομική και πολιτική επιρροή της Κίνας στην ήπειρο˙ σχεδόν τα δύο τρίτα των Αφρικανών που ερωτήθηκαν σε 34 χώρες θεώρησαν την επιρροή της Κίνας ως «κάπως θετική» ή «πολύ θετική». Και σε μια έρευνα που διεξήγαγε το Pew Research Center στην Αργεντινή, την Βραζιλία, και το Μεξικό το 2019, περίπου οι μισοί από τους ερωτηθέντες ανέφεραν ότι είχαν μια ευνοϊκή εικόνα για την Κίνα˙ μόνο το περίπου 25% εξέφρασε αρνητικές απόψεις.

Στην έρευνά μου για την κινεζική ήπια ισχύ στην Αιθιοπία, καθώς και στις συνεντεύξεις μου με αφρικανικές ελίτ που σπουδάζουν και παρακολουθούν επαγγελματικές εκπαιδεύσεις στο Πεκίνο, βρήκα μια γενική εκτίμηση για τα κινεζικά εργαλεία ήπιας ισχύος, όπως οι εκπαιδευτικές ευκαιρίες. Σε αντίθεση με τον μικρό αριθμό άκρως ανταγωνιστικών προγραμμάτων υποτροφιών που χρηματοδοτούνται από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, η Κίνα προσφέρει χιλιάδες υποτροφίες για την κάλυψη του κόστους πτυχίων και προγραμμάτων κατάρτισης για αφρικανικές ελίτ και νέους. Στην Αιθιοπία, σχεδόν κάθε υπάλληλος που συναντά κάποιος, έχει ήδη πάει στην Κίνα ή σχεδιάζει να πάει ή γνωρίζει κάποιον που έχει πάει. Αυτοί είναι φιλόδοξοι άνθρωποι, διψασμένοι για εμπειρία από πρώτο χέρι σε μεγάλα κέντρα παγκόσμιας ισχύος, και παρόλο που η Κίνα μπορεί να μην είναι ο κορυφαίος προορισμός τους, είναι συχνά ο μόνος εφικτός. Όπως μου είπε ένας Αιθίοπας επαγγελματίας των μέσων ενημέρωσης στην Αντίς Αμπέμπα κατά την διάρκεια της επίσκεψής μου το 2019, «Είναι καλύτερα να βλέπω την Κίνα παρά να μένω σπίτι και να μην βλέπω τίποτα».

Ένας σιδηρόδρομος κινεζικής κατασκευής στην πόλη Sultan Hamud, στην Κένυα, τον Φεβρουάριο του 2019. Baz Ratner / Reuters
 

--------------------------------------------------------------

Για το ευρύτερο κοινό σε μέρη όπως η Αιθιοπία, η κινεζική ήπια ισχύς τείνει να γίνεται ορατή μέσω έργων υποδομών, όπως οι σιδηρόδρομοι, οι γέφυρες, και οι αυτοκινητόδρομοι. Πολλά από αυτά τα έργα είναι αμφιλεγόμενα λόγω των επαχθών δανείων, των διαφωνιών σχετικά με εργασιακά ζητήματα, και των ανησυχιών για την ποιότητα και την ασφάλεια. Ωστόσο, ανεβάζουν το κύρος της Κίνας [13]. Στην Αντίς Αμπέμπα, πανταχού παρόντα εργοτάξια που χρηματοδοτούνται από κινεζικές επενδύσεις καλύπτονται με αφίσες που διαφημίζουν κινεζικές εταιρείες. Όταν ρώτησα τους Αιθίοπες για τις επικρίσεις των Αμερικανών αξιωματούχων που προειδοποιούν για την κακή επιρροή της Κίνας στην πολιτική και την κοινωνία της Αιθιοπίας, η απάντηση που άκουγα συχνά ήταν: «Και πού είναι οι Αμερικανοί;».

Αν και αναγνωρίζουμε την σχετική ελκυστικότητα και τα πλεονεκτήματα της Κίνας στον παγκόσμιο Νότο, είναι σημαντικό να μην αντιμετωπίζουμε τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας εκεί ή αλλού ως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Πολλοί άνθρωποι βρίσκουν τόσο την Κίνα όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείες ελκυστικές και αντιλαμβάνονται τα διαφορετικά μοντέλα τους ως συμπληρωματικά και όχι ως αμοιβαίως αποκλειόμενα. Ακόμη και σε περιοχές όπως η Νοτιοανατολική Ασία [14], όπου υπάρχουν περισσότερες απροκάλυπτες καχυποψίες και αμφισβήτηση της κινεζικής επιρροής και της ήπιας ισχύος, οι έρευνες δείχνουν μια έντονη απροθυμία συμπαράταξης με οποιαδήποτε από τις δυο χώρες.

Στις συνεντεύξεις μου με Αιθίοπες στην Αντίς Αμπέμπα και στο Πεκίνο, διαπίστωσα ότι πολλοί ασπάζονται την ιστορία της οικονομικής επιτυχίας της Κίνας και την ιδέα μιας κοινής αναπτυξιακής τροχιάς, ενώ εξέφρασαν επίσης υποστήριξη για αξίες που συνδέονται με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι δημοκρατικές ελευθερίες. Οι ελίτ σε μέρη όπως η Αιθιοπία αναζητούν ευκαιρίες για αλληλεπίδραση με άτομα και ιδρύματα και στις δύο χώρες και μερικές φορές βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο. Για παράδειγμα, Αιθίοπες δημοσιογράφοι που παρακολούθησαν εκπαιδευτικά προγράμματα στην Κίνα, συχνά ρωτούν για παρόμοιες ευκαιρίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στην Αιθιοπία και αλλού, οι αξιωματούχοι χρησιμοποιούν συχνά την δέσμευση της Κίνας ως διαπραγματευτικό χαρτί για να κάνουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να συνεισφέρουν περισσότερο. Για παράδειγμα, σε ένα εργαστήριο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πραγματοποιήθηκε από την Πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αντίς Αμπέμπα το 2019, ένας Αιθίοπας εκπαιδευτικός αξιωματούχος επισήμανε την Κίνα ως παράδειγμα μιας από τις χώρες που «παίρνουν τους μαθητές μας», υπονοώντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να παρέχουν παρόμοιες ευκαιρίες. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι που ήταν παρόντες αγνόησαν ευγενικά αυτό το σχόλιο και έμειναν στο να δίνουν έμφαση στις προσφορές των ΗΠΑ, όπως οι υποτροφίες κύρους και οι συνεργασίες πανεπιστημίου με πανεπιστήμιο. Ιδιωτικά, ωστόσο, ένας υπάλληλος της πρεσβείας αναγνώρισε ότι η Κίνα ανταγωνίζεται «σε κλίμακα» όσον αφορά την εκπαιδευτική πρόσβαση των Αφρικανών και ότι για πολλούς Αφρικανούς φοιτητές, η Κίνα είναι ο πιο πιθανός προορισμός.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Κοιτάζοντας το μέλλον, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα θα αντιμετωπίσουν χαρακτηριστικές προκλήσεις όσον αφορά την προώθηση της ήπιας ισχύος. Η προσέγγιση της Ουάσιγκτον ελέγχεται λόγω της αποσύνδεσης μεταξύ της έμφασης της χώρας στις δημοκρατικές αξίες και της ασυνεπούς προσήλωσής της σε αυτές. Η δημοκρατική διάβρωση, οι διάχυτες φυλετικές διακρίσεις, και οι επιθέσεις στα αναπαραγωγικά δικαιώματα στο εσωτερικό απομειώνουν την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών ως δημοκρατία που εμπνέει. Σε εργαστήρια (workshops) με αξιωματούχους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ, αισθάνθηκα μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση της ανάγκης αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων, αλλά και ένα αίσθημα φόβου ότι κάτι τέτοιο δημοσίως θα έθετε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μειονεκτική θέση έναντι της Κίνας. «Δεν θα μας έκανε να φαινόμαστε αδύναμοι;» ρώτησε ένας αξιωματούχος όταν πρότεινα ότι η δημόσια διπλωματία των ΗΠΑ θα μπορούσε να εκφραστεί με περισσότερη ειλικρίνεια και ταπεινότητα σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η αμερικανική δημοκρατία.

Στο εξωτερικό, η επιλεκτική δέσμευση της Ουάσιγκτον στα ανθρώπινα δικαιώματα ενθαρρύνει τον κυνισμό σχετικά με τις προθέσεις της. Η αποτυχία των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους να κινητοποιήσουν μεγάλο μέρος του παγκόσμιου Νότου, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων χωρών όπως η Βραζιλία, η Ινδία, και η Νότια Αφρική, στην αντιπαράθεση με την Ρωσία αντανακλά βαθιά ριζωμένη δυσπιστία. Εξηγώντας την απροθυμία τους να καταδικάσουν την Ρωσία, αξιωματούχοι από τέτοιες χώρες τείνουν να κατηγορούν το ΝΑΤΟ ότι διαδραμάτισε ρόλο στην δημιουργία της κρίσης στην Ουκρανία και υποβαθμίζουν την επιθετικότητα της Ρωσίας υποδεικνύοντας τους πολέμους που διεξάγουν οι Ηνωμένες Πολιτείες -ρητορική που απηχεί ακριβώς εκείνη των Κινέζων διπλωματών και των [κινεζικών] κρατικών μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δένουν επίσης τα ίδια τους τα χέρια με το να περιορίζουν τις επενδύσεις τους σε ανθρώπινο κεφάλαιο μέσω ευκαιριών κατάρτισης και εκπαίδευσης. Οι Αμερικανοί διπλωμάτες εκφράζουν συχνά ενδιαφέρον για την ιδέα του ανταγωνισμού με την Κίνα όσον αφορά τις υποτροφίες και άλλα μέσα προσέλκυσης ταλέντων. Αλλά πολλοί εκφράζουν επίσης την πεποίθηση ότι το καλύτερο ταλέντο θα βρει τον δρόμο του στις Ηνωμένες Πολιτείες οργανικά, μια πεποίθηση που δημιουργεί αδράνεια όταν πρόκειται να επανεξεταστεί εκ βάθρων η διεξαγωγή της δημόσιας διπλωματίας.

Από την πλευρά της, με το να βασίζεται σε πρακτικά κίνητρα και όχι σε ιδεολογικά οράματα, η Κίνα ελέγχεται για την ποιότητα των προσφορών της και διακινδυνεύει μια πλήρως συναλλακτική αμοιβαιότητα επί του πεδίου. Για παράδειγμα, οι εξαγωγές εμβολίων της Κίνας για την COVID-19 αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία σε πολλά μέρη του παγκόσμιου Νότου και παραγκωνίστηκαν υπέρ των Δυτικών επιλογών όταν κατέστησαν διαθέσιμες. Οι ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των κινεζικών εμβολίων επιβεβαιώθηκαν αργότερα. Ομοίως, σε συζητήσεις που είχα με μαθητές από διάφορες αφρικανικές χώρες, πολλοί ανησυχούσαν φωναχτά για την ποιότητα των αλληλεπιδράσεων μαθητή-δασκάλου και τις παιδαγωγικές προσεγγίσεις σε ορισμένα εκπαιδευτικά προγράμματα στην Κίνα. Μελέτες για τον αντίκτυπο των κινεζικών κρατικών μέσων ενημέρωσης στην Λατινική Αμερική και στην Αφρική έχουν επισημάνει περιορισμένη λαϊκή κατανάλωση, εν μέρει επειδή οι άνθρωποι θεωρούσαν το περιεχόμενο ως μη ελκυστικό. Για να γεφυρώσει το χάσμα ποιότητας, το ΚΚΚ θα πρέπει να μετατοπίσει τις μετρήσεις αξιολόγησης από την ποσότητα προς την ποιότητα και να επιτρέψει περισσότερη δημιουργική ελευθερία, ειδικά στα μέσα ενημέρωσης -δυο προσαρμογές που φαίνεται απίθανο να συμβούν υπό τον Xi.

Ευρύτερα, η πραγματιστική προσέγγιση της ήπιας ισχύος της Κίνας κινδυνεύει να καταρρεύσει σε απλή συναλλακτικότητα, με το οποιοδήποτε όφελος για την Κίνα να εξαρτάται από την λήψη υλικών οφελών από άλλους. Όταν ρώτησα αξιωματούχους του αιθιοπικού πανεπιστημίου τι θα γινόταν με τα Ινστιτούτα Κομφούκιου στην χώρα εάν οι σπουδές σε αυτά δεν οδηγούσαν πλέον σε θέσεις εργασίας σε κινεζικές εταιρείες, η απάντησή τους ήταν σαφής και λιτή: «Θα τα κλείναμε». Μένει να δούμε το πώς τα χρόνια της πανδημικής απομόνωσης της Κίνας, που έχουν εμποδίσει τις ανταλλαγές ανθρώπων με ανθρώπους, θα επηρεάσουν την εικόνα της στον παγκόσμιο Νότο. Ελλείψει ενός ευρύτερου ιδεατικού οράματος, ωστόσο, η Κίνα θα πρέπει να συνεχίσει να κάνει ολοένα μεγαλύτερα δώρα –ένα έργο που θα γίνει πιο δύσκολο εάν η κινεζική οικονομία συνεχίσει να επιβραδύνεται.

Οι αξιωματούχοι στις Ηνωμένες Πολιτείες σκέφτονται, μιλούν για, και χρησιμοποιούν συνειδητά την ήπια ισχύ, αν και άνισα και συχνά διφορούμενα, εδώ και δεκαετίες. Οι Κινέζοι ομόλογοί τους ξεκίνησαν αργότερα. Αυτό θα μπορούσε να είναι ένα μειονέκτημα, αλλά θα μπορούσε επίσης να λειτουργήσει προς όφελος της Κίνας. Οι αντιφάσεις, οι εσωτερικές εντάσεις, ακόμη και η υποκρισία έχουν υφανθεί βαθιά στην ήπια ισχύ των ΗΠΑ. Με την σωστή διαχείριση, το λιγότερο υψηλόφρον όραμα της ήπιας ισχύος της Κίνας θα μπορούσε ακόμη να αποφύγει αυτό το πρόβλημα, εφόσον μπορεί να παραμείνει «ήπιο» κατά τι. Εν τω μεταξύ, παρά την πεποίθηση στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο ότι οι δύο χώρες εμπλέκονται σε έναν ανταγωνισμό ήπιας ισχύος, η πραγματικότητα μοιάζει περισσότερο με συνύπαρξη ήπιας ισχύος. Η επιτυχία τους στο να γίνουν πιο ελκυστικές δεν εξαρτάται τόσο από το να ξεπεράσουν η μια την άλλη όσο από το να ξεπεράσουν τις δικές τους εσωτερικές τριβές. Καθώς κάθε χώρα προσπαθεί να βελτιώσει την ελκυστικότητά της και να μειώσει την ελκυστικότητα της άλλης, μεγάλο μέρος του κόσμου ενδιαφέρεται λιγότερο για το ερώτημα εάν το αμερικανικό ή το κινεζικό μοντέλο είναι το πιο ελκυστικό συνολικά και ενδιαφέρεται περισσότερο για το τι έχει να προσφέρει το καθένα.

Η MARIA REPNIKOVA είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας στο Georgia State University και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Chinese Soft Power [1].

Foreign Affairs

https://foreignaffairs.gr/articles/74107/maria-repnikova/to-isozygio-tis-ipias-isxyos?page=show

https://www.foreignaffairs.com/china/soft-power-balance-america-china

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum