Όπως γράφει το in.gr, η νέα
τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ είναι
ακόμη μικρότερης εμβέλειας σε σχέση
με αυτήν της Lehman Brothers, καθώς
πρόκειται για τρεις περιφερειακές
τράπεζες, τρεις τράπεζες οι οποίες
έχουν έναν κοινό παρονομαστή: και
στις τρεις έλεγχο πραγματοποιούσε η
KPMG η μία εκ των Big Four (οι άλλες
τρεις είναι οι Deloitte, Ernst &
Young και Price Waterhouse Cooper).
Όπως αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι
Financial Times, ο κοινός αυτός
συσχετισμός επακόλουθα έχει εγείρει
μια σειρά ερωτημάτων: οι ορκωτοί
λογιστές της KPMG αν έκαναν σωστά τη
δουλειά τους. Και κυρίως πώς είναι
δυνατόν έως τα τέλη Φεβρουαρίου να
μην έχουν εντοπίσει κανένα πρόβλημα,
να βρίσκουν τα οικονομικά βιβλία των
τραπεζών σωστά και τον Μάρτιο να
επακολουθήσει ότι επακολούθησε.
Αρκετά
ερωτήματα
Τα
ερωτήματα που αιωρούνται είναι
αρκετά. Έχει η KPMG την κατάλληλη
τεχνογνωσία να εντοπίζει τους
κινδύνους; Ακόμη περισσότερο μπορεί
να εκτιμήσει πότε προκύπτει ένας
κίνδυνος για μια τράπεζα η οποία δεν
υπόκειται σε εποπτεία από την
Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ;
Επίσης
συνεργάτες ή στελέχη της KPMG έχουν
αναλάβει σημαντικό ρόλο στον
τραπεζικό κλάδο, μεταξύ άλλων σε
πρώην πελάτες της. Οι διευθύνοντες
σύμβουλοι της Signature και της
First Republic ήταν και οι δύο πρώην
συνεργάτες της KPMG.
Τι επισημαίνουν αναλυτές
Αναλυτές επισημαίνουν ότι οι
ρυθμιστικές αρχές είναι πιθανό να
δώσουν μεγάλη προσοχή στον διορισμό
της Κέισα Χάτσινσον στη Signature, η
οποία ήταν η επικεφαλής εταίρος στην
ομάδα ελέγχου της KPMG στην τράπεζα,
ως επικεφαλής κινδύνου το 2021,
λιγότερο από δύο μήνες μετά την
υπογραφή της έκθεσης ελέγχου το
2020.
Οι
κανόνες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
απαιτούν μια περίοδο 12 μηνών πριν
προσληφθεί ένας εταίρος σε ελεγκτική
εταιρεία από μια εταιρεία σε ρόλο
που επιβλέπει τη χρηματοοικονομική
πληροφόρηση, αν και αυτός συνήθως
ερμηνεύεται ως ρόλος οικονομικού
διευθυντή ή οικονομικού ελεγκτή.
Η
εταιρεία έχει δηλώσει ότι βρίσκεται
πίσω από τους ελέγχους της SVB και
της Signature, αρνούμενη να
σχολιάσει κάτι περισσότερο
επικαλούμενη το απόρρητο των πελατών
της.
«Η
KPMG έχει εδώ και καιρό μια
σημαντική και δυναμική ελεγκτική
πρακτική στον κλάδο των
χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Διεξάγουμε τους ελέγχους μας σύμφωνα
με τα επαγγελματικά πρότυπα» δηλώνει
εκπρόσωπος της εταιρείας.
Τρεις
υποθέσεις σε μία
«Είναι
τρεις υποθέσεις σε μία», είπε η
Φρανσίν Μακίνα, πρώην σύμβουλος της
KPMG η οποία επί του παρόντος δίνει
διαλέξεις στο Wharton School του
πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια.
«Είναι ένα αμφίβολο επίτευγμα. . .
και χρειαζόμαστε ισχυρή δράση για να
στηρίξουμε τις σκληρές συζητήσεις
από τις ρυθμιστικές αρχές»,
σημειώνει στους FT.
«Δεν
μπορείς να περιμένεις από τους
ορκωτούς λογιστές να γνωρίζουν ότι
έρχεται ένα bank run», υποστηρίζει η
Κέσια Ουίλιαμς Σμιθ, πρώην
αξιωματούχος σε ελεγκτικές
ρυθμιστικές αρχές και τώρα επίκουρος
καθηγήτρια λογιστικής στο North
Carolina A&T State University. «Αυτό
που είναι δίκαιο είναι να ρωτάμε για
την εκτίμηση κινδύνου ενός ορκωτού
λογιστή και εάν είχαν τις σωστές
ελεγκτικές διαδικασίες».
Πλέον
η KPMG πιθανόν να κληθεί να δώσει
εξηγήσεις αναφορικά με τον έλεγχο
που διεξήγαγε. Οι ερωτήσεις που
ενδεχομένως θα δεχθεί θα έχουν να
κάνουν με το αν οι εργαζόμενοί της
έχουν αρκετή ανεξαρτησία από τις
τράπεζες που ελέγχουν, αν έδωσαν την
πρέπουσα σημασία στους κινδύνους,
όπως και αν διαθέτουν τα κατάλληλα
προσόντα να εκτιμήσουν την ποιότητα
των οικονομικών καταστάσεων σε ένα
περιβάλλον το οποίο έχει αλλάξει
δραστικά εξαιτίας των επιτοκίων τα
οποία διαρκώς αυξάνονται.
Ο
ευρύτερος ρόλος
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς,
ερωτήματα μπορεί να τεθούν αναφορικά
με τον ευρύτερο ρόλο της KPMG στο
χρηματοπιστωτικό σύστημα. Κι αυτό
διότι βάσει των στοιχείων της Audit
Analytics, η KPMG έχει σημαίνοντα
ρόλο ως ελεγκτής στο τραπεζικό
σύστημα των ΗΠΑ σε σχέση με τις
υπόλοιπες Big Four, ενώ της αναλογεί
το μεγαλύτερο ποσοστό σε ελέγχους με
όρους περιουσιακών στοιχείων. Και το
πιο κύριο, ελέγχει την αμερικανική
κεντρική τράπεζα τη Federal Reserve.
«Είναι κάτι που έχει αντίκτυπο σε
ολόκληρο τον τραπεζικό κλάδο.
Δεδομένου του ενδιαφέροντος,
αναμένεται ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη
εποπτεία», σημειώνει η Ουίλιαμς
Σμιθ.
Οι
τράπεζες
Όπως
επισημαίνει το δημοσίευμα των
Financial Times, οι τράπεζες είναι
ιδιαίτερα σημαντικές για την KPMG.
Οι εισηγμένες στο χρηματιστήριο
τράπεζες κατέβαλαν στην εταιρεία για
τις υπηρεσίες περισσότερα των 325
εκατ. δολαρίων το 2021, το τελευταίο
έτος για το οποίο υπάρχουν πλήρη
στοιχεία, αντιπροσωπεύοντας περί του
14% των εσόδων της KPMG από τις
εισηγμένες. Το αντίστοιχο ποσοστό
για την PwC διαμορφώνεται στο 8%,
στο 3% για την EY και στο 2% για τη
Deloitte.
Την
περασμένη εβδομάδα η έκθεση της Fed
ανέδειξε το μέγεθος της αδυναμίας
της Silicon Valley να διαχειριστεί
τους κινδύνους όπως και τις
εσωτερικές λειτουργίες ελέγχου, δύο
ζητήματα τα οποία όμως πρέπει να
εντοπισθούν από εξωτερική ελεγκτική
εταιρεία.
Ο
Τζέφρι Γιόχανς, πρώην εταίρος της
PwC ο οποίος διδάσκει το μάθημα που
αφορά τον εταιρικό έλεγχο στο
Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Όστιν,
δήλωσε ότι αυτό θα μπορούσε να
εγείρει το ερώτημα αν η KPMG θα
έπρεπε να είχε επισημάνει αυτές τις
αδυναμίες στους επενδυτές ως
ουσιώδεις αδυναμίες που θα μπορούσαν
να επηρεάσουν τα οικονομικά
αποτελέσματα.
«Εάν
υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στη
λειτουργία του κινδύνου, πώς μπορεί
η τράπεζα να ισχυριστεί ότι δεν έχει
αδυναμία στους εσωτερικούς ελέγχους
της;», τονίζει.
Οι
καταθέτες εγκατέλειψαν την SVB εν
μέσω ανησυχιών ότι θα έπρεπε να
πουλήσει περιουσιακά στοιχεία που
είχαν προηγουμένως χαρακτηριστεί ως
«διακρατούμενα μέχρι τη λήξη»,
προκαλώντας ενδεχομένως ζημία 15
δισ. δολαρίων, επειδή τα υψηλότερα
επιτόκια είχαν μειώσει την αγοραία
αξία τους. Οι τράπεζες επιτρέπεται
να αποτιμούν τέτοια περιουσιακά
στοιχεία στο κόστος, εφόσον έχουν
την «πρόθεση και την ικανότητα» να
τα κρατήσουν μέχρι τη λήξη τους και
η σύμφωνη γνώμη της KPMG αποτελεί το
επίκεντρο των επικρίσεων, μεταξύ
άλλων σε μια ομαδική αγωγή που
κατέθεσαν οι επενδυτές της SVB κατά
της ελεγκτικής εταιρείας.
Θυμίζει τις επιπτώσεις από την
πτώχευση της Thornburg Mortgage
Το
θέμα θυμίζει τις επιπτώσεις από την
πτώχευση της Thornburg Mortgage, η
οποία ανακοίνωσε ότι είχε
οικονομικές δυσκολίες λίγο μετά τη
δημοσίευση από την KPMG μιας έκθεσης
χωρίς επιφύλαξη για τα αποτελέσματα
του 2007. Η Public Company
Accounting Oversight Board, η οποία
εποπτεύει τους ορκωτούς λογιστές,
έκρινε ότι ο επικεφαλής ελεγκτής της
KPMG έσφαλε ως προς τον τρόπο με τον
οποίο εξέτασε κατά πόσον η Thornburg
είχε τη δυνατότητα να διατηρήσει τα
περιουσιακά της στοιχεία μέχρι τη
λήξη τους, ωστόσο η γνωμοδότηση
ανατράπηκε στη συνέχεια από ανώτερη
ρυθμιστική αρχή.
Η
PCAOB σχεδιάζει να εντείνει και πάλι
τις επιθεωρήσεις
Η
PCAOB σχεδιάζει να εντείνει και πάλι
τις επιθεωρήσεις στον κλάδο των
χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Όπως
δήλωσε τον περασμένο μήνα, οι
έλεγχοι για το 2022 θα επικεντρωθούν
στο κατά πόσον οι τράπεζες θα έπρεπε
να είναι αναγκασμένες να
γνωστοποιήσουν περισσότερα για τους
κινδύνους που αφορούν τη ρευστότητα
και τα γεγονότα που συνέβησαν μεταξύ
του τέλους της χρήσης και της
δημοσίευσης της έκθεσης ελέγχου.
Η
Ουίλιαμς Σμιθ υπογραμμίζει ότι τα
υψηλότερα επιτόκια έχουν αλλάξει το
περιβάλλον για τις τράπεζες και
αιωρείται το ερώτημα σχετικά με το
αν η KPMG είχε αξιολογήσει σωστά
αυτόν και άλλους κινδύνους κατά τον
σχεδιασμό του ελέγχου της. «Είναι
ένα ηχηρό κάλεσμα προς όλους τους
ελεγκτές να βεβαιωθούν ότι κατανοούν
πως το περιβάλλον του πελάτη αλλάζει
και ότι πρέπει να σκέφτονται για το
μετά», καταλήγει.
|