Αυτό προκύπτει από τη
δημοσκόπηση των FT σε
ακαδημαϊκούς
οικονομολόγους, οι
οποίοι στην πλειονότητά
τους εξέφρασαν την άποψη
ότι έχει τελειώσει μεν ο
κύκλος σύσφιγξης της
νομισματικής πολιτικής,
αλλά την ίδια στιγμή τα
2/3 από αυτούς δεν
προβλέπουν ότι η
ομοσπονδιακή αμερικανική
τράπεζα θα προχωρήσει σε
μειώσεις πριν από τον
Ιούλιο του επόμενου
έτους.
Οι 3 στους 4
οικονομολόγους που
συμμετείχαν στη
δημοσκόπηση, η οποία
διενεργήθηκε το πρώτο
τετραήμερο του
Δεκεμβρίου, αναμένουν
ότι η Fed θα μειώσει τα
επιτόκια από το 5,25% –
5,5% κατά μόλις μισή
μονάδα ή και λιγότερο το
2024.
Οι οικονομολόγοι,
δηλαδή, τοποθετούν
χρονικά την αρχή της
νομισματικής χαλάρωσης
αργότερα από όσο
στοιχηματίζει η Wall
Street και σε πολύ
μικρότερη κλίμακα.
Οι traders αυξάνουν τα
στοιχήματα ότι η Fed θα
αρχίσει να μειώνει από
τον Μάρτιο σε περίπου 4%
μέχρι το τέλος του
χρόνου.
Από τα αποτελέσματα της
έρευνας αναδεικνύεται η
διάσταση απόψεων σχετικά
με την πολιτική της Fed
για τη μείωση του
πληθωρισμού, εν μέσω
νέων ενδείξεων ότι η
μεγαλύτερη οικονομία
στον κόσμο μπαίνει σε
τροχιά επιβράδυνσης.
Οι αξιωματούχοι της Fed
και άλλων κεντρικών
τραπεζών στις προηγμένες
οικονομίες βρίσκονται
αντιμέτωποι με το
ερώτημα πόσο καιρό θα
πρέπει να διατηρήσουν τα
επιτόκια υψηλά για να
περιορίσουν τη ζήτηση
από τα νοικοκυριά και
τις επιχειρήσεις – και
πότε μπορούν να αρχίσουν
να μειώνουν το κόστος
δανεισμού.
«Εξακολουθώ να βλέπω
μεγάλη δυναμική για την
οικονομία, επομένως δεν
βλέπω την ανάγκη για
μείωση των επιτοκίων
άμεσα και δεν νομίζω ότι
και η Fed σκοπεύει να το
κάνει», δήλωσε ο Τζέιμς
Χάμιλτον, καθηγητής
οικονομικών στο
Πανεπιστήμιο της
Καλιφόρνια στο Σαν
Ντιέγκο που συμμετείχε
στην έρευνα.
Τους τελευταίους πέντε
μήνες, η αμερικανική
οικονομία δημιουργεί
κατά μέσο όρο 190.000
νέες θέσεις εργασίας τον
μήνα –ρυθμός που, όπως
είπε πρόσφατα ο εκ των
αξιωματούχων της Fed
Κρίστοφερ Γουόλερ, είναι
κοντά στον μέσο όρο των
10 ετών από το 2010,
αλλά εξακολουθεί να
είναι υψηλότερος από
ό,τι απαιτείται για την
απορρόφηση όλων των
εργαζομένων που
εισέρχονται στο εργατικό
δυναμικό.
Η Λάουρα Κορονέο,
οικονομολόγος στο
Πανεπιστήμιο του York,
είπε ότι εκτός από μια
«ακόμη σφιχτή» αγορά
εργασίας που διατηρεί
την αύξηση των μισθών σε
υψηλά επίπεδα, ανησυχεί
και για το ενδεχόμενο
ένα σοκ στην τιμή του
πετρελαίου να επηρεάσει
τον ρυθμό αποκλιμάκωσης
του πληθωρισμού, με
φόντο την πρόσφατη
συμφωνία του ΟΚΕΠ+ για
παράταση των εθελοντικών
περικοπών στην παραγωγή
και τους φόβους για
κλιμάκωση των
συγκρούσεων στη Μ.
Ανατολή.
Οι περισσότεροι από τους
οικονομολόγους που
συμμετείχαν στην έρευνα
θεώρησαν απίθανο ότι ο
προτιμώμενος πληθωρισμός
της Fed -ο δείκτης τιμών
των δαπανών προσωπικής
κατανάλωσης,
αφαιρουμένων των τιμών
τροφίμων και ενέργειας-
θα παραμείνει πάνω από
το 3% μέχρι τον επόμενο
Δεκέμβριο. Η μέση
εκτίμησή τους για το
τέλος του 2024 ήταν
2,7%. Τον προηγούμενο
Οκτώβριο διαμορφώθηκε
στο 3,5%.
Εκτός από τη διατήρηση
των επιτοκίων σε υψηλά
επίπεδα για παρατεταμένη
περίοδο, οι
οικονομολόγοι δεν
αναμένουν επίσης αλλαγές
στα σχέδια της Fed για
συρρίκνωση του
ισολογισμού της σχεδόν 8
τρισεκατομμυρίων
δολαρίων.
Περισσότεροι από 6 στους
10 υπολόγισαν ότι η
κεντρική τράπεζα δεν θα
επιβραδύνει το πρόγραμμα
ποσοτικής σύσφιγξης
μέχρι το τρίτο τρίμηνο
του 2024.
Υπενθυμίζεται ότι στο
πλαίσιο των προσπαθειών
της να ενισχύσει τις
χρηματοπιστωτικές
συνθήκες στην οικονομία
και να μειώσει τη
ζήτηση, η Fed έχει από
τον Σεπτέμβριο του 2022
στόχο να περικόψει έως
και 95 δισεκατομμύρια
δολάρια το μήνα από τα
περιουσιακά της
στοιχεία.
Οι περισσότεροι από τους
οικονομολόγους δεν
θεωρούν ότι υπήρχε
μεγάλη πιθανότητα ύφεσης
μέσα στο επόμενο έτος,
ενώ λίγο περισσότεροι
από τους μισούς
διακρίνουν τουλάχιστον
50% πιθανότητα να
ξεκινήσει μια ύφεση το
τρίτο τρίμηνο του 2025 ή
αργότερα.
Οι συμμετέχοντες ήταν
διχασμένοι σχετικά με
τις προοπτικές για το
ποσοστό ανεργίας, με μια
μικρή πλειοψηφία να
αναμένει ότι θα μπορούσε
να φτάσει το 5% τα
επόμενα τρία χρόνια. Το
υπόλοιπο 46% περιμένει
ότι θα παραμείνει κάτω
από αυτό το επίπεδο. |