Ο
κ. Αναστασάτος σημειώνει
ότι με βάση την επίδοση
του τρίτου
τριμήνου αυξάνονται οι
πιθανότητες η ανάπτυξη
του ΑΕΠ να υπερβεί
το 2% για το σύνολο του
έτους, αν δεν υπάρξει
κάποια σημαντική
αναθεώρηση στα στοιχεία.
Από την άλλη πλευρά
επισημαίνει την υστέρηση
των επενδύσεων
υπογραμμίζοντας την
ανάγκη συνέχισης της
προσπάθειας στα μέτωπα
της προσέλκυσης
επενδύσεων και των
διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων.
Αναλυτικότερα ο
κ. Αναστασάτος,
επισημαίνει: «Το ελληνικό
ΑΕΠ σημείωσε το 3 ο
τρίμηνο πραγματική
αύξηση κατά 2,4% σε
ετήσια βάση και κατά
0,3% σε τριμηνιαία βάση.
Δεδομένης της ανάπτυξης
κατά 2,2% και 2,3% που
καταγράφηκε για το 1ο
και το 2ο τρίμηνο, για
το εννεάμηνο η ανάπτυξη
διαμορφώθηκε στο 2,3%,
οριακά υψηλότερη από την
ετήσια πρόβλεψη της
Κυβέρνησης για ανάπτυξη
2,2% στο σύνολο του
έτους.
Το
πραγματικό ΑΕΠ, μετά κι
από αυτό το
τρίμηνο, παραμένει
15,9% μικρότερο από την
κορυφή του 2 ου τριμήνου
του 2007. Η ανάπτυξη σε
σημαντικό βαθμό
στηρίχθηκε στην
ανθεκτικότητα της
ιδιωτικής κατανάλωσης, η
οποία επιταχύνθηκε
στο 2,1% YoY, από
1,8%YoY και παρά την
κάμψη των δεικτών
του λιανεμπορίου την
ίδια περίοδο, πιθανώς
λόγω της ανθεκτικότητας
των υπηρεσιών.
Αντίθετα,
οι επενδύσεις αυξήθηκαν
κατά μόλις 0,3%ΥοY
(μείωση κατά - 1,1% σε
τριμηνιαία βάση), η
μικρότερη αύξηση από το
2021. Η άνοδος οφείλεται
στον μηχανολογικό
εξοπλισμό και οπλικά
συστήματα (+8,1% ΥοΥ)
και τις λοιπές
κατασκευές (+5,6% YoY),
ενώ οι
υπόλοιπες υποκατηγορίες
επενδύσεων παρουσίασαν
μείωση σε ετήσια βάση.
Ως
αποτέλεσμα, το μερίδιο
των επενδύσεων παγίων
στο ΑΕΠ έφτασε
στο εννεάμηνο του 2024
το 15,8%, ακριβώς όσο
και στο εννεάμηνο
πέρυσι,
έναντι 20,6% στην Ευρωζώνη.
Η ποσοτικά μεγαλύτερη
συνεισφορά στην ανάπτυξη
του ΑΕΠ προήλθε για ένα
ακόμα τρίμηνο από τα
αποθέματα, τα οποία
αυξήθηκαν κατά 163% σε
ετήσια βάση, με
αποτέλεσμα οι συνολικές
επενδύσεις να αυξηθούν
κατά 18,7% YoY, παρά την
ισχνή αύξηση των
επενδύσεων παγίων.
Δεν
είναι γνωστό σε ποιο
βαθμό αυτό το μέγεθος
αφορά αποθεματοποίηση
από τις επιχειρήσεις ή
ημιτελή επενδυτικά
αγαθά, πιθανώς
σχετιζόμενα με το ΤΑΑ,
τα οποία θα
αναταξινομηθούν στις
επενδύσεις σε επόμενη
αναθεώρηση. Ο εξωτερικός
τομέας είχε για ένα
ακόμη τρίμηνο αρνητική
συνεισφορά στην
ανάπτυξη, καθώς οι
εξαγωγές αγαθών και
υπηρεσιών αυξήθηκαν με
βραδύτερο ρυθμό (+3,3%
YoY) σε σχέση με τις
εισαγωγές (+4,2% ΥοΥ).
Το
ποσοστό ανεργίας το
τρίτο τρίμηνο μειώθηκε
στο 9%, το χαμηλότερο
ποσοστό από το 2ο
τρίμηνο του 2009. Ο
αριθμός των ανέργων
μειώθηκε κατά 86
χιλιάδες ενώ ο αριθμός
των απασχολούμενων
αυξήθηκε και 68
χιλιάδες, το οποίο
υποδηλώνει μία μικρή
μείωση στο ποσοστό
συμμετοχής στην αγορά
εργασίας.
Η
ανεργία μειώθηκε
ταχύτερα στις γυναίκες
και τους νέους, όπου
καταγράφονται και τα
μεγαλύτερα ποσοστά
ανεργίας.
Συμπερασματικά, η
υπεραπόδοση της
ελληνικής οικονομίας
συνεχίζεται παρά την
αδύναμη ανάπτυξη
στην Ευρωζώνη και
αυξάνονται οι
πιθανότητες το νούμερο
να υπερβεί το 2% για το
σύνολο του έτους, αν δεν
υπάρξει κάποια σημαντική
αναθεώρηση στα στοιχεία.
Ωστόσο,
ο μετασχηματισμός του
ελληνικού υποδείγματος
ανάπτυξης, ώστε αυτό να
αντλεί μεγαλύτερες
συνεισφορές από τις
εξαγωγές και τις
επενδύσεις, είναι ακόμα
ημιτελής. Απαιτείται
συνέχιση της προσπάθειας
στα μέτωπα της
προσέλκυσης επενδύσεων
και των διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων, ώστε να
βελτιωθεί το προφίλ
διατηρησιμότητας της
ανάπτυξης
στο μακροχρόνιο
διάστημα.»
|