Πολλές
από τις αποφάσεις που
έχουν εκδοθεί μέχρι
σήμερα δικαιώνουν τους
δανειολήπτες αυτούς
κάνοντας αποδεκτό το
σκεπτικό της προσφυγής
τους, ότι δηλαδή ο
εκτοκισμός όλου του
άληκτου κεφαλαίου θα
οδηγούσε σε υπέρμετρο
δανεισμό των εν λόγω
οφειλετών
καταστρατηγώντας το
πνεύμα του νόμου που
είναι ο απεγκλωβισμός
τους από το χρέος.
Αντίθετα, άλλες
αποφάσεις επικυρώνουν
την πρακτική των
τραπεζών να εφαρμόζουν
το εκάστοτε επιτόκιο στο
σύνολο της οφειλής. Το
πρόβλημα με τον τρόπο
εκτοκισμού των δανείων
δημιουργήθηκε μετά την
άνοδο των επιτοκίων από
το 2022 που οδήγησε σε
αύξηση του βασικού
επιτοκίου με βάση το
οποίο επιβαρύνονταν τα
συγκεκριμένα δάνεια και
άρα αύξηση της δόσης. Η
συνέπεια ήταν όλο και
περισσότεροι οφειλέτες
να βρεθούν αντιμέτωποι
με υψηλές δόσεις και να
καταφύγουν στην
αμφισβήτηση του τρόπου
εκτοκισμού του δανείου
τους, προβάλλοντας την
άποψη ότι ο τόκος θα
πρέπει να εφαρμόζεται
κάθε μήνα στη μηνιαία
δόση.
Θα
πρέπει να σημειωθεί ότι
ο νόμος 3869, γνωστός ως
νόμος Κατσέλη που
θεσμοθετήθηκε το 2010
για την προστασία της
πρώτης κατοικίας,
προβλέπει στο άρθρο 9
ότι «η εξυπηρέτηση της
οφειλής γίνεται με
επιτόκιο που δεν
υπερβαίνει αυτό της
ενήμερης οφειλής ή το
μέσο επιτόκιο
στεγαστικού δανείου με
κυμαινόμενο επιτόκιο που
ισχύει κατά τον
τελευταίο μήνα για τον
οποίο υφίσταται μέτρηση,
αναπροσαρμοζόμενο με
επιτόκιο αναφοράς αυτό
των πράξεων κύριας
αναχρηματοδότησης της
ΕΚΤ». Οπως προβλέπει το
ίδιο άρθρο, «για τον
προσδιορισμό της
περιόδου τοκοχρεολυτικής
εξόφλησης της οριζόμενης
συνολικής οφειλής
λαμβάνεται υπόψη το
συνολικό ύψος της
οφειλής και η οικονομική
δυνατότητα του
οφειλέτη».
Η ανάγκη
ερμηνείας ωστόσο της
διάταξης αυτής που
σύμφωνα με τις τράπεζες
είναι σαφής ως προς τον
τρόπο εκτοκισμού,
προβλέποντας
τοκοχρεολυτική εξόφληση
της συνολικής οφειλής,
υποχρέωσε τα πρωτοβάθμια
δικαστήρια της χώρας να
καταφύγουν στην
Ολομέλεια του Αρείου
Πάγου, προκειμένου να
κρίνει αμετάκλητα το
θέμα, δίνοντας τέλος
στις μαζικές προσφυγές
και στην ανασφάλεια
δικαίου που έχει
δημιουργηθεί. Η πιλοτική
δίκη, όπως ονομάζεται,
έχει οριστεί για τις 27
Φεβρουαρίου και τυχόν
αποδοχή της αυτοτελούς
επιβολής του επιτοκίου
στη μηνιαία δόση απειλεί
να τινάξει στον αέρα τη
βασική τραπεζική αρχή
της τοκοχρεολυτικής
εξόφλησης των δανείων.
Είναι ενδεικτικό ότι ένα
δάνειο 100.000 ευρώ με
επιτόκιο 3% και χρόνο
αποπληρωμής τα 20 χρόνια
ανεβάζει τη συνολική
οφειλή σε 135.000 ευρώ
με μηνιαία δόση 560
ευρώ. Ο εκτοκισμός μόνο
της δόσης θα περιόριζε
δραστικά τους τόκους που
θα επιβαρύνονταν το ίδιο
δάνειο και θα σήμαινε
ουσιαστικά άτοκο
δανεισμό, αφού θα είχε
δόση 420 ευρώ τον μήνα
και μόλις 12,5 ευρώ
τόκους ανά δόση, δηλαδή
συνολικά 3.000 ευρώ
τόκους για όλη τη
διάρκεια της 20ετούς
αποπληρωμής.
Σύμφωνα
με τους υπολογισμούς των
servicers, το κόστος από
την ανατροπή της μέχρι
σήμερα πάγιας πρακτικής
υπολογίζεται σε 1,3 δισ.
ευρώ μόνο για τα δάνεια
του νόμου Κατσέλη, που
συνολικά ανέρχονται σε
12,5 δισ. ευρώ. Τα
δάνεια αυτά έχουν
τιτλοποιηθεί μέσω του
μηχανισμού κρατικών
εγγυήσεων «Ηρακλής» και
τυχόν ανατροπή του
τρόπου εκτοκισμού τους
θα οδηγούσε σε σημαντική
απώλεια εσόδων, ανατροπή
των επιχειρησιακών
σχεδίων που έχουν
συμφωνηθεί στο πλαίσιο
των τιτλοποιήσεων και
νομοτελειακά κατάπτωση
των κρατικών εγγυήσεων.
Το
πρόβλημα ωστόσο δεν
σταματά εκεί, αφού εκτός
από τα δάνεια του νόμου
Κατσέλη αντίστοιχη
μεταχείριση θα μπορούσαν
να διεκδικήσουν και
άλλες ευαίσθητες
κατηγορίες οφειλετών,
όπως οι δανειολήπτες που
κάνουν αίτηση για τον
εξωδικαστικό μηχανισμό
και γιατί όχι το σύνολο
των οφειλετών είτε είναι
ευάλωτοι είτε όχι,
αμφισβητώντας τον πυρήνα
της τραπεζικής πρακτικής
στις χορηγήσεις.
Πηγή:
Money Review
|