Πάνω από 1 δισ. ευρώ η
ζημιά για τις τράπεζες
Η άμεση
οικονομική ζημιά
υπολογίζεται σε άνω του
1 δισ. ευρώ, σε
μια ενδεχόμενη απόφαση
του Αρείου Πάγου που θα
προβλέπει τον εκτοκισμό
των δανείων του νόμου
Κατσέλη που έχουν
ενταχθεί στις
τιτλοποιήσεις του
«Ηρακλή» χωριστά
σε κάθε δόση και όχι
τοκοχρεωλυτικά στο
σύνολο της οφειλής.
Η συνολική
περίμετρος των
στεγαστικών
δανείων αυτής της
κατηγορίας είναι άνω των
12 δισ. ευρώ
συμπεριλαμβανομένων και
των περίπου 40.000
δανείων συνολικού ύψους
4 δισ. ευρώ για τα οποία
δεν έχει ακόμα εκδοθεί
δικαστική απόφαση για
υπαγωγή τους στον νόμο
Κατσέλη (3869/2010).
Ο
«λογαριασμός» λοιπόν
αυξάνεται ακόμα
περισσότερο αν στα ήδη
τιτλοποιημένα δάνεια του
νόμου Κατσέλη που έχουν
ενταχθεί στον «Ηρακλή»
προστεθούν τα στεγαστικά
δάνεια που παραμένουν
στους τραπεζικούς
ισολογισμούς, τα δάνεια
του νόμου Κατσέλη που
έχουν πουληθεί αλλά δεν
έχουν ενταχθεί στον
«Ηρακλή» καθώς και αυτά
που πρόκειται να
ενταχθούν.
Σε κάθε
περίπτωση η άμεση ζημιά
άνω του 1 δισ. ευρώ που
θα προέλθει από
ενδεχόμενη μεταβολή της
μεθόδου εκτοκισμού των
αντίστοιχων οφειλών θα
«χτυπήσει» τα business
plans των τιτλοποιήσεων,
των οποίων οι τίτλοι
ανώτερης εξασφάλισης
(senior notes) φέρουν
την εγγύηση του
Ελληνικού Δημοσίου,
δηλαδή σε περίπτωση
κατάπτωσης της εγγύησης
τον λογαριασμό πληρώνει
ο φορολογούμενος.
Η πάγια
μέθοδος υπολογισμού των
τόκων, δηλαδή η
τοκοχρεολυτική εξόφληση
προβλέπεται και στον
νόμο Κατσέλη, αναφέρουν
στελέχη του
χρηματοπιστωτικού κλάδου
(«Το σχέδιο διευθέτησης
οφειλών θα προβλέπει ότι
ο οφειλέτης θα καταβάλει
το μέγιστο της
δυνατότητας αποπληρωμής
του και ότι καταβάλλει
ποσό τέτοιο ώστε οι
πιστωτές του δεν θα
βρεθούν, χωρίς τη
συναίνεσή τους, σε
χειρότερη οικονομική
θέση από αυτήν στην
οποία θα βρίσκονταν σε
περίπτωση αναγκαστικής
εκτέλεσης (….) Για τον
προσδιορισμό της
περιόδου τοκοχρεολυτικής
εξόφλησης της
οριζόμενης συνολικής
οφειλής λαμβάνεται υπόψη
το συνολικό ύψος της
οφειλής και η οικονομική
δυνατότητα του οφειλέτη»
άρθρο 9) ενώ μια αλλαγή
του τρόπου υπολογισμού,
δηλαδή σε κάθε
δόση, μπορεί να
δημιουργήσει ακόμα
μεγαλύτερες παρενέργειες
καθώς ελλοχεύει όχι μόνο
οικονομικούς αλλά και
ηθικούς κινδύνους .
Μεγάλη η διαφορά στο
ύψος των δόσεων
Στην
πραγματικότητα, όπως
αναφέρουν πηγές με γνώση
του θέματος, ο
υπολογισμός των τόκων
στη δόση σημαίνει άτοκη
εξόφληση των δανείων.
Για παράδειγμα για
δάνειο 100.000 ευρώ (άληκτο
κεφάλαιο), με επιτόκιο
4% και διάρκειας 240
μήνες (20 χρόνια) ο
οφειλέτης θα έχει
καταβάλει 145.200 ευρώ
με τον τοκοχρεωλυτικό
εκτοκισμό,
όπως ισχύει για όλα τα
δάνεια, καθώς η μηνιαία
δόση δια διαμορφώνεται
στα 605 ευρώ τον μήνα
(605Χ240 μήνες = 145.200
ευρώ.)
Σε
περίπτωση εκτοκισμού
στη δόση,
ο οφειλέτης θα έχει
καταβάλει στην λήξη της
αποπληρωμής 103.680 ευρώ
καθώς η μηνιαία δόση
διαμορφώνεται στα 432
ευρώ (100.000 ευρώ/240
μήνες=416 ευρώ Χ4%= 432
ευρώ/μήνα).
Από την
άλλη πλευρά, οι
δανειολήπτες του νόμου
Κατσέλη σε πολλές
περιπτώσεις πρέπει να
καταβάλουν μηνιαίες
δόσεις, το ύψος των
οποίων ξεπερνά τις
οικονομικές τους
δυνατότητες και οι
αντικρουόμενες αποφάσεις
των Ειρηνοδικείων
σχετικά με τον τρόπο
εκτοκισμού για αυτές τις
περιπτώσεις που αφορούν
τη διάσωση της πρώτης
κατοικίας έχουν
δημιουργήσει ένα
νέο πρόβλημα.
Δανειολήπτες δύο
ταχυτήτων
Πρακτικά, ο εκτοκισμός
στη δόση των δανείων θα
δημιουργούσε
δανειολήπτες δύο
ταχυτήτων:
δανειολήπτες του νόμου
Κατσέλη και δανειολήπτες
με μη εξυπηρετούμενα
δάνεια που έχουν
καταφύγει στον
εξωδικαστικό μηχανισμό ή
σε διμερείς ρυθμίσεις
αλλά και εξυπηρετούμενα
δάνεια .
Ακόμα
και αν ο υπολογισμός των
τόκων στη δόση θα
αφορούσε μόνο τα
προβληματικά δάνεια,
θεωρείται κάτι παραπάνω
από βέβαιο ότι θα
αποτελούσε ένα πολύ
ισχυρό κίνητρο για τους
συνεπείς - συνήθως όχι
εύκολα αλλά μετά κόπων
και βασάνων -
δανειολήπτες να αλλάξουν
τις προτεραιότητες τους,
να «κοκκινήσουν» τα
δάνεια ώστε εν συνεχεία
να επωφεληθούν από τον
ευνοϊκότερο τρόπο/μέθοδο
εκτοκισμού.
Οι
επιπτώσεις στα δανειακά
χαρτοφυλάκια – ενήμερα
και μη – των τραπεζών
και των servicers
είναι μάλλον
ανυπολόγιστες και
δύσκολα διαχειρίσιμες,
όχι μόνο σε οικονομικό
επίπεδο, καθώς θα
έπληττε την κουλτούρα
πληρωμών και τα
συναλλακτικά ήθη και θα
είχε και συστημικές
παρενέργειες.
Και
ειδικά σε ότι αφορά τα
στεγαστικά δάνεια και
κυρίως αυτά πρώτης
κατοικίας, η μετατροπή
τους σε σχεδόν «άτοκα»
σε περίπτωση που αυτά
καταστούν μη
εξυπηρετούμενα, θα έκανε
ακόμα πιο αυστηρά τα
κριτήρια δανειοδότησης
και θα οδηγούσε σε
λιγότερα και ακριβότερα
δάνεια, όπως
επισημαίνουν τραπεζικά
στελέχη.
Κι αυτό
σε μια περίοδο που οι
τράπεζες καλούνται – και
καλώς – να αναλάβουν
μεγαλύτερο ρίσκο ώστε να
πραγματοποιήσουν όσο τον
δυνατόν περισσότερα
νοικοκυριά το όνειρο για
ένα δικό τους «κεραμίδι»
και να αντιμετωπίσουν το
στεγαστικό πρόβλημα που
τα τελευταία χρόνια
συνεχώς διογκώνεται. Και
σε αυτή την κατεύθυνση
κινούνται πρωτοβουλίες
της πολιτείας, όπως το
«Σπίτι μου 2».
|