«Ο,τι
μας χρεώνουν, θα τους
χρεώνουμε. Μας έχουν στο
25%; Θα πάμε στο 25%.
Είναι 10%; Θα το κάνουμε
10%», δήλωσε
χαρακτηριστικά ο
Αμερικανός πρόεδρος
μιλώντας για την ανάγκη
αύξησης των δασμών στα
εισαγόμενα προϊόντα. Σε
πρώτη ανάγνωση, η
τοποθέτηση ακούγεται
εύλογη. Παραβιάζει
ωστόσο την παγκόσμια
συμφωνία για τις
διεθνείς συναλλαγές:
κάθε κράτος οφείλει να
επιβάλλει τον ίδιο δασμό
ανά κατηγορία αγαθού
ανεξάρτητα από τη χώρα
προέλευσης.
Αρκεί να
ανατρέξει κανείς στους
κανόνες του Παγκόσμιου
Οργανισμού Εμπορίου –
WTO ώστε να ενημερωθεί
για την αρχή του MFN
(Most Favored Nation),
σύμφωνα με την οποία
όλες οι χώρες που
εξάγουν ένα προϊόν σε
μια οικονομία θα πρέπει
να υπόκεινται στον ίδιο
δασμό στη συγκεκριμένη
οικονομία. Συγκεκριμένα,
οι δασμοί μπορεί να
διαφέρουν ανάλογα με το
είδος του προϊόντος, όχι
όμως ανάλογα με τη χώρα
για το εκάστοτε προϊόν.
Για
παράδειγμα, η Γερμανία
μπορεί να εφαρμόσει
δασμό 10% στις εισαγωγές
αλουμινίου και 20% στις
εισαγωγές αυτοκινήτων.
Δεν μπορεί όμως να
εφαρμόσει δασμό 10% στα
αυτοκίνητα που
προέρχονται από τις ΗΠΑ
και 20% στα αυτοκίνητα
που προέρχονται από την
Ιαπωνία. Με άλλα λόγια
δεν μπορεί να κάνει
αθέμιτες διακρίσεις
ανάμεσα στις 166 χώρες
που συμμετέχουν στον
WTO, κατά την εφαρμογή
του δασμού πάνω σε ένα
συγκεκριμένο εισαγόμενο
προϊόν.
Εκτός
και αν, εν προκειμένω,
οι ΗΠΑ μπορέσουν να
αποδείξουν ότι οι χώρες
στις οποίες στοχεύουν,
παραβιάζουν με κάποιον
άλλον τρόπο τους κανόνες
του WTO και ως εκ τούτου
αναγκάζονται να προβούν
σε αντίποινα – δεν είναι
αυτή η περίπτωση.
Μοναδική εξαίρεση
αποτελούν οι συμφωνίες
ελεύθερου εμπορίου
μεταξύ δύο χωρών. Αυτές
προβλέπουν ότι οι χώρες
που συμμετέχουν μπορούν
να εφαρμόζουν
ξεχωριστούς δασμούς για
τα μεταξύ τους αγαθά,
διατηρώντας τους δασμούς
που χρέωναν στα αγαθά τα
οποία εισάγονται από τον
υπόλοιπο κόσμο – αυτός
είναι και ο χαρακτήρας
των συμφωνιών ελεύθερου
εμπορίου.
Το
ενδιαφέρον είναι ότι αν
ακολουθήσει κάποιος
πιστά την οριζόντια
λογική της
ανταποδοτικότητας, όπως
την έχει διατυπώσει ο
Ντόναλντ Τραμπ, τότε σε
κάποιες περιπτώσεις η
Αμερική δεν θα πρέπει
μόνο να αυξήσει, αλλά
και να μειώσει δασμούς –
σε χώρες και προϊόντα
όπου οι ΗΠΑ απολαμβάνουν
χαμηλότερους δασμούς για
τις εξαγωγές τους.
Για
παράδειγμα, οι ΗΠΑ
τηρούν υψηλότερους
δασμούς από ορισμένους
εμπορικούς εταίρους τους
σε ορισμένα γεωργικά
προϊόντα. Ενδεικτικό
είναι το παράδειγμα των
δασμών στις εισαγωγές
γάλακτος, οι οποίοι
έχουν σχεδιαστεί με
στόχο να προστατεύουν
τους γαλακτοπαραγωγούς
των ΗΠΑ – 10% οι ΗΠΑ
στην εισαγωγή γάλακτος
από τη Νέα Ζηλανδία, 0%
η Νέα Ζηλανδία στην
εισαγωγή γάλακτος από
τις ΗΠΑ.
Αλλη
περίπτωση, που αφορά την
Ευρώπη, είναι οι δασμοί
στα φορτηγά. Η ομάδα
Τραμπ διατυπώνει
ενστάσεις για το γεγονός
ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση
επιβάλλει δασμό 10% στις
εισαγωγές αυτοκινήτων,
την ώρα που οι ΗΠΑ
εφαρμόζουν δασμό 2,5%.
Ομως η Ουάσιγκτον
επιβάλλει δασμό 25% στα
φορτηγά, κι αυτό διότι
αποτελούν το ένα τρίτο
των συνολικών πωλήσεων
οχημάτων στις ΗΠΑ –
μάλιστα, σύμφωνα με
στοιχεία της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, το όχημα με
τις μεγαλύτερες πωλήσεις
στην Αμερική είναι ένα
φορτηγό, το Ford F-150.
Η Ευρώπη λοιπόν
εφαρμόζει δασμό μόλις
10% στις εισαγωγές
φορτηγών, φυσικά, και
από τις ΗΠΑ.
Ο
επιλεκτικός τρόπος με
τον οποίο η αμερικανική
κυβέρνηση εντοπίζει
στοιχεία τα οποία
αντιλαμβάνεται ως αδικία
φανερώνεται εξάλλου και
στο μείζον, δηλαδή στην
παρουσίαση του εμπορικού
ελλείμματος των ΗΠΑ
έναντι της Ευρώπης.
Συγκεκριμένα, όταν
ληφθούν υπόψη και τα
αγαθά και οι υπηρεσίες
–ο Τραμπ αναφέρεται
καθόλου τυχαία στο
εμπόριο αγαθών και όχι
στο εμπόριο υπηρεσιών–
τότε διαπιστώνει κανείς
ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση
έχει στην πραγματικότητα
μικρό εμπορικό πλεόνασμα
με τις ΗΠΑ: 48 δισ.
ευρώ, το οποίο
αντιστοιχεί μόλις στο 3%
του συνολικού εμπορίου
μεταξύ των δύο πλευρών –
1,6 τρισ. ευρώ.
Στην
πράξη, οι ΗΠΑ μπορούν να
εφαρμόσουν
ανταποδοτικούς δασμούς
και συγχρόνως να μην
παραβιάσουν τους κανόνες
του WTO, αν αυξήσουν τον
δασμό ενός προϊόντος στο
ίδιο επίπεδο για όλα τα
κράτη χωρίς εξαιρέσεις –
όμως αυτή θα ήταν μια
χρονοβόρα και πολύπλοκη
διαδικασία, η οποία συν
τοις άλλοις θα
πολλαπλασίαζε τα μέτωπα
για τις σχέσεις των ΗΠΑ
με τους εμπορικούς
εταίρους της δίνοντας
άλλη διάσταση στον
εμπορικό πόλεμο που έχει
κηρύξει η Ουάσιγκτον.
Επομένως, στον βαθμό που
θα προχωρήσει όπως
διαμηνύει μέχρι σήμερα,
οι ΗΠΑ θα έχουν
«ξηλώσει» το κανονιστικό
πλαίσιο του Παγκόσμιου
Οργανισμού Εμπορίου.
Ούτως ή άλλως, οι
ενέργειες του Τραμπ μέσα
από τους
προγραμματισμένους
δασμούς στον χάλυβα και
στο αλουμίνιο
αντίκεινται και στην
ίδια τη θεωρία του,
καθότι τοποθετούνται
πάνω και πέρα από τους
ανταποδοτικούς δασμούς
τους οποίους κατά τα
άλλα ευαγγελίζεται – σε
μια φανερή προσπάθεια να
θωρακίσει επιλεγμένους
τομείς της οικονομικής
δραστηριότητας των ΗΠΑ.
Ο πεντάλογος του
Παγκόσμιου Οργανισμού
Εμπορίου
O όρος
Most Favored Nation,
δηλαδή Πιο Ευνοημένο
Κράτος, στους κανόνες
του Παγκόσμιου
Οργανισμού Εμπορίου
ακούγεται σαν αντίφαση.
Αλλά
στην πραγματικότητα
σηματοδοτεί την ανάγκη
της ίσης μεταχείρισης.
Ειδικότερα, κάθε χώρα
από τα 166 μέλη του WTO
οφείλει να αντιμετωπίζει
όλες τις άλλες χώρες που
συμμετέχουν στον
οργανισμό εξίσου ως «πιο
ευνοούμενους» εμπορικούς
εταίρους. Εάν μια χώρα
βελτιώσει τους όρους για
τις εισαγωγές από έναν
εμπορικό εταίρο, τότε θα
πρέπει να προσφέρει την
ίδια «καλύτερη»
μεταχείριση σε όλα τα
άλλα μέλη, ώστε να
παραμείνουν όλοι
«ευνοημένοι».
Γενικώς,
οι χώρες που συμμετέχουν
στον Παγκόσμιο Οργανισμό
Εμπορίου έχουν
συμφωνήσει συγκεκριμένα
να υπηρετούν ένα σύστημα
εμπορικών συναλλαγών:
Χωρίς διακρίσεις –
μια χώρα δεν θα πρέπει
να κάνει διακρίσεις
μεταξύ των εμπορικών
εταίρων της και
διακρίσεις μεταξύ των
δικών της και των ξένων
προϊόντων, υπηρεσιών ή
υπηκόων παρέχοντας
εθνική μεταχείριση.
Πιο ελεύθερο –
τα εμπόδια θα πρέπει να
εξαλείφονται μέσω
διαπραγματεύσεων.
Προβλέψιμο –
οι ξένες εταιρείες, οι
επενδυτές και οι
κυβερνήσεις θα πρέπει να
είναι βέβαιοι ότι οι
εμπορικοί φραγμοί
–δασμολογικοί και μη–
δεν τίθενται αυθαίρετα.
Οι δασμολογικοί
συντελεστές και οι
δεσμεύσεις για το
άνοιγμα της αγοράς
«δεσμεύονται» στον WTO.
Πιο ανταγωνιστικό –
θα πρέπει να
αποθαρρύνονται αθέμιτες
πρακτικές όπως οι
εξαγωγικές επιδοτήσεις
και το ντάμπινγκ
προϊόντων σε χαμηλότερο
κόστος για την απόκτηση
μεριδίου αγοράς.
Πιο επωφελές για τις
λιγότερο ανεπτυγμένες
χώρες –
θα πρέπει να τους
δίνεται περισσότερος
χρόνος προσαρμογής,
μεγαλύτερη ευελιξία και
ειδικά προνόμια.
Οι εισαγωγές φορτηγών
Οι ΗΠΑ
εφαρμόζουν δασμό 25% στα
φορτηγά, τομέα που
αντιστοιχεί στο ένα
τρίτο των συνολικών
πωλήσεων οχημάτων στις
ΗΠΑ. Μάλιστα, το όχημα
με τις μεγαλύτερες
πωλήσεις στην Αμερική
είναι ένα φορτηγό, το
Ford F-150. Η Ευρώπη,
όμως, εφαρμόζει δασμό
μόλις 10% στις εισαγωγές
φορτηγών, φυσικά και από
τις ΗΠΑ.
166
είναι ο
αριθμός των χωρών που
συμμετέχουν στον WTO. Αν
εφαρμοστούν, οι δασμοί
Τραμπ θα δοκιμάσουν τις
θεμελιώδεις αρχές στο
διεθνές εμπόριο.
Η παραβίαση κανόνων
«Ο,τι
μας χρεώνουν θα τους
χρεώνουμε. Μας έχουν στο
25%; Θα πάμε στο 25%.
Είναι 10%; Θα το κάνουμε
10%», δήλωσε
χαρακτηριστικά ο
πρόεδρος των ΗΠΑ,
Ντόναλντ Τραμπ. Σε πρώτη
ανάγνωση, η τοποθέτηση
ακούγεται εύλογη. Ομως
δεν είναι, καθώς
παραβιάζει την παγκόσμια
συμφωνία για τις
συναλλαγές στο διεθνές
εμπόριο.
380 δισ.
δολάρια
είναι η αξία των δασμών
που επέβαλαν οι ΗΠΑ κατά
την πρώτη θητεία Τραμπ,
σε μία από τις
μεγαλύτερες αυξήσεις
φόρων στο εμπόριο.
Η απάντηση της Κίνας
Το
Πεκίνο επέβαλε δασμούς
15% στις εισαγωγές
άνθρακα και LNG από τις
ΗΠΑ, καθώς και 10% στο
αργό πετρέλαιο,
απαντώντας στην εφαρμογή
επιπλέον δασμών 10% σε
όλες τις εισαγωγές από
την Κίνα. Ο εμπορικός
πόλεμος είναι σε πλήρη
εξέλιξη και οι αναλυτές
ήδη μετρούν τις
επιπτώσεις στην
παγκόσμια οικονομία.
Πηγή:
Money Review
|