Σύμφωνα
με υπολογισμούς του
Reuters, που βασίστηκαν
σε δεδομένα έως τις 30
Ιανουαρίου από τράπεζες,
γραφεία διαχείρισης
χρέους και την LSEG IFR,
οι προσφορές για νέες
εκδόσεις ομολόγων
ανήλθαν στα 810 δισ.
ευρώ, έναντι εκδόσεων
ύψους 73 δισ. ευρώ. Αυτό
σημαίνει ότι η ζήτηση
υπερέβη την προσφορά
κατά 11 φορές – αριθμός
ρεκόρ για την ευρωζώνη.
Ο
στρατηγικός αναλυτής της
Societe Generale, Jorge
Garayo, σημειώνει ότι η
τεράστια αυτή ζήτηση
κατέδειξε πως οι
ανησυχίες για το αν οι
αγορές θα απορροφούσαν
την έκδοση ομολόγων ήταν
τελικά μικρότερες από
ό,τι είχε αρχικά
εκτιμηθεί. Οι επενδυτές
καλούνται να
απορροφήσουν ποσότητες
ρεκόρ κρατικών ομολόγων
της ευρωζώνης για τρίτη
συνεχόμενη χρονιά, καθώς
η Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα αποσύρεται από
την αγορά.
«Αν
κοιτάξουμε τα βιβλία
προσφορών, βλέπουμε ότι
οι επενδυτές είναι
διατεθειμένοι να
αγοράσουν τίτλους
μεγαλύτερης διάρκειας σε
συγκεκριμένα επίπεδα
αποδόσεων», σχολίασε ο
Garayo, αναφερόμενος
στον κίνδυνο που
αναλαμβάνουν όσοι
επενδύουν σε ομόλογα.
Κοινοπρακτικές εκδόσεις
ομολόγων
Στις
κοινοπρακτικές εκδόσεις,
οι κυβερνήσεις
προσλαμβάνουν τράπεζες
για να διαθέσουν ομόλογα
απευθείας στους
επενδυτές. Αυτή η
διαδικασία επιτρέπει την
καλύτερη αποτύπωση της
ζήτησης σε σχέση με τις
δημοπρασίες, όπου οι
τράπεζες αγοράζουν
πρώτες τους τίτλους.
Ο Lee
Cumbes, επικεφαλής των
κεφαλαιαγορών χρέους της
Barclays για την περιοχή
ΕΜΕΑ, τόνισε ότι η
άνοδος των αποδόσεων των
ομολόγων, σε συνδυασμό
με τη μείωση των
περιθωρίων ανταλλαγής
(swaps), καθιστά τις
πωλήσεις ομολόγων πιο
ελκυστικές για τους
επενδυτές.
Οι
αποδόσεις των γερμανικών
10ετών ομολόγων έχουν
αυξηθεί πάνω από 40
μονάδες βάσης από τον
Δεκέμβριο, ενώ οι
αποδόσεις των
αμερικανικών ομολόγων
έχουν ενισχυθεί κατά 90
μονάδες βάσης από τον
Σεπτέμβριο. Παράλληλα,
τα αντίστοιχα βρετανικά
ομόλογα κατέγραψαν άνοδο
100 μονάδων βάσης το
2023.
Τα
περιθώρια ανταλλαγής,
που δείχνουν τη διαφορά
μεταξύ του σταθερού
επιτοκίου που πληρώνουν
οι επενδυτές σε παράγωγα
αντιστάθμισης επιτοκίου
και των αποδόσεων των
κρατικών ομολόγων,
παραμένουν αρνητικά.
Μάλιστα, η απόδοση των
10ετών γερμανικών τίτλων
ξεπέρασε τα επιτόκια
swap στα τέλη του 2023.
Ρεκόρ
ζήτησης για τη Γαλλία
Η Γαλλία
αποτέλεσε σημείο
αναφοράς, καθώς η πρώτη
κοινοπρακτική της έκδοση
μετά τις πρόωρες εκλογές
του 2024 προσέλκυσε
πρωτοφανή ζήτηση,
ανεβάζοντας σημαντικά το
ασφάλιστρο κινδύνου
έναντι της Γερμανίας.
«Όταν
βλέπω τη Γαλλία να
διαπραγματεύεται σε τόσο
υψηλά επίπεδα, αποτελεί
μεγάλη ευκαιρία για
εμάς», δήλωσε ο Brian
Mangwiro, διαχειριστής
κεφαλαίων της Barings, ο
οποίος συμμετείχε στην
έκδοση.
Η
υπηρεσία χρέους του
Βελγίου ανέφερε ότι, αν
εξαιρεθούν οι προσφορές
από “γρήγορο χρήμα”,
όπως τα hedge funds, η
πραγματική ζήτηση για
τις εκδόσεις του
Ιανουαρίου διαμορφώθηκε
στα 42,5 δισ. ευρώ –
αρκετά χαμηλότερη από το
συνολικό ποσό των 89
δισ. ευρώ, αλλά και πάλι
σε επίπεδα ρεκόρ.
Μεταξύ
2021 και 2025, οι
παραγγελίες για τις
πωλήσεις 10ετών ομολόγων
αυξήθηκαν κατά 150% από
μακροπρόθεσμους
επενδυτές, ποσοστό
υπερδιπλάσιο σε σύγκριση
με την αύξηση 60% από
hedge funds, σύμφωνα με
τον Maric Post.
«Το να
βλέπει κανείς τέτοια
επίπεδα ζήτησης κατά την
περίοδο της ποσοτικής
χαλάρωσης είναι ένα
πράγμα. Το να συμβαίνει
όμως τώρα, χωρίς τη
στήριξη της ΕΚΤ, είναι
εντυπωσιακό», σχολίασε ο
Cumbes της Barclays.
Ωστόσο, διατήρησε μια
επιφυλακτική στάση,
σημειώνοντας πως οι
ισχυρές συνθήκες της
αγοράς ενδέχεται να
αποδυναμωθούν στο
δεύτερο εξάμηνο του
έτους.
Τα
ελληνικά ομόλογα
Στις 14
Ιανουαρίου, η Ελλάδα
προχώρησε στην έκδοση
νέου 10ετούς ομολόγου,
το οποίο ξεπέρασε τις
προσδοκίες,
συγκεντρώνοντας
προσφορές άνω των 40,5
δισ. ευρώ. Ο ΟΔΔΗΧ
άντλησε τελικά 4 δισ.
ευρώ, με το επιτόκιο να
διαμορφώνεται στο 3,6%.
Το
αρχικό guidance για το
κουπόνι της έκδοσης
τοποθετήθηκε στις 107
μονάδες βάσης πάνω από
το Mid-Swap (2,58%),
προτού μειωθεί στις 102
μονάδες βάσης. Οι
αναδόχοι της έκδοσης
ήταν οι BofA, Deutsche
Bank, Goldman Sachs,
Morgan Stanley, Εθνική
Τράπεζα και Societe
Generale.
ΟΔΔΗΧ:
Σχέδια για το 2025
Για το
2025, η Ελλάδα σχεδιάζει
να αντλήσει περίπου 8
δισ. ευρώ από τις
αγορές, σύμφωνα με το
πρόγραμμα του Οργανισμού
Διαχείρισης Δημοσίου
Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Οι
συνολικές χρηματοδοτικές
ανάγκες, ύψους 15,28
δισ. ευρώ, θα καλυφθούν
κυρίως από δάνεια του
Ταμείου Ανάκαμψης,
ιδιωτικοποιήσεις και
μείωση των ταμειακών
διαθεσίμων του Δημοσίου.
Συγκεκριμένα, το
ελληνικό πρόγραμμα
χρηματοδότησης
περιλαμβάνει αποπληρωμές
ομολόγων 5,45 δισ. ευρώ,
καταβολή τόκων 4,75 δισ.
ευρώ, πρόωρη αποπληρωμή
δόσεων ύψους 5,3 δισ.
ευρώ και χρηματοδότηση
έργων ύψους 5,96 δισ.
ευρώ.
Παράλληλα, μέρος των
αναγκών θα καλυφθεί από
το πρωτογενές πλεόνασμα,
το οποίο αναμένεται να
ανέλθει στα 5,73 δισ.
ευρώ το 2025.
|