Από την
πλευρά του, ο Ντόναλντ
Τραμπ υιοθετεί
επιθετικούς τόνους. Σε
πρόσφατη ανάρτησή του
στο
Truth
Social,
προειδοποίησε την
Ευρωπαϊκή Ένωση ότι
πρέπει να μειώσει το
τεράστιο εμπορικό της
έλλειμμα με τις ΗΠΑ μέσω
μαζικών αγορών
πετρελαίου και φυσικού
αερίου από την Αμερική,
απειλώντας ότι σε
διαφορετική περίπτωση θα
επιβάλει δασμούς σε όλα
τα επίπεδα. Ήδη από την
προεκλογική του
εκστρατεία είχε
προαναγγείλει την
επιβολή νέου φόρου
10%-20% σε όλες τις
εισαγωγές, ανεξαρτήτως
προέλευσης, ενώ είχε
εκτοξεύσει
προειδοποιήσεις προς
χώρες όπως το Μεξικό, ο
Καναδάς, η Κίνα και
αρκετές αναδυόμενες
αγορές. Ενδεχόμενη
επιβολή τέτοιων δασμών
θα μπορούσε να θέσει σε
κίνδυνο την εμπορική
σχέση Ευρώπης και ΗΠΑ, η
οποία το 2023 ξεπέρασε
συναλλαγές ύψους 1,5
τρισ. δολαρίων.
Στην
πρώτη του θητεία, ο
Τραμπ είχε επιβάλει
δασμούς στον χάλυβα και
το αλουμίνιο από
ευρωπαϊκές χώρες, με
στόχο τη μείωση του
εμπορικού ελλείμματος,
αν και το έλλειμμα
τελικά αυξήθηκε. Η
Ευρώπη κινδυνεύει επίσης
από την πιθανή επιβολή
δασμών στις κινεζικές
εξαγωγές από τις ΗΠΑ,
καθώς τα φθηνά κινεζικά
προϊόντα που δεν θα
μπορούν πλέον να
εισαχθούν στην Αμερική
πιθανόν να κατακλύσουν
την ευρωπαϊκή αγορά. Για
να αποφύγει αυτό το
σενάριο, η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή έχει ήδη
προτείνει την αύξηση των
εισαγωγών από τις ΗΠΑ,
ιδίως σε ενέργεια και
άμυνα, ενώ ορισμένοι
Ευρωπαίοι διπλωμάτες
υποστηρίζουν άμεσες
διαπραγματεύσεις με την
κυβέρνηση Τραμπ,
δεδομένης της παρουσίας
πολλών ευρωπαϊκών
εταιρειών με εργοστάσια
στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο
εσωτερικό της ΕΕ, οι
διαφωνίες επεκτείνονται
και στους
επιχειρηματικούς
κλάδους. Ενδεικτικά, η
Airbus
έχει δηλώσει ότι θα
μετακυλήσει το αυξημένο
κόστος στους πελάτες
της, ενώ οι εταιρείες
που διακινούν ευρωπαϊκά
κρασιά δεν έχουν αυτή τη
δυνατότητα, καθιστώντας
τους δασμούς πλήγμα για
τον κλάδο. Την ίδια
στιγμή, οι Γερμανοί
βιομήχανοι ανησυχούν για
τον πιθανό
αναπροσανατολισμό των
κινεζικών εξαγωγών προς
την Ευρώπη, ενώ καλούν
την ΕΕ να προετοιμάσει
διαφορετικά σενάρια για
τη διαχείριση της
κατάστασης που θα
δημιουργηθεί μετά την
επανεγκατάσταση του
Τραμπ στον Λευκό Οίκο
στα τέλη Ιανουαρίου.
|