Ο ρόλος
της βιομηχανίας
Στη
βιομηχανία οφείλεται
πάνω από το ένα τέταρτο
της οικονομικής ισχύος
της χώρας. Έπειτα από
δύο έτη με ύφεση η Ένωση
Γερμανικής Βιομηχανίας
(BDI) εκτιμά πως η
παραγωγή είναι πλέον
σημαντικά χαμηλότερη σε
σύγκριση με πέντε χρόνια
πριν. Αντιστοίχως
αρνητικά είναι τα
στοιχεία και για άλλους
κλάδους. Σε ολόκληρη τη
χώρα η παραγωγή, οι
κατασκευές, οι πωλήσεις
και η κατανάλωση
μειώνονται.
Η
τελευταία ετήσια
οικονομική έκθεση της
ομοσπονδιακής κυβέρνησης
αναμένει για το 2025 μία
μικρή ανάπτυξη της
τάξεως του 0,3%, με τους
οικονομολόγους που
συμβουλεύουν την
κυβέρνηση να παρατηρούν
μία εμμένουσα ύφεση σε
όλους τους τομείς. Και
το σημαντικότερο:
μειώνονται διαρκώς και
οι εξαγωγές.
Προβλήματα για τις
γερμανικές εξαγωγές
Για
δεκαετίες η Γερμανία
βασιζόταν στο εξής
επιχειρηματικό μοντέλο:
φθηνή αγορά πρώτων υλών
και εξαρτημάτων από το
εξωτερικό και εν
συνεχεία παραγωγή και
εξαγωγή προϊόντων “Made
in Germany” με τη
γερμανική τεχνογνωσία
και φθηνή ενέργεια.
Η ρωσική
εισβολή στην Ουκρανία, η
ενεργειακή κρίση, ο
πληθωρισμός και η
αναγκαστική μετάβαση
προς μία κλιματικά
ουδέτερη οικονομία είχαν
ως αποτέλεσμα την αύξηση
του ενεργειακού κόστους
– ένα σοβαρό πλήγμα για
τους κλάδους που
καταναλώνουν μεγάλες
ποσότητες ενέργειας.
Σημαντικοί τομείς της
οικονομίας, όπως η
μηχανουργία και οι
ηλεκτρικοί εξοπλισμοί,
υποχώρησαν ιδιαιτέρως,
ενώ η χημική βιομηχανία
σταθεροποιήθηκε σε
χαμηλά επίπεδα μετά τη
δραματική πτώση που
καταγράφηκε το 2023.
Πολλές
επιχειρήσεις
«μεταναστεύουν»
Η
οικονομία χρειάζεται μία
σημαντική μείωση του
κόστους ηλεκτρικής
ενέργειας, προκειμένου
να γίνει και πάλι
ανταγωνιστική. Εξίσου
σημαντική ωστόσο είναι
και η μείωση του κόστους
της γραφειοκρατίας. Το
Ινστιτούτο Ifo του
Μονάχου υπολογίζει πως
οι επιχειρήσεις πρέπει
να συγκεντρώνουν ετησίως
65 δισεκατομμύρια ευρώ
μονάχα για να
εκπληρώνουν τις
γραφειοκρατικές
υποχρεώσεις τους.
Η
επιχειρηματική διάθεση
είναι άκρως αρνητική και
η αβεβαιότητα για τις
οικονομικές προοπτικές
μεγάλη. Αντί να
επενδύουν στη χώρα τους,
πολλές επιχειρήσεις
στρέφονται ήδη σε πιο
ελκυστικές τοποθεσίες
στο εξωτερικό.
Αναζητούνται λύσεις στο
στεγαστικό και την αγορά
εργασίας
Σε
επιστολή προς τους
επικεφαλής των κομμάτων
της Μπούντεσταγκ, ο
Ράινερ Ντούλγκερ και οι
επικεφαλής τεσσάρων
ακόμη μεγάλων ενώσεων
ζητούν από την πολιτική
ηγεσία να εστιάσει
περισσότερο στις
αγροτικές περιοχές,
βελτιώνοντας μεταξύ
άλλων τις υποδομές στις
μεταφορές και την
ενέργεια, επενδύοντας
περισσότερο στην
ψηφιοποίηση,
αντιμετωπίζοντας τα
προβλήματα στο
στεγαστικό και τις
υποδομές υγείας, όπως
και στα εκπαιδευτικά,
κοινωνικά και
πολιτιστικά ιδρύματα.
Οι
δημοσκοπήσεις δείχνουν
πως η οικονομία και το
μεταναστευτικό αποτελούν
τα σημαντικότερα
ζητήματα για τους
πολίτες, με τους
περισσότερους
ερωτηθέντες να επιλέγουν
την Eνωση CDU/CSU ως την
παράταξη που έχει τις
καλύτερες πιθανότητες να
επιλύσει τα προβλήματα –
ο υποψήφιος της CDU για
την καγκελαρία Φρίντριχ
Μερτς είναι αυτός που
προπορεύεται και στις
εκλογικές δημοσκοπήσεις.
Ωστόσο,
η επόμενη κυβέρνηση
φαίνεται σχεδόν βέβαιο
πως θα είναι κυβέρνηση
συνασπισμού. Το CDU θα
συμμαχήσει κατά πάσα
πιθανότητα με το SPD ή
τους Πρασίνους. Κατά τις
διαπραγματεύσεις για τον
σχηματισμό κυβέρνησης
αναμένεται να
διαδραματίσουν σημαντικό
ρόλο και εξωτερικά
ζητήματα, όπως η
διαχείριση των αλλαγών
σε παγκόσμιο επίπεδο –
ιδίως μετά την επιστροφή
του Ντόναλντ Τραμπ στον
Λευκό Οίκο.
Πώς θα
διαφοροποιηθούν οι
σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ;
Οι
εξελίξεις στην αντίπερα
όχθη του Ατλαντικού
αποτελούν επίσης λόγο
ανησυχίας για τις
γερμανικές επιχειρήσεις.
Το 2024 οι ΗΠΑ ήταν και
πάλι, για πρώτη φορά
μετά από δέκα χρόνια, ο
σημαντικότερος εμπορικός
εταίρος της Γερμανίας,
καθώς απορρόφησαν το 10%
των γερμανικών εξαγωγών.
Πολλές
γερμανικές εταιρείες
περιμένουν πως ο διεθνής
ανταγωνισμός θα
επηρεαστεί αρνητικά από
τις κινήσεις του Τραμπ,
ο οποίος επιδιώκει να
ελέγξει το εμπόριο και
προχωρά στην επιβολή
δασμών στις εισαγωγές –
μία δυσάρεστη εξέλιξη
πρωτίστως για τη
φαρμακοβιομηχανία, αλλά
και για τη μηχανουργία
και την
αυτοκινητοβιομηχανία,
για τις οποίες η
αμερικανική αγορά είναι
κομβικής σημασίας. Η
Γερμανία πουλάει
περισσότερα αγαθά στις
ΗΠΑ απ’ όσα αγοράζει από
εκεί. Και αυτό ακριβώς
είναι που ενοχλεί τον
Τραμπ, ο οποίος στοχεύει
να μειώσει το γερμανικό
εμπορικό πλεόνασμα και
να προσελκύσει
περισσότερες γερμανικές
επιχειρήσεις να
μεταφέρουν μέρος της
παραγωγής τους στις ΗΠΑ.
Από πού
θα βρεθούν τα χρήματα;
Τα
ανωτέρω αυξάνουν
περαιτέρω την πίεση για
την επόμενη γερμανική
κυβέρνηση, που θα κληθεί
να καταστήσει τη
Γερμανία και πάλι
ελκυστική. Η Eνωση
CDU/CSU υπόσχεται να
μειώσει τη φορολογία για
τις επιχειρήσεις στο 25%
κατά μέγιστο, αλλά και
το ενεργειακό κόστος. Το
SPD και οι Πράσινοι
προτείνουν επιδοτήσεις
για τη βιομηχανία:
όποιος επενδύει στη
Γερμανία θα πρέπει να
επιβραβεύεται. Πέραν
αυτών είναι επιτακτική
ανάγκη να βελτιωθούν και
να εκσυγχρονιστούν οι
υποδομές σε ολόκληρη τη
χώρα.
Για όλα
αυτά θα χρειαστούν
βέβαια χρήματα – και εδώ
ακριβώς έγκειται το
πρόβλημα. Το χρεόφρενο
προβλέπεται ρητά στο
γερμανικό Σύνταγμα και
ως εκ τούτου το κράτος
μπορεί να δαπανήσει τόσα
χρήματα όσα εισπράττει.
Επομένως, η επόμενη
κυβέρνηση θα πρέπει να
βρει μία λύση και σε
αυτό το ζήτημα, καθώς η
κατάργηση του χρεόφρενου
δεν τίθεται υπό
συζήτηση. Ως πιθανότερο
σενάριο μοιάζει μία
μεταρρύθμιση που θα
επιτρέψει τη
χρηματοδότηση επενδύσεων
στη Γερμανία μέσω
δανειοδότησης.
Πηγή:
Deutsche Welle
|