Στο
μικρόκοσμο της Ελλάδος,
ο περσινός νόμος
Χατζηδάκη δίνει την
ευκαιρία στους non
bankable πελάτες να
ικανοποιήσουν τις
δανειακές τους ανάγκες
μέσα από Μη Τραπεζικά
Ιδρύματα, που θα λάβουν
άδεια από την Τράπεζα
της Ελλάδος, από την
οποία άλλωστε θα
εποπτεύονται. Με
συγκεκριμένα κριτήρια
του Νόμου, προς το παρόν
το μόνο ενδιαφέρον που
φαίνεται να παραμένει
είναι των ήδη τριών
εταιριών που προϋπήρχαν
με τη διαφορά ότι τώρα
με την επικαιροποίηση
της άδειας λειτουργίας
τους, θα μπορούν να
δίνουν, πέρα από
μικροπιστώσεις, ακόμη
και στεγαστικά δάνεια
(μέχρι κάποιου πλαφόν).
Κυρίως
τα ιδρύματα αυτά, στην
ελληνική αγορά πάντα,
καλύπτουν ανάγκες
μικρομεσαίων
επιχειρήσεων, οι οποίες
στην πλειονότητά τους
είναι αποκλεισμένες από
τον τραπεζικό δανεισμό.
Και όπως σε μια δεδομένη
στιγμή έχει επισημάνει ο
διοικητής της ΤτΕ,
Γιάννης Στουρνάρας, η
έννοια του non bankable
δεν περιορίζεται μόνο σε
αυτούς που δεν έχουν τα
κριτήρια χρηματοδότησης.
Αντιθέτως, παραμένουν
εκτός συστήματος πολλές
υγιείς μικρές
επιχειρήσεις με τις
οποίες προφανώς δεν
ασχολούνται οι μεγάλοι
της αγοράς.
Τόσο οι
fintech, όσο και οι
στοχευμένες εταιρίες
μικροπιστώσεων
(microfinance) έρχονται
να διευρύνουν τα όρια
της σημερινής αγοράς και
να λύσουν το θέμα
εξεύρεσης κεφαλαίων για
έναν αρκετά μεγάλο
αριθμό μικρών
επιχειρήσεων ή ελεύθερων
επαγγελματιών, δίνοντας
διέξοδο στα προβλήματα
ρευστότητας που
υπάρχουν. Παράλληλα,
έρχονται να συμβάλλουν
στην ανάπτυξη της
πιστωτικής επέκτασης –
που είναι το ζητούμενο
για όλους, ανεξαρτήτως
μεγέθους – και να
ωθήσουν σε ακόμη
μεγαλύτερη ένταση τον
διατραπεζικό
ανταγωνισμό.
Με υψηλό κόστος ελλείψει
credit profile
Δεν
είναι όλα ρόδινα.
Προφανώς και το κόστος
χρηματοδότησης από μη
τραπεζικά ιδρύματα, που
θα δίνουν ίσως με
χαλαρότερα κριτήρια ένα
δάνειο, που σε
διαφορετική περίπτωση
δεν θα εγκρινόταν ποτέ
από το παραδοσιακό
πιστωτικό σύστημα, δεν
θα είναι χαμηλό. Οι
εταιρείες αυτές, που
θέλουν να προσεγγίσουν
αυτή την non bankable
πελατεία, δεν θα
θυσιάσουν τα κέρδη τους
ή και ακόμη την επιβίωσή
τους απλά και μόνο για
να ικανοποιήσουν αυτούς
τους πελάτες.
Δεδομένης της έλλειψης
αξιολόγησης του προφίλ
των πελατών αυτών καθώς
επίσης της προγενέστερης
συμπεριφοράς τους (που
είτε είναι απούσα, άρα
και χωρίς αρχείο, είτε
δυσμενής, λόγω
καθυστερήσεων ή άλλων
χαρακτηριστικών, π.χ.
πολύ μικρό μέγεθος,
νεοσύστατες κ.α.) το
κόστος θα είναι σαφώς
ψηλότερο του τραπεζικού
δανεισμού. Το περιθώριο
επί του επιτοκίου θα
είναι πολλαπλάσιο του
μέσου όρου της αγοράς –
από την άλλη πλευρά
βέβαια, η χρηματοδότηση
από microfinance
εταιρίες δεν παύει να
αποτελεί μία λύση.
Ακριβή μεν, υπαρκτή δε.
Αντιστοίχως, οι ίδιες οι
μη τραπεζικές εταιρείες
που θα θελήσουν να μπουν
σε αυτή την αγορά,
ενέχουν συγκριτικά με το
υπόλοιπο τραπεζικό
σύστημα πολύ μεγαλύτερο
ρίσκο για πιθανές
απώλειες εσόδων σε ένα
σενάριο ύφεσης ή
έκτακτων γεγονότων που
μπορεί να επηρεάσουν την
οικονομική ευστάθεια και
επομένως, τη συνεπή
εξυπηρέτηση δόσεων
πελατών τους, με ό,τι
μπορεί να σημαίνει αυτό
για τους ισολογισμούς
τους.
Ο θεσμός της ιδιωτικής
πίστωσης και η έκθεση
της McKinsey
Μια
σχετικά πρόσφατη
τοποθέτηση της McKinsey
που φέρει την υπογραφή
του Ju – Hon Kwek και
της ομάδας του,
υποστηρίζει ότι ένα
καινούριο οικοσύστημα
έχει μόλις αναδυθεί
πέριξ της ιδιωτικής
πίστωσης και όλοι οι
παίκτες- είτε είναι το
κατεστημένο, είτε new
entrants – θα πρέπει να
διερωτηθούν αλλά και να
σχεδιάσουν πώς θα
σταθούν στη νέα περίοδο
που ανατέλλει.
Για
διευκρίνιση, η ιδιωτική
πίστη αφορά τον δανεισμό
σε μικρές κυρίως
εταιρίες που
δυσκολεύονται να
αντλήσουν κεφάλαια από
τις παραδοσιακές
τράπεζες, αλλά και για
χρηματοδότηση τομέων που
σήμερα αποφεύγει το
τραπεζικό σύστημα ακόμη
και στις ΗΠΑ:
χρηματοδότηση εξαγορών,
χρέους ακινήτων και
βαριών υποδομών (π.χ.
αεροπορικά δάνεια ή
υποδομές μεγάλης
διάρκειας). Ενδεικτικά,
όσοι θέλουν να
χρηματοδοτηθούν για να
επενδύσουν σε εμπορικά
ακίνητα υψηλότερου
κινδύνου, θα πρέπει
αποκλειστικά να
απευθυνθούν σε nonbanks
οντότητες.
Ένα πολύ
σημαντικό στοιχείο είναι
ότι οι ιδιωτικές
πιστώσεις (private
credit)
πολλαπλασιάζονται
ταχύτατα καθώς έφτασαν
συνολικά τα 2
τρισεκατομμύρια δολάρια
και αυτό με στοιχεία
τέλους 2023,
αντανακλώντας μια αύξηση
περίπου κατά 10 φορές
παραπάνω τα κεφάλαια που
αντιπροσώπευαν το 2009.
Ο θεσμός της ιδιωτικής
πίστης αποτελεί τον πιο
γρήγορα αναπτυσσόμενο
τομέα του
χρηματοπιστωτικού
συστήματος τα τελευταία
15 χρόνια, αναφέρει
σχετικά ο αμερικανικός
οίκος.
Αν και
το ποσό των 2 τρισ.
δολαρίων παραμένει
σύμφωνα με τη Mc Kinsey
ένα μικρό κλάσμα μπροστά
στο ευρύτερο πεδίο
επενδύσεων σταθερού
εισοδήματος, οι επιλογές
ιδιωτικής πίστωσης
συνεχίζουν να αποδίδουν
καλά – και να κερδίζουν
σε πολλές περιπτώσεις –
έναντι τραπεζικών και
δημόσιων εναλλακτικών
προσέλκυσης κεφαλαίων
(κρατικά ομόλογα). Στην
ουσία, όταν μιλάμε για
ιδιωτικές πιστώσεις,
αναφερόμαστε σε μια
αγορά που θα μπορούσε να
ξεπεράσει τα 30
τρισεκατομμύρια δολάρια
μόνο στις Ηνωμένες
Πολιτείες, αναφέρει ο
οίκος.
Ο θεσμός
της ιδιωτικής πίστης δεν
αφορά και δεν απειλεί
μόνο τις τράπεζες, που
πρέπει να αναζητήσουν
τις δικές τους λύσεις,
πιθανώς και μέσω joint
ventures για να τον
συναγωνιστούν.
Απευθύνεται και σε μία
μεγάλη μερίδα επενδυτών,
που ενδιαφέρονται να
τοποθετήσουν τα κεφάλαιά
τους στο private credit.
Ήδη, στο εξωτερικό όπου
οι συζητήσεις αυτές
είναι πολύ πιο
προχωρημένες έχει
αρχίζει και εμφανίζεται
μια νέα μόδα: να
αποκτούν οι asset
managers (τράπεζες,
ασφαλιστικές, εταιρίες
διαχείρισης περιουσίας)
δική τους εταιρία
private credit, είτε
αγοράζοντας κάποια από
τις υπάρχουσες στην
αγορά, είτε
δημιουργώντας τη δική
τους. Μοιάζει πολύ
μακρινό σενάριο έως
απίθανο σήμερα, αλλά δεν
αποκλείεται να δούμε
κάποια στιγμή και στην
ελληνική σκηνή τέτοια
βήματα… άλλωστε το joint
venture είναι πάντα μια
καλή λύση.
Μέχρι
τότε, μια απεικόνιση της
πρόβλεψης της McKinsey
για το εύρος της εν
δυνάμει αγοράς ιδιωτικής
πίστης στις ΗΠΑ,
παρατίθεται στο παρακάτω
διάγραμμα με τίτλο «Η
ιδιωτική πίστωση
εξακολουθεί να
διαφοροποιείται σε ένα
ευρύτερο φάσμα
περιουσιακών στοιχείων»,
όπου τα μηνύματα είναι
ξεκάθαρα.

Όπως
ξεκάθαρο και σαφές είναι
το πώς κινείται η μη
τραπεζική χρηματοδότηση
κι ας είναι μικρά
συγκριτικά τα νούμερα.
Κι ας μην αφορά ακόμη
την Ελλάδα. Σημασία έχει
η τάση.
Πηγή:
The Power Game
|