| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τετάρτη, 00:01 - 03/08/2022

 

Περίληψη: 

 

Μελλοντικά, η εξωτερική πολιτική της Κίνας θα ορίζεται όλο και περισσότερο από μια πιο φιλοπόλεμη διεκδίκηση των συμφερόντων της και την εξερεύνηση νέων οδών προς την παγκόσμια ισχύ, που θα παρακάμπτουν τα σημεία συμφόρησης που ελέγχονται από την Δύση.

 

 

------------

 

Στον άμεσο απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, το Πεκίνο βρισκόταν σε θέση άμυνας. Επί εβδομάδες αφότου τα ρωσικά στρατεύματα διέσχισαν τα σύνορα της Ουκρανίας, τα μηνύματα της Κίνας ήταν επιτηδευμένα και συγκεχυμένα, καθώς Κινέζοι διπλωμάτες, προπαγανδιστές, και οι ίδιοι οι εκπρόσωποι του υπουργείου Εξωτερικών προσπαθούσαν να καταλάβουν την γραμμή του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, για την σύγκρουση. Η συνεργασία «χωρίς όρια» του Σι με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, προκαλούσε αυξανόμενο κόστος στην φήμη [της Κίνας].

 

 

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ εκφωνεί μια εικονική ομιλία στην [πόλη] Boao, στην Κίνα, τον Απρίλιο του 2022. Kevin Yao / Reuters
 

---------------------------------------------

 

Σχεδόν έξι μήνες μετά το ξέσπασμα του πολέμου και χωρίς να διαφαίνεται ο τερματισμός του, το Πεκίνο έχει σε μεγάλο βαθμό ανακτήσει τον βηματισμό του. Οι αρχικές ανησυχίες του ότι ο πόλεμος θα αύξανε σημαντικά τις συνολικές ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί. Μολονότι η Κίνα θα προτιμούσε να τελειώσει ο πόλεμος με μια ξεκάθαρη ρωσική νίκη [1], η δεύτερη καλύτερη επιλογή θα ήταν να δει τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη να εξαντλούν τις προμήθειες στρατιωτικού εξοπλισμού τους για να υποστηρίξουν την Ουκρανία. Εν τω μεταξύ, το αυξανόμενο ενεργειακό κόστος και ο πληθωρισμός απειλούν την αποφασιστικότητα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να διατηρήσουν την θέση τους όσον αφορά τις κυρώσεις, σηματοδοτώντας στο Πεκίνο μια δυνητική διάβρωση της διατλαντικής ενότητας. Και παρόλο που στις προηγμένες δημοκρατίες η κοινή γνώμη για την Κίνα έχει σαφώς επιδεινωθεί, σε ολόκληρο τον «παγκόσμιο Νότο», το Πεκίνο συνεχίζει να απολαμβάνει ευρεία δεκτικότητα [2] για την αναπτυξιακή βοήθεια και τα διπλωματικά μηνύματα του.

 

Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο έχει συμπεράνει ότι, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου, το δικό του εξωτερικό περιβάλλον έχει γίνει πιο επικίνδυνο. Κινέζοι αναλυτές [3] βλέπουν ένα όλο και μεγαλύτερο σχίσμα μεταξύ των Δυτικών δημοκρατιών και διαφόρων μη δημοκρατικών χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Κίνας και της Ρωσίας. Η Κίνα ανησυχεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως μοχλεύσουν αυτό το όλο και μεγαλύτερο ρήγμα για να οικοδομήσουν οικονομικούς, τεχνολογικούς [συνασπισμούς] ή συνασπισμούς ασφαλείας για να το ανασχέσουν. Πιστεύει ότι η Ουάσιγκτον και η Ταϊπέι υποδαυλίζουν σκόπιμα την ένταση στην περιοχή, συνδέοντας άμεσα την επίθεση στην Ουκρανία με την ασφάλεια και την σιγουριά της Ταϊβάν. Και ανησυχεί ότι η αυξανόμενη διεθνής υποστήριξη προς την Ταϊβάν θα διαταράξει [4] τα σχέδιά της για «επανένωση».

 

Αυτές οι αντιλήψεις περί Δυτικής παρέμβασης έχουν βάλει το Πεκίνο για άλλη μια φορά σε θέση επίθεσης. Μελλοντικά, η εξωτερική πολιτική της Κίνας θα ορίζεται όλο και περισσότερο από μια πιο φιλοπόλεμη διεκδίκηση των συμφερόντων της και την εξερεύνηση νέων οδών προς την παγκόσμια ισχύ, που θα παρακάμπτουν τα σημεία συμφόρησης που ελέγχονται από την Δύση.

 

ΠΟΙΟΣ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΑΣ

 

Ο αναπροσανατολισμός του Πεκίνου από την εισβολή και μετά είναι εμφανής σε πολλές περιοχές. Στο ύψιστο επίπεδο βρισκόταν η αποκάλυψη από την Κίνα, νωρίτερα φέτος, ενός νέου στρατηγικού πλαισίου, το οποίο ονόμασε «πρωτοβουλία παγκόσμιας ασφάλειας» (global security initiative, GSI). Μολονότι βρίσκεται ακόμα στα αρχικά της στάδια, η GSI συγχωνεύει αρκετές πτυχές της εξελισσόμενης σύλληψης του Πεκίνου σχετικά με την παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Το πιο σημαντικό είναι ότι σηματοδοτεί την προσπάθεια του Σι να υπονομεύσει την διεθνή εμπιστοσύνη στις Ηνωμένες Πολιτείες ως πάροχο περιφερειακής και παγκόσμιας σταθερότητας και να δημιουργήσει μια πλατφόρμα γύρω από την οποία η Κίνα θα μπορεί να αιτιολογήσει την ενίσχυση των δικών της συνεργασιών. Η GSI αντικρούει επίσης αυτό που το Πεκίνο αντιλαμβάνεται ως ψευδείς απεικονίσεις της επιθετικότητας και του αναθεωρητισμού της Κίνας.

 

Ο Σι περιέγραψε για πρώτη φορά την GSI κατά την διάρκεια μιας εικονικής ομιλίας [5] τον Απρίλιο. Για την ακρίβεια, υπήρχε ελάχιστο νέο περιεχόμενο στην ομιλία του Σι. Αλλά ανακοινώνοντας την GSI, ο Σι επιδίωκε να αποσπάσει τον έλεγχο του αφηγήματος για την παγκόσμια ασφάλεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στην Ευρώπη και τον Ινδο-Ειρηνικό, και να αποθαρρύνει χώρες να ενταχθούν σε στρατιωτικά μπλοκ ή ομαδοποιήσεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Με αυτή την πρωτοβουλία, ο Σι [6] έχει βάλει κάτι άλλο στο τραπέζι για να ανταγωνιστεί μια, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, συζήτηση σχετικά με το πώς θα πρέπει να μοιάζει μια διεθνής τάξη πραγμάτων μετά τον πόλεμο [7] στην Ουκρανία. Ο πυρήνας της ευρύτερης ιστορίας του Πεκίνου είναι ότι η Κίνα αποτελεί μια δύναμη σταθερότητας και προβλεψιμότητας ενώπιον των όλο και περισσότερο ασταθών και απρόβλεπτων Ηνωμένων Πολιτειών.

 

Εξίσου σημαντικό είναι το ότι το Πεκίνο [8] συνεχίζει να τοποθετείται ως καινοτόμο και ηγέτης στην παγκόσμια διακυβέρνηση του εικοστού πρώτου αιώνα. Από την αρχική παρουσίαση της GSI και μετά, αυτή έχει γίνει ένα σύνηθες στοιχείο που πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στις ανακοινώσεις των συναντήσεων των διμερών και πολυμερών δεσμεύσεων της Κίνας σε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία, την Αφρική και την Λατινική Αμερική, απόδειξη ότι το Πεκίνο πιέζει για την διπλωματική κανονικοποίηση της νέας του πρωτοβουλίας, και συνεπώς, την ένταξη της στην καθομιλουμένη της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Μολονότι η GSI ίσως να μην αποκτήσει μεγάλη δημοτικότητα στο Τόκιο, στην Καμπέρα ή στις Βρυξέλλες, θα βρει απήχηση στην Τζακάρτα, στο Ισλαμαμπάντ και στο Μοντεβιδέο, όπου είναι έκδηλη η απογοήτευση με στοιχεία της, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, τάξης πραγμάτων.

 

Η ομιλία του Σι τον Απρίλιο επιβεβαίωσε επίσης ότι η στρατηγική ευθυγράμμιση μεταξύ της Κίνας και της Ρωσίας συνεχίζεται, παρά τον καταστροφικό πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία [9]. Συγκεκριμένα, ο Σι συμπεριέλαβε μια αναφορά στην «αδιαίρετη ασφάλεια», μια φράση που χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Δύσης, [που ήταν] γνωστές ως Διαδικασία του Ελσίνκι (Helsinki Process), αλλά υπό τον Πούτιν έχει γίνει συντομογραφία για το επιχείρημα της Μόσχας ότι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ [10] θέτει άμεσα σε κίνδυνο το αίσθημα ασφάλειας της ίδιας της Ρωσίας. Όπως έχουν καταστήσει απολύτως σαφές οι Κινέζοι αξιωματούχοι, το Πεκίνο βλέπει μια άμεση σύνδεση μεταξύ της διευρυνόμενης παρουσίας του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη και του όλο και μεγαλύτερου συνασπισμού εταίρων ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών στον Ινδο-Ειρηνικό. Όπως είπε ο Le Yucheng, τότε κορυφαίος αξιωματούχος του υπουργείου Εξωτερικών, σε μια ομιλία του, τον Μάιο [11], «για αρκετό καιρό, οι Ηνωμένες Πολιτείες κάνουν επίδειξη δύναμης στο κατώφλι της Κίνας, δημιουργώντας αποκλειστικές ομάδες εναντίον της Κίνας και πυροδοτώντας το ζήτημα της Ταϊβάν για να δοκιμάσουν την κόκκινη γραμμή της Κίνας».

 

Συνέχισε: «Εάν αυτή δεν είναι η εκδοχή για την [περιοχή] της Ασίας – Ειρηνικού της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά, τότε ποια είναι;» Αυτή η σύνδεση του ρωσικού περιβάλλοντος ασφαλείας με το περιβάλλον της Κίνας ήταν επίσης κεντρικό στοιχείο της κοινής δήλωσης που εξέδωσαν ο Σι και ο Πούτιν στις 4 Φεβρουαρίου.

 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΣΤΕΝΟΤΕΡΟΙ ΦΙΛΟΙ

 

Ως μέρος του αναπροσανατολισμού της μετά την εισβολή, η Κίνα ενισχύει επίσης ταχέως τις συνεργασίες με χώρες που βρίσκονται εκτός του Δυτικού στρατοπέδου —δηλαδή, το μεγαλύτερο μέρος του «παγκόσμιου Νότου». Η Κίνα έχει επιδιώξει επί μακρόν να εμβαθύνει τις φιλίες της στο εξωτερικό, αλλά τώρα αναγνωρίζει ότι κάποιες χώρες, όπως οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες, δεν θα σταθούν ποτέ δίπλα της όταν υποχρεωθούν να επιλέξουν. Αναφερόμενος στην Ουκρανία, ο Le παραπονέθηκε [12] τον Μάρτιο ότι «κάποιες μεγάλες χώρες δίνουν κενές περιεχομένου υποσχέσεις σε μικρές χώρες, μετατρέπουν τις μικρές χώρες σε πιόνι τους και τις χρησιμοποιούν ακόμη και για να διεξάγουν πολέμους πληρεξουσίων». Το Πεκίνο δεν θέλει να αντιμετωπίσει την ίδια μοίρα, εάν επρόκειτο να βρεθεί σε σύγκρουση εναντίον της Ταϊβάν ή οποιουδήποτε από τους γείτονές της. Όπως έχει εξηγήσει [13] ο Κινέζος μελετητής Yuan Zheng, το Πεκίνο πιστεύει ότι «ένας δυνητικός πόλεμος πληρεξουσίων είναι αυτό που κάποια φιλοπόλεμα άτομα και ομάδες στις ΗΠΑ περιμένουν να λάβει χώρα στην γειτονιά της Κίνας». Ακόμα κι αν οι Κινέζοι ηγέτες εξακολουθούν να είναι σίγουροι για το πολιτικό σύστημα της χώρας τους και την αυξανόμενη οικονομική και στρατιωτική ισχύ της, αναγνωρίζουν ότι αυτή εξακολουθεί να εξαρτάται από τα εξωτερικά αγαθά και τους πόρους για να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη και τις αυξανόμενες στρατιωτικές ικανότητες της. Αντίστοιχα, το Πεκίνο κινείται γρήγορα τόσο προς την εμβάθυνση όσο και προς την διεύρυνση των συνεργασιών του του για να αυξήσει την ανοσία του στις παραλυτικές κυρώσεις και να διασφαλίσει ότι δεν θα είναι μόνο του στους δύσκολους καιρούς. Αυτό περιλαμβάνει την ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων με την Σαουδική Αραβία [14] και την Βενεζουέλα [15]. Τον Αύγουστο, η Βενεζουέλα αναμένεται να φιλοξενήσει έναν διαγωνισμό ελεύθερων σκοπευτών ως μέρος της, υπό την ηγεσία της Ρωσίας, στρατιωτικής άσκησης στο δυτικό ημισφαίριο, που πιθανώς θα περιλαμβάνει την Κίνα, την Ρωσία, το Ιράν και δέκα άλλες χώρες, σε μια επίδειξη δύναμης στις Ηνωμένες Πολιτείες.

 

Η Κίνα είναι επίσης πρόθυμη να εδραιώσει αποκλειστικά μπλοκ χωρών που θα την υποστηρίξουν - ή τουλάχιστον δεν θα υποστηρίξουν τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κυριότερη μεταξύ αυτών των προσπαθειών είναι η προσπάθεια της Κίνας να ενδυναμώσει και να επεκτείνει τις BRICS -την Βραζιλία, την Ρωσία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότιο Αφρική- ως ένα εναλλακτικό μπλοκ του αναπτυσσόμενου κόσμου για να ανταγωνιστεί την Quad [16], το G-7 και το G-20. Τον Μάιο, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Wang Yi, διεξήγαγε μια συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των BRICS, στην οποία συμμετείχαν επιπλέον εννέα προσκεκλημένοι, συμπεριλαμβανομένων αυτών από την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Τον επόμενο μήνα, ως οικοδεσπότης μιας συνόδου κορυφής των BRICS, ο Σι υποστήριξε την διεύρυνση της ομάδας και πρότεινε νέες συνεργατικές προσπάθειες για την ψηφιακή οικονομία, το εμπόριο και τις επενδύσεις και την εφοδιαστική αλυσίδα. Ο Σι κάλεσε επίσης έναν πρωτόγνωρο [αριθμό] 13 ηγετών του κόσμου να συμμετάσχουν σε έναν διάλογο υψηλού επιπέδου για την παγκόσμια ανάπτυξη με τις χώρες των BRICS, συμπεριλαμβανομένων του Ιρανού προέδρου, Ibrahim Raisi, και του πρωθυπουργού της Καμπότζης, Hun Sen. Λίγο αργότερα, η Αργεντινή και το Ιράν υπέβαλλαν επίσημο αίτημα ένταξης στην ομάδα των BRICS, και η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία εξέφρασαν επίσης ενδιαφέρον να το κάνουν. Τον Ιούλιο, η Μόσχα έφτασε στο σημείο να προτείνει στα μέλη της ομάδας «να δημιουργήσουν ένα νέο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα για να εξυπηρετούν καλύτερα τα οικονομικά συμφέροντα τους».

 

Εκτός από την διεύρυνση των BRICS, το Πεκίνο επιδιώκει να μεταμορφώσει τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation Organization, SCO), ο οποίος περιλαμβάνει την Ρωσία [17], σε ένα πανίσχυρο μπλοκ που θα μπορεί να μοχλεύσει τους βαθείς πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς δεσμούς. Η Κίνα έχει πιέσει επί μακρόν για περισσότερη οικονομική συνεργασία στον SCO και έχει προτείνει την σύναψη μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου και την δημιουργία τράπεζας του SCO. Μολονότι πέρυσι αυτές οι ιδέες απέτυχαν παταγωδώς, φέτος, τον Μάιο, ο SCO συζήτησε την ανάγκη για αυξημένες αλληλεπιδράσεις μεταξύ των κρατών - μελών, ιδιαίτερα για την διεθνή ασφάλεια και την οικονομική συνεργασία. Καθώς ο επίσημος αριθμός των μελών του SCO διευρύνεται για να συμπεριλάβει το Ιράν [18] αργότερα φέτος, και δυνητικά την Λευκορωσία [19] στο μέλλον, ο οργανισμός είναι έτοιμος να γίνει πιο διεκδικητικός στην παγκόσμια σκηνή. Πράγματι, αυτόν τον Ιούνιο, η Τεχεράνη πρότεινε στον SCO να υιοθετήσει ένα ενιαίο νόμισμα και εξέφρασε την ελπίδα ότι η ομάδα μπορεί να γίνει ένας «συντονισμός μη Δυτικών μεγάλων δυνάμεων».

 

Εντός αμφότερων των μπλοκ και πέρα από αυτά, θα είναι όλο και πιο σημαντικό να παρατηρήσουμε το πόσο πολύ η Κίνα, η Ρωσία και το Ιράν είναι σε θέση να εμβαθύνουν τις μεταξύ τους σχέσεις και να ωθήσουν την ευρύτερη ευθυγράμμιση μεταξύ των χωρών που είναι δυσαρεστημένες από την ηγεσία των ΗΠΑ. Ομοίως, ο βαθμός στον οποίο η Κίνα μπορεί να μοχλεύσει την στενή σχέση της με το Πακιστάν και την Σαουδική Αραβία για να οικοδομήσει υποστήριξη μεταξύ των μουσουλμανικών χωρών, συμπεριλαμβανομένων του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας (Organization of Islamic Cooperation) και του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Gulf Cooperation Council), είναι μια άλλη μεταβλητή που επηρεάζει την υποστήριξη προς την Κίνα μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών.

 

ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΜΕ ΒΙΑ

 

Ένα τελευταίο στοιχείο της επανεξέτασης της εξωτερικής πολιτικής της Κίνας αφορά την στρατιωτική ισχύ. Το Πεκίνο πιστεύει ότι η Δύση είναι ανίκανη να κατανοήσει ή να συμπάσχει με αυτές που το ίδιο θεωρεί ως θεμιτές ανησυχίες ασφαλείας της Ρωσίας. Δεν υπάρχει κανένας λόγος για την Κίνα να υποθέσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα αντιμετωπίσουν διαφορετικά τις ανησυχίες της Κίνας. Λόγω του ότι η διπλωματία δεν είναι αποτελεσματική, η Κίνα ίσως χρειαστεί να χρησιμοποιήσει βία [20] για να επιδείξει την αποφασιστικότητά της.

 

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την Ταϊβάν [21], και το Πεκίνο είναι πλέον πιο ανήσυχο από ποτέ για τις προθέσεις των ΗΠΑ στο νησί και για αυτές που αντιλαμβάνεται ότι είναι αυξανόμενες προκλήσεις. Αυτό έχει οδηγήσει σε συζήτηση μεταξύ κάποιων κινεζικών αναλυτών [για θέματα] εξωτερικής πολιτικής, σχετικά με το εάν επίκειται άλλη μια κρίση στο Στενό της Ταϊβάν και, εάν ναι, πώς θα πρέπει να προετοιμαστεί η Κίνα. Ο Yang Jiechi [22], ένας διπλωμάτης που υπηρετεί στο Πολιτικό Γραφείο της Κίνας, έχει δηλώσει ότι η Κίνα θα αναλάβει «σταθερές ενέργειες» —συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του στρατού —για να περιφρουρήσει τα συμφέροντά της. Την ίδια στιγμή, ο κινεζικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (People’s Liberation Army) έχει εμπλακεί σε περισσότερες ασκήσεις κοντά στην Ταϊβάν, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει μια δυνητική επέμβαση τρίτων. Αυτή η δυναμική πιθανώς εξηγεί γιατί το Πεκίνο εκδίδει ασυνήθιστα αιχμηρές προειδοποιήσεις για την επίσκεψη που σχεδιάζει [23] στην Ταϊβάν η Νάνσι Πελόζι, η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων (House of Representatives), λέγοντας ότι ένα τέτοιο ταξίδι «θα είχε σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στα πολιτικά θεμέλια των σινοαμερικανικών σχέσεων».

 

Θα ήταν λάθος να αγνοήσουμε τις προειδοποιήσεις της Κίνας -και τις απειλές της για στρατιωτική δράση- απλώς και μόνο επειδή οι προηγούμενες προειδοποιήσεις δεν έχουν υλοποιηθεί. Μολονότι η προοπτική μιας εισβολής στην Ταϊβάν παραμένει μακρινή [24], το Πεκίνο έχει πολυάριθμες οδούς εκτός από την ανοιχτή σύγκρουση για να κλιμακώσει, συμπεριλαμβανομένης της αποστολής αεροσκαφών για να πετάξουν πάνω από το ταϊβανέζικο έδαφος. Και αν το Πεκίνο αναλάμβανε όντως πιο δραστικές ενέργειες λόγω της απογοήτευσης του με την πρόσφατη συμπεριφορά των ΗΠΑ, αυτό θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει μια κανονική κρίση.

 

ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΣΙ

 

Θα λειτουργήσουν οι πρόσφατες προσπάθειες της Κίνας να μετατοπίσει την ισορροπία της δυναμικής και της ισχύος προς την κατεύθυνσή της; Μένει να φανεί εάν η GSI θα μεταβάλλει θεμελιωδώς την διεθνή τάξη πραγμάτων ή ακόμη και εάν θα γίνει βασικός πυλώνας της προσέγγισης της Κίνας στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Η Κίνα έχει προσπαθήσει και έχει αποτύχει στο παρελθόν να οδηγήσει την συζήτηση για την παγκόσμια ασφάλεια, όπως συνέβη με τη Νέα Αντίληψη της Ασφάλειας (New Security Concept), ένα πλαίσιο ασφαλείας που επιδίωκε μεγαλύτερες οικονομικές και διπλωματικές αλληλεπιδράσεις, το οποίο διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1996. Τότε, φυσικά, η Κίνα είχε πολύ μικρότερη οικονομική και διπλωματική μόχλευση. Και ανεξάρτητα από την τελική επιτυχία της, η GSI είναι ένα σημαντικό παράθυρο στο πώς θα επιδιώξει το Πεκίνο να κατευθύνει την συζήτηση για την περιφερειακή και την παγκόσμια ασφάλεια μετά το επερχόμενο 20ο Συνέδριο του Κόμματος (2oth Party Congress), το οποίο αναμένεται να διεξαχθεί το φθινόπωρο.

 

Οι προσπάθειες του Πεκίνου να αναζωογονήσει και να διευρύνει τους υπάρχοντες οργανισμούς όπως οι BRICS και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης αντιμετωπίζουν επίσης εμπόδια. Η Ινδία [25], για παράδειγμα, είναι μέλος αμφότερων των μπλοκ και ίσως περιορίσει οποιεσδήποτε ανοιχτά αντιαμερικανικές προσπάθειες. Αλλά ακόμη και οι οριακές βελτιώσεις των ικανοτήτων και της συνοχής αυτών των ομαδοποιήσεων θα βοηθούσαν το Πεκίνο να αμβλύνει τυχόν καταναγκαστικές ή τιμωρητικές κινήσεις που ενδέχεται να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες [26] και οι σύμμαχοί τους εναντίον της Κίνας τα επόμενα χρόνια.

 

Αλλά ίσως ο μεγαλύτερος παράγοντας που διαμορφώνει το στρατηγικό περιβάλλον της Κίνας είναι το ίδιο το Πεκίνο. Στα χαρτιά, μπορεί κάποιος να ρίξει μια ματιά στα αρχικά περιγράμματα του αναπροσαρμοσμένου σχεδίου της Κίνας. Βαθύτεροι δεσμοί με τον «παγκόσμιο Νότο». Επαναχρησιμοποίηση των υπαρχόντων, υπό την ηγεσία του Πεκίνου, θεσμών όπως η SCO. Νέες έννοιες ασφάλειας που ευθυγραμμίζονται με το δικό της όραμα για την διεθνή τάξη πραγμάτων. Αν εφαρμοστεί σωστά, αυτή η στρατηγική αναμφίβολα θα περιέπλεκε την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες χρειάζονται ικανό χρόνο, και θα μπορούσαν να διαλυθούν εάν η ολοένα και πιο επιθετική και καταναγκαστική συμπεριφορά του Πεκίνου εναντίον των γειτόνων του προκαλέσει την διεθνή απώθηση ή την επιφυλακτικότητα για συνεργασία με την Κίνα. Η τάση του Σι για «αυτογκόλ» και η δραματική υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του έχουν αποδειχθεί o μεγαλύτερος αναστολέας της μεγάλης στρατηγικής της Κίνας. Η πείνα του για εξουσία θα μπορούσε κάλλιστα να καταδικάσει την κινεζική εξωτερική πολιτική.

 

Η BONNY LIN είναι διευθύντρια του China Power Project και ανώτερη συνεργάτις για την ασφάλεια στην Ασία στο Center for Strategic and International Studies.
 

O JUDE BLANCHETTE κατέχει την έδρα κινεζικών σπουδών «Freeman» στο Center for Strategic and International Studies.

 

Foreign Affairs

 

https://foreignaffairs.gr/articles/73771/bonny-lin-kai-jude-blanchette/i-kina-stin-epithesi?page=show

 

https://www.foreignaffairs.com/china/china-offensive

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum