Τα κακά
νέα είναι ότι οι
επενδυτές ομολόγων
βλέπουν με τρόμο την
πραγματική οικονομική
αβεβαιότητα. Τα καλά νέα
είναι ότι η αβεβαιότητα
είναι αμφίπλευρη, και
στη μία από αυτές τις
πλευρές οι υψηλότερες
αποδόσεις είναι σημάδι
μιας υγιέστερης
οικονομίας. Αν και τώρα
είναι οδυνηρές, ίσως να
υπάρχει ακόμα ένας λόγος
να τις ευθυμήσουμε.
Ο πρώτος
πονοκέφαλος για τους
επενδυτές είναι ο
πληθωρισμός. Σε
παγκόσμιο επίπεδο έχει
μειωθεί από ετήσιο ρυθμό
10,4% στα τέλη του 2022
σε 4,4% σήμερα,
οδηγώντας σε πολλά
πισωγυρίσματα μεταξύ των
κεντρικών τραπεζιτών.
Όμως, σε πολλά μέρη
αποδεικνύεται δύσκολο να
μειωθεί στον επίσημο
στόχο, συνήθως 2%. Η
απόκλιση αυτή έχει
μειώσει την εμπιστοσύνη
ότι έρχονται βαθιές
μειώσεις των επιτοκίων.
Οι μη αγροτικές
μισθοδοσίες στην Αμερική
αυξήθηκαν κατά πάνω από
ένα τέταρτο του
εκατομμυρίου εργαζομένων
τον Δεκέμβριο,
τροφοδοτώντας τους
φόβους ότι η οικονομία
είναι ακόμη πολύ θερμή.
Στη Βρετανία η ανάπτυξη
είναι ισχνή, αλλά οι
έρευνες δείχνουν ότι οι
προσδοκίες για τον
πληθωρισμό ανεβαίνουν. Η
τιμή του πετρελαίου έχει
αυξηθεί πάνω από 10% από
τα Χριστούγεννα, σε
περίπου 80 δολάρια το
βαρέλι, εν μέρει λόγω
των αμερικανικών
κυρώσεων στο Ιράν.
Η
ατζέντα του Donald Trump
θα μπορούσε να δώσει νέα
ώθηση στις τιμές.
Απειλεί με δασμούς που
επισκιάζουν εκείνους που
εφάρμοσε κατά την πρώτη
του θητεία. Δεν είναι
σαφές κατά πόσο αυτό
είναι ένα
διαπραγματευτικό
τέχνασμα, αλλά η
δέσμευσή του στις 14
Ιανουαρίου να
δημιουργήσει μια
«υπηρεσία εξωτερικών
εσόδων» υποδηλώνει ότι
επιθυμεί μόνιμα υψηλά
έσοδα από δασμούς. Αν η
κυβέρνησή του καταφέρει
με κάποιον τρόπο να
απελάσει εκατομμύρια
παράνομους μετανάστες, η
αγορά εργασίας θα βιώσει
ελλείψεις. Την τελευταία
φορά που ο κ. Trump ήταν
στην εξουσία ο
πληθωρισμός ήταν ήρεμος,
αλλά σήμερα οι κεντρικοί
τραπεζίτες βρίσκονται σε
επιφυλακή: οι πολιτικές
του είναι υπεραρκετές
για να τρομάξουν τους
traders ομολόγων.
Η
τελευταία μεγάλη
ανησυχία είναι το
αυξανόμενο δημόσιο
χρέος. Οι υπουργοί
Οικονομικών παλεύουν με
τη γήρανση των
κοινωνιών, την πίεση να
δαπανήσουν περισσότερα
για την άμυνα και τη
μετάβαση στην πράσινη
ενέργεια -συν τη
λαϊκιστική αντίσταση
στις περικοπές δαπανών.
Οι διαμάχες για τον
προϋπολογισμό συνέβαλαν
στο να αναγκαστεί ο
Justin Trudeau να
παραιτηθεί από
επικεφαλής του κόμματός
του στον Καναδά και
προκάλεσαν χάος στη
Γαλλία. Μια μεγάλη
δημοσιονομική μάχη
διαφαίνεται στην
Αμερική, όπου ο κ. Trump
θέλει να μειώσει τους
φόρους, παρ’ όλο που το
έλλειμμα είναι ήδη ένα
δυσθεώρητο 6,9% του ΑΕΠ.
Η αύξηση
των αποδόσεων θα πρέπει
να πειθαρχήσει τους
πολιτικούς να
συρρικνώσουν τα
ελλείμματά τους. Ωστόσο,
ο κίνδυνος σήμερα είναι
ότι το υψηλότερο κόστος
των τόκων των χρεών θα
τα ωθήσει ακόμα
περισσότερο στο κόκκινο.
Ο συνδυασμένος λόγος
χρέους προς ΑΕΠ μεταξύ
των μεγάλων πλούσιων
οικονομιών πλησιάζει το
100%, ένα επίπεδο στο
οποίο μια αύξηση των
αποδόσεων των ομολόγων
κατά μία ποσοστιαία
μονάδα εξαντλεί τελικά
τα δημόσια ταμεία κατά
1% του ΑΕΠ ετησίως, ή
περισσότερο από το μισό
των περισσότερων
ευρωπαϊκών αμυντικών
προϋπολογισμών. Εάν τα
υψηλότερα επιτόκια και
οι αποδόσεις των
ομολόγων επιφέρουν απλώς
μεγαλύτερα ελλείμματα, η
οικονομία τονώνεται και
οι κεντρικές τράπεζες
μπορεί να χάσουν τον
έλεγχο του πληθωρισμού.

Πρόκειται για μια
ανησυχητική προοπτική.
Ωστόσο, για κάθε
δανειολήπτη το κόστος
του χρέους είναι μόνο η
μία πλευρά της εξίσωσης.
Η αύξηση του εισοδήματος
έχει επίσης σημασία.
Στην Αμερική το ΑΕΠ έχει
εκτοξευθεί, εν μέρει
χάρη στην παραγωγικότητα
της εργασίας: σε πέντε
χρόνια, η παραγωγή ανά
ώρα εργασίας αυξήθηκε
κατά 10%. Οι αισιόδοξοι
πιστεύουν ότι τα
πράγματα θα γίνουν
σύντομα ακόμα καλύτερα,
καθώς η Τεχνητή
Νοημοσύνη (AI) θα
υπερτροφοδοτήσει το
εργατικό δυναμικό. Το
αμερικανικό
χρηματιστήριο αντανακλά
εδώ και καιρό μια τέτοια
προσδοκία. Και παρ’ όλο
που έχει ταλαντευτεί,
καθώς οι αποδόσεις των
ομολόγων έχουν αυξηθεί
-ο δείκτης S&P 500 δεν
είναι τώρα πολύ
υψηλότερα απ’ ό,τι όταν
ο κ. Trump κέρδισε τις
εκλογές-, οι μετοχές
εξακολουθούν να είναι
εξαιρετικά ακριβές.
Η
ανάπτυξη και τα επιτόκια
είναι στενά συνδεδεμένα.
Ακριβώς όπως οι
κινεζικές αποδόσεις
μειώνονται εν αναμονή
μιας παρατεταμένης
οικονομικής δυσπραγίας,
έτσι και οι αμερικανικές
μπορεί να αυξάνονται εν
μέρει εν αναμονή της
επιτάχυνσης της
παραγωγικότητας. Οι
αλματώδεις επενδύσεις
των εταιρειών στην
Τεχνητή Νοημοσύνη
τρέχουν με ρυθμό περίπου
55 δισ. δολάρια ετησίως.
Σύμφωνα με την τράπεζα
Goldman Sachs, όταν
βρισκόταν σε πλήρη
εξέλιξη, η έκρηξη των
dotcom οδήγησε σε
πρόσθετες επενδύσεις
αξίας 1,5% του
αμερικανικού ΑΕΠ, Η
μεγαλύτερη ζήτηση για
κεφάλαια αυξάνει
μηχανικά τις αποδόσεις,
ακόμα και αν οι
επενδύσεις καταλήξουν να
είναι απογοητευτικές.
Η άνθηση
της Αμερικής αποτελεί
μόνο μερική αποζημίωση
για τους δανειολήπτες
των οποίων τα ομόλογα
είναι συνδεδεμένα με τα
κρατικά -όπως μπορούν να
πιστοποιήσουν οι
αναδυόμενες αγορές, οι
οποίες υποφέρουν εδώ και
καιρό όταν οι
αμερικανικές αποδόσεις
αυξάνονται. Αλλά και
εκτός Αμερικής, η
υψηλότερη ανάπτυξη είναι
επίσης δυνατή. Οι
σκληρωτικές οικονομίες
πρέπει να καταστήσουν
τις αγορές εργασίας τους
πιο ευέλικτες και να
αποφύγουν τις
υπερβολικές ρυθμίσεις
που εμποδίζουν την
υιοθέτηση της Τεχνητής
Νοημοσύνης. Θα πρέπει να
αποφύγουν να απαντήσουν
στον προστατευτισμό με
τους δικούς τους δασμούς
και να εμβαθύνουν τη
δική τους οικονομική
ολοκλήρωση για να
αντισταθμίσουν τον
εμπορικό πόλεμο του κ.
Trump. Επιπλέον, θα
πρέπει να αποφύγουν
ανόητες βιομηχανικές
πολιτικές που απορροφούν
κεφάλαια μόνο και μόνο
για να τα σπαταλήσουν.
Οι υψηλές αποδόσεις θα
μπορούσαν να προμηνύουν
καταστροφή, αλλά αν
αναγκάσουν τις
κυβερνήσεις να
προσπαθήσουν να
ακολουθήσουν την ταχεία
ανάπτυξη της Αμερικής,
τότε ίσως να επιφέρουν
και κάτι καλό.
Πηγή:
The Economist
|