Ακόμα
και αυτά τα έργα, που
ανήκουν όλα στον ινδικό
όμιλο Adani Group, μόλις
και μετά βίας αποδίδουν
την κλίμακα ενός ομίλου
που είναι τόσο
συνυφασμένος με τις
κυβερνητικές
προτεραιότητες, που
είναι σχεδόν συνώνυμος
με την Ινδία του
πρωθυπουργού Narendra
Modi, ωστόσο βοηθούν να
καταδειχθεί η πιθανή
επίπτωση από το
κατηγορητήριο που οι
Αμερικανοί εισαγγελείς
παρουσίασαν στις 20
Νοεμβρίου εναντίον του
Gautam Adani, του
προέδρου της εταιρείας,
και άλλων επτά ατόμων,
συμπεριλαμβανομένου του
ανιψιού του. Ο
ισχυρισμός για την
εμπλοκή τους σε ένα
σχέδιο δωροδοκιών άνω
των 250 εκατ. δολαρίων
σε Ινδούς αξιωματούχους
δεν απειλεί απλώς το
μέλλον ενός εθνικού
εταιρικού πρωταθλητή,
αλλά δημιουργεί
αμφιβολίες για το
επιχειρηματικό
περιβάλλον της Ινδίας,
οι οποίες θα μπορούσαν
να αποτρέψουν τους
ξένους επενδυτές και να
εμποδίσουν τη
συγκέντρωση κεφαλαίων
άλλων ινδικών εταιρειών
στο εξωτερικό.
Πρόκειται για μια
πολιτική βόμβα. Ο
πρωθυπουργός και ο κ.
Adani κατάγονται
αμφότεροι από την
Γκουτζαράτ και έχουν
συνεργαστεί στενά από
τότε που ο κ. Modi ήταν
επικεφαλής υπουργός εκεί
από το 2001 έως το 2014.
Ο κ. Modi αντιμετωπίζει
τώρα αιτήματα από την
αντιπολίτευση για
κοινοβουλευτική έρευνα
και σύλληψη του κ.
Adani. Η υπόθεση
εναντίον του δεύτερου
πλουσιότερου ανθρώπου
της Ινδίας εγείρει
επίσης νέα ερωτήματα
σχετικά με τη δικαστική
και ρυθμιστική
ανεξαρτησία υπό τον κ.
Modi και θα μπορούσε να
επιβραδύνει ένα
πρόγραμμα υποδομών που
του έχει αποφέρει πολλές
ψήφους. Επιπλέον, θα
μπορούσε να περιπλέξει
τη στενή σχέση με την
Αμερική, η οποία
αποτέλεσε διπλωματικό
επίτευγμα, σήμα
κατατεθέν του.
Ο όμιλος
Adani αρνείται τις
κατηγορίες του
αμερικανικού υπουργείου
Δικαιοσύνης (DoJ) και
της Επιτροπής
Κεφαλαιαγοράς (SEC).
Όποια κι αν είναι τα
πραγματικά περιστατικά
της υπόθεσης, υπάρχει
λόγος να αναμένεται ότι
ο Donald Trump, μόλις
αναλάβει την εξουσία, θα
εξαφανίσει τις
κατηγορίες ή τουλάχιστον
θα αποφύγει να ασκήσει
πίεση στην Ινδία να
συνεργαστεί, δεδομένης
της φιλίας του με τον κ.
Modi, των σχεδίων του κ.
Adani να επενδύσει 10
δισ. δολάρια στην
Αμερική, αλλά και της
αναμενόμενης εστίασης
της επερχόμενης
κυβέρνησης στην Κίνα,
έναντι της οποίας βλέπει
την Ινδία ως στρατηγικό
εταίρο.
Παρ’ όλα
αυτά, οι κατηγορίες
πλήττουν την καρδιά της
επωνυμίας Modi,
υπονομεύοντας τον
ισχυρισμό του ότι έχει
κάνει την Ινδία ένα
καλύτερο μέρος για
επιχειρηματικές
δραστηριότητες, ενώ
διαταράσσουν μια
εταιρεία που
διαδραματίζει κεντρικό
ρόλο στην οικονομία της
Ινδίας, καθώς είναι η
μεγαλύτερη εισαγωγέας
άνθρακα, η μεγαλύτερη
ιδιωτική παραγωγός
θερμικής ενέργειας και η
μεγαλύτερή μη κρατική
επιχείρηση εκμετάλλευσης
λιμένων και αεροδρομίων.
Εάν προκύψουν νέες
πληροφορίες ή εάν άλλα
θιγόμενα μέρη αποσυρθούν
από τα έργα της Adani ή
προβούν σε νομικές
ενέργειες κατά της
εταιρείας, οι επιπτώσεις
θα μπορούσαν να είναι
ακόμα χειρότερες.
Οι
κατηγορίες έρχονται
λιγότερο από δύο χρόνια
έπειτα από αυτό που στην
αρχή φαινόταν να είναι
μια άλλη καταστροφική
απειλή για τον όμιλο
Adani, η οποία
προερχόταν από μια
έκθεση ενός
short-seller, της
Hindenburg Research, που
κατηγορούσε την εταιρεία
για μαζική απάτη. Η
κατηγορία αρχικά
εξαφάνισε πάνω από 150
δισ. δολάρια σε
χρηματιστηριακή αξία από
τις εισηγμένες
επιχειρήσεις του ομίλου
και προκάλεσε παρόμοια
αιτήματα της
αντιπολίτευσης για
έρευνα. Ωστόσο, η
εταιρεία τελικά
ανέκαμψε, εν μέρει λόγω
της έλλειψης κυρώσεων
από τη ρυθμιστική αρχή
της αγοράς της Ινδίας
και εν μέρει λόγω της
βελτίωσης των
οικονομικών επιδόσεων,
που έπεισε πολλούς
επενδυτές ότι η Adani
ήταν μια βιώσιμη
επιχείρηση και όχι μια
απάτη.
Σύμφωνα
με την εταιρεία, οι νέες
αμερικανικές κατηγορίες
αφορούν μία μόνο σύμβαση
που αντιπροσωπεύει
λιγότερο από το 10% των
δραστηριοτήτων μιας μόνο
από τις 11 θυγατρικές
εταιρείες του ομίλου
Adani που είναι
εισηγμένες στο
χρηματιστήριο, την Adani
Green Energy. Επιπλέον,
καμία από αυτές τις
θυγατρικές δεν έχει
κατηγορηθεί για
παραπτώματα: οι
κατηγορίες στοχεύουν σε
φυσικά πρόσωπα και όχι
σε οντότητες. Πέντε από
τα οκτώ άτομα -κανένας
από αυτούς δεν είναι
υπάλληλος της Adani-
κατηγορούνται για
παράβαση του
αμερικανικού νόμου περί
δωροδοκίας, του Νόμου
περί Πρακτικών Διαφθοράς
στο Εξωτερικό (FCPA). Οι
άλλοι τρεις, μεταξύ των
οποίων ο κ. Adani και ο
ανιψιός του,
κατηγορούνται για απάτη
με κινητές αξίες και
οικονομική απάτη με τη
χρήση της τεχνολογίας σε
σχέση με το υποτιθέμενο
σχέδιο.
Από
πολλές απόψεις, ωστόσο,
οι κατηγορίες είναι πολύ
πιο σοβαρές από τις
ευρύτερες κατηγορίες της
Hindenburg, λόγω της
επιρροής των ρυθμιστικών
αρχών της Αμερικής στις
κεφαλαιαγορές άλλων
χωρών. Οι κατηγορίες
επεκτείνουν επίσης την
αμερικανική δικαιοδοσία
σε ένα από τα πιο
εξέχοντα στελέχη της
India Inc, καθιστώντας
το ζήτημα διπλωματικό,
αλλά και νομικό. Ενώ η
αστική υπόθεση της
Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
μπορεί να προχωρήσει
χωρίς την παρουσία του
στην Αμερική, η ποινική
υπόθεση του υπουργείου
Δικαιοσύνης απαιτεί την
έκδοσή του κ. Adani.
Οποιοδήποτε αίτημα
έκδοσης θα πρέπει να
περάσει από την
κυβέρνηση και τα
δικαστήρια της Ινδίας.
Η
πιθανότητα να εμφανιστεί
ο κ. Adani σε
αμερικανικό δικαστήριο
εξαρτάται επίσης από την
επερχόμενη κυβέρνηση. Ο
Daniel Pulecio-Boek της
δικηγορικής εταιρείας
Greenberg Traurig
σημειώνει ότι η χρονική
στιγμή του
κατηγορητηρίου, λίγους
μήνες πριν από την
ανάληψη των καθηκόντων
του κ. Trump, μπορεί να
υποδηλώνει ότι οι
ομοσπονδιακοί
εισαγγελείς ήθελαν να
δράσουν πριν η νέα
ηγεσία αναλάβει. Λίγους
μήνες μετά την έναρξη
της πρώτης θητείας του,
ο κ. Trump ζήτησε από
δεκάδες δικηγόρους
αρμόδιους για τη δίωξη
ομοσπονδιακών εγκλημάτων
να παραιτηθούν. Μια
παρόμοια εκκαθάριση
αναμένεται κι αυτήν τη
φορά.
Ο κ.
Trump έχει επίσης
επικρίνει τον FCPA, ο
οποίος εφαρμόζεται σε
κάθε εταιρεία που έχει
εκδώσει τίτλους στην
Αμερική (όπως η Adani),
ως «φρικτό». Ο νόμος,
όπως υποστηρίζει, αδικεί
τις αμερικανικές
εταιρείες που
δραστηριοποιούνται στο
εξωτερικό. Αν και οι
δράσεις επιβολής της
νομοθεσίας συνεχίστηκαν
με καλό ρυθμό κατά τη
διάρκεια της πρώτης
θητείας του, η τρέχουσα
στάση του κ. Trump όσον
αφορά τη δίωξη των
παρανομιών στο εξωτερικό
δεν είναι ξεκάθαρη. Ένας
πρώην ομοσπονδιακός
εισαγγελέας λέει ότι δεν
υπάρχει «σχεδόν καμία
πιθανότητα» ο κ. Adani
να εκδοθεί.
Ακόμα κι
έτσι, οι κατηγορίες
εγείρουν ερωτήματα
σχετικά με το μέλλον του
ομίλου Adani. Η εταιρεία
έχει αξιοποιήσει τις
τράπεζες και τις
κεφαλαιαγορές του
εξωτερικού για το ήμισυ
του δανεισμού της,
γεγονός που την καθιστά
ευαίσθητη στην παγκόσμια
κοινή γνώμη (βλ.
διάγραμμα). Η πρόσβαση
στις υπερπόντιες αγορές
είναι πιθανό να
περιοριστεί για το άμεσο
μέλλον. Μετά την
απαγγελία των κατηγοριών
μια προσφορά ομολόγων
έχει ήδη αποσυρθεί, ενώ
οι οίκοι Moody’s και
Standard & Poor’s έχουν
εκδώσει αρνητικές
προοπτικές αξιολόγησης
για τα υφιστάμενα
ομόλογα αρκετών
εταιρειών της Adani.
Ορισμένοι από τους
διεθνείς εταίρους του
ομίλου Adani έχουν
τρομάξει. Η
TotalEnergies, ένας
γαλλικός πετρελαϊκός
γίγαντας, δήλωσε ότι θα
σταματήσει τις νέες
επενδύσεις στον όμιλο
μέχρι να αποσαφηνιστεί ο
πλήρης αντίκτυπος των
κατηγοριών για
δωροδοκία. Ο πρόεδρος
της Κένυας, William
Ruto, δήλωσε ότι
ακυρώνει δύο συμφωνίες
με εταιρείες της Adani,
συμπεριλαμβανομένης μιας
για τη λειτουργία ενός
αεροδρομίου (αν και η
Adani λέει ότι δεν
υπήρξε δεσμευτική
συμφωνία και ότι οι
συμφωνίες ήταν ήδη
αμφίβολες). Το
Μπαγκλαντές εντείνει τις
προσπάθειες για την
επαναδιαπραγμάτευση μιας
συμφωνίας παροχής
ηλεκτρικής ενέργειας με
την Adani.
Ο όμιλος
Adani λέει ότι τα 10
δισ. δολάρια που
διατίθενται για ξένες
επιχειρήσεις μπορεί να
περιοριστούν, αλλά
επιμένει ότι όλα τα
εγχώρια έργα θα
συνεχιστούν και ότι έχει
αρκετά μετρητά για να
αναχρηματοδοτήσει όλο το
χρέος για το επόμενο
έτος. Λέει επίσης ότι
μπορεί να καλύψει
περισσότερο από το 70%
όλων των προβλεπόμενων
επενδύσεων από εσωτερικά
παραγόμενα κεφάλαια, ενώ
τα υπόλοιπα είναι
διαθέσιμα από εγχώριες
πηγές ή από πηγές εκτός
Αμερικής και
αμερικανικής επιρροής.
Μέχρι
στιγμής, η ζημιά στην
αγοραία αξία της
εταιρείας είναι
μικρότερη από εκείνη που
παρατηρήθηκε μετά τις
καταγγελίες της
Hindenburg. Επίσης, η
ζημία δεν έχει εξαπλωθεί
στο ευρύτερο
χρηματιστήριο, όπου ο
όμιλος Adani έχει
περιορισμένη επιρροή
λόγω της σχετικά χαμηλής
στάθμισής της στους
κύριους δείκτες μετοχών.
Πολιτικά, ωστόσο, ο
αντίκτυπος είναι
εκρηκτικός. Όταν στις 25
Νοεμβρίου το κοινοβούλιο
της Ινδίας άρχισε τη
χειμερινή του
συνεδρίαση, οι ηγέτες
της αντιπολίτευσης
απαίτησαν
κοινοβουλευτική έρευνα
και συζήτηση. Αφού ο
πρόεδρος (ο οποίος
προέρχεται από το
κυβερνών κόμμα Bharatiya
Janata, ή BJP) αρνήθηκε,
τα μέλη της
αντιπολίτευσης διέκοψαν
τις εργασίες,
αναγκάζοντας τη
συνεδρίαση να διακοπεί
για δύο ημέρες. Ο Rahul
Gandhi του κόμματος του
Κογκρέσου, ο οποίος
ηγείται της
αντιπολίτευσης στην Κάτω
Βουλή, είχε κατηγορήσει
νωρίτερα τον κ. Modi ότι
προστατεύει τον κ. Adani
από τη σύλληψη και τον
χρησιμοποιεί ώστε το BJP
να πλουτίσει. Η
αντιπολίτευση εγείρει,
παράλληλα, ερωτήματα
σχετικά με τις
ρυθμιστικές αποτυχίες
και τους δεσμούς μεταξύ
της διπλωματίας του κ.
Modi και των διεθνών
επιχειρήσεων του ομίλου
Adani.
Ο κ.
Modi κατηγόρησε την
αντιπολίτευση για
«χουλιγκανισμό». Αν και
δεν έχει σχολιάσει άμεσα
την υπόθεση Adani, οι
εκπρόσωποι του BJP
σημείωσαν ότι όλοι οι
Ινδοί αξιωματούχοι, που,
σύμφωνα με το
κατηγορητήριο,
υποτίθεται ότι έλαβαν
δωροδοκίες, βρίσκονταν
σε πολιτείες που
διοικούνται από άλλα
κόμματα,
συμπεριλαμβανομένου του
Κογκρέσου. Η Επιτροπή
Κεφαλαιαγοράς
προσδιόρισε έναν τοπικό
αξιωματούχο, τον οποίο,
όπως είπε, ο κ. Adani
συνάντησε το 2021 για να
συζητήσουν τις
δωροδοκίες, ως τον
επικεφαλής υπουργό του
νότιου κρατιδίου Άντρα
Πραντές. Εκείνη την
εποχή, αυτός ήταν ο
Jagan Mohan Reddy, το
κόμμα του οποίου δεν
συμμετέχει στον
συνασπισμό του BJP ή στη
συμμαχία της
αντιπολίτευσης. Ο ίδιος
αρνείται τον ισχυρισμό.
Αυτή η
εξέλιξη μπορεί να
βοηθήσει τον κ. Modi να
αντιμετωπίσει την κρίση,
αλλά η αναστάτωση στο
κοινοβούλιο θα μπορούσε
να καθυστερήσει
σημαντική νομοθεσία, η
οποία ήδη αντιμετώπιζε
μεγαλύτερη αντίσταση
μετά την απώλεια της
κοινοβουλευτικής
πλειοψηφίας του BJP στις
φετινές γενικές εκλογές.
Η υπόθεση ασκεί επίσης
νέα πίεση στις
ρυθμιστικές αρχές της
αγοράς της Ινδίας, οι
οποίες εξετάζουν την
Adani από την εποχή των
ισχυρισμών της
Hindenburg. Μια έκθεση
για 24 σχετικές έρευνες
αναμενόταν να
δημοσιοποιηθεί σύντομα
από το Συμβούλιο
Κεφαλαιαγοράς της
Ινδίας, την κύρια
ρυθμιστική αρχή της
αγοράς. Επιπλέον,
πρόσφατα, φέρεται να
έχει ξεκινήσει νέα
έρευνα για το αν η Adani
με το να μην αποκαλύψει
την αμερικανική έρευνα
παραπλάνησε τους
επενδυτές.
Εν τω
μεταξύ, στο διπλωματικό
μέτωπο υπάρχουν
ενδείξεις ότι το
σκάνδαλο Adani θα
μπορούσε να αυξήσει τις
εντάσεις με την
κυβέρνηση Biden κατά
τους τελευταίους μήνες
της. Οι δύο κυβερνήσεις
βρισκόταν ήδη
αντιμέτωπες με ένα άλλο
κατηγορητήριο του
υπουργείου Δικαιοσύνης,
το οποίο ισχυρίζεται ότι
Ινδοί αξιωματούχοι
εμπλέκονται στην
απόπειρα δολοφονίας ενός
ακτιβιστή Σιχ στη Νέα
Υόρκη.
Αμερικανοί αξιωματούχοι
πίεσαν επίσης πρόσφατα
την Ινδία να περιορίσει
τις εξαγωγές ειδών
διπλής χρήσης προς τη
Ρωσία. Ένας εκπρόσωπος
του BJP άφησε να
εννοηθεί ότι η παραπομπή
του Adani είχε
προγραμματιστεί για να
διαταράξει τη χειμερινή
συνεδρίαση του
κοινοβουλίου. «Υπάρχουν
αβάσιμοι, συνωμοτικοί
ισχυρισμοί που
διατυπώνονται εναντίον
της Ινδίας από το
εξωτερικό», δήλωσε. «Θα
πρέπει να διαβεβαιώσουμε
ότι θα λειτουργήσουμε
σύμφωνα με το δικό μας
νομικό σύστημα, όχι το
δικό τους». Τώρα πολλά
θα εξαρτηθούν από τον
τρόπο με τον οποίο οι
δύο κυβερνήσεις θα
αποφασίσουν να
χειριστούν την υπόθεση.
Ο κ. Adani και ο κ. Modi
ενδέχεται τελικά να
επιβιώσουν από τη
διαμάχη, όπως έχουν
κάνει και πολλοί άλλοι.
Ωστόσο, η εικόνα της
Ινδίας έχει ήδη
αμαυρωθεί.
Πηγή:
The Economist
|