Η κ.
Meloni επέστρεψε στην
Ευρώπη, ενώ ο κ. Musk
βρίσκεται συχνά στο
Mar-a-Lago, στη
Φλόριντα, όπου ο Donald
Trump προετοιμάζει την
επιστροφή του στον Λευκό
Οίκο. Η δεύτερη θητεία
του προκαλεί μεγάλη
ανησυχία στην Ευρώπη,
έναν τόπο που εξαρτάται
από την Αμερική για την
άμυνά του (μέσω του
ΝΑΤΟ, αλλά και με τη
διασφάλιση της ροής
όπλων προς την
Ουκρανία), ενώ της
προμηθεύει πολλά
αυτοκίνητα, τσάντες και
άλλα ευρωπαϊκά
μπιχλιμπίδια. Άβολα για
την Ευρώπη, ο κ. Trump
λέει ότι θέλει να
τερματίσει τον πόλεμο
στην Ουκρανία «μέσα σε
μια μέρα»
(ανατριχιαστικές
λεπτομέρειες μέλλει να
επιβεβαιωθούν), θεωρεί
το ΝΑΤΟ ως τέχνασμα για
να εξαπατηθεί η Αμερική
και υπόσχεται σε όλους
τους τόνους να
στραγγαλίσει τις
εισαγωγές μέσω δασμών.
Αναζητώντας απεγνωσμένα
τον δικό τους άνθρωπο
δίπλα στον Trump για να
απαλύνουν το πλήγμα, οι
Ευρωπαίοι ψάχνουν στις
τάξεις τους κάποιον που
θα μπορούσε, αν κάτι
τέτοιο είναι ποτέ
δυνατόν, να
χαλιναγωγήσει τον
ευμετάβλητο πρόεδρο. Η
κ. Meloni έχει ίσως τα
καλύτερα εχέγγυα.
Ωστόσο, μια πιο οικεία
σχέση με την Αμερική θα
μπορούσε να θέσει σε
κίνδυνο πιο σημαντικές
σχέσεις με τους
ομολόγους της στην ΕΕ.
Δύο
ομάδες Ευρωπαίων
διεκδικούν την αγάπη του
κ. Trump. Η πρώτη είναι
η παλαιά φρουρά της
ηπείρου -οι ηγέτες της
Γαλλίας, της Γερμανίας
και της Πολωνίας, καθώς
και τα μεγαλοστελέχη της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και
του ΝΑΤΟ-, η οποία
παραδοσιακά χειρίζεται
το ευρωπαϊκό σκέλος της
διατλαντικής σχέσης.
Παρ’ όλο που σε
προσωπικό επίπεδο τα
μέλη της μπορεί να
απεχθάνονται τον κ.
Trump, όλοι πιστεύουν
ότι έχουν μια «άκρη»
μαζί του (ο Emmanuel
Macron της Γαλλίας, για
παράδειγμα, ήταν ήδη
στην εξουσία για ένα
μέρος της πρώτης θητείας
του κ. Trump και, στις 7
Δεκεμβρίου, θα τον
φιλοξενήσει στο Παρίσι
για τα αποκαλυπτήρια του
ανακαινισμένου
καθεδρικού ναού της
Παναγίας των Παρισίων).
Ωστόσο, αυτή η ομάδα
βρίσκεται σε επισφάλεια.
Ο κ. Macron προΐσταται
της πιο χαοτικής
πολιτικής σκηνής εκτός
της κορεατικής
χερσονήσου, ο Γερμανός
Olaf Scholz θα ανατραπεί
πιθανότατα τον
Φεβρουάριο, η Πολωνία
αντιμετωπίζει διχασμένη
κυβέρνηση, τουλάχιστον
μέχρι τις προεδρικές
εκλογές της άνοιξης.
Μόνο τα θεσμικά όργανα
της ΕΕ έχουν σταθερή
ηγεσία, αλλά ο κ. Trump
βλέπει το μπλοκ -την
αποθέωση της θέσπισης
κανόνων παγκοσμίως- με
περιφρόνηση.
Η
δεύτερη ομάδα υποψηφίων
για τον Trump είναι οι
ιδεολογικοί του φίλοι. Ο
Viktor Orban, ο
πρωθυπουργός της
Ουγγαρίας, έχει
καλλιεργήσει δεσμούς με
το κίνημα MAGA
(υπόσχεται να κάνει την
Ευρώπη μεγάλη ξανά,
λεπτομέρειες που επίσης
δεν έχουν επιβεβαιωθεί)
και υποστήριξε δημοσίως
την υποψηφιότητα του
κάποτε μελλοντικού
προέδρου. Μαζί με άλλους
που μοιράζονται την
αυταρχική του κλίση,
όπως ο Robert Fico της
Σλοβακίας, έχει
παραμερίσει τους
ελέγχους και τις
ισορροπίες με τρόπο που
ο κ. Trump μπορεί μόνο
να φιλοδοξεί. Ωστόσο,
γι’ αυτόν ακριβώς τον
λόγο ο κ. Orban θα
αποτελούσε έναν ασταθή
σύνδεσμο μεταξύ της ΕΕ
και της Αμερικής: όση
επιρροή κι αν έχει στους
κύκλους του Trump,
κανείς στην Ευρώπη δεν
τον εμπιστεύεται. Αν
είναι μια γέφυρα από τη
δεξιά του MAGA, είναι
μια γέφυρα προς το
πουθενά.
Η κυρία
Meloni, αντίθετα,
βρίσκεται με το ένα πόδι
και στα δύο στρατόπεδα.
Προέρχεται από την
ακροδεξιά και μπορεί να
χτυπήσει τους μετανάστες
και τους «woke» τύπους
με τόση αυτοπεποίθηση
όσο οποιοσδήποτε σε μια
συγκέντρωση του Trump ή
του Orban. Πέρα από τους
δεσμούς της με τον κ.
Musk, για χρόνια ήταν
κολλητή με τον Steve
Bannon, έναν ιδεολόγο
του MAGA (αν και έκτοτε
την έχει καταγγείλει ως
αποστάτρια, υπέρ της
παγκοσμιοποίησης, ενώ οι
σύμμαχοί του την
αποκαλούν πλέον «ψεύτικη
Meloni»). Στην εξουσία
από το 2022 και χωρίς να
αντιμετωπίζει εκλογές
για άλλα τρία χρόνια, η
κ. Meloni έχει καταφέρει
επιδέξια να παραμείνει
στο κυρίαρχο ρεύμα της
ΕΕ. Σε αντίθεση με
άλλους στο πολιτικό της
στρατόπεδο, έχει
υποστηρίξει την Ουκρανία
με ζέση. Αντί να
τσακώνεται με τις
Βρυξέλλες, έχει κάνει τα
πάντα για να εμφανίζεται
ως εποικοδομητικός
εταίρος.
Ο κ.
Trump είναι πιθανό να
νιώθει κάποια
δυσαρέσκεια έναντι της
Ιταλίας, η οποία κάνει
δύο πράγματα που θεωρεί
καταδικαστέα. Το πρώτο
είναι ότι στέλνει πάρα
πολλά σικ loafers
(μεταξύ άλλων) προς την
Αμερική -η Ιταλία είναι
ο δεύτερος μεγαλύτερος
εξαγωγέας αγαθών της ΕΕ
προς τη χώρα του μετά τη
Γερμανία, ενώ αγοράζει
συγκριτικά λίγα. Το
δεύτερο είναι ότι κάνει
οικονομία στην άμυνα. Η
Ιταλία δαπανά μόλις το
1,5% του ΑΕΠ για τις
ένοπλες δυνάμεις της,
πολύ κάτω από τον στόχο
του 2% που συμφωνήθηκε
πριν από μια δεκαετία
από τους συμμάχους του
ΝΑΤΟ.
Η κ.
Meloni βρίσκεται
αντιμέτωπη με μια πράξη
εξισορρόπησης: πώς να
επωφεληθεί από την
εγγύτητά της με τον κ.
Trump χωρίς να
αποξενώσει τους
υφιστάμενους συμμάχους
της ΕΕ. Στο παρελθόν, το
να έχει κανείς καλές
σχέσεις τόσο με την
Ευρώπη όσο και με την
Αμερική ήταν συμβατό.
Σύντομα μπορεί να μην
είναι. «Το νόημα του τι
σημαίνει να είσαι καλός
διατλαντιστής μπορεί να
αλλάξει γρήγορα», λέει ο
Lorenzo Castellani στο
Πανεπιστήμιο Luiss της
Ρώμης. Όσον αφορά την
Ουκρανία, η κ. Meloni
μπορεί να βρεθεί
αντιμέτωπη με την ανάγκη
να επιλέξει μεταξύ του
«σχεδίου» του κ. Trump
και αυτού που προτιμούν
οι ευρωπαϊκές
πρωτεύουσες. Στο
παρελθόν, ο κ. Trump
έχει επιχειρήσει το
«διαίρει και βασίλευε»
στην ΕΕ, στο εμπόριο,
για παράδειγμα. Μπορεί
να αποδειχθεί δελεαστικό
για την Ιταλία να
ευθυγραμμιστεί με το νέο
κατεστημένο στην
Ουάσιγκτον εάν, σε
αντάλλαγμα, η παρμεζάνα
πρόκειται να έχει
χαμηλότερους δασμούς απ’
ό,τι, ας πούμε, το
γκούντα.
Η Ιταλία
της κ. Meloni θα
μπορούσε να καταλήξει να
είναι ένα είδος
πολιτείας-κλειδί, μια
μεγάλη χώρα της ΕΕ που
έχει τη δυνατότητα να
επηρεάσει το μπλοκ
σύμφωνα με την
κοσμοθεωρία του κ.
Trump. Ωστόσο, μόνο
μέχρις ενός σημείου. «Η
Giorgia Meloni έχει
πολλά να χάσει
επιλέγοντας τους
καβγάδες της με τις
Βρυξέλλες», σημειώνει ο
Riccardo Alcaro του
Ινστιτούτου Διεθνών
Υποθέσεων, ενός κέντρου
μελετών στη Ρώμη. Η
Ιταλία έχει υψηλά χρέη
και χλιαρές οικονομικές
προοπτικές, ενώ
επωφελείται από κονδύλια
της ΕΕ και από σιωπηρές
εγγυήσεις για τα δάνειά
της. Η κ. Meloni μπορεί
να έχει έναν νέο φίλο
στην Ουάσιγκτον, αλλά θα
πρέπει να διατηρήσει
καλές σχέσεις με τους
παλιούς της πιο κοντά
στην πατρίδα της.
Πηγή:
The Economist
|