Ωστόσο,
παρ’ όλη την εμπειρία
μας με το πένθος και
παρά την καθοδήγηση που
παίρνουμε από έναν
ολόκληρο επαγγελματικό
κλάδο που ασχολείται με
τη διαχείριση του
πένθους – με retreat,
βιβλία, podcasts,
διαδικτυακά σεμινάρια
και ομάδες υποστήριξης –
δεν είμαστε πολύ καλοί
στην αντιμετώπιση του
πένθους. Στην
πραγματικότητα, ίσως
γινόμαστε χειρότεροι.
Εξηγώντας το φαινόμενο
Η Κλερ
Μπίντγουελ Σμιθ δίνει
διάφορες
εξηγήσεις. «Ζούμε σε μια
εποχή που όλοι μιλάνε
για τη μακροζωία και πώς
να την πετύχουμε. Πόσο
μπορούμε να
ζήσουμε;» λέει η
Μπίντγουελ Σμιθ,
συγγραφέας και
ψυχοθεραπεύτρια που
ειδικεύεται στο
πένθος. «Αποστρεφόμαστε
πλέον περισσότερο τον
θάνατο και οτιδήποτε
σχετίζεται με
αυτόν». Αναφέρεται στις
άδειες πένθους, οι
οποίες συχνά
περιορίζονται σε τρεις
ημέρες για τα άμεσα μέλη
της οικογένειας. Το
υπόρρητο μήνυμα, λέει,
είναι να το ξεπεράσουμε.
Η θλίψη μας δεν
επιτρέπεται να διαρκέσει
περισσότερο.
Ενας
άλλος λόγος: Εχουμε
εγκαταλείψει πολλές
τελετουργίες και
παραδόσεις, οι οποίες
συχνά βασίζονται στην
πίστη και μας παρέχουν
ένα δομημένο πλαίσιο για
να θρηνήσουμε όταν
είμαστε συναισθηματικά
μουδιασμένοι. Πολλοί
άνθρωποι έχουν
απομακρυνθεί από τη
θρησκεία και από αυτές
τις πρακτικές.
Η
Μπίντγουελ Σμιθ έχασε
και τους δύο γονείς της
από καρκίνο γύρω στα 25
της χρόνια και
αφοσιώθηκε στη ζωή της
στο να βοηθά τους
ανθρώπους να
αντιμετωπίσουν την
απώλεια. Διοργανώνει
retreat τα
Σαββατοκύριακα στο Μιλ
Βάλεϊ της Καλιφόρνιας
για άτομα που έχουν
χάσει συγγενείς και
φίλους, άλλοι πιο
πρόσφατα και άλλοι
χρόνια πριν. Σε ένα από
αυτά συμμετείχε μια
γυναίκα που έχασε το
σπίτι της στις πυρκαγιές
της Καλιφόρνιας.
Εξω από
τον κύκλο της, όπου το
πένθος εκφράζεται
προσωπικά και με ένταση,
όπως λέει η Μπίντγουελ
Σμιθ, οι άνθρωποι
κρατούν αποστάσεις από
την απώλεια. Δεν θέλουμε
να μπούμε στη θέση άλλων
που έχουν χάσει τόσο
πολλά, επειδή φοβόμαστε
ότι θα συμβεί το ίδιο
και σε μας ή στα
αγαπημένα μας πρόσωπα.
Από
τραγωδία σε τραγωδία
Αλλάζουμε σελίδα γρήγορα
μετά την απώλεια, καθώς
βλέπουμε μια νέα
τραγωδία να
εκτυλίσσεται, λεπτό προς
λεπτό, μέσα από τα
βίντεο στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης. Οι
προσευχές και οι
εκδηλώσεις συμπαράστασης
για τους ανθρώπους στην
Καλιφόρνια, για
παράδειγμα, μεταφέρθηκαν
στα θύματα του
αεροπορικού δυστυχήματος
στην Ουάσιγκτον και τις
οικογένειές τους. Τα
τηλεοπτικά συνεργεία
μετακινήθηκαν προς τα
ανατολικά. Κάποιοι είπαν
εξομολογούμενοι στον
Κέσλερ: «Ξέρω ότι δεν θα
έπρεπε να νιώθουμε έτσι.
Ολοι έφυγαν. Δεν είμαστε
πια πρώτη είδηση».
Το
ερώτημα που προκύπτει
είναι το εξής: Πρέπει να
θρηνούμε για πρόσωπα που
δεν γνωρίζουμε ή για
πράγματα που δεν χάσαμε
οι ίδιοι; Οι άνθρωποι
στο Οχάιο ή στην Αϊόβα,
που δεν έχουν δεσμούς με
το Λος Αντζελες ή την
αεροπορική εταιρεία ή
τον στρατό, έχουν
καθήκον ή ηθική
υποχρέωση να στηρίξουν
αυτούς που θρηνούν; Και
αν ναι, πώς; Η Τζοάν
Κατσιατόρε λέει ότι ναι,
έχουμε υποχρέωση.
Αυτό που
μας επηρεάζει ως άτομα
μας επηρεάζει και ως
κοινωνία, λέει η
Κατσιατόρε, ερευνήτρια
καθηγήτρια στο
Πολιτειακό Πανεπιστήμιο
της Αριζόνα και
συγγραφέας του βιβλίου
«Bearing the Unbearable:
Love, Loss, and the
Heartbreaking Path of
Grief» (Αντέχοντας το
αβάσταχτο: Αγάπη,
απώλεια και η σπαρακτική
διαδρομή του
πένθους). «Τα βότσαλα
δημιουργούν κυματισμούς.
Το τραύμα μεταδίδεται
μέσα στην κοινότητα και
είναι καθήκον μας να
νοιαζόμαστε» λέει.
Επίσης, δίνει μαθήματα
στους γύρω μας,
συμπεριλαμβανομένων των
παιδιών μας.
Η
διαγενεακή συμπόνια
Οταν
δείχνετε συμπόνια σε
κάποιον, πηγαίνοντάς του
φαγητό, συνοδεύοντάς τον
στο νεκροταφείο, δίνετε
το παράδειγμα. Η
Κατσιατόρε έχει δει αυτό
που αποκαλεί διαγενεακή
συμπόνια. «Αποτελούμε
πρότυπα συμπεριφοράς για
την οικογένειά μας και
τα παιδιά μας. Οταν
βλέπουν αυτή τη συμπόνια
στην πράξη, μπορούν να
την υιοθετήσουν ως στάση
και τα ίδια» λέει η
Κατσιατόρε.
Η Αντζελα Σέλενμπεργκ,
ψυχοθεραπεύτρια που
ειδικεύεται στο τραύμα,
το πένθος και την
προσκόλληση, λέει ότι οι
άνθρωποι είναι αρκετά
καλοί στο να
ενεργοποιούνται τη
στιγμή μιας τραγωδίας,
στέλνοντας μια εφάπαξ
δωρεά στον Ερυθρό Σταυρό
και προσευχόμενοι σε
χώρους λατρείας την
Κυριακή έπειτα από μια
τραγωδία.
Και μετά
χάνονται. «Είμαστε πολύ
κακοί στο να
πενθούμε» λέει η
Σέλενμπεργκ, η οποία
έχασε και τους δύο
γονείς της όταν ήταν 22
ετών. Μπορούμε να
γίνουμε καλύτεροι, λέει,
συντηρώντας στον χρόνο
αυτή την πρόσκαιρη
συμπόνια του πένθους.
Οι λάθος
φράσεις
Οταν η
απώλεια πλήττει κάποιον
γνωστό σας, βεβαιωθείτε
ότι το άτομο αυτό δεν
είναι μόνο του στις πιο
μοναχικές στιγμές της
ζωής, λέει η
Σέλενμπεργκ. Μη
ρωτάτε «Τι μπορώ να
κάνω;» ή μη λέτε «Αν
χρειαστείς κάτι, πες
μου». Απλά κάντε το.
Αφήστε καφέ και γλυκά ή
μια δωροκάρτα στην
εξώπορτα. «Αν σας
συνέβαινε κάτι τέτοιο,
δεν θα θέλατε να το
κάνει αυτό κάποιος άλλος
για εσάς;» λέει.
Δείξτε
ευαισθησία. Αναγνωρίστε
ότι μια απώλεια δεν
ξεπερνιέται, ότι αλλάζει
τον άνθρωπο για πάντα. Η
Κέσλερ υποστηρίζει ότι
το να ξεπερνάμε βιαστικά
το στάδιο του πένθους
έχει προσωπικό και
κοινωνικό κόστος. Δεν
είναι υγιές να αναμασάμε
το πένθος μας, αλλά αν
το προσπεράσουμε και δεν
το αντιμετωπίσουμε,
αναπόφευκτα θα βγει στην
επιφάνεια κάποια στιγμή,
λέει η Κέσλερ. «Αυτό που
προσπαθούμε να
αποφύγουμε μας
καταδιώκει» λέει. «Αυτό
που αντιμετωπίζουμε μας
μεταμορφώνει».
Πηγή:
The Wall Street Journal
|