Σύμφωνα
με τον διευθύνοντα
σύμβουλο της τράπεζας
Χρήστο Μεγάλου, «για το
2025 ο στόχος είναι να
συνεχίσουμε να αυξάνουμε
το χαρτοφυλάκιο δανείων
μας, αξιοποιώντας την
ισχυρή ζήτηση από
επιχειρήσεις, όπως και
τα κεφάλαια που
προέρχονται από το
Ταμείο Ανάκαμψης». Η
τράπεζα μελετά την
αναθέρμανση των εργασιών
λιανικής με αιχμή τη
στεγαστική πίστη και τα
επισκευαστικά κυρίως
δάνεια για την
ενεργειακή αναβάθμιση
των κατοικιών. Να
σημειωθεί ότι το
χαρτοφυλάκιο των
εξυπηρετούμενων δανείων
της τράπεζας ανήλθε στο
τέλος 9μήνου στα 32 δισ.
ευρώ, από τα οποία τα
14,8 δισ. ευρώ είναι
προς μεγάλες
επιχειρήσεις, τα 9,5
δισ. ευρώ είναι δάνεια
προς μικρομεσαίες και
μικρές επιχειρήσεις, τα
6,2 δισ. ευρώ είναι
στεγαστικά δάνεια και
1,6 δισ. ευρώ είναι
καταναλωτικά δάνεια. Η
καθαρή πιστωτική
επέκταση προέρχεται από
το επιχειρηματικό
χαρτοφυλάκιο που έχει
αυξηθεί κατά 16% σε
σχέση με το 2021, ενώ το
χαρτοφυλάκιο προς
μικρομεσαίες και μικρές
επιχειρήσεις αυξήθηκε
κατά 7%. Η συμμετοχή της
τράπεζας στο Ταμείο
Ανάκαμψης διαμορφώνεται
στα 2 δισ. ευρώ, από τα
οποία τα 500 εκατ. ευρώ
έχουν εκταμιευθεί, 600
εκατ. ευρώ είναι
συμβασιοποιημένα, ενώ
άλλα 900 εκατ. ευρώ
αναμένεται να
συμβασιοποιηθούν.
Σύμφωνα
με τη διοίκηση, η
διατήρηση του καθαρού
επιτοκίου στο επίπεδο
του 2,7% είναι σημαντική
με δεδομένη την έναρξη
του κύκλου μείωσης των
επιτοκίων και την
παραδοχή ότι το επιτόκιο
αναφοράς της ΕΚΤ θα
είναι κοντά στο 2% ή
ακόμα χαμηλότερο μέχρι
το τέλος του 2025. Η
εκτίμηση της τράπεζας
είναι ότι η πίεση στο
καθαρό επιτοκιακό
περιθώριο θα είναι
περιορισμένη, καθώς θα
αντισταθμιστεί, μεταξύ
άλλων, από τη δημιουργία
ευκαιριών στις
μικρομεσαίες
επιχειρήσεις και στη
λιανική. Οι σταθεροί
όγκοι νέων δανείων, τα
αυξανόμενα έσοδα από
χαρτοφυλάκια σταθερού
εισοδήματος και οι
στρατηγικές
αντιστάθμισης κινδύνου
μπορούν να μετριάσουν
μεγάλο μέρος των
επιπτώσεων από τη μείωση
των επιτοκίων,
ομαλοποιώντας το καθαρό
επιτοκιακό περιθώριο από
τα τρέχοντα υψηλά
επίπεδα σε ένα βιώσιμο
επίπεδο γύρω στο
2,3%-2,4%.
Η ισχυρή
μακροοικονομική
προοπτική και η βιώσιμη
δυναμική κερδοφορίας της
τράπεζας, σε συνδυασμό
με τη σύγκλιση της
μερισματικής πολιτικής
στον ευρωπαϊκό μέσο όρο
–επόμενο ορόσημο για την
Πειραιώς είναι η πληρωμή
50% από τα κέρδη του
2025–, θα ενισχύσουν
σύμφωνα με τη διοίκηση
την επενδυτική πρόταση
της Πειραιώς. Για τη
χρήση του 2024 το
ποσοστό διανομής θα
ανέλθει στο 35% (από 10%
το 2023) και το προς
διανομή ποσό αναμένεται
ότι θα ξεπεράσει τα 350
εκατ. ευρώ, από 79 εκατ.
ευρώ που διανεμήθηκαν το
2023. Οσον αφορά τη
χρηματιστηριακή αξία της
τράπεζας, τα μεγέθη της
σύμφωνα με τη διοίκηση
δικαιολογούν να
διαπραγματεύεται πιο
κοντά στον μέσο όρο των
ευρωπαϊκών τραπεζών, που
είναι μία φορά η
λογιστική αξία.
|