| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Παρασκευή, 00:01 - 08/07/2022

 

Περίληψη:  

 

Μολονότι η επίσκεψη του Μπάιντεν ίσως να μην ταιριάζει με την προηγούμενη ρητορική και τις αξίες του, θα συνέβαλε στην διόρθωση μιας σχέσης που μπορεί, εάν παιχτεί σωστά, να βοηθήσει στην σταθεροποίηση των παγκόσμιων αγορών πετρελαίου, στην παράταση της εκεχειρίας στον εμφύλιο πόλεμο της Υεμένης και στον περιορισμό των ιρανικών φιλοδοξιών.

 

 

---------------------

 

Η επερχόμενη επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στην Σαουδική Αραβία έχει εξαπολύσει μια υπερβολική φιλολογία στην αμερικανική κοινότητα της εξωτερικής πολιτικής. Κάποιες αντιδράσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών από επιδραστικούς πολιτικούς των Δημοκρατικών, ήταν ανεπιφύλακτα αρνητικές. Ο Δημοκρατικός βουλευτής Adam Schiff είπε [1], «μέχρι η Σαουδική Αραβία να κάνει μια ριζική αλλαγή όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν θα ήθελα να έχω καμία σχέση μαζί του», αναφερόμενος στον Σαουδάραβα πρίγκιπα-διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, γνωστό ως MBS. Ωστόσο, οι υπερασπιστές της απόφασης του Μπάιντεν να επισκεφθεί [την Σαουδική Αραβία] υποστηρίζουν ότι τα συμφέροντα των ΗΠΑ και οι πραγματικότητες της ισχύος στη Μέση Ανατολή απαιτούν μια στρατηγική σχέση με τους Σαουδάραβες, παρά το κακό ιστορικό τους στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην δημοκρατία.

 

 

Ο Τούρκος πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν, καλωσορίζει τον Σαουδάραβα πρίγκιπα–διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στην Άγκυρα, τον Ιούνιο του 2022. Umit Bektas / Reuters
 

------------------------------------------------------------

 

Αυτό το επίπεδο διαφωνίας και αντιπαράθεσης είναι εντυπωσιακό και ασυνήθιστο διότι οι Αμερικανοί πρόεδροι συναντώνται τακτικά με τους Σαουδάραβες ηγέτες από την δεκαετία του 1970 -και περιστασιακά πριν από αυτή. Αλλά η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε σηματοδοτήσει, με απόλυτη σαφήνεια, ότι θα μεταχειριζόταν την Σαουδική Αραβία διαφορετικά από ό,τι οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2020, ο Μπάιντεν είπε ότι θα έκανε τους Σαουδάραβες «να πληρώσουν το τίμημα» για την δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι [2] το 2018, και για την συμμετοχή της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμο στην Υεμένη, και ότι θα τους αντιμετώπιζε ως «οι παρίες που είναι». Μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Μπάιντεν εξουσιοδότησε την δημοσιοποίηση μιας έκθεσης των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών που υποστήριζε ότι ο MBS ήταν υπεύθυνος για την δολοφονία του Κασόγκι από Σαουδάραβες πράκτορες στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη. Ο Μπάιντεν αρνήθηκε να ασχοληθεί άμεσα με τον πρίγκιπα-διάδοχο και έλαβε μέτρα πολιτικής που εκνεύρισαν τους Σαουδάραβες, συμπεριλαμβανομένων της άρσης του επίσημου χαρακτηρισμού των Χούθι (των αντιπάλων των Σαουδαράβων στην Υεμένη) ως τρομοκρατών, της απομάκρυνσης των πυροβολαρχιών αεράμυνας των ΗΠΑ από την Σαουδική Αραβία, και της επανέναρξης των πυρηνικών συνομιλιών με το Ιράν. Έτσι, η επερχόμενη επίσκεψη στο Ριάντ αντιπροσωπεύει μια ανατροπή -και μια υποχώρηση για έναν πρόεδρο που αντιμετωπίζει έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτικών προβλημάτων στο εσωτερικό.

 

Νωρίτερα αυτό το έτος, έγραψα στο Foreign Affairs ότι η αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή θα πρέπει να ευνοήσει την τάξη [3] έναντι άλλων στόχων, και αυτό σήμαινε να ασχοληθεί με τα καθεστώτα και τους ηγέτες που έχουν αίμα στα χέρια τους, εάν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Η επανεμπλοκή με την Σαουδική Αραβία ταιριάζει σε αυτήν την ατζέντα. Μολονότι η επίσκεψη του Μπάιντεν ίσως να μην ταιριάζει με την προηγούμενη ρητορική και τις αξίες του, θα συνέβαλε στην διόρθωση μιας σχέσης που μπορεί, εάν παιχτεί σωστά, να βοηθήσει στην σταθεροποίηση των παγκόσμιων αγορών πετρελαίου, στην παράταση της εκεχειρίας στον εμφύλιο πόλεμο της Υεμένης, και στον περιορισμό των ιρανικών φιλοδοξιών.

 

ΧΩΡΙΣ ΤΑΞΗ

 

Από όταν ανέλαβε τα καθήκοντα του, ο Μπάιντεν ήταν τουλάχιστον εν μέρει ανοιχτός στο να δώσει προτεραιότητα στην τάξη στη Μέση Ανατολή έναντι άλλων στόχων, όπως η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η προώθηση της δημοκρατίας. Άλλωστε, ο Μπάιντεν άνοιξε εκ νέου συνομιλίες με το Ιράν [4] (με τη μεσολάβηση των Ευρωπαίων) για την αποκατάσταση του Κοινού Συνολικού Σχεδίου Δράσης (Joint Comprehensive Plan of Action, JCPOA), το οποίο είχε καταφέρει κατά την διάρκεια της κυβέρνησης του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα να ανατρέψει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Όταν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από το JCPOA, το Ιράν ανανέωσε το πυρηνικό του πρόγραμμα και έκτοτε έχει πλησιάσει περισσότερο στην δυνητική οπλοποίηση. Η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι πρόθυμη να αφήσει κατά μέρος έναν μακρύ κατάλογο θεμάτων με την Τεχεράνη -συμπεριλαμβανομένων της υποστήριξής της σε τρομοκρατικές οργανώσεις και στο βάναυσο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία, και του αυξανόμενου οπλοστασίου βαλλιστικών πυραύλων της- για να προσπαθήσει να σταματήσει ή να επιβραδύνει την πρόοδο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Τίποτα δεν θα ήταν πιο πιθανό να οδηγήσει σε αυξημένη διαμάχη και αστάθεια στην περιοχή από την προοπτική μιας ιρανικής ικανότητας για πυρηνικά όπλα.

 

Η επίσκεψη του Μπάιντεν στη Σαουδική Αραβία αποτελεί άλλο ένα βήμα προς την τάξη και την σταθερότητα. Με την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να διαταράσσει τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας, ο ρόλος του Ριάντ ως ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου αποκτά ανανεωμένη σημασία. Η τάξη στην αγορά πετρελαίου απαιτεί από τους Σαουδάραβες να χρησιμοποιήσουν την αδρανή παραγωγική τους ικανότητα για να αναπληρώσουν τουλάχιστον κάποια από την ρωσική προσφορά που χάθηκε λόγω των κυρώσεων. Ωθούμενη εν μέρει από τις Συμφωνίες του Αβραάμ (Abraham Accords) [5] της κυβέρνησης Τραμπ, οι οποίες μεσολάβησαν για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και αρκετών αραβικών χωρών, η Σαουδική Αραβία έχει αρχίσει να προσεγγίζει διστακτικά το Ισραήλ, μια εξέλιξη που επίσης θα συμβάλει σε μια πιο ειρηνική και προβλέψιμη Μέση Ανατολή.

 

Η επίτευξη αυτών των απτών αμερικανικών συμφερόντων αιτιολογεί την υποβάθμιση των αντιρρήσεων του Μπάιντεν για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Σαουδική Αραβία και τη μείωση των εντάσεων στην σχέση ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας. Η μετατόπιση ήδη αποδίδει οφέλη. Η κατάπαυση του πυρός [6] στον εμφύλιο πόλεμο της Υεμένης, αποτέλεσμα εν μέρει της αμερικανικής διπλωματίας με την Σαουδική Αραβία, παρατάθηκε τον Ιούνιο για άλλους δύο μήνες. Και οι Σαουδάραβες έχουν ήδη συμφωνήσει να επιταχύνουν τις προγραμματισμένες αυξήσεις της παραγωγής πετρελαίου το καλοκαίρι.

 

Δεν είναι μόνο η κυβέρνηση Μπάιντεν που παραμερίζει τους περισσότερο ιδεολογικούς στόχους στην επιδίωξη μιας πιο ειρηνικής Μέσης Ανατολής: το ίδιο κάνουν και οι κυβερνήσεις της περιοχής. Τους τελευταίους μήνες, η Σαουδική Αραβία και το Ιράν έχουν διεξάγει μια σειρά διμερών συνομιλιών με τη μεσολάβηση της ιρακινής κυβέρνησης. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν επίσης επανεμπλακεί απευθείας με το Ιράν. Τα τελευταία χρόνια ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν [7] επέπληξε δημοσίως τον MBS για την δολοφονία του Κασόγκι και έχει επιδιώξει ευρύτερα να αμφισβητήσει την σαουδαραβική ηγεσία των σουνιτικών αραβικών κρατών της Μέσης Ανατολής. Όμως, στα τέλη Ιουνίου, ο Ερντογάν δέχθηκε τον πρίγκιπα-διάδοχο στην Άγκυρα. Σε ένα πιο αμφιλεγόμενο βήμα, τουλάχιστον υπό την προοπτική των ΗΠΑ, η κυβέρνηση των ΗΑΕ φιλοξένησε μια επίσκεψη του Σύρου προέδρου τον Μάρτιο, αφότου υποστήριξε την εξέγερση εναντίον του επί πολλά χρόνια. Ήταν το πρώτο ταξίδι του Άσαντ σε μια αραβική χώρα από την έναρξη του συριακού εμφυλίου πολέμου το 2011.

 

Καμία από αυτές τις εξελίξεις δεν σημαίνει ότι πρόκειται να υπάρξει ένα ξέσπασμα ειρήνης στην περιοχή. Οι πιθανότητες για σύγκρουση σε διάφορους άξονες -τον ιρανο-ισραηλινό, τον ιρανο-σαουδαραβικό, τον ισραηλινο-λιβανικό, τον συρο-τουρκικό και τον σαουδαραβο-υεμενίτικο, μεταξύ άλλων- παραμένουν υψηλές. Όμως τα βήματα προς την επαναπροσέγγιση υποδεικνύουν ότι οι περιφερειακοί ηγέτες αρχίζουν να επανεξετάζουν το κόστος της αστάθειας και τα οφέλη της τάξης. Η διπλωματία των ΗΠΑ θα πρέπει να ενθαρρύνει αυτή την τάση και να συμμετάσχει σε αυτήν.

 

ΞΑΝΑΒΡΙΣΚΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ

 

Τα θεμέλια της, μερικές φορές δύσκολης, σαφώς συναλλακτικής, αλλά αμοιβαία επωφελούς σχέσης ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας, έχουν διαβρωθεί κατά την διάρκεια των τελευταίων τριών προεδριών των ΗΠΑ. Ο συνδυασμός της αυξημένης παραγωγής ενέργειας των ΗΠΑ, των χαμηλών τιμών του πετρελαίου στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010 και της ανησυχίας για την κλιματική αλλαγή [8], οδήγησε πολλούς στις Ηνωμένες Πολιτείες να συμπεράνουν ότι η Σαουδική Αραβία και το πετρέλαιό της δεν ήταν πλέον τόσο σημαντικά. Ο Ομπάμα, ο Τραμπ, και ο Μπάιντεν έκαναν όλοι προεκλογική εκστρατεία για την ανακατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ μακριά από τη Μέση Ανατολή. Ο φόβος της σαουδαραβικής ηγεσίας για την αμερικανική «απόσυρση» από τη Μέση Ανατολή είναι υπερβολικός, δεδομένης της συνεχιζόμενης στρατιωτικής και πολιτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην περιοχή, αλλά τα αισθήματα είναι πραγματικά.

 

Από την πλευρά των ΗΠΑ, ο σφιχτός δημόσιος εναγκαλισμός του Τραμπ στον MBS [9] έσυρε την σχέση στην πολωμένη κομματική πολιτική· oι Δημοκρατικοί πλέον θεωρούν όλο και περισσότερο ότι οι Σαουδάραβες παίρνουν το μέρος των Ρεπουμπλικάνων. Η ανάμειξη του Τραμπ στην εσωτερική πολιτική της Σαουδικής Αραβίας, με την ενθάρρυνση της ανόδου του πρίγκιπα-διαδόχου, ήταν απρεπής και αχρείαστη. Όταν ο Jared Kushner, γαμπρός του Τραμπ και βασικός σύμβουλος πολιτικής, και ο Steve Mnuchin, ο υπουργός Οικονομικών του Τραμπ, επιζήτησαν σαουδαραβικές επενδύσεις στα αντισταθμιστικά κεφάλαιά τους (hedge funds), λίγο αφότου εγκατέλειψαν τα καθήκοντά τους, αυτό δημιούργησε την εικόνα ενός quid pro quo. Οι Σαουδάραβες αξίζουν ένα σημαντικό μέρος της ευθύνης για αυτό, και πρέπει να μεταβάλλουν την προσέγγισή τους προς την Ουάσιγκτον για να επαναφέρουν την σχέση σε μια πιο σταθερή, διακομματική βάση.

 

Η κίνηση του Μπάιντεν να δώσει τα χέρια με τον Σαουδάραβα πρίγκιπα-διάδοχο είναι μια απαραίτητη και κατανοητή αντίδραση στον κόσμο όπως αυτός είναι: όχι μόνο η διαλυμένη πολιτική της Μέσης Ανατολής αλλά και οι παγκόσμιες διαταραχές που προκλήθηκαν από τον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία [10]. Αποτελεί μια αναγνώριση ότι το να εργαστούμε για κάποιον βαθμό τάξης στην δύσκολη Μέση Ανατολή απαιτεί να ασχοληθούμε με τους κυβερνήτες που προεδρεύουν σε σχετικά σταθερά κράτη και ασκούν επιρροή εκτός των συνόρων τους. Τέτοιοι κυβερνήτες ίσως βρίσκονταν στην Αίγυπτο, στο Ιράν, στην Τουρκία, ακόμη και στην Συρία. Σίγουρα μπορούν να βρεθούν στην Σαουδική Αραβία.

 

Ο F. GREGORY GAUSE III είναι καθηγητής διεθνών υποθέσεων στο Bush School of Government and Public Service του Texas A&M University και συνεργάτης του διδακτικού προσωπικού στο Bush School’s Albritton Center for Grand Strategy.

 

Foreign Affairs

 

https://www.foreignaffairs.gr/articles/73743/f-gregory-gause-iii/o-neos-realismos-tis-amerikis-sti-mesi-anatoli?page=show

 

https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-07-06/americas-new-realism-middle-east

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum