Ο
Γαλιλαίος Γαλιλέι, ο
πρώτος άνθρωπος που
μελέτησε τον Κρόνο με
τηλεσκόπιο, ήταν και ο
πρώτος που παρατήρησε το
φαινόμενο και
εντυπωσιάστηκε. Όταν
έστρεψε αρχικά το
τηλεσκόπιό του στον
Κρόνο, τον Ιούλιο του
1610, κατέληξε στο
συμπέρασμα ότι τα
παράξενα «αυτιά» ή
«λαβές» εκατέρωθεν της
κεντρικής σφαίρας ήταν
δύο ξεχωριστά σώματα. Ο
Γαλιλαίος υπέθεσε ότι τα
μέρη αυτού του «σύνθετου
των τριών» δεν κινούνταν
ούτε άλλαζαν ποτέ. Δεν
είχε «καμία αμφιβολία
για τη σταθερότητά
τους». Ο πλανήτης
εξακολουθούσε να έχει
αυτό το «τριπλό» σχήμα
τον Ιούνιο του 1612.
Όμως, μέχρι το τέλος του
ίδιου έτους οι «λαβές»
είχαν εξαφανιστεί. Σε
μια επιστολή του προς
έναν συνάδελφό του
αστρονόμο, ρωτούσε:
«Μήπως τελικά ο Κρόνος
καταβρόχθησε τους
ίδιους του τους γιους;»
Ο
Γαλιλαίος είχε θίξει το
λόγο για τον οποίο αυτή
η εξαφάνιση είχε
σημασία. Ο Κρόνος πήρε
το όνομά του από τον
Saturnus, τον ρωμαϊκό
θεό της γεωργίας, ο
οποίος με το δρεπάνι του
δίδαξε στους ανθρώπους
πότε να σπέρνουν και
πότε να θερίζουν: τον
αναπόφευκτο κύκλο της
γέννησης, της ανάπτυξης
και του θανάτου. Ο
Saturnus ήταν η ρωμαϊκή
εκδοχή του ελληνικού
θεού Κρόνου, ενός Τιτάνα
που, φοβούμενος την
ανατροπή του,
καταβρόχθιζε τα παιδιά
του μόλις γεννιόντουσαν.
Ο Κρόνος ήταν, υπό αυτή
την έννοια, ο πλανήτης
της τάξης και της
εξέλιξης του χρόνου,
αλλά είχε και μια πλευρά
φρίκης: ο καλοκάγαθος
κυβερνήτης που στη
φαντασία του Francisco
Goya ήταν επίσης ένα
γερασμένο τέρας με
γουρλωμένα μάτια που
καταβρόχθιζε τη σάρκα
των παιδιών του.
Ο Κρόνος
είχε πάντα αυτόν τον
διττό χαρακτήρα. Η
ρωμαϊκή γιορτή των
Σατουρναλίων τον
Δεκέμβριο γιόρταζε τόσο
τον φέροντα την ειρήνη
και την καρποφορία,
συνώνυμο των γιορτών και
του χορού, όσο και τον
Κύριο της Αταξίας, που
ανέτρεπε την κοινωνική
ιεραρχία. Στα
Σατουρνάλια οι αφέντες
υπηρετούσαν τους
υπηρέτες και οι υπηρέτες
έδιναν εντολές στους
αφέντες, μια αντιστροφή
που πολλοί Ρωμαίοι
έβρισκαν ιδιαίτερα
ενοχλητική. Ο Κρόνος
ήταν ταυτόχρονα η τάξη
και η σύγχυση.
Κάτι από
αυτή τη διχοτομία
φαίνεται στο έργο του
Gustav Holst «The
Planets» του 1926, όπου
η αργή, προκαθορισμένη
πορεία του Κρόνου, η
αργή κίνηση ενός
ρολογιού, εξελίσσεται σε
τρόμο τρομπονίων. Αυτό
το μέρος, το αγαπημένο
του Holst, φέρει τον
υπότιτλο «The Bringer of
Old Age». Έτσι
αποτυπώνεται η πορεία
των πραγμάτων. Τα φυσικά
σώματα βιώνουν
αναπόφευκτα τη φθορά και
πεθαίνουν. Αυτές οι
βαριές συγχορδίες,
βασισμένες σε καμπάνες
που άκουσε ο Holst να
χτυπούν δύο ηλικιωμένοι
άνδρες με μαύρα ράσα
στον καθεδρικό ναό του
Ντάραμ, είναι ο θάνατος
που έρχεται. Το πιο
ήσυχο τέλος υπονοεί μια
πιθανή αποδοχή.
Η
αποδοχή, όμως, είναι
δύσκολη στη Δύση της
σύγχρονης εποχής. Η
νεανικότητα λατρεύεται,
τα γηρατειά τείνουν να
κρατιούνται σε απόσταση.
Χιλιάδες προϊόντα
υπόσχονται να
διατηρήσουν το σώμα
αβλαβές, ενώ οι
επιστήμονες και οι
γιατροί προσπαθούν να
παρατείνουν τη ζωή. Η
βαριά σκιά του Κρόνου
δεν είναι ευπρόσδεκτη.
Υπάρχουν
και άλλοι λόγοι για να
τον φοβόμαστε. Στη
δεκαετία του 1650 οι
αστρονόμοι ανακάλυψαν
ότι οι «λαβές» του
Γαλιλαίου ήταν στην
πραγματικότητα επίπεδοι
δακτύλιοι. Αποδείχθηκε
ότι ήταν φτιαγμένοι από
παγωμένα θραύσματα,
κομμάτια φεγγαριών,
αστεροειδών και κομητών,
που είχαν διαλυθεί από
τη σφοδρή βαρύτητα του
Κρόνου. Είναι, για να
παραφράσουμε τον W.G.
Sebald, τα συντρίμμια
εξαφανισμένων κόσμων. Ο
Κρόνος είναι «πάντα ο
χώρος της μελαγχολίας»
και του χαμένου,
αμετάκλητου παρελθόντος.
Αντίστοιχα, «Οι
δακτύλιοι του Κρόνου»
(1995) του Sebald είναι
ένα από τα πιο θλιβερά
βιβλία που έχουν γραφτεί
ποτέ. Πρόκειται για την
ιστορία ενός ταξιδιού
γύρω από την ακτή του
Σάφολκ, πέρα από
«χωράφια με συντρίμμια»,
«ίχνη καταστροφής», τα
απομεινάρια ανεμόμυλων
και τα κουφάρια
εγκαταλελειμμένων
σκαφών, μέσα από το
«αποκαρδιωτικό»
Lowestoft και τη
μικροσκοπική
σιδηροδρομική στάση στο
Somerleyton Hall, που
«δεν είναι πια τίποτα».
Οι παρεκκλίσεις τονίζουν
την ανθρώπινη κατάσταση
ως μια απέραντη
νεκρόπολη με εμμονή στον
θάνατο. «Η ιστορία
ολόκληρου του κόσμου»,
γράφει ο Sebald,
«…οδηγεί οπωσδήποτε στο
σκοτάδι».
Ωστόσο,
αυτό είναι κι ένα βιβλίο
που, κυρίως, δεν
εξελίσσεται σε ευθεία
γραμμή. Κανένα βέλος του
χρόνου δεν συνδέει το
παρελθόν, το παρόν και
το μέλλον με τον παλιό
νευτώνειο τρόπο.
Πρόκειται για μια σειρά
από τυχαίες συναντήσεις,
αναμνήσεις και μυστήρια.
Αυτός, σύμφωνα με τον
Carlo Rovelli, έναν
Ιταλό φυσικό, είναι ο
τρόπος με τον οποίο ο
άνθρωπος στην κβαντική
εποχή πρέπει να
φανταστεί τον χρόνο. Στο
βιβλίο του «Η τάξη του
χρόνου» (2017), γράφει
ότι δεν υπάρχει καμία
δομή σε αυτόν παρά μόνο
αυτό που τα άτομα
βιώνουν για τον εαυτό
τους. Δεν υπάρχει
διατακτική τάξη, δεν
υπάρχει δρεπάνι-θεός,
δεν υπάρχει η βαριά σκιά
του Holst.
Αντικαθίσταται από ένα
τεράστιο «δίκτυο
γεγονότων» και «χορούς
που γίνονται σε
διαφορετικούς ρυθμούς».
Εμείς οι ίδιοι, με τις
συγχύσεις και τους
περισπασμούς μας,
είμαστε ο χρόνος.
Καθώς οι
δακτύλιοι του Κρόνου
εξαφανίζονται κατά τη
διάρκεια του 2025,
εξαφανίζεται και η
σταθερότητα που ο
Γαλιλαίος πίστευε ότι
παρατηρούσε στο πιο
παράξενο μέλος της
οικογένειας των πλανητών
του Ήλιου. Ο Κρόνος, ο
τερατώδης
γιος-καταστροφέας, έχει
πράγματι ανατραπεί. Για
να παραθέσω τα λόγια του
Ηράκλειτου από μια εποχή
αιώνες πριν από τα
τηλεσκόπια, η μόνη
σταθερά στην ύπαρξη
παραμένει η αέναη
αλλαγή, την οποία και
πρέπει να αποδεχθούμε.
Πηγή:
The Economist
|