Ήταν
μέσα στο δικό του σπίτι
που γεννήθηκε η Apple
εκείνη την Πρωταπριλιά
του 1976. Οι τρεις
συνέταιροι είχαν
γνωριστεί όταν δούλευαν
μαζί για την Atari και
όταν αποφάσισαν να
συνεργαστούν, ο Wayne
έγραψε στη γραφομηχανή
του τους όρους του
συμβολαίου που
υπέγραψαν.
Ο Jobs
και ο Wozniak θα είχαν ο
καθένας το 45% της
εταιρείας και ο Wayne το
10%, προκειμένου να
είναι εκείνος που θα
δίνει τις λύσεις στην
περίπτωση που οι δύο
Steve διαφωνούσαν σε
κάποια σημαντική
απόφαση. Όπως θα έλεγε
αργότερα ο τρίτος
συνιδρυτής, ο ρόλος του
ήταν εκείνος του
«ενήλικα μέσα στο
δωμάτιο», αφού την εποχή
εκείνη ο Jobs ήταν μόλις
21 ετών, ο Wozniak 26,
αλλά εκείνος είχε
κλείσει τα 40, με
αποτέλεσμα οι δύο
συνέταιροί του να τον
θεωρούν πιο
«ισορροπημένο και
λογικό».
Ο Wayne,
μάλιστα, ήταν ο άνθρωπος
που σχεδίασε το πρώτο
λογότυπο της Apple, το
οποίο χρησιμοποιήθηκε
για λιγότερο από έναν
χρόνο, πριν να
αντικατασταθεί από το
σύμβολο που ξέρουμε έως
και σήμερα.
Όμως, 12
ημέρες αργότερα, ο Wayne
δείλιασε. Αμέσως μετά
την υπογραφή του
συμβολαίου για την
ίδρυση της Apple, ο Jobs
έκανε αυτό που έπρεπε να
κάνει: Βγήκε έξω στην
αγορά και έκλεισε
συμφωνία με μια εταιρεία
που ονομαζόταν The Byte
Shop να της πουλήσει
υπολογιστές. Για να τους
φτιάξει, δανείστηκε
15.000 δολάρια στο όνομα
της Apple.
Το
πρόβλημα ήταν ότι η Byte
Shop είχε τη φήμη του
κακοπληρωτή στην αγορά.
Και αυτή η φήμη τρόμαξε
τον Wayne.
«Ο Jobs
και ο Wozniak δεν είχαν
ούτε δύο δεκάρες αν τους
γύριζες ανάποδα. Εγώ
είχα ένα σπίτι, είχε ένα
αυτοκίνητο, είχα έναν
καταθετικό λογαριασμό»,
θα εξηγούσε αργότερα.
«Εάν η εταιρεία
τινασσόταν στον αέρα,
πώς θα ξεπληρώνονταν
αυτά τα 15.000
δολάρια;», σκέφτηκε την
εποχή εκείνη. Και καθώς
οι δύο συνέταιροί του
δεν είχαν τίποτα στο
όνομά τους, φοβήθηκε ότι
εκείνος θα ήταν υπόλογος
για το χρέος αυτό.
Άλλωστε,
είχε ήδη μία κακή
προηγούμενη εμπειρία,
καθώς όταν η επιχείρησή
του με κουλοχέρηδες
ναυάγησε μερικά χρόνια
νωρίτερα, του πήρε δύο
χρόνια για να
ορθοποδήσει οικονομικά.
Έτσι,
μόλις 12 ημέρες από την
ίδρυση της Apple,
αποφάσισε να την
εγκαταλείψει. Όπως θα
έλεγε αργότερα, ένιωθε
ότι η επιχείρηση θα ήταν
επιτυχημένη, όμως
γνώριζε ότι ο δρόμος
προς την επιτυχία θα
είχε σκαμπανεβάσματα.
«Εγώ
είχα αρχίσει να μεγαλώνω
υπερβολικά. Εγώ ήμουν
40 και αυτά τα παιδιά
ήταν 20. Και αυτοί οι
δύο ήταν σίφουνες. Ήταν
σαν να κρατάς έναν τίγρη
από την ουρά και εγώ δεν
μπορούσα να τους
ακολουθήσω», θα
ομολογούσε χρόνια μετά.
Έτσι, ο
Wayne πούλησε το 10% της
Apple για 800 δολάρια,
χάνοντας την ευκαιρία να
γίνει ένας από τους
πλουσιότερους ανθρώπους
της γης.
Βέβαια,
εάν δεν είχε πουλήσει
εκείνη την ημέρα, αυτό
δεν σημαίνει πως θα
κατείχε μέχρι και σήμερα
το 10% της Apple. Το
αρχικό 45% που είχε ο
Steve Jobs, για
παράδειγμα, με τις
αυξήσεις κεφαλαίου που
μεσολάβησαν, είχε
μειωθεί στο 11% έως το
1980, όταν η Apple μπήκε
στο χρηματιστήριο. Αν ο
Wayne δεν είχε πουλήσει
τις μετοχές του,
υπολογίζεται ότι σήμερα
θα κατείχε το 2,5% της
Apple, και άρα θα είχε
μια περιουσία αρκετών
δεκάδων δισεκατομμυρίων.
H κεφαλαιοποίηση της
Apple πλησιάζει σήμερα
τα 3,3 τρισ. δολάρια.
Όμως,
όπως λέει ο ίδιος, δεν
μετανιώνει για την
απόφασή του, «γιατί πήρα
την καλύτερη απόφαση με
βάση τις πληροφορίες που
ήταν διαθέσιμες σε εμένα
τον καιρό εκείνο». Ούτε
καν του άρεσε αυτή η
δουλειά. «Θα κατέληγα
στο τμήμα αρχειοθέτησης
να ανακατεύω χαρτιά για
τα επόμενα 20 χρόνια»,
είχε πει στο Business
Insider.
Στις
αρχές της δεκαετίας του
1990, ο Wayne πούλησε
εκείνο το πρώτο
συμβόλαιο της Apple, που
φέρει τις υπογραφές των
τριών συνεταίρων, αντί
500 δολαρίων. Το έγγραφο
πουλήθηκε σε δημοπρασία
το 2011 αντί 1,6 εκατ.
δολαρίων.
Σήμερα,
ο Wayne έχει πάρει
σύνταξη και ζει σε
τροχόσπιτο στη Νεβάδα,
όπου πουλά γραμματόσημα,
σπάνια νομίσματα και
διάφορα αναμνηστικά της
σύντομης εποχής του στην
Apple. Το πρώτο προϊόν
της Apple που απέκτησε
ήταν ένα iPad 2 που του
χάρισαν σε κάποιο
συνέδριο, το 2011.
|