Η πτώση
στην Αθήνα ήταν, πάντως,
μικρότερη από την
αντίστοιχη υποχώρηση των
ευρωπαϊκών μετοχών -ο
δείκτης Stoxx 600 έχασε
0,84%, στη μεγαλύτερη
ημερήσια πτώση των
τελευταίων τριών
εβδομάδων. Στη Wall
Street, οι πιέσεις ήταν
ακόμη εντονότερες, με
τους τρεις βασικούς
δείκτες να χάνουν
περισσότερο από 1,5%.
Η
επιδείνωση του διεθνούς
κλίματος δεν προκάλεσε
βέβαια μαζικές
ρευστοποιήσεις στην
Αθήνα, όμως εκφράζονται
φόβοι ότι μια στροφή των
διεθνών επενδυτών
σε τακτική
risk-off μπορεί να
περιορίσει τις ροές
διεθνών κεφαλαίων που
χρειάζεται η αγορά για
να διατηρήσει την
ανοδική δυναμική της.
Μια
σημαντική, ευχάριστη
είδηση ήλθε, πάντως,
μετά τη λήξη της
συνεδρίασης, με τη
γνωστοποίηση της
δημόσιας πρότασης από
την
ολλανδική Leonidsport για
το 21% των μετοχών
του ΟΛΘ, σε τιμή που
ενσωματώνει
μεγάλο premium, της
τάξεως του 26% Η
προσφορά αυτή από ένα
μεγάλο διεθνή όμιλο
αποτελεί μια ακόμη
επιβεβαίωση της
ελκυστικότητας των
ελληνικών assets και
έχει ευρύτερη
αντανάκλαση στην
αξιολόγηση των ελληνικών
μετοχών.
Η απειλή
από τα ομόλογα
Η
διαταραχή του διεθνούς
περιβάλλοντος, που
δημιουργεί νέους
κινδύνους για τα
χρηματιστήρια,
συμπυκνώνεται
στην ανοδική πορεία των
αποδόσεων των
ομολόγων. Όπως σημειώνει
ο Economist, «σχεδόν
παντού, οι αποδόσεις των
κρατικών ομολόγων
αυξάνονται γρήγορα. Στα
10ετή αμερικανικά
κρατικά ομόλογα είναι
σχεδόν 5%. Τα γερμανικά
bunds προσφέρουν τώρα
2,6%, από σχεδόν 2% τον
Δεκέμβριο. Οι αποδόσεις
των ιαπωνικών ομολόγων
ανεβαίνουν. Τα πράγματα
είναι ιδιαίτερα ακραία
στη Βρετανία, όπου οι
αποδόσεις των gilt
έφτασαν πρόσφατα σχεδόν
στο 5%, το υψηλότερο
επίπεδο από το 2008».
Ο
κυριότερος λόγος για
αυτή την άνοδο των
αποδόσεων, σύμφωνα με
τον Economist, δεν είναι
οι προσδοκίες για
διατήρηση του
πληθωρισμού σε υψηλότερα
επίπεδα από το μέχρι
πρότινος αναμενόμενο,
αλλά το γεγονός ότι οι
επενδυτές,
διαπιστώνοντας
αβεβαιότητα σε πολλά
επίπεδα, ζητούν
μεγαλύτερα ασφάλιστρα
κινδύνου. «Είναι
εύκολο να καταλάβουμε
γιατί η αβεβαιότητα έχει
εξαπλωθεί», τονίζει
ο Economist. «Θα
απελάσει εκατομμύρια
ανθρώπους ο Ντόναλντ
Τραμπ; Κανείς δεν ξέρει.
Αλλά αν το κάνει, ο
πληθωρισμός θα μπορούσε
να εκτοξευθεί, καθώς οι
εργοδότες θα χάνουν
εργαζόμενους. Η ιστορία
είναι παρόμοια για τους
δασμούς, οι οποίοι θα
αυξήσουν επίσης τις
τιμές. Ταυτόχρονα,
πιθανά κινεζικά
αντίμετρα σε έναν
εμπορικό πόλεμο, όπως η
υποτίμηση του γιουάν, θα
μπορούσαν να προκαλέσουν
ένα παγκόσμιο
αποπληθωριστικό σοκ».
Θα
σταματήσει το
αμερικανικό ράλι;
Ήδη
εκφράζονται ανησυχίες
για το ενδεχόμενο να
σταματήσει το μεγάλο
ράλι των αμερικανικών
μετοχών, υπό το βάρος
της αύξησης της απόδοσης
των ομολόγων, ιδιαίτερα
αν σταθεροποιηθεί πάνω
από 5% η απόδοση των
10ετών ομολόγων,
καθιστώντας τις μετοχές
λιγότερο ελκυστικές από
τους κρατικούς τίτλους.
Όπως
σημειώνει το Bloomberg, «για
χρόνια φαινόταν ότι
τίποτα δεν θα μπορούσε
να σταματήσει την
ακάθεκτη πορεία της
χρηματιστηριακής αγοράς
υψηλότερα, καθώς ο
δείκτης S&P 500 αυξήθηκε
περισσότερο από 50% από
τις αρχές του 2023 έως
το τέλος του 2024,
προσθέτοντας 18
τρισεκατομμύρια δολάρια
στην κεφαλαιοποίηση της
αγοράς. Τώρα, ωστόσο, η
Wall Street βλέπει τι
μπορεί τελικά να εκτροχιάσει
αυτό το ράλι: Να
ξεπεράσουν οι αποδόσεις
των κρατικών ομολόγων το
5%».
Οι
επενδυτές, προσθέτει το
πρακτορείο, «έχουν
αγνοήσει τις
προειδοποιήσεις της
αγοράς ομολόγων εδώ και
μήνες, εστιάζοντας αντ'
αυτού στο απροσδόκητο
κέρδος από τις
υποσχεθείσες φορολογικές
περικοπές του Ντ. Τραμπ
και τις φαινομενικά
απεριόριστες δυνατότητες
της τεχνητής νοημοσύνης.
Ωστόσο, ο κίνδυνος ήρθε
στο επίκεντρο την
περασμένη εβδομάδα,
καθώς οι
αποδόσεις των κρατικών
ομολόγων σκαρφάλωσαν
προς δυσοίωνα ορόσημα
και οι τιμές των μετοχών
βυθίστηκαν.
Η
απόδοση των 20ετών
αμερικανικών κρατικών
ομολόγων ξεπέρασε το 5%
την Τετάρτη και ανέβηκε
ξανά την Παρασκευή,
φθάνοντας στο υψηλότερο
επίπεδο από τις 2
Νοεμβρίου 2023. Εν τω
μεταξύ, τα 30ετή
αμερικανικά κρατικά
ομόλογα ξεπέρασαν για
λίγο το 5% την Παρασκευή
στο υψηλότερο επίπεδο
από τις 31 Οκτωβρίου
2023. Αυτές οι αποδόσεις
έχουν αυξηθεί περίπου
100 μονάδες βάσης από τα
μέσα Σεπτεμβρίου, όταν η
Federal Reserve άρχισε
να μειώνει το επιτόκιο
των ομοσπονδιακών
κεφαλαίων, το οποίο
μειώθηκε κατά 100
μονάδες βάσης την ίδια
περίοδο».
Οι
στρατηγικοί αναλυτές και
οι διαχειριστές
χαρτοφυλακίων προβλέπουν
κραδασμούς. Ο Μάικ
Ουίλσον της Morgan
Stanley αναμένει ένα
δύσκολο εξάμηνο για τις
μετοχές, όπως σημειώνει
το Bloomberg, ενώ το
τμήμα διαχείρισης
περιουσίας
της Citigroup συνέστησε
στους πελάτες να
αναζητήσουν ευκαιρίες
στην αγορά ομολόγων.
Ιδιαίτερα κρίσιμη για
την πορεία που θα πάρουν
οι τιμές των μετοχών
στις ΗΠΑ, δίνοντας
«σήματα» και για τις
υπόλοιπες αγορές, είναι
η αναμενόμενη από αυτή
την εβδομάδα δημοσίευση
αποτελεσμάτων τετάρτου
τριμήνου -πρώτες έχουν
σειρά οι μεγάλες
τράπεζες-, καθώς οι
επενδυτές περιμένουν να
διαπιστώσουν αν με βάση
τα θεμελιώδη στοιχεία
δικαιολογείται η μεγάλη
άνοδος των τιμών που
έχει ήδη σημειωθεί και
μάλιστα υπό το βάρος των
αυξημένων αποδόσεων των
ομολόγων.
Θετικές
οι προβλέψεις για το
2025
Παρά
τους κραδασμούς αυτούς
-και με τη βασική
υπόθεση ότι οι αποδόσεις
των ομολόγων θα αρχίσουν
αργότερα μέσα στο έτος
να αποκλιμακώνονται- οι
αναλυτές παραμένουν
αισιόδοξοι για την
πορεία των διεθνών
αγορών το 2025. Οι
στρατηγικοί αναλυτές της
Citi προβλέπουν άλλη μια
καλή χρονιά για τις
μετοχές
παγκοσμίως, αναμένοντας
άνοδο 10% για τον δείκτη
MSCI All-Country World
Equity Index.
Η
πρόβλεψη αυτή
καθοδηγείται σε μεγάλο
βαθμό από
την αναμενόμενη αύξηση
των κερδών, με τον
δείκτη τιμής προς κέρδη
(PE) με βάση τα
αναμενόμενα κέρδη του
2025 να εκτιμάται ότι θα
παραμείνει κοντά στο
τρέχον επίπεδο του
περίπου 18x. Σύμφωνα με
το σημείωμα της Citi,
που δημοσιεύθηκε την
Παρασκευή, η αύξηση των
κερδών ανά μετοχή (EPS)
πρόκειται να
διαδραματίσει κεντρικό
ρόλο, με τα μοντέλα της
τράπεζας να
προβλέπουν παγκόσμια
αύξηση των EPS κατά
10%, ελαφρώς κάτω από τη
συναίνεση 13% μεταξύ των
αναλυτών. Η ισχυρότερη
ανάπτυξη αναμένεται στις
ΗΠΑ και τις αναδυόμενες
αγορές, με τις δύο
περιοχές να αναμένεται
να επιτύχουν αύξηση EPS
περίπου 15%.
Από
μακροοικονομική άποψη, η
Citi αναμένει ανάπτυξη
της παγκόσμιας
οικονομίας, υποστηριζόμενη
από τη μείωση του
πληθωρισμού και τη
συνεχιζόμενη χαλάρωση
των κεντρικών τραπεζών.
Όπως τονίζει, οι
πολιτικές του Τραμπ
παραμένουν βασική πηγή
αβεβαιότητας,
δημιουργώντας ένα «περίπλοκο
μείγμα ευνοϊκών και
δυσμενών οικονομικών
επιπτώσεων». Παρόλα
αυτά, οι
μακροοικονομικές
προοπτικές θεωρούνται
ευνοϊκές για την αύξηση
των εταιρικών κερδών και
τις αποτιμήσεις των
μετοχών.
Όσον
αφορά τις αποτιμήσεις, η
Citi τονίζει ότι μπορεί
να είναι υψηλές στις
ΗΠΑ, αλλά σε άλλες
περιοχές, όπως η Ευρώπη
και η Ιαπωνία, είναι
σχετικά ελκυστικές. Ο
οίκος περιμένει ότι
φέτος η μεγαλύτερη
άνοδος θα σημειωθεί στα
χρηματιστήρια της
Ευρώπης και της
Ιαπωνίας. Η Citi
αναβάθμισε πρόσφατα την
ηπειρωτική Ευρώπη σε
overweight, τονίζοντας
ότι η Ευρώπη προσφέρει
στους επενδυτές τις
καλύτερες δυνατότητες
για τοποθετήσεις
διαφοροποίησης των
χαρτοφυλακίων τους από
τις ΗΠΑ.