Μείωση
των ΜΕΔ και Σύγκριση με
την Ευρώπη
Στο
τέλος του 2024, ο μέσος
όρος των ΜΕΔ στις
τέσσερις συστημικές
τράπεζες της Ελλάδας
διαμορφώθηκε στο 2,95%,
γεγονός που κατατάσσει
το εγχώριο τραπεζικό
σύστημα σε ισχυρότερη
θέση σε σχέση με μεγάλες
τράπεζες της Νότιας
Ευρώπης, όπως η Banco
Santander, η Banco
Bilbao Vizcaya και η
CaixaBank.
Συνολικά, τα δάνεια των
τεσσάρων ελληνικών
τραπεζών έφτασαν τα
170,37 δισ. ευρώ, ενώ τα
κόκκινα δάνεια μειώθηκαν
στα 5,03 δισ. ευρώ. Σε
συνδυασμό με τις
επιδόσεις της Attica
Bank και της Optima
Bank, το ποσοστό ΜΕΔ των
εισηγμένων τραπεζών
διαμορφώθηκε στο 2,9%.
Σύμφωνα
με την Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα, το
μέσο ποσοστό ΜΕΔ στην
Ευρώπη το εννεάμηνο του
2024 ήταν 2,31%. Οι
ελληνικές τράπεζες,
εκτός από τις ισπανικές,
ξεπέρασαν και τράπεζες
του Λουξεμβούργου και
της Πορτογαλίας, όπου τα
ΜΕΔ ανήλθαν στο 3,10%
και 3,08% αντίστοιχα.
Ρευστότητα και
Καταθέσεις: Πλεονέκτημα
για τις Ελληνικές
Τράπεζες
Οι
ελληνικές τράπεζες
εμφανίζουν υψηλή
ρευστότητα, με χαμηλό
δείκτη δανείων προς
καταθέσεις, γεγονός που
τις καθιστά λιγότερο
ευάλωτες σε κρίσεις. Ο
συνολικός όγκος των
καταθέσεων στις τέσσερις
μεγάλες τράπεζες ανήλθε
σε 250 δισ. ευρώ, με την
Alpha Bank να καταγράφει
δείκτη δανείων προς
καταθέσεις 77%, την
Eurobank 65%, την Εθνική
Τράπεζα 63% και την
Τράπεζα Πειραιώς 65%.
Κεφαλαιακή Ενίσχυση και
Προοπτικές
Η ισχυρή
κερδοφορία επέτρεψε την
ενίσχυση των ιδίων
κεφαλαίων των ελληνικών
τραπεζών. Η Alpha Bank
κατέγραψε δείκτη CET1
16,3%, η Eurobank 15,7%,
η Εθνική Τράπεζα 18,3%
και η Πειραιώς 14,5%. Οι
υψηλές καλύψεις κόκκινων
δανείων παρέχουν
περαιτέρω ασφάλεια, με
την Εθνική Τράπεζα να
καλύπτει το 98,2% των μη
εξυπηρετούμενων δανείων
της και την Eurobank το
88,4%.
Με τη
συνεχή μείωση των
κόκκινων δανείων και τη
βελτίωση της κεφαλαιακής
επάρκειας, οι ελληνικές
τράπεζες συγκλίνουν
σταδιακά με τις
κορυφαίες ευρωπαϊκές,
δημιουργώντας προοπτικές
για ακόμα μεγαλύτερη
ανάπτυξη και
χρηματοδότηση
επενδύσεων.
|