Στο
τέλος του περασμένου
έτους, τα νοικοκυριά και
οι μη κερδοσκοπικοί
οργανισμοί κατείχαν 38
τρισεκατομμύρια δολάρια
σε μετοχές εισηγμένων
εταιρειών.
Η αξία
αυτών των συμμετοχών
έχει αυξηθεί κατά 128%
τα τελευταία έξι χρόνια.
Οι
συμμετοχές αυτές
αντιστοιχούν πλέον σε
1,7 φορές το διαθέσιμο
εισόδημα των
αμερικανικών
νοικοκυριών, το οποίο
είναι περισσότερο από το
διπλάσιο του ιστορικού
μέσου όρου και κοντά στο
υψηλότερο επίπεδο από το
1947.
Μια
παρατεταμένη πτώση της
χρηματιστηριακής αγοράς
θα είχε σοβαρές
συνέπειες, τόσο πολιτικά
όσο και οικονομικά. Ο
μεγαλύτερος κίνδυνος
είναι ένα
αυτοτροφοδοτούμενο
πτωτικό σπιράλ μεταξύ
αγορών και οικονομίας:
Σύμφωνα
με έρευνα του
Πανεπιστημίου του
Μίσιγκαν, τις πρώτες δύο
εβδομάδες του Μαρτίου η
εμπιστοσύνη των
Αμερικανών καταναλωτών
έπεσε στο χαμηλότερο
επίπεδο των τελευταίων
δυόμισι ετών, γεγονός
που επιβαρύνει τις τιμές
των μετοχών. Παράλληλα,
μέσω του «εφέ πλούτου»,
η πτώση των μετοχών
επηρεάζει άμεσα τα
οικονομικά των
νοικοκυριών και κατ’
επέκταση τις
καταναλωτικές τους
δαπάνες.
Μελέτη
του 2019 από τους
Gabriel Chodorow-Reich
(Χάρβαρντ), Alp Simsek
(Μασαχουσέτης) και
Plamen Nenov (BI
Norwegian Business
School) έδειξε ότι κάθε
δολάριο πρόσθετου
πλούτου αυξάνει τις
καταναλωτικές δαπάνες
κατά λίγο περισσότερο
από τρία σεντς.
Η Visa
εκτιμά ότι αυτό το
ποσοστό έχει αυξηθεί
δραματικά τα τελευταία
χρόνια, φτάνοντας μέχρι
και τα 24 σεντς.
Ακόμα
και με τη χαμηλότερη
εκτίμηση του «εφέ
πλούτου», η μείωση κατά
4,5 τρισεκατομμύρια
δολάρια στη
χρηματιστηριακή αξία από
το πρόσφατο υψηλό του
S&P 500 θα μπορούσε να
οδηγήσει σε απώλειες
δισεκατομμυρίων δολαρίων
σε καταναλωτικές δαπάνες
μέσα στο έτος.
Σε
αντίθεση με τα ακίνητα,
που παραμένουν το
κυρίαρχο περιουσιακό
στοιχείο των
αμερικανικών
νοικοκυριών, οι τιμές
των μετοχών μπορούν να
παρακολουθούνται σχεδόν
σε πραγματικό χρόνο,
επηρεάζοντας άμεσα τη
διάθεση και τη
συμπεριφορά των
καταναλωτών.
Περισσότεροι από 25
εκατομμύρια Αμερικανοί
έχουν λογαριασμούς στο
Robinhood, μία από τις
πιο δημοφιλείς
πλατφόρμες συναλλαγών.
Οι
ριψοκίνδυνοι επενδυτές
στη Wall Street είναι
ιδιαίτερα εκτεθειμένοι
Ορισμένοι επενδυτές
έχουν εκτεθεί
υπερβολικά,
εκμεταλλευόμενοι την
ανοδική πορεία της
αγοράς. Η Interactive
Brokers, μία από τις
μεγαλύτερες
χρηματιστηριακές
εταιρείες, έχει
παρατηρήσει αύξηση των
δανείων περιθωρίου, τα
οποία χρησιμοποιούνται
για την αγορά μετοχών.
Στο
τέλος του περασμένου
έτους, οι πελάτες της
είχαν δανειστεί 54
δισεκατομμύρια δολάρια
για αυτόν τον
σκοπό—αύξηση σχεδόν 33%
σε σχέση με το
προηγούμενο έτος.
«Οι
επενδυτές γίνονται πιο
τολμηροί, όχι μόνο μέσω
της διαπραγμάτευσης με
περιθώριο, αλλά και με
την ανάληψη επιθετικών
θέσεων σε παράγωγα»,
δήλωσε ο διευθύνων
σύμβουλος της εταιρείας,
Μίλαν Γκάλικ.
Πέρα από
τη συνολική έκθεση του
αμερικανικού κοινού στο
χρηματιστήριο, σημασία
έχει και ποιοι
πλήττονται περισσότερο
από την πτώση. Η
πολιτική πόλωση
επηρεάζει ακόμα και την
οικονομική ψυχολογία:
Σύμφωνα
με τον οικονομικό
σύμβουλο Ντέιβιντ
Ζαβαρέλι, οι πελάτες του
που τάσσονται υπέρ των
Δημοκρατικών είναι πιο
ανήσυχοι για την πτώση
της αγοράς από ό,τι οι
Ρεπουμπλικανοί. «Είναι η
πρώτη φορά που το
παρατηρώ στα 18 χρόνια
που δραστηριοποιούμαι
στον κλάδο», αναφέρει
στον
Economist.
«Ο
τρόπος που αντιδρούν οι
πελάτες δεν εξαρτάται
τόσο από την ανάληψη
ρίσκου, αλλά από το
ποιον ψήφισαν στις
τελευταίες εκλογές»,
λέει ο Μπράιαν Σχμεχίλ
της The Mather Group,
εταιρείας διαχείρισης
πλούτου.
Αυτή η
πολιτική διαίρεση
αποτυπώνεται και στα
δεδομένα της
καταναλωτικής
εμπιστοσύνης: από τις
εκλογές και μετά, οι
Δημοκρατικοί
εμφανίζονται εξαιρετικά
απαισιόδοξοι για την
οικονομία, ενώ οι
Ρεπουμπλικανοί
παραμένουν αισιόδοξοι.
Ο φόβος
της ύφεσης και η
πολιτική διάσταση
Οι
αλλαγές στις εκλογικές
προτιμήσεις επηρεάζουν
και την κατανομή των
επιπτώσεων. Πλέον, οι
Αμερικανοί με εισόδημα
κάτω των 50.000 δολαρίων
ετησίως είναι πιθανότερο
να ψηφίζουν
Ρεπουμπλικανούς, ενώ οι
μορφωμένοι επαγγελματίες
έχουν στραφεί
περισσότερο προς τους
Δημοκρατικούς.
Ο
πλούτος από τις μετοχές
είναι συγκεντρωμένος
στους πιο εύπορους:
Το 87%
των μετοχών και
αμοιβαίων κεφαλαίων
ανήκει στο πλουσιότερο
20% των Αμερικανών, ενώ
στην αγορά ακινήτων το
αντίστοιχο ποσοστό είναι
57%.
Παλαιότερα, μια πτώση
της χρηματιστηριακής
αγοράς έπληττε
περισσότερο τους
Ρεπουμπλικανούς. Σήμερα,
όμως, είναι οι
Δημοκρατικοί αυτοί που
θα πληγούν.
Αυτό
εξηγεί τη χαλαρή στάση
της κυβέρνησης Τραμπ: οι
φτωχότεροι υποστηρικτές
του είναι λιγότερο
εκτεθειμένοι στο
χρηματιστήριο και μπορεί
να θεωρούν τις απώλειες
αποδεκτό κόστος για την
ενίσχυση της εγχώριας
βιομηχανίας. Ωστόσο, αν
οι εύποροι Αμερικανοί
δουν υπερβολικά
«κόκκινα» νούμερα στους
λογαριασμούς τους στο
Robinhood, η συνολική
οικονομία—και οι
Ρεπουμπλικανοί
ψηφοφόροι—μπορεί να
βρεθούν προ εκπλήξεως.
|