Αυτό
σημαίνει ότι η εξάρτησή
των εγχώριων πιστωτικών
ιδρυμάτων από τις
μεταβολές των επιτοκίων
είναι σημαντική και
ικανή να προκαλέσει
μεγάλες διακυμάνσεις στο
καθαρό τους αποτέλεσμα.
Σε μία
τέτοια καμπή βρίσκεται
σήμερα ο τραπεζικός
τομέας, καθώς έχει
ξεκινήσει η χαλάρωση της
νομισματικής πολιτικής,
ασκώντας πίεση στα
επιτοκιακά τους έσοδα.
Στο
πλαίσιο αυτό, τονίζουν
οι ίδιοι κύκλοι,
«κεντρική στόχευση των
διοικήσεων είναι η
διαφοροποίηση των πηγών
κερδοφορίας, με την
έμφαση να δίνεται σε μη
τοκοφόρες εργασίες».
Όπως
λένε, «η επιτάχυνση των
ρυθμών πιστωτικής
επέκτασης στην οποία
ποντάρουν για την
αναπλήρωση των
αναπόφευκτων απωλειών σε
τόκους από το υφιστάμενο
απόθεμα χορηγήσεων δεν
επαρκεί. Θα πρέπει να
πετύχουν και ισχυρή
ανάπτυξη στα έσοδα από
προμήθειες».
Η κίνηση
Μεγάλου
Σε αυτή
τη λογική εντάσσεται η
διερεύνηση από το Χρήστο
Μεγάλου της Τράπεζας
Πειραιώς πιθανών
επενδύσεων σε τομείς
συναφείς με τον
χρηματοπιστωτικό τομέα,
όπως η διαχείριση
περιουσίας και ο
ασφαλιστικός κλάδος,
συμπεριλαμβανομένης και
της Εθνικής
Ασφαλιστικής, όπως
επιβεβαίωσε ο όμιλος με
σχετική ανακοίνωση την
Παρασκευή.
Με τον
τρόπο αυτό θα ενισχυθεί
η αναπτυξιακή προοπτική
της τράπεζας με
ταυτόχρονη διαφοροποίηση
του επιχειρηματικού της
μοντέλου.
Πάντως,
η Πειραιώς στην
ανακοίνωσή της
ξεκαθαρίζει πως η όποια
πιθανή συναλλαγή θα
πρέπει να είναι συμβατή
με το πλάνο επιβράβευσης
των μετόχων που έχει
δημοσιοποιηθεί κατά τις
τελευταίας παρουσιάσεις
της.
Σημειώνεται ότι η Εθνική
Ασφαλιστική ελέγχεται
από το CVC σε ποσοστό
90,01% μετά τη συμφωνία
του με την Εθνική
Τράπεζα στις αρχές του
2021, στο πλαίσιο του
σχεδίου αναδιάρθρωσης
του ελληνικού ομίλου.
Επιπλέον, οι δύο πλευρές
έχουν συμφωνήσει για την
αποκλειστική διάθεση
τραπεζοασφαλιστικών
προϊόντων μέσω του
δικτύου της τράπεζας για
μία περίοδο 15 ετών.
Εφόσον
τελικά η Πειραιώς
υποβάλλει πρόταση για
την εξαγορά της, μένει
να φανεί ποια θα είναι η
αντίδραση της ΕΤΕ, η
διοίκηση της οποίας, υπό
τον CEO της Παύλο Μυλωνά
δεν έχει αποκλείσει το
ενδεχόμενο να κινηθεί
για την επαναγορά της
πρώην θυγατρικής της.
Είναι
πιθανό δηλαδή Πειραιώς
και Εθνική να τη
διεκδικήσουν αμφότερες,
με ό,τι αυτό μπορεί να
συνεπάγεται για τη
διαμόρφωση του
τιμήματος.
Υπενθυμίζεται ότι το
ονομαστικό τίμημα για
την προ τεσσάρων ετών
συναλλαγή μεταξύ Εθνικής
και CVC είχε διαμορφωθεί
στα 505 εκατ. ευρώ για
το 100% των μετοχών της
εταιρείας.
Τι
κάνουν Alpha Bank –
Eurobank
Ανάλογες
κινήσεις μεγέθυνσης και
διαφοροποίηση,
γεωγραφική ή κλαδική,
έχουν υλοποιήσει ή
σχεδιάζουν και οι άλλοι
δύο συστημικοί όμιλοι.
Η Alpha
Bank μόλις την περασμένη
εβδομάδα συμφώνησε για
την εξαγορά της Flexfin,
η οποία
δραστηριοποιείται στον
κλάδο του factoring.
Μετά την
ολοκλήρωση της
συναλλαγής, η Flexfin θα
συγχωνευτεί με τη
θυγατρική του ομίλου
Alpha Bank, ABC Factors,
δημιουργώντας σημαντικές
συνέργειες που θα
ενισχύσουν την ικανότητα
της νέας, ενιαίας
εταιρείας, να
πρωταγωνιστήσει στην
εγχώρια αγορά.
Ενδεικτική της δυναμικής
που αναμένει η διοίκηση
της Alpha Bank από τη
συγκεκριμένη εξαγορά
είναι η εκτίμησή της ότι
μεσοπρόθεσμα
περισσότερες από 4.500
μικρές και μικρομεσαίες
επιχειρήσεις θα
υποστηριχθούν με
χρηματοδοτικές λύσεις
που θα υπερβαίνουν το 1
δισ. ευρώ.
Παράλληλα, η διοίκηση
του Βασίλη Ψάλτη
ποντάρει πολλά στην
εμπορική συμφωνία με τον
στρατηγικό της εταίρο,
τη UniCredit, που μεταξύ
άλλων περιλαμβάνει τον
τομέα του asset
management.
Από την
άλλη πλευρά, η Eurobank,
υπό τον CEO της Φωκίωνα
Καραβία έριξε το βάρος
της στην απόκτηση της
Ελληνικής Τράπεζας
Κύπρου, την οποία θα
απορροφήσει τους
επόμενους μήνες.
Με τον
τρόπο αυτό θα
δημιουργήσει ένα ισχυρό
όμιλο στη Μεγαλόνησο, με
πρωταγωνιστικό ρόλο,
τόσο στις
επιχειρηματικές
χορηγήσεις, όσο και στη
λιανική τραπεζική, ο
οποίος θα αποτελέσει την
πύλη εισόδου στην Ευρώπη
νέων πελατών από τη Μέση
Ανατολή.
Η
Eurobank με την εφαρμογή
του σχεδίου αυτού πέτυχε
να διατηρεί συστημική
παρουσία σε τρεις
διαφορετικές αγορές, σε
Ελλάδα, Βουλγαρία και
Κύπρο, ενώ
προγραμματίζει το
άνοιγμα γραφείων
αντιπροσωπείας στην
Ασία.
Πηγή:
Οικονομικός Ταχυδρόμος
|