Με τον
τρόπο αυτό οι τέσσερις
συστημικοί όμιλοι θα
ενισχύσουν τις
προοπτικές για τη
διατήρηση της
κερδοφορίας τους και το
2025 πάνω από τη ζώνη
των 4 δισ. ευρώ
αθροιστικά και για την
ακόμη πιο γενναιόδωρη
επιβράβευση των μετόχων
τους.
Κι αυτό
χωρίς ουσιαστική
επίπτωση στους δείκτες
κεφαλαιακής επάρκειας
και στη μερισματική
πολιτική που θα κληθούν
να εγκρίνουν οι
επερχόμενες ετήσιες
γενικές συνελεύσεις
τους.
Η άσκηση
δεν είναι απλή, λόγω της
εν εξελίξει διαδικασίας
αποκλιμάκωσης του
κόστους χρήματος, που θα
συνεχιστεί τους
επόμενους μήνες,
φέρνοντας τους
παρεμβατικούς δείκτες
της ΕΚΤ τουλάχιστον στο
ήμισυ του υψηλού τους
κατά την περίοδο
αυστηροποίησης της
νομισματικής της
πολιτικής.
Με
δεδομένο ότι το 80%
περίπου των καθαρών τους
εσόδων προέρχεται από
τόκους και το μεγαλύτερο
μέρος του υφιστάμενου
χαρτοφυλακίου χορηγήσεων
αποτελείται από δάνεια
κυμαινόμενου επιτοκίου,
αναπόφευκτα το εισόδημά
τους από τη συγκεκριμένη
πηγή θα δεχθεί πιέσεις.
Η
στρατηγική
Το
τελικό ύψος των απωλειών
θα εξαρτηθεί από την
πιστωτική επέκταση που
θα επιτύχουν τη νέα
χρονιά.
Όπως και
να έχει, η εφετινή χρήση
είναι γεμάτη προκλήσεις
και οι τραπεζικές
διοικήσεις θέλουν να
δημιουργήσουν μέσω της
κατάλληλης διαμόρφωσης
των αποτελεσμάτων του δ΄
τριμήνου 2024, ζώνες
άμυνας.
Ενδεικτικές αυτής της
στρατηγικής είναι οι
προθέσεις της διοίκησης
της Τράπεζας Πειραιώς,
όπως αυτές έγιναν
γνωστές αυτήν την
εβδομάδα σε ενημέρωση
αναλυτών.
Συγκεκριμένα, ο
συστημικός όμιλος θα
επιβαρύνει τα
αποτελέσματα του
προηγούμενου τριμήνου με
εφάπαξ δαπάνες ύψους 200
εκατ. ευρώ.
Με τον
τρόπο αυτό θα καλυφθούν
προβλέψεις απομείωσης,
στο πλαίσιο της
διαχείρισης του
χαρτοφυλακίου κόκκινων
δανείων, κόστη σχετικά
με νέα προγράμματα
εθελουσίας εξόδου, αλλά
και η χορηγία προς το
δημόσιο για τη
δημιουργία σχολείων, στη
βάση της συμφωνίας με
την κυβέρνηση για δωρεά
συνολικού ύψους 100
εκατ. ευρώ από τους 4
μεγάλους του κλάδου.
Πρόκειται για δαπάνες
που σε διαφορετική
περίπτωση θα επιβάρυναν
τα αποτελέσματα του
2025.
Σε
ανάλογες κινήσεις
αναμένεται να
προχωρήσουν και οι
υπόλοιπες τρεις μεγάλες
τράπεζες.
Για τα
μερίσματα, όπως έχουν
ανακοινώσει οι
τραπεζικές διοικήσεις
μετά τη διανομή του 25%
των κερδών της χρήσης
του 2023 και την αύξηση
του ποσοστού στο 40% για
το 2024, ο πήχης για
εφέτος έχει μπει στο 50%
Τα
μερίσματα
Αναμφίβολα το 2025
αποτελεί μία ιδιαίτερη
χρονιά για τον εγχώριο
κλάδο, καθώς καλείται να
αποδείξει ότι είναι σε
θέση να παράγει ισχυρή
κερδοφορία και να
επιβραβεύει ανάλογα τους
μετόχους, ανεξαρτήτως
νομισματικού
περιβάλλοντος.
Όπως
έχουν ανακοινώσει οι
τραπεζικές διοικήσεις
μετά τη διανομή του 25%
των κερδών της χρήσης
του 2023 και την αύξηση
του ποσοστού στο 40% για
το 2024, ο πήχης για
εφέτος έχει μπει στο
50%.
Για να
έχει όμως νόημα η αύξησή
του σε αυτά τα επίπεδα,
θα πρέπει να διατηρήσουν
τα κέρδη τους και το
2025 σε υψηλά επίπεδα.
Ατύπως,
ο στόχος που έχει τεθεί
προβλέπει την
επιβράβευση των μετόχων
τους με ένα ποσό γύρω
στα 2 δισ. ευρώ, τόσο
μέσω επιστροφής
κεφαλαίου, όσο και μέσω
επαναγοράς ιδίων
μετοχών.
Σημειώνεται ότι μαζί με
τα αποτελέσματα της
περυσινής χρήσης οι
τράπεζες θα παρουσιάσουν
και τα επιχειρησιακά
πλάνα της περιόδου 2025
– 2027.
Εξάλλου,
με ενδιαφέρον
αναμένονται οι
τοποθετήσεις των
διοικήσεών τους για τα
πλάνα περαιτέρω
μεγέθυνσης του
ενεργητικού τους μέσω
εξαγορών.
Σε αυτή
τη συγκυρία στο
επίκεντρο της προσοχής
των επενδυτών βρίσκεται
η δεσμευτική πρόταση
εξαγοράς του 70% της
Εθνικής Ασφαλιστικής από
την Πειραιώς.
Δεν
αποκλείεται όμως σύντομα
να υπάρξουν νέες
πρωτοβουλίες και από
τους υπόλοιπους
συστημικούς ομίλους.
|