Ωστόσο,
η ενεργειακή ασφάλεια
της Ευρώπης εξακολουθεί
να είναι ευάλωτη.
Παράγει σημαντικά
λιγότερο φυσικό αέριο
από ό,τι καταναλώνει,
ενώ συνεχίζει να
εξαρτάται από εισαγωγές
– κυρίως από τις ΗΠΑ –
για την ηλεκτροπαραγωγή
της. Οι υψηλές τιμές του
φυσικού αερίου, που
παραμένουν έως και
τέσσερις φορές
υψηλότερες από ό,τι στις
Ηνωμένες Πολιτείες,
έχουν επιβαρύνει τα
νοικοκυριά και έχουν
οδηγήσει σε κλείσιμο
εργοστασίων,
αποδυναμώνοντας την
οικονομία της περιοχής.
Σταδιακή
Αποδέσμευση από τη Ρωσία
Η
εισβολή της Ρωσίας
ανέδειξε την έντονη
εξάρτηση της Ευρώπης από
το ρωσικό φυσικό αέριο,
το οποίο κάλυπτε περίπου
το 35% των ενεργειακών
αναγκών της το 2021. Οι
φόβοι για πλήρη διακοπή
των ροών οδήγησαν σε
εκτίναξη των τιμών το
2022, αναγκάζοντας τις
ευρωπαϊκές χώρες να
επενδύσουν σε
εναλλακτικές λύσεις και
να προσαρμόσουν τις
υποδομές τους. Ως
αποτέλεσμα, η εξάρτηση
από το ρωσικό αέριο
προβλέπεται να μειωθεί
στο 8% έως το 2025.
Σήμερα,
η Νορβηγία αποτελεί τον
μεγαλύτερο προμηθευτή
φυσικού αερίου στην
Ευρώπη. Ωστόσο, η Ρωσία
εξακολουθεί να
διαδραματίζει σημαντικό
ρόλο, καθώς το 2024 ήταν
ο δεύτερος μεγαλύτερος
προμηθευτής LNG μετά τις
ΗΠΑ.
Στροφή
στις Ανανεώσιμες Πηγές
Για να
καλύψει το ενεργειακό
κενό, η Ευρώπη επένδυσε
δυναμικά στις
Ανανεώσιμες Πηγές
Ενέργειας (ΑΠΕ). Πριν
από τον πόλεμο, οι ΑΠΕ
αντιστοιχούσαν σε
περίπου το ένα τρίτο της
ηλεκτροπαραγωγής, ενώ το
2024 τα αιολικά και τα
φωτοβολταϊκά πάρκα
ξεπέρασαν σε παραγωγή τα
ορυκτά καύσιμα.
Παρόλα
αυτά, το LNG παρέμεινε η
βασικότερη εναλλακτική
για το ρωσικό φυσικό
αέριο, παρότι είναι
ακριβότερη επιλογή.
Δεδομένης της σημασίας
του φυσικού αερίου για
τη βιομηχανία, τη
θέρμανση και την
ηλεκτροπαραγωγή, η
απεξάρτηση από τις
ρωσικές προμήθειες
αποδείχθηκε ιδιαίτερα
δύσκολη.
Η Ευρώπη
Αντιμέτωπη με τις
Διεθνείς Αγορές
Η
ήπειρος εξαρτάται πλέον
από τις παγκόσμιες
αγορές, ανταγωνιζόμενη
χώρες όπως η Κίνα και η
Νότια Κορέα για τις
εισαγωγές LNG. Πρόσφατα,
οι τιμές εκτινάχθηκαν
στο υψηλότερο επίπεδο
του έτους, επιβαρύνοντας
τις επιχειρήσεις και
εντείνοντας την κρίση
στο κόστος διαβίωσης.
Οι ΗΠΑ
έχουν αναδειχθεί ως ο
μεγαλύτερος προμηθευτής
LNG της Ευρώπης,
καλύπτοντας σχεδόν το
50% των αναγκών της. Για
να στηριχθεί αυτή η
μετάβαση,
κατασκευάστηκαν νέοι
τερματικοί σταθμοί
υποδοχής LNG, με τη
Γερμανία – η οποία δεν
διέθετε κανέναν πριν από
την κρίση – να επενδύει
σημαντικά σε αυτόν τον
τομέα.
Τον
Ιανουάριο, όταν η Ευρώπη
βίωσε εξαιρετικά χαμηλές
θερμοκρασίες, αρκετά
αμερικανικά τάνκερ LNG
κατευθύνθηκαν προς την
ήπειρο αντί για την
Ασία, καθώς οι υψηλές
τιμές στην ευρωπαϊκή
αγορά εξασφάλιζαν
μεγαλύτερα κέρδη για
τους προμηθευτές.
Οι Τιμές
Παραμένουν Υψηλές
Παρότι
οι τιμές του φυσικού
αερίου έχουν υποχωρήσει
από τα επίπεδα-ρεκόρ του
2022, το 2024 παραμένουν
υπερδιπλάσιες σε σχέση
με τον πενταετή μέσο όρο
πριν από τον πόλεμο,
σύμφωνα με τη Διεθνή
Υπηρεσία Ενέργειας.
Ενώ οι
εισαγωγές ρωσικού αερίου
μέσω αγωγών έχουν
μειωθεί σημαντικά, η
Ευρώπη εξακολουθεί να
αγοράζει LNG από τη
Ρωσία, καθώς δεν έχει
καταφέρει να
αντικαταστήσει πλήρως
τις χαμένες προμήθειες.
Το υψηλό κόστος φυσικού
αερίου έχει συμβάλει
στην αύξηση του
πληθωρισμού και έχει
οδηγήσει σε λουκέτα
εργοστασίων, με χιλιάδες
εργαζόμενους να
πλήττονται από την
ενεργειακή κρίση.
Ενεργειακή Φτώχεια και
Πιέσεις στα Νοικοκυριά
Η κρίση
έχει επηρεάσει σοβαρά το
κόστος διαβίωσης των
Ευρωπαίων πολιτών, με τα
νοικοκυριά να δαπανούν
περισσότερα για
ενέργεια. Το φαινόμενο
της ενεργειακής φτώχειας
έχει οξυνθεί, καθώς
σχεδόν το 10% του
πληθυσμού δηλώνει ότι
δεν μπορεί να θερμάνει
το σπίτι του, ενώ πολλοί
αδυνατούν να
αποπληρώσουν τους
λογαριασμούς ρεύματος.
«Η
κατάσταση έχει οδηγήσει
σε ενεργειακή
ανασφάλεια», δήλωσε
στους New York Times η
Niki Vouzas, εκπρόσωπος
της Fédération Nationale
Familles Rurales στη
Γαλλία. «Οι άνθρωποι
αναγκάζονται να μειώσουν
τη θέρμανση στο σπίτι
τους και να περιορίσουν
τη χρήση φυσικού
αερίου», πρόσθεσε.
Συμπέρασμα
Παρά τις
προσπάθειες απεξάρτησης
από τη Ρωσία, η
ενεργειακή κρίση δεν
έχει τελειώσει. Η Ευρώπη
παραμένει εκτεθειμένη
στις παγκόσμιες αγορές
και στις διακυμάνσεις
των τιμών του LNG. Αν
και οι ανανεώσιμες πηγές
κερδίζουν έδαφος, το
φυσικό αέριο εξακολουθεί
να αποτελεί βασικό
παράγοντα για τη
βιομηχανία και την
ηλεκτροπαραγωγή. Η
ενεργειακή ασφάλεια της
ηπείρου εξαρτάται πλέον
από το πόσο γρήγορα
μπορεί να προχωρήσει η
μετάβαση σε βιώσιμες και
σταθερές εναλλακτικές
λύσεις.
|