| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

00:01 - 04/02/25

 
                              

Μισθοί – Συντάξεις

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) επισημαίνει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να δαπανά σημαντικά ποσά για συντάξεις και μισθούς στο Δημόσιο, περιορίζοντας έτσι τις πιθανότητες επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού.

Πόσα ξοδεύει το κράτος για συντάξεις;

Το 2025, η συνταξιοδοτική δαπάνη θα αυξηθεί κατά 950 εκατ. ευρώ, φτάνοντας τα 29,95 δισ. ευρώ, έναντι 29,03 δισ. ευρώ το 2024. Η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στη μεσοσταθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων κατά 2,4% και στην ταχύτερη απονομή νέων συντάξεων.

 

Οι δαπάνες για τους μισθούς στο Δημόσιο

Οι μισθολογικές δαπάνες των δημοσίων υπαλλήλων το 2025 θα ανέλθουν σε 14,7 δισ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 242 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2024. Ωστόσο, αν συνυπολογιστούν οι δαπάνες για νέες προσλήψεις (792 εκατ. ευρώ) και οι προγραμματισμένες αυξήσεις μισθών (143 εκατ. ευρώ), το συνολικό κονδύλι θα ξεπεράσει τα 15,6 δισ. ευρώ.

 

Συνολικό κόστος και σύγκριση με το ΑΕΠ

Το 2025, η Ελλάδα θα διαθέσει συνολικά πάνω από 45 δισ. ευρώ για μισθούς και συντάξεις, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 20% του ΑΕΠ, το οποίο εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 242 δισ. ευρώ.

Πώς συγκρίνονται τα στοιχεία με το παρελθόν;

Το 2009, λίγο πριν την οικονομική κρίση, οι δαπάνες για μισθούς και συντάξεις άγγιζαν τα 45 δισ. ευρώ, με το ΑΕΠ τότε να διαμορφώνεται στα 240 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, 31-32 δισ. ευρώ κατευθύνονταν στις συντάξεις και 14 δισ. ευρώ στους μισθούς του Δημοσίου.

Παρατηρώντας λοιπόν κανείς τα νούμερα και την ώρα που δεν υπάρχουνε 13ος και 14ος μισθός στο δημόσιο. Και χωρίς καν ακόμη το ΑΕΠ να έχει φτάσει στο ΑΕΠ που είχαμε περίπου 15 χρόνια πριν. Το να βλέπουμε τα ίδια επίπεδα δαπανών για μισθούς και συντάξεις είναι κάτι που σίγουρα μας προβληματίζει. Υπάρχουνε εξηγήσεις. Αλλά σίγουρα είναι νούμερα που προβληματίζουνε.

 
                                    

Ενδιαφέρουσα έκθεση

 

Τα κέρδη των επιχειρήσεων είναι η κύρια συνιστώσα των πληθωριστικών πιέσεων από το 2021 και μετά, τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην Ελλάδα, διαπιστώνει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο οικονομικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Ειδικά στην Ελλάδα, πρωταγωνιστής μεταξύ των επιχειρήσεων είναι ο τομέας των υπηρεσιών.

 

Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, στο φόντο πολλών μελετών που έχουν αναδείξει το θέμα, όταν ξέσπασε η πληθωριστική κρίση στην Ευρώπη, μιλώντας για «πληθωρισμό της απληστίας», η μελέτη των Δημήτρη Παπαγεωργίου και Αναστασίου Ρίζου εξετάζει ειδικότερα τον ρόλο των εγχώριων παραγόντων στη δυναμική του πληθωρισμού. Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι ενώ τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης αντιμετώπισαν κατά κύριο λόγο κοινές πληθωριστικές διαταραχές, λόγω τιμών ενέργειας και εισαγόμενων ενδιάμεσων αγαθών, στις επιμέρους χώρες παρατηρούνται διαφοροποιήσεις ως προς το μέγεθος και την επιμονή του πληθωρισμού. Κάτι που σημαίνει ότι οι παράγοντες που καθορίζουν τη δυναμική του είναι κυρίως εγχώριοι.

 

                                            

 

Στην περίπτωση της Ελλάδας η μελέτη διαπιστώνει ότι η σημαντική αύξηση των κερδών συνδέεται πρωτίστως με τον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος είχε τη μεγαλύτερη συμβολή στον ρυθμό αύξησης των κερδών ανά μονάδα προϊόντος, ακολουθούμενος από τον τομέα της βιομηχανίας (εκτός κατασκευών). Παρότι οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι η αύξηση της συνεισφοράς των κερδών στον πληθωρισμό δεν σημαίνει απαραίτητα και αύξηση των περιθωρίων κέρδους, στην περίπτωση της Ελλάδας το τελευταίο ισχύει, «ιδιαίτερα στον τομέα των υπηρεσιών». Σύμφωνα με τους μελετητές, υπάρχει μια ξεκάθαρα ανοδική τάση στα περιθώρια κέρδους σε όλους τους τομείς από το 2020, με τον τομέα των υπηρεσιών να εμφανίζει την πιο σημαντική αύξηση. Μάλιστα, ο τομέας αυτός συμπαρέσυρε το σύνολο της οικονομίας. Ειδικά το 2023 ο τομέας των υπηρεσιών συνέχισε την ανοδική του πορεία, ενώ η βιομηχανία έδειξε υποχώρηση.

 

Το κόστος εργασίας, σημειώνουν οι μελετητές, σχετίζεται επίσης θετικά με την εξέλιξη του πληθωρισμού, ωστόσο η συνεισφορά του είναι μικρότερη από αυτή των κερδών. Ειδικά στην Ελλάδα η συνεισφορά του είναι σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με την Ευρωζώνη. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι Ευρωπαίοι σε γενικές γραμμές μέσω των μισθολογικών αυξήσεων περιόρισαν τις επιπτώσεις από την άνοδο των τιμών, περισσότερο απ’ όσο οι Ελληνες.

 

Στην Ελλάδα, το 2022 ο αποπληθωριστής ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 6,5%. Τα κέρδη συνεισέφεραν 4,7 ποσοστιαίες μονάδες, ακολουθούμενα από τους φόρους (2,1 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ η συμμετοχή του κόστους εργασίας ήταν οριακά αρνητική (-0,3 ποσοστιαίες μονάδες). Από το β΄ τρίμηνο του 2023 η συνεισφορά των κερδών άρχισε να υποχωρεί, καθώς οι εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις άρχισαν να χαλαρώνουν. Το 2023 ο αποπληθωριστής ΑΕΠ ήταν 5,8%, με τα κέρδη να συνεισφέρουν 2,1 ποσοστιαίες μονάδες και το κόστος εργασίας να επιστρέφει σε θετικό έδαφος συνεισφέροντας 1 ποσοστιαία μονάδα. Τη μεγαλύτερη συνεισφορά είχαν οι φόροι με 2,7 ποσοστιαίες μονάδες. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η αυξημένη αυτή συνεισφορά των φόρων μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση των τελικών τιμών των αγαθών και υπηρεσιών, που οδήγησε σε υψηλότερα φορολογικά έσοδα. Επιπλέον, μπορεί να αποδοθεί στη βελτίωση εισπραξιμότητας του ΦΠΑ, λόγω της εφαρμογής των μέτρων κατά της φοροδιαφυγής.

 

Τέλος, το πρώτο 6μηνο του 2024 ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,9%, με τα κέρδη να έχουν τη μεγαλύτερη συνεισφορά (1,4 ποσοστιαίες μονάδες), ακολουθούμενα από το κόστος εργασίας (1,2 ποσοστιαίες μονάδες).

 

                                                                     

“Ελλάδα όλα αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουνε”

 

Αρκετά ενδιαφέρον τώρα βρήκαμε το άρθρο της Ιωάννα Σουφλέρη στη Βήμα με τίτλο: Η ουσία μιας παραίτησης … Ας εμείς θα βάζαμε ένα γενικό τίτλο σε πολλά από τα πράγματα στη χώρα μας. Αυτός θα ήτανε: “Ελλάδα όλα αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουνε”.

 

Ας δούμε όμως τα όσα έγραψε στο άρθρο της η κα Σουφλέρη:

 

Βαρύ πλήγμα στο αναπτυξιακό αφήγημα της κυβέρνησης αποτελεί η πρόσφατη παραίτηση του Σπύρου Αρταβάνη-Τσάκωνα από τη θέση του Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ), η οποία συνοδεύτηκε και από την παραίτηση του μέλους του ΕΣΕΤΕΚ Αγγελου Χανιώτη.

 

Και όμως όλα είχαν αρχίσει με τον καλύτερο τρόπο! Τον Νοέμβριο του 2020 η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξέπληξε ευχάριστα την ελληνική επιστημονική κοινότητα αλλά και τον επιχειρηματικό κόσμο καταφέρνοντας να πείσει τον διεθνούς φήμης καθηγητή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Σπύρο Αρταβάνη-Τσάκωνα να αναλάβει επικεφαλής του ΕΣΕΤΕΚ, δηλαδή του ανώτατου γνωμοδοτικού οργάνου της χώρας για τους κρίσιμους τομείς της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας.

 

Από τη μεριά της κυβέρνησης επρόκειτο για κίνηση ΜΑΤ: είχε προηγηθεί, τον Αύγουστο του 2020, η παραίτηση του προηγουμένου προέδρου του ΕΣΕΤΕΚ, καθηγητή γενετικής του Πανεπιστημίου της Γενεύης Μανώλη Δερμιτζάκη. Ο Δερμιτζάκης παραιτήθηκε εξ αιτίας της απροθυμίας της κυβέρνησης να υποστηρίξει την βασική έρευνα, αλλά και του «διακοσμητικού», όπως είπε, ρόλου που επεφύλασσε στο ΕΣΕΤΕΚ.

 

Αντικαθιστώντας τον νεαρότερο και έχοντα διατρέξει λιγότερα επιστημονικά χιλιόμετρα Δερμιτζάκη με έναν από τους κορυφαίους της Βιοτεχνολογίας διεθνώς, η κυβέρνηση έστελνε το μήνυμα ότι έπαιρνε την έρευνα πολύ σοβαρά, αλλά και ότι κατανοούσε τον ρόλο της στην ανάπτυξη της χώρας.

 

Περιττό να πούμε ότι η αποδοχή του Αρταβάνη-Τσάκωνα ήταν καθολική από την επιστημονική κοινότητα που είδε στο πρόσωπό του ένα παράδειγμα προς μίμηση. Οι περγαμηνές του είναι τόσες πολλές που θα χρειαζόταν πολύ μελάνι για πλήρη περιγραφή. Θα αρκεστούμε εδώ σε δυο-τρία σημαντικά: σε αυτόν χρωστούμε τη διαλεύκανση του ρόλου του γονιδίου Notch στην ανάπτυξη του νευρικού συστήματος και την εμπλοκή του σε νευροεκφυλιστικά νοσήματα (πράγμα που φέρνει το όνομά του στα φαβορί κάθε Οκτώβριο που αρχίζουν τα «στοιχήματα» για τα βραβεία Νομπέλ). Αλλά ο Αρταβάνης Τσάκωνας έχει υπάρξει και συνιδρυτής τριών εταιρειών βιοτεχνολογίας. Ανήκει, δηλαδή, σε εκείνη την κατηγορία επιστημόνων που γνωρίζουν από πρώτο χέρι πως να μετατρέψουν σε προϊόν τους καρπούς της βασικής έρευνας.

 

Προφανώς λοιπόν, ο Αρταβάνης-Τσάκωνας ήταν η άριστη επιλογή για την θέση του επικεφαλής του ΕΣΕΤΕΚ μιας κυβέρνησης που διατυμπάνιζε την πρόθεσή της να οδηγήσει τη χώρα στον δρόμο της ανάπτυξης και η οποία, προς επίρρωση των λόγων της, είχε περάσει το χαρτοφυλάκιο της έρευνας από το υπουργείο Παιδείας (όπου ανήκε επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) στο υπουργείο Ανάπτυξης.

 

Όπως ήταν φυσικό, το επιστημονικό εκτόπισμα του Αρταβάνη-Τσάκωνα υπήρξε πόλος έλξης και για άλλους κορυφαίους επιστήμονες του εξωτερικού (όπως, παραδείγματος χάριν, ο ιστορικός του Ινστιτούτου Προηγμένων Μελετών του Πανεπιστημίου Πρίνστον των ΗΠΑ, Αγγελος Χανιώτης, ή η Ελευθερία Ζεγγίνη, η οποία διευθύνει το Ινστιτούτο Μεταφραστικής Γενετικής στο Helmholtz Zentrum του Μονάχου) να προσφέρουν το κύρος και την εμπειρία τους στο ΕΣΕΤΕΚ. Αυτή η επιστημονική dream team εργάστηκε σκληρά για το όραμα μιας Ελλάδας που θα βασίζει την ανάπτυξή της στο άριστο επιστημονικό δυναμικό της, ενώ παράλληλα υλοποιούσε και το τιτάνιο έργο της κρίσης των ερευνητικών ιδρυμάτων της χώρας.

 

Το όραμα αυτό δεν είναι ανέφικτο ακόμη και για μικρές χώρες. Δεν είναι αιθεροβάμονες οι επιστήμονες του ΕΣΕΤΕΚ. Το έχουν δει να συμβαίνει. Αλλού! Ακόμη ηχούν στα αυτιά μου, τα λόγια του αείμνηστου Φώτη Καφάτου (ο οποίος μεταξύ άλλων οραματίσθηκε και υλοποίησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ερευνας, ERC) να μου περιγράφει το πώς από τη συστηματική επένδυση στην έρευνα στη Φιλανδία γεννήθηκαν εταιρείες όπως η Nokia που αύξησαν κατακόρυφα τα εισοδήματα της χώρας από τις παγκόσμιες εξαγωγές. Αντίστοιχη πορεία είχε αργότερα η- παραλίγο πτωχευμένη- Ιρλανδία, ενώ στον ίδιο δρόμο βαδίζει τώρα και η Πορτογαλία, οι ερευνητικές υποδομές της οποίας είναι αξιοζήλευτες και έλκουν πίσω στην πατρίδα τους ερευνητές του εξωτερικού.

 

Όμως ο ρόλος του ΕΣΕΤΕΚ είναι γνωμοδοτικός και συμβουλευτικός. Με άλλα λόγια, το ΕΣΕΤΕΚ οραματίζεται αλλά για την υλοποίηση του οράματος απαιτείται η πολιτική βούληση για συστηματική επένδυση στη βασική έρευνα. Η οποία, όλα δείχνουν, ότι δεν υπήρξε ποτέ. Βεβαίως, η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού και μια κυβέρνηση δεν είναι πάντοτε δυνατόν να υλοποιήσει όλα όσα της εισηγούνται. Φαίνεται όμως ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν έπραξε ούτε το ελάχιστο. Αντιθέτως, επέλεξε για καίριες πολιτικές θέσεις ανθρώπους άσχετους με το αντικείμενο της έρευνας και με βασικό προσόν την κομματική τους ιδιότητα και αρκέστηκε να κινεί τα νήματα (προς λάθος κατεύθυνση) από του Μαξίμου.

 

Οι παροικούντες την ερευνητική Ιερουσαλήμ μιλούν για αδυναμία κατανόησης της σημασίας της βασικής έρευνας και για απαξίωση του ΕΣΕΤΕΚ, επιβεβαιώνοντας τον «διακοσμητικό» ρόλο του. Εξ ου και οι πρόσφατες παραιτήσεις των Αρταβάνη-Τσάκωνα και Χανιώτη (τις οποίες αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες).

 

Για άλλη μια φορά η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέλεξε να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα με όρους επικοινωνιακούς αδιαφορώντας για την ουσία. Όμως το θέμα της έρευνας είναι εξόχως ουσιαστικό και, δυστυχώς, τον λογαριασμό της κυβερνητικής αδράνειας θα τον πληρώσει η χώρα. Δηλαδή, εμείς όλοι.

                                   

Βελτιωμένη η κατάσταση αλλά υψηλά τα ποσοστά

 

Πάμε τώρα σε μια έρευνα που είχε βγει καιρό αλλά δε μας είχε δοθεί η ευκαιρία να τη σχολιάσουμε. Συνολικά και σε σχέση με τα χρόνια της κρίσης θα λέγαμε πως σίγουρα η εικόνα είναι βελτιωμένη, αλλά προσωπικά χαρακτηρίζουμε τα ποσοστά και πάλι αρκετά υψηλά. Γιατί χωρίς καμία αμφιβολία τα ποσοστά που διαβάζουμε παρακάτω είναι μεγάλα. Αν και δεν έχουμε τα αντίστοιχα ποσοστά άλλων χωρών. Πιστεύουμε πως είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Ίσως και τα υψηλότερα.

 

Πάμε όμως στην έρευνα:

 

Σημαντικά συμπεράσματα για τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά ακινήτων, ιδίως σε ό,τι αφορά τις απόψεις των ιδιοκτητών ακινήτων αναφορικά με την στεγαστική κρίση, προκύπτουν από την έρευνα που πραγματοποίησε η Kapa Research για λογαριασμό της ΠΟΜΙΔΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων), η οποία παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της τελευταίας, που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο, 25 Ιανουαρίου. Η έρευνα έγινε σε δείγμα 1070 ατόμων από όλη τη χώρα που πραγματοποιήθηκε στις 17-21 Ιανουαρίου.

 

Σύμφωνα με αυτήν, παρατηρείται καθυστέρηση στην πληρωμή των ενοικίων στο 21% των ενοικιαστών διαμερισμάτων, 28% στους ενοικιαστές μονοκατοικιών και 31% στους ενοικιαστές επαγγελματικών χώρων. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί και ότι καταγράφεται σημαντική πτώση του ποσοστού των ενοικιαστών, που καθυστερούν στην αποπληρωμή του μηνιαίου ενοικίου, ενώ είναι αμελητέο το ποσοστό εκείνων που δεν καταβάλλουν καθόλου τα οφειλόμενα ενοίκια. Ειδικότερα, το 2014, το αντίστοιχο μέγεθος των καθυστερούμενων ενοικίων διαμορφωνόταν σε 51%, λόγω της σοβούσης οικονομικής κρίσης.

 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το στοιχείο, ότι τα τελευταία τρία χρόνια, αύξηση ενοικίου έχει πραγματοποιήσει μόνο το 36% των ιδιοκτητών διαμερισμάτων, ενώ το 62% έχει κρατήσει τις τιμές σταθερές. Από αυτούς που έχουν προβεί σε αύξηση ενοικίου, το 86% έχει αυξήσει τις τιμές έως 20%, ενώ το 12% έχει προβεί σε αυξήσεις ενοικίων που κυμαίνονται από 20% έως 50%.

 

Ένα ακόμα βασικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι η φορολογία (ΕΝΦΙΑ και φόρος εισοδήματος) είναι ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ιδιοκτήτες ακινήτων, και είναι ταυτόχρονα μία από τις αιτίες για τις οποίες μειώνεται συνεχώς η προσφορά κατοικιών προς μίσθωση. Ειδικότερα, το 82 % θεωρεί τον ΕΝΦΙΑ άδικο φόρο. Το 71% ζητά να καταργηθεί και το 20% να μειωθεί περαιτέρω.

 

Παράλληλα, το 46% των ιδιοκτητών θεωρεί ότι το κίνητρο που θα βοηθούσε στην ενίσχυση της προσφοράς κατοικιών είναι η μόνιμη μείωση της φορολογίας των ενοικίων. Ακολουθούν η επιδότηση των εξόδων ανακαίνισης, η αφαίρεση από το φορολογητέο εισόδημα των εξόδων ανακαίνισης παλαιών κατοικιών και ο προσυμβατικός έλεγχος της φερεγγυότητας των ενοικιαστών.

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι σχεδόν ένας στους τρεις ιδιοκτήτες (32%) εκτιμά ότι δεν είναι συμφέρον να διαθέτει κανείς σήμερα ακίνητα για να τα νοικιάζει. Στον αντίποδα, το ποσοστό εκείνων που εκτιμούν ότι είναι συμφέρον έχει αυξηθεί σε 59%, από 12% το 2014 (οπότε η οικονομική κρίση είχε εκμηδενίσει αξίες και αποδόσεις). Πάντως, το 12% των ιδιοκτητών κατέχουν σήμερα κενή κατοικία. Στο 7% των περιπτώσεων η κατοικία είναι κενή για περισσότερα από 5 χρόνια. Στο ερώτημα για ποιο λόγο η κατοικία είναι κενή, το 54% απαντά ότι χρειάζεται ανακαίνιση, το κόστος της οποίας στις περισσότερες περιπτώσεις (61%) εκτιμάται από 5.000 έως 20.000 ευρώ. Το 12% αναφέρει ότι δεν συμφέρει η μίσθωση λόγω φορολογίας και το 10% ότι δεν εμπιστεύονται τους ενδιαφερόμενους ενοικιαστές. Μόνο το 1% αναφέρει ως αιτία την μελλοντική τουριστική αξιοποίηση.

 

Στην ομιλία του στο πλαίσιο του συνεδρίου, ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ, κ. Στρ. Παραδιάς τόνισε ότι "σήμερα, εμφανίζεται και στη χώρα μας το πρόβλημα της έλλειψης κατοικιών για εκμίσθωσή τους ως κύρια κατοικία. Όσοι μιλούν δημόσια γι΄αυτό δυστυχώς  παραγνωρίζουν το ότι ενώ η ζήτηση συνεχώς αυξάνεται, η προσφορά κατοικιών διαρκώς περιορίζεται λόγω των υψηλών φορολογικών συντελεστών που καθιστούν ασύμφορη την εκμίσθωσή τους, λόγω του συνεχώς αυξανόμενου κόστους των εργασιών συντήρησης, ανακαίνισης και ενεργειακής αναβάθμισης των παλαιών κατοικιών, ούτε στην ανάγκη ύπαρξης συστήματος αξιολόγησης της φερεγγυότητας των υποψήφιων ενοικιαστών, ώστε να πάψουν οι ιδιοκτήτες να πέφτουν θύματα παραβατικών ατόμων, εμφανιζομένων ως δήθεν "ενοικιαστών" που εγκαθίστανται στις κατοικίες με το εξ αρχής σχέδιο να μην πληρώσουν απολύτως τίποτε. Ούτε προτείνονται ρεαλιστικές λύσεις, αλλά μόνον ενοικιοστασιακές δεσμεύσεις, "πλαφόν" κλπ. που θα περιορίσουν ακόμη περισσότερο την προσφορά, και θα διογκώσουν περαιτέρω το υπαρκτό αυτό πρόβλημα".

 

Η ΠΟΜΙΔΑ θεωρεί ότι είναι στη σωστή κατεύθυνση όλα τα προγράμματα που υλοποιούνται για το πρόβλημα της στέγης είτε στη μίσθωση, είτε στην απόκτηση ιδιόκτητης κατοικίας.

 

Όμως για να ανοίξουν μαζικά τα δεκάδες χιλιάδες κλειστά σπίτια που βρίσκονται στον αστικό ιστό των μεγάλων πόλεων θα πρέπει να γίνουν οι εξής δύο "διορθώσεις" στην πρόσφατη αλλά  πρακτικά πλήρως ανεφάρμοστη νομοθετική ρύθμιση της τριετούς φοροαπαλλαγής:

 

1. Να απαλειφθεί η διάταξη περί τριετίας ως ελάχιστο χρονικό διάστημα για κάθε νέα μίσθωση, γιατί αυτή αφήνει εκτός δυνατότητας στέγασης όλες τις κατηγορίες ευάλωτων ενοικιαστών, ιδίως στα νησιά και στην περιφέρεια, όπως αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, αγροτικοί ιατροί, αστυνομικοί, συνοριοφύλακες και πολλές άλλες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων και ιδιωτικώς εργαζομένων σε τουριστικές εγκαταστάσεις, εργοτάξια κλπ, οι οποίοι ενδιαφέρονται για ετήσιες και μόνον μισθώσεις.

 

2. Να απαλειφθεί η διάταξη περί απώλειας της φοροαπαλλαγής σε περίπτωση "κένωσης" της κατοικίας από τον αρχικό ενοικιαστή, γιατί δημιουργεί πλήρη ανασφάλεια στους εκμισθωτές, καθιστώντας τους κυριολεκτικά "ομήρους" των προθέσεων των ενοικιαστών τους. "Η 36μηνη φορολογική απαλλαγή, θα πρέπει να συναρτηθεί ρητά και αποκλειστικά με την κάθε κατοικία και όχι με το πρόσωπο και τις διαθέσεις του αρχικού ενοικιαστή, ανεξαρτήτως της τυχόν -αναγκαστικής για τον ιδιοκτήτη- εναλλαγής επομένων ενοικιαστών εντός του συνολικού διαστήματος των 36 μηνών", ανέφερε ο κ. Παραδιάς.

                                   

Γιατί χαρακτηρίζουμε υψηλά τα ποσοστά

 

Ξέρετε ποιος είναι ένα βασικός λόγος που πιστεύουμε πως τα παραπάνω ποσοστά είναι εξαιρετικά υψηλά. Γιατί τα βλέπουμε σε περίοδο που θεωρητικά η ελληνική οικονομία τα πηγαίνει καλά. Να μην λέμε θεωρητικά. Πραγματικά η ελληνική οικονομική οικονομία τα πηγαίνει καλά, σε μια χώρα που βρίσκεται σε κανονικότητα. Πιστεύοντας και το έχουμε γράψει, πως μεγάλο μέρος της κοινωνίας – νοικοκυριών – μικρών επιχειρήσεων βρίσκεται σε οριακή κατάσταση. Φανταστείτε τι θα γίνει αν ξαφνικά στην οικονομία έχουμε μια μικρή ύφεση η τέλος slowdown, κάτι το οποίο δεν αποκλείεται και να το δούμε σχετικά σύντομα. Προσοχή δε λέμε κάποια κρίση. Λέμε ένα slowdown, για τον χ, ψ λόγο. Φοβόμαστε πως κατευθείαν τα ποσοστά θα εκτοξεύονταν, με ότι αυτό σημαίνει για την ελληνική οικονομία. Γιατί όταν σε περίοδο οικονομικής ανάπτυξης 20 και 30% ιδιωτών - επιχειρήσεων καθυστερούνε να πληρώνουνε τα πολύ υψηλά ενοίκια. Εύκολα αυτά τα ποσοστά γίνονται 40 και 50%, δηλαδή ένας στους δύο ενοικιαστές, με ότι αυτό συνεπάγεται όπως αναφέραμε.

 

 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2025 Greek Finance Forum