
Μάλιστα
Αρκετά συχνά
αναφερόμαστε σε αντίστοιχα στατιστικά. Πολύ ενδιαφέρον
λοιπόν ήτανε ένα τελευταίο άρθρο του Ο.Τ., με βάση τα
συμπεράσματα συγκεκριμένης έρευνας.
Συγκριμένα
λοιπόν:
Αργή και
βασανιστική είναι η «παλινόρθωση» των εισοδημάτων των νοικοκυριών μετά
τη δεκαετή οικονομική
κρίση, η οποία μάλιστα αντί για βήματα μπροστά –
έστω και μικρά – λόγω πανδημίας και πληθωρισμού κάνει
βήματα πίσω.
Οι φτωχοί,
δηλαδή όσοι διαθέτουν μηνιαίο εισόδημα «μέχρι 750 ευρώ» και
η λεγόμενη μεσαία τάξη (μηνιαίο εισόδημα «751 – 1.100»,
«1.101 – 1.450» και «1.451 – 1.800») από το 2008 έως το 2021
αυξήθηκαν κατά 41,8%, όταν την ίδια ώρα οι πλούσιοι («2.801
– 3.500» και «3.501 και άνω») μειώθηκαν κατά 47,1%, γεγονός
που υπογραμμίζει μια συγκέντρωση των μεγαλύτερων διαθέσιμων
εισοδημάτων σε μικρότερο αριθμό νοικοκυριών.
Τη
σοκαριστική αυτή εξέλιξη, που έχει ως αποτέλεσμα και όχι
μόνο τη σημαντική μείωση της καταναλωτικής δαπάνης αλλά και
την ανακατανομή αυτής, αποκαλύπτει η ετήσια Έκθεση Ελληνικού
Εμπορίου 2022, που συνέγραψε το Ινστιτούτο Εμπορίου και
Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και
Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ).

Ειδικότερα,
η πτώση της δαπάνης μεταξύ του 2008 και του 2021 ανέρχεται
περίπου στο -33% (32,9%), ενώ αξίζει να επισημανθεί ότι η
μείωση διαχέεται σε όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες
ανεξαιρέτως.
Φαγητό ή
ρούχα;
Οι αλλαγές
αποτυπώνονται ξεκάθαρα στην ανακατανομή των δαπανών, καθώς
πλέον για τους διαθέτοντες χαμηλότερα εισοδήματα
προτεραιότητα έχει επιβίωση και όχι τα λούσα εξ ου και η
αύξηση των αγορών για είδη διατροφής σε αντίθεση με εκείνες
για ρούχα και παπούτσια.
Ειδικότερα,
όσον αφορά στην καταναλωτική δαπάνη όλων των νοικοκυριών για
τα είδη διατροφής και για τα μη οινοπνευματώδη ποτά,
παρατηρείται ότι η δαπάνη αυτή, εκτιμώμενη με ποσοστιαίους
όρους ως προς τη συνολική δαπάνη, εμφανίζει μια σημαντική
τάση αύξησης της συμμετοχής της στις δαπάνες του
νοικοκυριού.
Ενώ το 2008
το ποσοστό της δαπάνης για τα είδη διατροφής ως προς τη
συνολική δαπάνη των νοικοκυριών ανέρχεται στο 16,4% μετά από
μια δεκαετία (2018) γνωρίζει άνοδο της τάξης του 3,7%. Η
αυξητική τάση αυτής της δαπάνης συνεχίζεται περαιτέρω κατά
τα δύο έτη της πανδημικής κρίσης, καθώς το ποσοστό της
φθάνει στο 23,1% (2020) και σχεδόν στο 22% (2021).
Στον
αντίποδα μεταξύ 2008 και 2021 η δαπάνη των νοικοκυριών για
τα είδη ένδυσης σημειώνει πτώση κατά 60% και για τα είδη
υπόδησης κατά 56%.

Σε αυτό το
σημείο ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί και ο ρόλος της μείωσης
των εισοδημάτων.
Είναι
χαρακτηριστικό ότι η δαπάνη για είδη διατροφής το 2008
αντιστοιχούσε σε 347,4 ευρώ (ποσοστό 16,40%), ενώ το 2021
παρότι σε απόλυτο νούμερο ήταν μικρότερη (311,8 ευρώ)
ποσοστιαία ήταν πολύ υψηλότερη (21,96%).
Πού
οφείλεται η αύξηση της δαπάνης για είδη διατροφής
Σύμφωνα με
τους αναλυτές του ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ, οι αιτίες της αυξητικής αυτής
τάσης πρέπει να διερευνηθούν τόσο στον πόλο της προσφοράς
όσο και σ’ αυτόν της ζήτησης.
Στην
περίπτωση της προσφοράς αναφέρονται παράγοντες, όπως η
άνοδος των τιμών των τροφίμων, η αύξηση της προσφερόμενης
γκάμας, η τμηματοποίηση, η εξειδίκευση και επέκταση της
αγοράς τροφίμων και των καταστημάτων εστίασης κ.λπ.
Σ’ αυτόν της
ζήτησης, η προτεραιοποίηση της κάλυψης των διατροφικών
αναγκών σε συνθήκες μειωμένων εισοδημάτων, η
πολιτισμική-διατροφική τάση του foodyism, η εντονότερη
ενασχόληση με την παρασκευή γευμάτων στο σπίτι και αύξηση,
γενικότερα, της διατροφικής κατανάλωσης κατά τη διάρκεια
των lockdowns ήταν οι λόγοι αύξησης της δαπάνης για είδη
διατροφής.

Επισημαίνονται επίσης και μιντιακοί θεσμοί – λόγοι, όπως
π.χ.: βιβλία μαγειρικής, τηλεοπτικές και διαδικτυακές
εκπομπές μαγειρικής, άρθρα γευσιγνωστικής κριτικής κ.λπ.
που, κατά την τελευταία δεκαπενταετία τουλάχιστον, διαχέουν
στο ευρύ κοινό γνώσεις περί της διατροφής αλλά και τεχνικές
παρασκευής φαγητού. |