| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

 

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 09/10/23

 

Βιώσιμη ανάπτυξη με τέτοιους μισθούς;

Θα ξεκινήσουμε με μια ατάκα που αρκετές φορές τον τελευταίο καιρό λέμε, σε μια εποχή ακραίου πληθωρισμού. Πως ουσιαστική, βιώσιμη – μακροπρόθεσμη ανάπτυξη με τέτοιους μισθούς δε γίνεται. Σε κάθε ευκαιρία θα λέμε  πως οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα, ειδικά μετά τα όσα έγιναν τα χρόνια της κρίσης και ειδικά μετά τον πληθωρισμό των τελευταίων περίπου 2ετών, είναι υπερβολικά χαμηλοί. Για μεγάλο μέρος της κοινωνίας, εφιαλτικά χαμηλοί. Είναι τόσο χαμηλοί που τορπιλίζουνε τις προοπτικές ουσιαστικής ανάπτυξης αυτής της χώρας.

Είναι χαρακτηριστικό λοιπόν πως την άνιση μάχη των μισθών στην Ελλάδα με την πολύχρονη δημοσιονομική κρίση, την πανδημία της COVID-19, τον πόλεμο στην Ουκρανία, την κλιματική αλλαγή και τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις που ασκούνται στις οικονομίες καταγράφει μελέτη της ομάδας Utility Bidder.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό το σύνολο συνθηκών, που αναφέρεται συχνά σε πολλά μέσα ενημέρωσης ως κρίση του κόστους ζωής, φαίνεται πως χτύπησε περισσότερο από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ την Ελλάδα, με αποτέλεσμα να παρουσιάζει τη χαμηλότερη αύξηση μισθών τα τελευταία 10 χρόνια (από το 2012 έως το 2022).

Οι ερευνητές συνέκριναν τις αυξήσεις των μισθών σε διάφορες χώρες με τους ρυθμούς πληθωρισμού, αποκαλύπτοντας σε ποια κράτη έχουν μείνει περισσότερο στάσιμες οι αποδοχές των ανθρώπων.

Και η χώρα μας με μόλις 1,5% αύξηση των μέσων μισθών είναι στη χειρότερη θέση. Το 2022 οι μέσες ετήσιες αποδοχές ήταν 24.709 ευρώ, όταν το 2012 ήταν 24.339 ευρώ, που σημαίνει ότι οι μέσοι μισθοί αυξήθηκαν μόνο κατά 370 ευρώ την τελευταία δεκαετία.

Στη μελέτη επισημαίνεται ότι μεγάλο μέρος της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται από τον τουρισμό και τα τελευταία χρόνια υπήρξε κάμψη σε αυτόν τον τομέα. Η πανδημία της COVID-19 σταμάτησε τα διεθνή ταξίδια, αποδεκατίζοντας τις βιομηχανίες τουρισμού και αναψυχής των χωρών. Αν αυτό συνδυασθεί με τις σκληρές επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, όπως οι αυξημένες πυρκαγιές και οι πλημμύρες, αναφέρει η μελέτη της ομάδας της Utility Bidder, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μια οικονομία που επικεντρώνεται στον τουρισμό δυσκολεύεται να δει τους μισθούς να αυξάνονται. Οσον αφορά τον πληθωρισμό, όπως δείχνει και η μελέτη, οι τιμές στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί κατά το δεύτερο χαμηλότερο ποσό στον ΟΟΣΑ (με πρώτη την Ελβετία), στο +7,4% μεταξύ 2012 και 2022.

Αυτός ο χαμηλός πληθωρισμός βοήθησε άλλωστε τους Ελληνες να ξεπεράσουν την καταιγίδα της κρίσης χρέους της Ελλάδας, η οποία ξέσπασε για πρώτη φορά στα τέλη του 2009 και προκάλεσε εκτεταμένες οικονομικές δυσκολίες για πολλά χρόνια.

Η Ελβετία είναι η χώρα του ΟΟΣΑ με τη δεύτερη χαμηλότερη 10ετή αύξηση του μέσου μισθού, της τάξης του 7,1%. Ενώ είναι ένα από τα πλουσιότερα κατά κεφαλήν έθνη του κόσμου, παρατηρείται σημαντική στασιμότητα των μισθών τα τελευταία χρόνια. Ακολουθούν το Ισραήλ με 7,5%, οι ΗΠΑ με 14%, και η Ολλανδία με 16,7%.

Στον αντίποδα, η Ουγγαρία έχει δει τη μεγαλύτερη αύξηση στους μισθούς την τελευταία δεκαετία, με αυτούς να έχουν αυξηθεί κατά 100,7%, ανεβάζοντας το βιοτικό επίπεδο και ενθαρρύνοντας περισσότερες καταναλωτικές δαπάνες, οι οποίες σύμφωνα με τους μελετητές θα συμβάλουν στη δημιουργία περαιτέρω οικονομικής ανάπτυξης.

Ακολουθούν, με εντυπωσιακές επίσης αυξήσεις, η Λετονία, όπου ο μέσος μισθός αυξήθηκε στη 10ετία κατά 87,6%, και η Λιθουανία με 82,4%.

 
 

Τα λέει όλα για το βάθος της ελληνικής οικονομίας

Σε σχέση και με τα παραπάνω και το προβληματικό παραγωγικό μοντέλο αυτής της χώρας, με ελάχιστα να έχουνε αλλάξει τα τελευταία χρόνια, παρά τα όσα περάσαμε τη δεκαετία της μεγάλης κρίσης. Ουραγός στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η χώρα μας, όσον αφορά το ποσοστό εργαζομένων με υψηλή εξειδίκευση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το χαμηλότερο ποσοστό παρατηρείται στην Στερεά Ελλάδα και τα Ιόνια Νησιά.

Οπως αναφέρουν οι καταγραφές της έρευνας εργατικού δυναμικού για το 2022, οι οποίες αναλύονται σε επίπεδο περιφερειών (NUTS 2), οι δέκα από τις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας βρίσκονται στην κατώτερη κατηγορία ποσοστού εξειδικευμένων εργατών (κατηγορία 6), με μόνο την Αττική (κατηγορία 4), τη Θεσσαλία και την Κεντρική Μακεδονία (κατηγορία 5) να έχουν μεγαλύτερα ποσοστά. Μάλιστα μόνο η Αττική πλησιάζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ οι υπόλοιπες περιφέρειες υπολείπονται σημαντικά με ποσοστά κάτω του 30%, ακόμα και κάτω του 25% σε τρεις περιπτώσεις. 

Οι εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης είναι απαραίτητοι για τις σύγχρονες οικονομίες, καθώς προωθούν την καινοτομία, την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη. Η Eurostat ορίζει ως απασχολούμενους με υψηλές δεξιότητες τα άτομα ηλικίας 25-64 ετών που απασχολούνται ως διευθυντές, επαγγελματίες, τεχνικοί και βοηθοί επαγγελματίες.

Το περσινό έτος σε ολόκληρη την ΕΕ απασχολούνταν περίπου 80 εκατομμύρια άτομα με υψηλή ειδίκευση, που αντιστοιχεί σε 44,2% του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων στις ηλικίες 25-64 ετών. Η γεωγραφική διασπορά αυτών των εργαζομένων διαφέρει σημαντικά σε περιφερειακό επίπεδο, με 106 από τις 241 περιφέρειες να έχουν ίσο ή μεγαλύτερο ποσοστό από τον μέσο όρο της ΕΕ. 

Το 2022, σε ολόκληρη την ΕΕ απασχολούνται περίπου 80 εκατομμύρια άτομα με υψηλή εξειδίκευση, που αντιστοιχούν στο 44,2% του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων ατόμων ηλικίας 25-64 ετών. 

Σε 53 περιφέρειες της ΕΕ τουλάχιστον ένας στους δύο απασχολούμενους ήταν υψηλής ειδίκευσης, με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά να καταγράφονται στις πρωτεύουσες των κρατών και σε άλλες αστικές περιοχές. Πιο συγκεκριμένα, από τις 14 περιοχές με τα μεγαλύτερα ποσοστά υψηλά καταρτισμένων απασχολούμενων, οι 12 ήταν πρωτεύουσες. 

Το 2022, οι υψηλότερες καταγραφές απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης σημειώθηκαν στη Στοκχόλμη (Σουηδία, 73,6%), την Ουτρέχτη (Κάτω Χώρες, 68,9%), το Λουξεμβούργο (67,4%) και την Βαλλωνική Βραβάντη περιοχής νότια των Βρυξελλών (Βέλγιο, 65,8%). Ακολούθησαν οι πρωτεύουσες του Βελγίου, της Γαλλίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Φινλανδίας, της Γερμανίας, της Πολωνίας, των Κάτω Χωρών, της Δανίας και της Τσεχίας, με ποσοστά που κυμαίνονταν μεταξύ 62,6% και 65,6%. 

Οι αγροτικές περιφέρειες, οι πρώην βιομηχανικές περιοχές, καθώς και οι πιο απομακρυσμένες επαρχίες, συγκαταλέγονται μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ με χαμηλότερα ποσοστά ατόμων υψηλής ειδίκευσης. Το 2022, υπήρχαν 24 περιφέρειες στην ΕΕ όπου οι απασχολούμενοι με υψηλή εξειδίκευση αντιπροσώπευαν λιγότερο από το 29,5% της συνολικής απασχόλησης μεταξύ των ατόμων ηλικίας 25-64 ετών. Οι περιφέρειες αυτές ήταν κυρίως συγκεντρωμένες στη νοτιοανατολική γωνία της Ευρώπης: 10 στην Ελλάδα, 6 στη Ρουμανία και 4 στη Βουλγαρία, 3 αραιοκατοικημένες περιφέρειες στο νότιο μισό της Ισπανίας και την Panonska Hrvatska στην Κροατία.

Τα χαμηλότερα ποσοστά απασχολούμενων με υψηλή εξειδίκευση καταγράφηκαν στις ελληνικές περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας (21,8%) και Ιονίων Νήσων (22,3%), καθώς και στη ρουμανική περιφέρεια Sud-Muntenia (22,8%).

Και νομίζουμε πως τα παραπάνω στοιχεία λένε αρκετά για την ποιότητα και το βάθος της ελληνικής οικονομίας, που κατά την άποψη μας, πολύ λιγότερα πράγματα από ότι θα έπρεπε άλλαξαν τα χρόνια της κρίσης.

 
 

Τουρισμός

Στον τουρισμό τώρα, πρωταθλητής του ελληνικού τουρισμού είναι φέτος η Αθήνα, με τις διεθνείς αφίξεις να κινούνται μέχρι στιγμής κατά 9% υψηλότερα από ό,τι το 2019, οπότε σημειώθηκαν οι υψηλότερες μέχρι στιγμής ιστορικά επιδόσεις. Σύμφωνα με πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η «Καθημερινή», η εικόνα αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω, καθώς ο προγραμματισμός διαθεσιμότητας θέσεων των αεροπορικών επιχειρήσεων προς την Αθήνα για τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο δείχνει αύξηση κατά 10% και 20%, αντίστοιχα, σε σχέση με πέρυσι και μεγαλύτερη του 10% σε σχέση με το 2019.

Η πρωτεύουσα έχει καταστεί αυτοτελής προορισμός, όπως είναι εμφανές άλλωστε από τους δεκάδες χιλιάδες τουρίστες που βρίσκονται κάθε στιγμή κάθε μέρα στους δρόμους της Αθήνας και στις παραλίες της Αττικής. Η άμεση πρόσβαση σε ποιοτική και ανεπτυγμένη με κατάλληλες υποδομές ακτογραμμή, όπως και η αύξηση των ξενοδοχείων τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με την αύξηση και των διαθεσίμων προς βραχυχρόνια μίσθωση κατοικιών, έχουν συμβάλει σε αυτό. Πρωτίστως όμως η Αθήνα παραμένει ανταγωνιστικά τιμολογημένη συγκριτικά με άλλες μεσογειακές πρωτεύουσες, όπως η Ρώμη, εξηγούν κορυφαίοι ξενοδόχοι τον κέντρου της Αθήνας αλλά και της Αθηναϊκής Ριβιέρας. Το κόστος διανυκτέρευσης, δηλαδή, παραμένει χαμηλότερο παρά την κατά μέσον όρο 30% αύξησή του σε σχέση με το 2019 και την κατά 100% και πλέον άνοδο στα ξενοδοχεία πέντε αστέρων.

Παράλληλα με την Αθήνα, σημαντική αύξηση καταγράφουν οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις και στη συμπρωτεύουσα. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τον Νοέμβριο οι αεροπορικές εταιρείες έχουν προγραμματίσει 10% περισσότερες θέσεις από ό,τι πέρυσι και 20% περισσότερες για τον Δεκέμβριο. Δυναμικότητα αυξημένη αντίστοιχα με αυτή για την Αθήνα.

Η επιβατική κίνηση του αεροδρομίου της Αθήνας στη διάρκεια του Σεπτεμβρίου φέτος ανήλθε σε 3 εκατομμύρια επισκέπτες, αυξημένη κατά 16,3% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2022, αλλά και αυξημένη κατά 11,8% σε σχέση με το προπανδημικό έτος 2019. Τόσο η εγχώρια όσο και η διεθνής επιβατική κίνηση ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2022 κατά 14,6% και 17,2%, αντίστοιχα. Σε σύγκριση με το 2019, τόσο οι επιβάτες εσωτερικού όσο και οι διεθνείς επιβάτες παρουσίασαν άνοδο κατά 16,3% και 9,9%, αντίστοιχα. Συνολικά, κατά τους εννέα πρώτους μήνες του έτους, η επιβατική κίνηση του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» ανήλθε σε 21,68 εκατομμύρια, αυξημένη κατά 25,7% σε σύγκριση με το 2022, αλλά και κατά 8,6% σε σύγκριση με το 2019. Αναλυτικά, τόσο η εγχώρια όσο και η διεθνής επιβατική κίνηση ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2022 κατά 20,3% και 28,3%, αντίστοιχα, ενώ παρουσίασαν άνοδο και σε σύγκριση με το 2019, κατά 11,3% και 7,3% αντίστοιχα.

Στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» στη Θεσσαλονίκη, οι διεθνείς αφίξεις μέχρι και τον Αύγουστο έχουν αυξηθεί κατά 21,1% σε σύγκριση με το 2022.

Σύμφωνα με τα προσωρινά στατιστικά στοιχεία οκταμήνου 2023 της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας στο σύνολο των αεροδρομίων της χώρας (αεροδρόμιο Αθήνας «Ελευθέριος Βενιζέλος», 24 αεροδρόμια διαχείρισης ΥΠΑ και 14 περιφερειακά αεροδρόμια διαχείρισης Fraport Greece), η επιβατική κίνηση σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022 και του 2019 αυξήθηκε, ξεπερνώντας τα 50 εκατομμύρια διακινούμενους επιβάτες.

Το διάστημα Ιανουαρίου Αυγούστου φέτος, το σύνολο των διακινούμενων επιβατών στα αεροδρόμια (αφίξεις και αναχωρήσεις επιβατών εξωτερικού και εσωτερικού) έφτασε στα 50,152 εκατομμύρια έναντι 43,788 εκατομμυρίων το αντίστοιχο διάστημα του 2022 και 44,895 εκατομμυρίων το 2019. Από τα ανωτέρω στατιστικά στοιχεία, προκύπτει αύξηση επιβατικής κίνησης +14,5% συγκριτικά με το 2022 και +11,7% σε σύγκριση με το 2019.

 

 

Ελληνική Οικονομία – Φυσικές καταστροφές

Σε με μια ενδιαφέρουσα ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας και για την κακοκαιρία Daniel και τις επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.  Για όποιον έτυχε να μη διαβάσει την ανάλυση, οι οικονομολόγοι της τράπεζας βλέπουν προσωρινή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας το 4ο τρίμηνο, λόγω της κάμψης στην αγροτική παραγωγή εξαιτίας της καταστροφικής πλημμύρας, αλλά υπεραπόδοση το 2024-25, με ισχυρή ώθηση στο ΑΕΠ από τις σημαντικές επενδύσεις ανασυγκρότησης.

Όπως σημειώνουν οι αναλυτές της τράπεζας, οι πρωτοφανείς βροχοπτώσεις από την καταιγίδα «Daniel» – η οποία χαρακτηρίστηκε ως καιρικό φαινόμενο με πιθανότητα εμφάνισης 1 φορά στα 200 χρόνια για την Ελλάδα – οδήγησαν σε μια καταστροφική πλημμύρα στη Θεσσαλία στις αρχές Σεπτεμβρίου. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα στοίχισαν τη ζωή 17 ανθρώπων και προκάλεσαν σημαντικές ζημιές σε καλλιέργειες, ζωικό κεφάλαιο, υποδομές και δίκτυα. Επιπροσθέτως, εκατοντάδες κατοικίες και επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένου και του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού τους, των αποθεμάτων καθώς και διαρκών καταναλωτικών αγαθών έχουν υποστεί σημαντικές ζημιές.

Η σημαντική συνεισφορά της Θεσσαλίας στην εγχώρια οικονομία και ειδικά στην πρωτογενή παραγωγή, αλλά και τη μεταποίηση, δημιούργησε εύλογες ανησυχίες αναφορικά με τον τελικό αντίκτυπο της καταστροφής σε περιφερειακό αλλά και σε εθνικό επίπεδο.

Η Θεσσαλία αντιπροσωπεύει περίπου το 5% του ΑΕΠ της Ελλάδας

Η Θεσσαλία αντιπροσωπεύει περίπου το 5% του ΑΕΠ της Ελλάδας, το 6,7% της συνολικής απασχόλησης, το 14% της καλλιεργήσιμης γης και το 7% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΠΑ) που παράγεται από την ελληνική μεταποίηση, με ακόμη μεγαλύτερη συμβολή στην παραγωγή αροτραίων καλλιεργειών (όπως το σιτάρι, βαμβάκι και καλαμπόκι), καθώς και στην παραγωγή φρούτων, λαχανικών, κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων και άλλων μεταποιημένων τροφίμων. Επιπλέον, η περιοχή αντιστοιχεί (άμεσα) στο 4,3% (€8,2 δισ.) των τραπεζικών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα και στο 3,4% (€2δισ.) του υπόλοιπου της χρηματοδότησης προς μη-χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.

Η Δ/νση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ επιχειρεί μια ενδεικτική αποτίμηση των πιθανών επιδράσεων στην οικονομική δραστηριότητα, με αφετηρία την εκτιμώμενη ζημιά στην αγροτική παραγωγή − κυρίως στην περίμετρο των πλημμυρισμένων εκτάσεων που εκτιμώνται στο 18% της καλλιεργήσιμης γης στη συγκεκριμένη περιφέρεια − αλλά και τις ευρύτερες παραγωγικές επιπτώσεις πέραν των πλημμυρισμένων περιοχών. Η ανάλυση επικεντρώνεται τόσο στις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες επιδράσεις σε περιφερειακό επίπεδο όσο και στον αντίκτυπο στην τροχιά ισχυρής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.

Οι αναλυτές της ΕΤΕ εκτιμούν ότι οι βραχυπρόθεσμες αρνητικές επιδράσεις από την κάμψη στην αγροτική παραγωγή και τον τουρισμό στη Θεσσαλία θα μετριαστούν από τη δημοσιονομική στήριξη και τις άμεσες και αναγκαίες δαπάνες αποκατάστασης από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Οι επιπτώσεις τουρισμό, μεταποίηση και λιανικό εμπόριο 

Βραχυπρόθεσμα, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να υποστεί μικρή επιβράδυνση λόγω της απομείωσης της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής στις άμεσα πληττόμενες περιοχές αλλά και αρνητικών άμεσων επιδράσεων σε άλλους τομείς όπως ο τουρισμός, η μεταποίηση και το λιανικό εμπόριο, που επιτείνονται και από ζημιές σε κρίσιμες υποδομές και δίκτυα (συμπεριλαμβανομένων οδικών και σιδηροδρομικών δικτύων καθώς και υποδομών ηλεκτρισμού και ύδρευσης).

Με βάση μια αρκετά συντηρητική υπόθεση για πλήρη απώλεια του 25% της παραγωγής του πρωτογενούς τομέα της Θεσσαλίας για το υπόλοιπο του έτους και τους πρώτους μήνες του 2024 – καθώς το μεγαλύτερο μέρος της πλημμυρισμένης γης δε θα μπορεί να καλλιεργηθεί για αρκετούς μήνες, ενώ πιο μακροπρόθεσμες ζημιές ενδέχεται να έχουν προκληθεί σε ορισμένες περιοχές – η εκτιμώμενη μείωση της τοπικής παραγωγής εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα €0,15 δισ. μέχρι το τέλος του έτους. Η εν λόγω μείωση ισοδυναμεί σε περίπου 7% της ΠΑ αυτής της περιοχής κατά το 4ο τρίμηνο ή 1,7% της ετήσιας οικονομικής δραστηριότητας στη Θεσσαλία και έως το 6% της συνολικής αγροτικής παραγωγής στο σύνολο της χώρας.

Η τουριστική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή υπέστη καθίζηση, η οποία υποθέτουμε ότι θα μεταφραστεί σε απώλεια του μεγαλύτερου τμήματος των τουριστικών εσόδων για το υπόλοιπο του έτους και ίσως και για τους πρώτους μήνες του 2024 (ήτοι σχεδόν 20% της ετήσιας δραστηριότητας στο συγκεκριμένο κλάδο σε επίπεδο περιφέρειας). Συγκεκριμένα, η ΠΑ του τουρισμού στην περιοχή αναμένεται να μειωθεί κατά 70% σε ετήσια βάση τους 4 μήνες μέχρι το Δεκέμβριο, αφαιρώντας 1 ποσοστιαία μονάδα από το ΑΕΠ της περιφέρειας το 4ο τρίμηνο (περίπου €20 εκατ.).

Ο άμεσος αντίκτυπος στις πληττόμενες περιοχές στη μεταποίηση, το χονδρικό/λιανικό εμπόριο και άλλους τομείς υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στα €25-30 εκ. όσον αφορά τη μείωση της ΠΑ της περιφέρειας Θεσσαλίας (-1,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ του 4ου τριμήνου της περιφέρειας), ωστόσο θα είναι πολύ μικρότερος αν συνεκτιμηθούν ορισμένες θετικές δευτερογενείς επιδράσεις. Συγκεκριμένα, οι ανωτέρω βραχυπρόθεσμες απώλειες εκτιμάται ότι θα αμβλυνθούν από τους ακόλουθους παράγοντες:

Την ισχυρότερη δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή σε τομείς εκτός του αγροτικού (όπως μη-τουριστικές υπηρεσίες παρεχόμενες προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, υποτομείς λιανικού/χονδρικού εμπορίου και μεταποίησης), προς τις οποίες θα διοχετευθούν οι έκτακτες δαπάνες των πληγέντων νοικοκυριών και των επιχειρήσεων προκειμένου να καλύψουν τις πιο άμεσες ανάγκες τους. Οι εν λόγω δαπάνες θα χρηματοδοτηθούν σε σημαντικό βαθμό από τις κρατικές μεταβιβάσεις, τις ασφαλιστικές αποζημιώσεις και δωρεές του ιδιωτικού τομέα.

Τις αυξημένες δαπάνες και την αντίστοιχη προστιθέμενη αξία που σχετίζεται με την αυξανόμενη δραστηριότητα του δημόσιου τομέα αλλά και του κατασκευαστικού κλάδου, η οποία θα αντανακλά τα άμεσα έργα ανασυγκρότησης, αποκατάστασης ζημιών και ανακούφισης των πληγέντων ακόμη και με παροχές σε είδος.

Αναδιάταξη της παραγωγής και της ζήτησης προς μη-πληγείσες περιοχές στην ίδια περιφέρεια, καθώς και σε άλλες περιοχές της χώρας.

Οι δαπάνες αποκατάστασης και θωράκισης της περιοχής θα οδηγήσουν σε πλήρη ανάκτηση των απωλειών στην οικονομική δραστηριότητα στη Θεσσαλία από το 2024 διπλασιάζοντας τις ετήσιες επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο σε επίπεδο περιφέρειας τη διετία 2024-25, σημειώνουν οι αναλυτές της τράπεζας.

Οι νέες κεφαλαιουχικές δαπάνες που θα απαιτηθούν για αποκατάσταση και ανασυγκρότηση της περιοχής (υποδομές, δίκτυα, κτίρια, εξοπλισμός, μηχανήματα), την περίοδο 2024-25, αναμένεται να προσεγγίσουν τα €2,0 δισ. διπλασιάζοντας την αξία του ετήσιου σχηματισμού ακαθάριστου παγίου κεφαλαίου της Θεσσαλίας ενώ θα μεταφραστούν σε συνδυαστική τελική δαπάνη άνω των €3,0 δισ. από το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε εθνικό επίπεδο. Η εν λόγω δαπάνη, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη ομαλοποίηση της μεταποιητικής και τουριστικής δραστηριότητας στην περιοχή μετά το 1ο τρίμηνο του 2024, αναμένεται να υπεραντισταθμίσουν τις πιο επίμονες επιδράσεις στην παραγωγή σε ένα τμήμα της πληττόμενης περιοχής (η οποία υπέστη τις πιο σημαντικές ζημιές και οι οποίες αναμένεται να υποχωρήσουν, το 2024, σε λιγότερο από το ¼ της τρέχουσας περιμέτρου που έχει πληγεί)

Οι ανωτέρω εξελίξεις θα ωθήσουν τον πραγματικό ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στην εν λόγω περιφέρεια σε πάνω από 6% ετησίως την επόμενη διετία, υπερδιπλάσιο από τον εκτιμώμενο μ.ο. για το σύνολο της οικονομίας.

Ο αντίκτυπος όσον αφορά το εμπορικό ισοζύγιο με το εξωτερικό θα είναι ξεκάθαρα αρνητικός για το υπόλοιπο του έτους και κατά το 2024-25, λόγω αυξημένων εισαγωγών και μειωμένων εξαγωγών – καθώς η Θεσσαλία είναι η μόνη ελληνική περιφέρεια με εμπορικό πλεόνασμα στις διμερείς συναλλαγές της με το εξωτερικό – αλλά περιορισμένος σε εθνικό επίπεδο, με αντιστάθμισμα και την πρόσθετη ροή κεφαλαίων από την ΕΕ που θα περιορίσει τις επιπτώσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Κομβική και πάλι η δημοσιονομική στήριξη με αρωγή από την ΕΕ χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την, εκ νέου, επίτευξη δημοσιονομικής υπεραπόδοσης

Όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά και στην πρόσφατη ενεργειακή-πληθωριστική κρίση, η δημοσιονομική στήριξη αναμένεται να απορροφήσει σημαντικό τμήμα των κραδασμών, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσοπρόθεσμα. Η εν λόγω βοήθεια, όπως προβλέπεται στο 2ο συμπληρωματικό προϋπολογισμό για το 2023, ύψους €0,6 δισ., θα χρηματοδοτηθεί βραχυπρόθεσμα από το υπάρχον αποθεματικό έκτακτης ανάγκης για φυσικές καταστροφές του Προϋπολογισμού, τη συνεχιζόμενη δημοσιονομική υπεραπόδοση και την αξιοποίηση πρόσθετων ευρωπαϊκών πόρων άνω των €0,25 δισ., άμεσα διαθέσιμων μέχρι τις αρχές του 2024.

Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι η διαφαινόμενη δημοσιονομική υπεραπόδοση κατά το τρέχον έτος, προσδοκούμε ότι θα υπερβεί τις προβλέψεις του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού 2024 για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και θα μπορούσε να προσεγγίσει ακόμη και το 2% χωρίς την έκτακτη καθαρή επιβάρυνση από τις φυσικές καταστροφές. Σημειώνεται ότι το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης, σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, ανήλθε στο 1,8% του ΑΕΠ το 7μηνο του 2023, σε σύγκριση με πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,8% του ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο του 2022 (+€2,0 δισ. ετησίως στο 7μηνο), παραμένοντας σε σταθερή τροχιά υπεραπόδοσης. Η απαιτητική προσπάθεια ανασυγκρότησης της περιόδου 2024-25 θα υποστηριχθεί με περισσότερα από €2,5 δισ. από την ΕΕ, κινητοποιώντας πόρους από τα ευρωπαϊκά Ταμεία Συνοχής (στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2021-2027) αλλά και αναδιάταξη και επιτάχυνση απορρόφησης πόρων από το ΤΑΑ, καθώς και μέσω ειδικών μηχανισμών αρωγής της ΕΕ.

Οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας βλέπουν μικρή επιβράδυνση στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ το 4ο τρίμηνο του 2023 λόγω απωλειών στην παραγωγή και προσωρινής επιτάχυνσης του πληθωρισμού αλλά ισχυρότερη ανάπτυξη το 2024-25, με ώθηση από τις πρόσθετες επενδύσεις ανοικοδόμησης και αποκατάστασης.

Η βραχυπρόθεσμη κάμψη στην αγροτική παραγωγή σε συνδυασμό με την αναμενόμενη επιτάχυνση του πληθωρισμού (λίγο υψηλότερα του 4% το 4ο τρίμηνο), που επιτείνεται από τις υψηλότερες τιμές τροφίμων και πετρελαίου, θα επιβραδύνουν προσωρινά το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ μετά από ένα ισχυρό 9μηνο. Πράγματι, η ανθεκτική ανοδική τροχιά του ΑΕΠ επιβεβαιώθηκε από τα στοιχεία για το 6μηνο που δημοσιεύθηκαν το Σεπτέμβριο καθώς και από την πορεία των περισσότερων διαθέσιμων μηνιαίων δεικτών για το 3ο τρίμηνο.

Συγκεκριμένα, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της Ελλάδας ανήλθε στο 2,7% σε ετήσια βάση (+1,3% σε τριμηνιαία βάση) το 2ο τρίμηνο του 2023, από 2% ετησίως (0,0% σε τριμηνιαία βάση) το 1ο τρίμηνο, υπερβαίνοντας το μέσο όρο της ευρωζώνης για περισσότερο από 2 έτη.

Οι περισσότεροι διαθέσιμοι δείκτες συγκυρίας και οι πρόδρομοι δείκτες για το 3ο τρίμηνο − ειδικά στον τομέα, των σχετιζόμενων με τον τουρισμό, υπηρεσιών και του εμπορίου (δείκτης οικονομικού κλίματος, κλαδικοί δείκτες επιχειρηματικού κλίματος, έσοδα από ΦΠΑ εκτός καυσίμων, τουριστικές αφίξεις) − προοιωνίζουν περαιτέρω επιτάχυνση το 3ο τρίμηνο, παρά τις πρώιμες ενδείξεις εξασθένισης το Σεπτέμβριο σε βιομηχανία και καταναλωτική εμπιστοσύνη. Οι ανωτέρω παράγοντες αναμένεται να οδηγήσουν σε επιβράδυνση του ετήσιου ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης στο 1,6% ετησίως το 4ο τρίμηνο από περίπου 2,7% κατά μ.ο. στο 9μηνο, οδηγώντας σε ετήσια αύξηση του ΑΕΠ, τουλάχιστον στο 2,4% για το 2023.

Ωστόσο, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, τα περιφερειακά έργα αποκατάστασης των ζημιών καθώς και η επιτάχυνση και προτεραιοποίηση αναγκαίων επενδύσεων σε υποδομές και άλλες κεφαλαιουχικές δαπάνες, αναμένεται να ενδυναμώσουν τον ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά περίπου 0,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2024 (σε τουλάχιστον 2,7% ετησίως) και κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες το 2025.

 
 

Κλιματική Αλλαγή

Να κλείσουμε με μια έρευνα για το κρίσιμο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, το οποίο είναι κάτι παραπάνω από φανερό πως ήδη απασχολεί και θα απασχολήσει ακόμη περισσότερο τη χώρα μας τα επόμενα χρόνια. Ερευνητές λοιπόν του κλίματος από το πανεπιστήμιο του Reading καταλήγουν σε ζοφερά συμπεράσματα σχετικά με τον υπερπαγετώνα «Thwaites» στη Δυτική Ανταρκτική: αν λειώσει, ο όγκος του πάγου επαρκεί για να ανεβάσει την παγκόσμια στάθμη της θάλασσας κατά 65 εκατοστά. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι μακροπρόθεσμη σταθερότητά του είναι αμφίβολη: ο παγετώνας διαβρώνεται αδυσώπητα. Η προσθήκη 65 εκατοστών στη στάθμη των ωκεανών θα άλλαζε με δραματικό τρόπο την ακτογραμμή: η κατά περίπου 20 εκατοστά άνοδος της στάθμης από το 1900 έχει ήδη αναγκάσει παράκτιες κοινότητες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και έχει επιδεινώσει περιβαλλοντικά προβλήματα όπως πλημμύρες, μόλυνση του θαλασσινού νερού και καταστροφή οικοτόπων.

«Twaites»: Ο υπερπαγετώνας στη Δυτική Ανταρκτική που απειλεί το μέλλον του πλανήτη

Ο Thwaites, που μερικές φορές αποκαλείται «παγετώνας της Συντέλειας» λόγω του βασικού του ρόλου για τον πλανήτη, μπορεί να μην είναι ο μόνος παγετώνας που θα λιώσει. Αν οι λειωμένοι πάγοι αδειάσουν στον ωκεανό, αναμένεται περιφερειακή αλυσιδωτή αντίδραση που θα συμπαρασύρει και άλλους κοντινούς παγετώνες, κάτι που θα σήμαινε άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά ολόκληρα μέτρα. Οι παγετώνες στη Δυτική Ανταρκτική είναι ευάλωτοι σε έναν μηχανισμό που ονομάζεται Marine Ice Cliff Instability ή MICI: ο πάγος που υποχωρεί βγάζει στην επιφάνεια όλο και πιο ψηλούς, ασταθείς βράχους πάγου που καταρρέουν στον ωκεανό.

Η ενδεχόμενη άνοδος της στάθμης της θάλασσας κατά πολλά μέτρα θα πλημμύριζε πολλές μεγαλουπόλεις του κόσμου όπως η Σαγκάη, η Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι, το Τόκιο και η Βομβάη. Υπάρχει κίνδυνος να καλυφθούν τεράστιες εκτάσεις γης σε παράκτιες περιοχές και να καταβροχθίσουν νησιά με χαμηλό υψόμετρο όπως το Κιριμπάτι, το Τουβαλού και οι Μαλδίβες.

Το Thwaites είναι ένας παγωμένος ποταμός που έχει μέγεθος περίπου σαν εκείνο της Βρετανίας και συνεισφέρει κατά 4% στην παγκόσμια άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Από το 2000, ο παγετώνας είχε καθαρή απώλεια άνω των 1.000 δισεκατομμυρίων τόνων πάγου: η διαδικασία έχει επιταχυνθεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Η ταχύτητα ροής του έχει διπλασιαστεί μέσα σε 30 χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι διοχετεύεται διπλάσιος πάγος στον ωκεανό από όσο στη δεκαετία του 1990.

Ο παγετώνας Thwaites είναι ο ευρύτερος στον κόσμο με πλάτος 150 χιλιόμετρα: τον συγκρατεί μια πλωτή πλατφόρμα πάγου σαν «ράφι», η οποία περιορίζει τον παγετώνα και επιβραδύνει την τήξη του. Όμως, οι επιστήμονες μόλις επιβεβαίωσαν ότι αυτό το ράφι πάγου αποσταθεροποιείται γρήγορα·εμφανίζει ρωγμές που διασχίζουν την επιφάνειά του με συνέπεια να γίνεται επιρρεπής σε «αποσύνθεση» μέσα σε δέκα χρόνια. Σύμφωνα με την Erin Pettit, παγετωνολόγο στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, στον πάγο εμφανίζονται κενά· μεγάλα κομμάτια αποσπώνται και πέφτουν στον ωκεανό. Αν το «ράφι» του Thwaites σωριαστεί στο νερό, θα σημάνει την αρχή του τέλους για τον παγετώνα. Χωρίς το ράφι πάγου του, ο παγετώνας Thwaites θα λειώσει στον Νότιο ωκεανό μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα.

 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum