|
00:01 - 11/07/23 |
|
|
Εισοδήματα
Πάμε να
ξεκινήσουμε με μερικά ενδιαφέροντα στατιστικά τα οποία
προκύπτουν από την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων:
Φτωχοί με
εισοδήματα έως 5.000 ευρώ το χρόνο ή έως 416 ευρώ το μήνα
εμφανίζονται στην εφορία 4 στους 10 φορολογούμενους και
μόλις 1.004 βρίσκονται στη κορυφή της πυραμίδας δηλώνοντας
ετήσια εισοδήματα άνω των 900.000 ευρώ ή τουλάχιστον 75.000
ευρώ το μήνα.
Την ίδια
ώρα, έξι στα δέκα νοικοκυριά δεν ξεπερνούν το όριο των
10.000 ευρώ και πάνω από 1 εκατ. νοικοκυριά εμφανίζουν
εισοδήματα από 20.000 έως και 50.000 ευρώ με το μέσο δηλωθέν
εισόδημα να ανέρχεται σε 12.748 ευρώ και ο μέσος φόρος 1.347
ευρώ.
Τα στοιχεία
αυτά προκύπτουν από την επεξεργασία των 6.605.272
φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν το 2022 και αφορούν τα
εισοδήματα του 2021. Εξαιρετικά χαμηλά εισοδήματα, που
δείχνουνε αφενός τη φοροδιαφυγή που πιθανόν υπάρχει στη χώρα
μας. Αλλά και παράλληλα το πόσο χαμηλά είναι τα εισοδήματα
στη χώρα, με ανάγκη, όπως συνεχώς γράφουμε, να υπάρξουνε
ουσιαστικές αυξήσεις στα πραγματικά εισοδήματα των
εργαζομένων.
Ειδικότερα η
ακτινογραφία των δηλώσεων στην ΑΑΔΕ δείχνει ότι:
659.258
φορολογούμενοι δηλώνουν μηδενικό εισόδημα,
δύο στους
δέκα φορολογούμενους, ή 1. 349.991 δηλώνουν εισοδήματα έως
1.000 ευρώ τον χρόνο,
έξι στα δέκα
νοικοκυριά δηλώνουν ετήσια εισοδήματα που δεν υπερβαίνουν τα
10.000 ευρώ,
το 67,2% των
επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων εμφάνισαν στην εφορία
εισοδήματα έως 10.000 ευρώ, ενώ συνολικά από επιχειρηματική
δραστηριότητα δηλώθηκαν 4,3 δισ. ευρώ,
ο αριθμός
των νοικοκυριών που ανήκουν στη μεσαία τάξη, η οποία
εκτείνεται στη ζώνη δηλωθέντων εισοδημάτων από 20.000 έως
και 50.000 ευρώ, ξεπερνάει το 1 εκατ. και συγκεκριμένα
ανήλθε σε 1.060.260,
το μέσο
δηλωθέν εισόδημα των νοικοκυριών ήταν 12.748 ευρώ και ο
μέσος φόρος 1.347 ευρώ,
ένα στα
τέσσερα νοικοκυριά δεν πλήρωσε ούτε ένα ευρώ φόρο για τα
εισοδήματα που απέκτησε το 2021, ενώ για δύο στα δέκα
νοικοκυριά η φορολογική επιβάρυνση δεν υπερβαίνει τα 15
ευρώ,
φόρο πάνω
από 300 ευρώ κατέβαλαν 2.974.234 νοικοκυριά με 269.537
φορολογούμενους να πληρώνουν φόρο για τα εισοδήματά τους
πάνω από 6.000 ευρώ,
στην παγίδα
των τεκμηρίων πιάστηκαν 1,66 εκατ. νοικοκυριά και κλήθηκαν
να πληρώσουν έξτρα φόρο με τους μεγαλύτερους χαμένους να
είναι οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι εισοδηματίες.
Το συνολικό
εισόδημα που δηλώθηκε το 2022 ανήλθε στα 84,2 δισ. ευρώ και
είναι αυξημένο κατά 4,479 δισ. ευρώ -ή κατά 5,6%- σε
σύγκριση με το 2021 που ήταν 79,727 δισ. ευρώ.
Μαζί με την
προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων ύψους 5,569 δισ. ευρώ, το
συνολικό εισόδημα έφθασε στα 89,77 δισ. ευρώ, με την τελική
φορολογική επιβάρυνση των φυσικών προσώπων μετά τις
απαλλαγές και τις εκπτώσεις να ανέρχεται σε 8,899 δισ. ευρώ
αυξημένη κατά 732,3 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2021.
Από το
συνολικό εισόδημα των 84,2 δισ. ευρώ τα 65,937 δισ. ευρώ
δηλώθηκαν από 4.964.326 μισθωτούς και συνταξιούχους, τα
4,316 δισ. ευρώ από 388.481 ελεύθερους επαγγελματίες και
αυτοαπασχολούμενους, τα 6,617 δισ. ευρώ από 1.657.998
φορολογούμενους με εισοδήματα από ακίνητα, τα 5,772 δισ.
ευρώ από 4.570.471 φορολογούμενους με εισοδήματα από
μερίσματα, τόκους, δικαιώματα και το 1,563 δισ. ευρώ από
505.960 από φορολογούμενους που ασκούν αγροτική
δραστηριότητα.
Με 58 εκατ.
ευρώ επιβαρύνθηκαν τα νοικοκυριά λόγω του πέναλτι των
αποδείξεων, με τους μεγαλύτερους χαμένους να είναι οι
μισθωτοί που δεν κατάφεραν να καλύψουν το 30% του
εισοδήματός τους με δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν με
ηλεκτρονικό χρήμα.
Οι
φορολογούμενοι διαθέτουν 4.756.144 κύριες κατοικίες, 935.404
πρώτες δευτερεύουσες και 194.449 δεύτερες δευτερεύουσες
κατοικίες. Κατέχουν επίσης 5.423.700 αυτοκίνητα, 100.071
σκάφη αναψυχής, 906 ιδιωτικά αεροπλάνα και ελικόπτερα τα
οποία είναι δηλωμένα στο όνομά τους. Σε 17.762 ανέρχονται τα
νοικοκυριά που δηλώνουν στην εφορία ότι έχουν εξωτερική
πισίνα και 307 αυτά που διαθέτουν εσωτερική δεξαμενή
κολύμβησης στο σπίτι τους. |
|
|
|
Τουρισμός
Πάμε σε αυτό
το σημείο σε μια ενδιαφέρουσα έκθεση της τράπεζας Eurobank
για τον ελληνικό τουρισμό.
Συγκεκριμένα, τα 22 δισ. θα προσεγγίσουν φέτος τα έσοδα της
χώρας από τον τουρισμό, σύμφωνα με εκτιμήσεις
της Eurobank, ξεπερνώντας κατά 20% τα έσοδα - ρεκόρ του
2019, που θεωρείται έτος ορόσημο για τον τουρισμό στην
Ελλάδα και διεθνώς.
Ωστόσο, αυτή
η εξαιρετική ποσοτική επίδοση συνοδεύεται και από μεγάλες
και χρόνιες αδυναμίες του ελληνικού τουρισμού, ο οποίος δεν
έχει καταφέρει να στραφεί σε ένα υπόδειγμα, με λιγότερους
επισκέπτες που θα ξοδεύουν περισσότερα σε κάθε ταξίδι, ούτε
έχει επιτύχει τη συζητούμενη εδώ και χρόνια, αναγκαία
επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Όπως
σημειώνει η Eurobank, το 2019 θεωρείται έτος ορόσημο για τον
τουρισμό. Ήταν η χρονιά κατά την οποία καταγράφηκε η
ιστορικά υψηλότερη επίδοση του κλάδου, τόσο σε εγχώριο όσο
και σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο
Ταξιδιού και Τουρισμού (World Travel and Tourism
Council–WTTC), ενώ παράλληλα αποτέλεσε την τελευταία χρονιά
πριν το ξέσπασμα της πανδημίας του COVID–19.
Στην Ελλάδα
σημειώθηκε ρεκόρ αφίξεων μη κατοίκων (34 εκατ.) και
ταξιδιωτικών εισπράξεων (€18,2 δισεκ.) βάσει των στοιχείων
της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ). Σύμφωνα με το Ινστιτούτο
του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), η
άμεση συνεισφορά του τουριστικού κλάδου έφτασε στα €23,1
δισεκ., ποσό που αναλογούσε στο 12,6% του ΑΕΠ εκείνης της
χρονιάς, ενώ σύμφωνα με τη μεθοδολογία τoυ WTTC, το οποίο
συμπεριλαμβάνει και μέρος των δευτερογενών επιδράσεων στις
εκτιμήσεις του, η συνεισφορά του στο ΑΕΠ άγγιξε το 20,8%.
Μετά την απότομη υποχώρηση που προκάλεσε η πανδημία, ο
κλάδος ανέκαμψε εντυπωσιακά το 2022, με την άμεση συνεισφορά
του στο ΑΕΠ να ξεπερνά τα €23,9 δισεκ. Λόγω όμως της
αναλογικά μεγαλύτερης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ,
αποτέλεσμα της ισχυρής πραγματικής οικονομικής μεγέθυνσης
αλλά και της ανόδου του επιπέδου των τιμών, το μερίδιο του
τουρισμού στο ΑΕΠ παρέμεινε κάτω από τα επίπεδα του 2019,
στο 11,5% κατά το ΙΝΣΕΤΕ.
Είναι επίσης
δεδομένο πως ο τουριστικός κλάδος στην Ελλάδα συμβάλλει
καταλυτικά στη μείωση των σημαντικών εξωτερικών
ανισορροπιών που συνοδεύουν τις περιόδους ανάπτυξης της
ελληνικής οικονομίας εδώ και πολλές δεκαετίες. Το τουριστικό
ισοζύγιο –το οποίο μετρά μόνο την άμεση επίδραση του
τουρισμού στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας – αποτελεί,
ιστορικά, το ισοζύγιο με τη μεγαλύτερη καθαρή θετική
συνεισφορά στο έντονα αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
της χώρας. Ενδεικτικά, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις συνιστούν
το 22% της αξίας των ελληνικών εξαγωγών κατά μέσο όρο την
τελευταία δεκαετία (εκτός των ετών 2020 και 2021), ενώ σε
καθαρούς όρους (δηλαδή εισπράξεις μείον πληρωμές) αποτελούν
το 70% του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών και το 6,5%
του ΑΕΠ, με αυξανόμενη τάση τα τελευταία χρόνια (Σχήμα 1).
Σύμφωνα με
την ΤτΕ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις το 2022 ανήλθαν στα €17,7
δισεκ., σημειώνοντας ετήσια αύξηση μεγαλύτερη του 68%, όντας
όμως μειωμένες κατά 3% σε σχέση με το 2019. Βάσει των
προσωρινών στοιχείων της ΤτΕ για το πρώτο τετράμηνο,
εκτιμούμε ότι το 2023 θα είναι άλλη μία καλή χρονιά για τον
ελληνικό τουρισμό, με τις τουριστικές εισπράξεις να
ξεπερνούν τόσο τα περσινά επίπεδα, όσο και αυτά του 2019,
ακόμα και σύμφωνα με το κάτω άκρο της εκτίμησής μας. Η μέση
μας πρόβλεψη βρίσκεται λίγο κάτω από τα €22 δισεκ., δηλαδή
αύξηση της τάξης του 20% σε σχέση με το 2019.
Μια ουσιώδης
παρατήρηση σε σχέση με τις παραπάνω εκτιμήσεις είναι ότι
αναφέρονται στα ονομαστικά μεγέθη. Για να αποκομίσουμε μια
πιο αντιπροσωπευτική εικόνα για την εκτιμώμενη συμβολή του
τουρισμού στην ελληνική οικονομία τη φετινή χρονιά, θα
πρέπει να λάβουμε υπόψη και το επίπεδο των τιμών, δηλαδή να
εξετάσουμε τα αποπληθωρισμένα, ή αλλιώς «πραγματικά» μεγέθη.
Βάσει των
εκτιμήσεών μας που παρουσιάζονται στις δύο τελευταίες σειρές
του Πίνακα 1, η άμεση συμβολή των τουριστικών εισπράξεων στο
πραγματικό ΑΕΠ της χώρας θα είναι αυξημένη σε σχέση με
πέρσι, παραμένοντας όμως μικρότερη από την αντίστοιχη του
2019, ακόμα και σύμφωνα με το άνω άκρο της προβολής μας.
Δύο
παρατηρήσεις ακόμη:
Πρώτον, η
προβλεπόμενη αύξηση των τουριστικών εισπράξεων θα προκύψει
ως αποτέλεσμα κλίμακας, δηλαδή της αύξησης του αριθμού των
εισερχόμενων τουριστών και της αναλογικά μικρότερης μείωσης
της δαπάνης ανά ταξίδι, όπως απεικονίζεται στο Σχήμα 3(α)
(μεγαλύτερης επιφάνειας αλλά πιο «ψιλόλιγνα» τετράγωνα).
Αναμένουμε δηλαδή τη συνέχιση μιας τάσης που έχει
δημιουργηθεί τα τελευταία 12 περίπου χρόνια και έχει γίνει
πιο ξεκάθαρη από το 2014 κι έπειτα, με εξαίρεση τα
«πανδημικά» έτη 2020 και 2021.
Από τεχνικής
άποψης, αυτή η τάση μπορεί να αποδοθεί κυρίως
σε «ποσοτικούς» παρά σε «ποιοτικούς» παράγοντες (Σχήμα 3β):
αν και η ονομαστική μέση δαπάνη των επισκεπτών στη χώρα μας
ανά ημέρα παραμονής σε αυτή δεν φαίνεται να έχει μεταβληθεί
σημαντικά την περίοδο 2005–2022 για την οποία υπάρχουν
διαθέσιμα στοιχεία από την ΤτΕ (2005–2010: €71,4˙ 2011–2016:
€72,1˙ 2017–2022: €73,5 κατά μέσο όρο), η μέση διάρκεια της
παραμονής τους έχει μειωθεί από 9,9 διανυκτερεύσεις κατά
μέσο όρο την περίοδο 2005–2010, σε 7,9 διανυκτερεύσεις την
περίοδο 2011–2016 και σε 7,6 διανυκτερεύσεις την περίοδο
2017–2022 (7,1 εξαιρουμένων των 2020 και 2021).
Δεν
διαφαίνεται συνεπώς κάποια μετάβαση σε ένα υπόδειγμα με
έμφαση στον «ποιοτικότερο» τουρισμό (δηλαδή μικρότερος
αριθμός επισκεπτών με μεγαλύτερη δαπάνη ανά ταξίδι), η οποία
–όπως έχουμε επισημάνει επανειλημμένα– είναι αναγκαία
προϋπόθεση για την αναβάθμιση, αλλά και την ίδια τη
βιωσιμότητά του ελληνικού τουριστικού μεσοπρόθεσμα.
Δεύτερον, με
αφορμή το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις μας βασίζονται στην
προβολή των τάσεων βάσει των στοιχείων του πρώτου
τετραμήνου, αξίζει να σημειώσουμε ότι δεν προκύπτει κάποια
μεταβολή στην εποχική διάρθρωση των τουριστικών
εισπράξεων. Δεν παρατηρούμε δηλαδή κάποια «επιμήκυνση» της
τουριστικής περιόδου, τουλάχιστον από πλευράς εισπράξεων. Τα
έσοδα του τελευταίου τετράμηνου για παράδειγμα αποτελούν
κατά μέσο όρο το 27,4% των συνολικών ετήσιων τουριστικών
εισπράξεων την περίοδο 2002–2022, χωρίς να παρουσιάζουν
κάποια αυξητική τάση.
Όπως
φαίνεται και στο Σχήμα 4, δεν εντοπίζουμε κάποια δομική
αλλαγή ή κάποια συστηματική απόκλιση. Αντιθέτως,
παρατηρείται μια μείωση την περίοδο από το 2011 και μετά σε
σχέση με την περίοδο μέχρι το 2010, η οποία όμως είναι πολύ
μικρή ποσοτικά (από το 27,7% στο 27,1%) και δεν είναι
στατιστικά σημαντική.
|
|
|
|
Ευρωπαϊκή
Οικονομία
Από τις
ειδήσεις της διεθνούς και συγκεκριμένα της Ευρωπαϊκής
οικονομίας που ξεχώρισαν χθες και σίγουρα προβληματίζουνε.
Είναι πως το ηθικό των επενδυτών στην Ευρωζώνη υποχώρησε
περισσότερο από το αναμενόμενο τον Ιούλιο, φτάνοντας στο
χαμηλότερο επίπεδο από την ενεργειακή
κρίση τον περασμένο Νοέμβριο, καθώς η νομισματική
ένωση παραμένει σε κατάσταση ύφεσης χωρίς
ενδείξεις ότι η εικόνα θα βελτιωθεί, σύμφωνα με έρευνα που
δημοσιεύτηκε σήμερα Δευτέρα.
Ο δείκτης
της Sentix για την ευρωζώνη κατρακύλησε
στις -22,5 μονάδες τον Ιούλιο από -17,0 τον Ιούνιο,
σημειώνοντας μεγαλύτερη πτώση από ό,τι ανέμεναν οι αναλυτές
που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters, οι οποίοι
προέβλεπαν μέτρηση της τάξης του -18,0.
«Δεν υπάρχει
τίποτα θετικό να αναφέρουμε όσον αφορά τις μελλοντικές
προσδοκίες», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Sentix Manfred
Huebner, μετά την πτώση του δείκτη
προσδοκιών κατά 6,2 μονάδες, στις -24,5, τον Ιούλιο, που
ήταν επίσης ο χαμηλότερος από τον Νοέμβριο του 2022.
«Το ερώτημα
είναι από πού θα μπορούσε να προέλθει η βελτίωση», δήλωσε ο
Huebner, καθώς οι επενδυτές που συμμετείχαν στην έρευνα
αναμένουν ότι οι κεντρικές τράπεζες θα περιορίσουν περαιτέρω
τη νομισματική πολιτική και η αμερικανική οικονομία, η οποία
αντιστάθηκε στην παγκόσμια ύφεση, δεν δείχνει θετική
δυναμική.
«Δραματική»
η κατάσταση στη Γερμανία
Ο Huebner
ξεχώρισε ιδιαίτερα τη Γερμανία,
τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, που έχει «δραματικά
κακές» τιμές: Ο συνολικός δείκτης υποχώρησε κατά 7,3 μονάδες
και προσγειώθηκε στο -28,4, με παρόμοια μεγάλη πτώση στους
δείκτες τρέχουσας κατάστασης και προσδοκιών.
Η
δημοσκόπηση με τη συμμετοχή 1.226 επενδυτές διεξήχθη μεταξύ
5-7 Ιουλίου, σύμφωνα με την Sentix. |
|
|
|
Το Επιτελικό
Κράτος ΙΙ δεν… βιάζεται
Όπως τώρα
σχολίαζε ο “Βηματοδότης” …. Το Επιτελικό Κράτος ήταν η
εμβληματική «καραμέλα» της πρώτης τετραετίας Μητσοτάκη.
Διαφημιζόταν με κάθε αφορμή από τους κυβερνητικούς,
περιφρονούνταν συστηματικά από την αντιπολίτευση, σε κάποιες
περιπτώσεις προφανώς λειτούργησε και απέδωσε, σε
άλλες αποδείχθηκε ότι οδηγούσε σε απολύτως συγκεντρωτικά
μοντέλα και σε ακύρωση των υπουργών, πολλοί από τους οποίους
προσπάθησαν να το υπονομεύσουν.
Στην αρχή
της δεύτερης τετραετίας είχε διαμηνυθεί ότι η πρώτη,
εμβληματική πάλι, νομοθετική πρωτοβουλία θα ήταν η
επικαιροποίηση του Επιτελικού Κράτους. Σε αυτήν θα
περιλαμβάνονταν αλλαγές στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, στις
διαδικασίες διορισμού γενικών γραμματέων, ένας νέος κώδικας
διοικητικής διαδικασίας, κ.ά. Φαίνεται όμως ότι σε
νομοθετικό επίπεδο πολλά από αυτά έγιναν με προχειρότητα και
βιασύνη. Και με πρωτοβουλία και επιμονή της Νίκης Κεραμέως,
ως αρμόδιας υπουργού Εσωτερικών, αποφασίστηκε το «Επιτελικό
ΙΙ» να πάει πίσω, μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές και
βλέπουμε.
Οπως μου
λένε, το μόνο «ώριμο» κομμάτι του νομοσχεδίου ήταν ο νέος
κώδικας διοικητικών διαδικασιών, που δεν αποκλείεται να
έρθει ως αυτόνομο νομοσχέδιο μέσα στο καλοκαίρι. Κατά τα
λοιπά, αυτό που μου ψιθύρισαν είναι: «Θα ήταν μεγάλο λάθος
να βιαστούμε για αυτά τα θέματα». Το ερμηνεύω και ως «ας μην
ανοίγουμε τώρα μέτωπο αντιδράσεων με τους δημοσίους
υπαλλήλους, άσ’ το για αργότερα». |
|
|
|
|
|
|
|