Ενδιαφέρον
άρθρο
Tον
τελευταίο καιρό μένουμε στο ζήτημα των μισθών στη χώρα μας
και την ανάγκη να αυξηθούνε. Επί του ζητήματος των μισθών -
εργασιακών ένα αρκετά ενδιαφέρον άρθρο έγραψε στην Ημερησία
Ο δικηγόρος - εργατολόγος, Γιάννης Καρούζος, με
χαρακτηριστικό τίτλο: “Το κρίσιμο 2023 για τους μισθούς και
η «αχίλλειος πτέρνα» της Ελλάδας”.
Στο άρθρο
λοιπόν αναφέρονταν τα ακόλουθα:
Το κρίσιμο
2023, που θα είναι αναμφισβήτητα «έτος μισθών», βρίσκει
την Ελλάδα σε μια έρημο αναφορικά με τις συλλογικές
διαπραγματεύσεις. Την ώρα που το μεγάλο στοίχημα στις
δυτικές κοινωνίες δεν είναι άλλο από τις επαρκείς αυξήσεις
των μισθών - ιδιαίτερα για τους πλέον ευάλωτους - καθώς
ο πληθωρισμός, που δεν λέει να κοπάσει, ροκανίζει τα
εισοδήματα των εργαζομένων - στην Ελλάδα η κάλυψη των
μισθωτών από συλλογικές συμβάσεις παραμένει χαμηλά.
Η μεγάλη
περιπέτεια των μνημονίων που οδήγησε, εν πολλοίς, στην
αποδιάρθρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αποδυνάμωσε
την ισχύ των συλλογικών συμβάσεων – μια πορεία είναι η
αλήθεια που είχε ξεκινήσει μάλλον νωρίτερα μέσα από την
κλιμακούμενη απαξία για πλευρές του συνδικαλισμού που έμεναν
απομονωμένες από την πραγματικότητα – δεν έχει «επουλωθεί».
Τα
τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (2018) καταδεικνύουν πως το
ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές
διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα είναι αξιοσημείωτα χαμηλό.
Το 2018 ήταν 25,8%, κοντά στο αντίστοιχο ποσοστό
της Λετονίας και της Σλοβακίας.
Στις χώρες
της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης τα ποσοστά κάλυψης των
εργαζομένων από μισθούς που προκύπτουν από συλλογικές
συμβάσεις ξεπερνούν συχνά το 70%. Μάλιστα, το επίπεδο της
Ελλάδας υπολείπεται κατά 54,2 ποσοστιαίες μονάδες από το
στόχο που έχει θέσει η Κομισιόν για κάλυψη των εργαζομένων
κατά 80% από συλλογικές συμβάσεις.
Οι
συλλογικές συμβάσεις του 2022
Είναι
χαρακτηριστικό πως όλες οι συλλογικές συμβάσεις
που υπεγράφησαν εντός του 2022 - ορισμένες εκ των οποίων
εκτείνονται και στο 2023 ή ακόμη και στο 2024 –
προβλέπουν αυξήσεις μισθών, χωρίς όμως αυτές οι αυξήσεις να
ανταποκρίνονται στο μέγεθος της κούρσας του πληθωρισμού.
Για παράδειγμα:
Εργαζόμενοι στη ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία – Νέοι
μισθοί με αυξήσεις κοντά στο 3% μεσοσταθμικά / Διάρκεια από
15/7/2022 – 31/12/2023
Ναυτιλιακές επιχειρήσεις – Νέοι μισθοί με αυξήσεις της τάξης
του 1,5% το 2023
Εργαζόμενοι σε ενοικιαζόμενα δωμάτια – Νέοι μισθοί για 2022
και 2023 με αυξήσεις 3%
Τραπεζοϋπαλλήλων – Αυξήσεις 2% από 1η Οκτωβρίου 2022 –
30/11/2023
Εργαζόμενοι σε ναυτικά πρακτορεία και γραφεία ταξιδίων:
Αυξήσεις 1,5% το 2023 και 2% το 2024.
Εργατοτεχνικό προσωπικό σε εργαστήρια ζαχαροπλαστείων:
Αύξηση 5%
Εξαιρέσεις
με υψηλότερους μισθούς συνυπογράφησαν σε επιχειρησιακές
συλλογικές συμβάσεις ορισμένων Τραπεζών ή μεγάλων
επιχειρήσεων.
Είναι
εμφανές πως αφενός λόγω της διάρθρωσης της ελληνικής
οικονομίας και του κατακερματισμού της επιχειρηματικότητας
αλλά και αφετέρου λόγω των πυκνών εξελίξεων τόσο στο
εργασιακό όσο και στο οικονομικό μέτωπο την τελευταία
10ετία, μια μειοψηφία μόνο εργαζομένων εκπροσωπούνται πλέον
στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, με την μάζα των μισθωτών
να βλέπουν τις εργασιακές τους σχέσεις να ρυθμίζονται με
ατομικές συμβάσεις.
Γι αυτόν
ακριβώς τον λόγο, ο βασικός μοχλός αύξησης των εισοδημάτων
στα μεσαία στρώματα των μισθωτών - οι συλλογικές
διαπραγματεύσεις - δεν δείχνει να έχει τώρα στην Ελλάδα την
δυναμική που απαιτούν οι καιροί.
Το
γερμανικό μοντέλο
Η
πανίσχυρη IG Metall στη Γερμανία, που αντιπροσωπεύει 3,9
εκατομμύρια εργαζόμενους στον κλάδο του μετάλλου, πέτυχε
πρόσφατα, μετά από πολυήμερες διαπραγματεύσεις, αυξήσεις
μισθών που συνολικά θα φθάσουν στο 8,5% για το 2023 και το
2024. Οι αυξήσεις θα δοθούν κλιμακωτά, 5,2% φέτος και 3,3%
το 2024. Οι εργαζόμενοι εξασφάλισαν και ένα μπόνους ύψους
3.000 ευρώ που θα δοθεί για να εξουδετερώσει μερικώς τον
αντίκτυπο του υψηλού πληθωρισμού.
Είχαν
προηγηθεί κινητοποιήσεις των εργαζομένων στον τομέα του
μετάλλου στις οποίες είχαν συμμετάσχει 900.000 εργάτες, με
αποτέλεσμα να πληγεί η παραγωγή στη βιομηχανία παραγωγής
εξαρτημάτων αυτοκινήτων Robert Bosch GmbH.
Οι διεθνείς αναλυτές έριξαν το βλέμμα
τους σε αυτή την εξέλιξη, εξηγώντας πως συμπυκνώνει τη
συνθήκη που θα ξεδιπλωθεί μέσα στο 2023:
ο
πληθωρισμός αρχικά διαβρώνει την αγοραστική δύναμη των
νοικοκυριών,
οι
εργαζόμενοι διεκδικούν επιθετικά αυξήσεις στους μισθούς τους
και
οι
εργοδότες αρνούνται να τις δώσουν επικαλούμενοι το αυξημένο
λειτουργικό κόστος λόγω ενεργειακής κρίσης και πληθωρισμού.
Αυτό το
τρίπτυχο θα το δούμε να επαναλαμβάνεται το 2023, σε μικρές ή
μεγαλύτερες επιχειρήσεις, σε μικρά ή μεγαλύτερα συνδικάτα,
σε μικρές ή μεγαλύτερες χώρες της Ε.Ε.
Ο μοχλός
του κατώτατου μισθού
Αυτό θα
δούμε και στην Ελλάδα, μόνο που στην χώρα μας η «μάχη των
μισθών» εκτιμάται πως θα περιοριστεί (πιθανότατα) στον
κατώτατο μισθό και την νέα αύξησή του από την 1η - κιόλας -
Απριλίου. Αυτός είναι ο έτερος βασικός μοχλός ενίσχυσης των
εισοδημάτων, κυρίως όμως για τους πλέον ευάλωτους.
Η αύξηση
λέγεται πως θα είναι γενναία, όπως είναι ευνόητο να συμβεί
λίγο πριν τις κάλπες, με αποτέλεσμα ο μισθός να οδηγηθεί
προς τα 770 - 780 ευρώ. Αυτό θα ανακουφίσει μερικώς περί
τους 600.000 – 700.000 εργαζόμενους με πλήρη ή μερική
απασχόληση, που αμείβονται με βάση τον κατώτατο μισθό.
Τι θα γίνει όμως με τους υπόλοιπους
εργαζόμενους που αριθμούν περί το ένα με ενάμιση
εκατομμύριο;
Σύμφωνα με
τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, για κάθε ποσοστιαία
μονάδα αύξησης του κατώτατου μισθού, ο μέσος μισθός ανά
εργαζόμενο αυξάνεται κατά 0,44 της ποσοστιαίας μονάδας.
Αυτό
σημαίνει πως αν έχουμε αύξηση του κατώτατου στο 8% το 2023 ο
μέσος μισθός θα πρέπει να αυξηθεί κατά 3,5%.
Αντίστοιχα
η σωρευτική αύξηση κατά 9,5% του βασικού μισθού το 2022 θα
πρέπει να πρόσθεσε 4,18% στον μέσο μισθό.
Συνέβη
αυτό το 2022; Θα συμβεί και το 2023; Θα συμπαρασύρει ο νέος
κατώτατος μισθός σε ανοδική πορεία και τους υψηλότερους
μισθούς;
Μένει να
αποδειχθεί. Και τελικά αυτό είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα
στην Ελλάδα, όπου ο μοχλός των συλλογικών διαπραγματεύσεων
και συμβάσεων δείχνει να μένει μάλλον λίγο «σκουριασμένος»
από την εποχή των μνημονίων. |